Η κυβέρνηση με καθυστέρηση σχεδόν ενός χρόνου προχωρά στην ενίσχυση των σταφιδοπαραγωγών με το ποσό των 4,7 εκατ. ευρώ. Με βάση όσα έγιναν γνωστά, η ενίσχυση θα δοθεί απευθείας στον παραγωγό 54,7 ευρώ ανά στρέμμα. Για όσους δεν έχουν καταλάβει, υλοποιείται η λύση την οποία από την αρχή προωθούσε το υπουργείο. Το ζήτημα της απόσυρσης σταφίδας παλιάς παραγωγής τελικά δεν προχώρησε και η ενίσχυση συνεταιρισμών και επιχειρήσεων που ασχολούνται με την εμπορία θα περιοριστεί στα γενικά κυβερνητικά μέτρα για τις επιχειρήσεις.
Η κυβέρνηση αντέδρασε με καθυστέρηση, έμπλεξε ανόμοια πράγματα, δεν ανακοίνωσε έγκαιρα αυτό που τώρα πράττει, με αποτέλεσμα να εκτεθεί πολιτικά παρότι τελικά ενισχύει τους παραγωγούς. Με κύρια ευθύνη του προηγούμενου υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Σπήλιου Λιβανού δημιούργησε ανασφάλεια στους σταφιδοπαραγωγούς και πλήρωσε δυσανάλογα μεγάλο πολιτικό κόστος. Τα «επικοινωνιακά» όμως φάουλ δεν σταματούν, συνεχίζονται και στο κομματικό-βουλευτικό επίπεδο. Η πρεμούρα βουλευτών για το ποιος θα ανακοινώσει πρώτος την κυβερνητική πολιτική για να δείξει ενδιαφέρον, είναι άλλο ένα στοιχείο προβληματικής λειτουργίας. Μια τέτοια απόφαση δεν μπορεί να ανακοινώνεται ως «κατόπιν ενεργειών μου».
Όταν για το συγκεκριμένο ζήτημα έχει προηγηθεί σειρά συσκέψεων αλλά και αντιθέσεων σε κυβερνητικό επίπεδο, την τελική απόφαση ανακοινώνει ο αρμόδιος υπουργός εξηγώντας ταυτόχρονα και τα διαδικαστικά ζητήματα, δηλαδή πώς θα γίνει ο επιμερισμός του ποσού και ποια διαδικασία θα ακολουθηθεί. Είναι φανερό ότι κυβερνητικοί παράγοντες και βουλευτές έμπλεξαν προσωπικές στρατηγικές με το πρόβλημα της σταφίδας δημιουργώντας αρνητικές εντυπώσεις. Το βραχυκύκλωμα οδήγησε σε καθυστέρηση ξεκαθαρίσματος του τοπίου και είχε πολιτικό κόστος. Η ενίσχυση της σταφίδας και των παραγωγών απαιτεί συνολική πολιτική και όχι ευκαιριακές ενισχύσεις που υπαγορεύονται από την πολιτική πίεση και τις προσωπικές στρατηγικές. Αυτό είναι τελικά και το συνολικό πρόβλημα. Αυτοσχεδιασμοί και ενισχύσεις χωρίς πολιτικό και οικονομικό βάθος.