Μέσα από ένα διάγραμμα με στοιχεία και αντιπαραβολή των κρουσμάτων και των θανάτων, ο κ. Τζανάκης σημείωσε πως στις κορυφώσεις τους, στο δεύτερο κύμα ο μέσος όρος θανάτων ήταν 46 ασθενείς ανά ημέρα, στο τρίτο κύμα 53 ασθενείς ανά ημέρα που κατέληγαν από επιπλοκές του κορονοϊού, ενώ στο τρίτο κύμα ο ημερήσιος μέσος όρος θανάτων είναι 30 ασθενείς.
Όπως επεσήμανε ο κ. Τζανάκης, «έχουμε 3.000 θανάτους στο τέταρτο κύμα της πανδημίας, παρότι η μετάλλαξη Δέλτα είναι πολύ πιο μεταδοτική. Αυτό οφείλεται στο ότι έχουμε το εμβόλιο και την προστασία του», σημειώνοντας και ότι μεγάλο μέρος των κρουσμάτων αφορά παιδιά και πληθυσμό νεαρής ηλικίας, που νοσεί πιο ελαφρά σε σχέση με τους μεγαλύτερης ηλικίας ασθενείς.
Ερωτηθείς για την σύγκριση με χώρες που έχουν σχετικά παρόμοιο πληθυσμό και αριθμό κρουσμάτων, αλλά πολύ λιγότερους ημερήσιους θανάτους από την Ελλάδα, ο Καθ. Πνευμονολογίας σημείωσε πως «η διαφοροποίηση με τις άλλες χώρες έχει να κάνει με τον εμβολιασμό των πολιτών τους, στην ηλικιακή ομάδα των οποίων υπάρχει αυξημένη θνητότητα», σημειώνοντας πως στην Ελλάδα «οι άνω των 60 ετών, δίνουν το 86% των θανάτων».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κ. Τζανάκη, «η σταθεροποίηση στα κρούσματα, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα έρθει γύρω στις 5-10 Δεκέμβρη και 2-3 εβδομάδες μετά θα έρθει η ανάλογη εικόνα στις διασωληνώσεις και στους θανάτους».