Παρασκευή, 28 Ιουλίου 2017 14:08

Η Κίττυ Παϊταζόγλου για την "Άλκηστη" στην Επίδαυρο: "Η λαχτάρα μου είναι πιο μεγάλη από τον φόβο"

Η Κίττυ Παϊταζόγλου για την "Άλκηστη" στην Επίδαυρο: "Η λαχτάρα μου είναι πιο μεγάλη από τον φόβο"

Η πρώτη παράσταση που είδε στην Επίδαυρο ήταν, το 2001, η «Μήδεια» του Σπύρου Ευαγγελάτου με τη Λήδα Τασοπούλου στον ομώνυμο ρόλο. Σήμερα, η Κίττυ Παϊταζόγλου κατά «μία περίεργη και συγκινητική σύμπτωση» ετοιμάζεται να πάρει το βάπτισμα του πυρός στο αργολικό θέατρο ερμηνεύοντας την «'Αλκηστη» του Ευριπίδη (28-29/7) για λογαριασμό του Εθνικού, σε σκηνοθεσία της (κόρης του σπουδαίου ακαδημαϊκού και σκηνοθέτη και της αείμνηστης ηθοποιού) Κατερίνας Ευαγγελάτου.

Στο πλευρό της θα βρίσκονται δύο έμπειροι ηθοποιοί ο Γιάννης Φέρτης και ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος που κρατούν αντίστοιχα τους ρόλους του Φέρη και του 'Αδμητου.

«Η αδρεναλίνη είναι στα κόκκινα , αλλά αισθάνομαι ότι η λαχτάρα μου είναι πιο μεγάλη από τον όποιο φόβο» ομολογεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ λίγο πριν την πρεμιέρα του έργου η Κίττυ Παϊταζόγλου για την πρώτη της εμφάνιση στην Επίδαυρο. Η ίδια είχε επισκεφτεί κάποιες εβδομάδες νωρίτερα από τις πρόβες το αρχαίο θέατρο μαζί με τον θίασο αλλά και μόνη της για «να μειωθεί κάπως η αγωνία μου και για να έρθει σιγά σιγά η προσαρμογή». «Είναι ένας μαγικός χώρος που κατευθείαν σου δημιουργεί μία ανάταση, ένα άνοιγμα αν του αφεθείς. Το σημαντικό είναι να είσαι ο εαυτός σου και να είσαι γενναιόδωρα ο εαυτός σου εκεί. Και ό,τι γίνει. Ακόμα κι αν κάνεις λάθη, αξίζει να παραδοθείς σε όλο αυτό που σου ανοίγεται» αναφέρει η νεαρή ηθοποιός που από τα έδρανα της Νομικής βρέθηκε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου ενώ πέρυσι, ήταν υποψήφια για το βραβείο Μερκούρη με το έργο «Λίλιομ» του Φέρεντς Μόλναρ σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου.

Έργο που φέρει επί σκηνής τον θρίαμβο επί του θανάτου, η «'Αλκηστη», το πρώτο από τα σωζόμενα του Ευριπίδη (438 π.Χ.), προκάλεσε ατελεύτητες συζητήσεις για το είδος στο οποίο ανήκει, εξαιτίας της συνύπαρξης τραγικών και κωμικών στοιχείων καθώς και του αινιγματικού τέλους του. Παράλληλα, την εποχή που γράφτηκε ήταν και ένα τολμηρό σχόλιο στους ηγέτες αλλά και στο θεσμό του γάμου. «Όλο το έργο είναι στην κόψη. Από γραφής εναλλάσσονται σκηνές καθαρόαιμης τραγωδίας, σπαραχτικές, με άλλες κωμικές ή βγαλμένες από την πιο πικρή σάτιρα. Ο Ευριπίδης παίρνει το μύθο της αφοσιωμένης και πιστής γυναίκας που θυσιάζεται για να μην πεθάνει ο άντρας της και τον επανεξετάζει στο μικροσκόπιο. Ανά πάσα στιγμή δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για το τι συμβαινει, κάθε σκηνή μπορεί να διαβαστεί και αλλιώς. Όλοι οι ρόλοι είναι στην κόψη με αποκορύφωμα αυτόν του Αδμητου, που την μια στιγμή λες ότι θρηνεί για την γυναίκα του ειλικρινά και την άλλη έχει γλιστρήσει σε έναν κυνικό χαρακτήρα που σου παγώνει το αίμα. Αυτή η συνύπαρξη δραματικών και κωμικών στοιχείων είναι που κάνει το έργο πολύ ανθρώπινο γιατί και στη ζωή τα πράγματα δεν είναι άσπρο-μαύρο» εξηγεί η Κίττυ Παϊταζόγλου.

Η ηρωίδα που καλείται να ερμηνεύσει είναι ένα αρκετά «αντιφατικό πλάσμα». «Προχωράει προς το θάνατο με τόση αποφασιστικότητα που στιγμές αμφιβάλλεις για τα κίνητρα και τις προθέσεις της. Έχει μια πολύ ανθρώπινη πλευρά, πλάι στην ηρωική που στην αρχή πίστευα πως λίγο επισκιάζει τη θυσία της, αλλά τώρα με συγκινεί βαθιά. Λίγο πριν πεθάνει, ζητάει από τον 'Αδμητο, για χάρη του οποίου θυσιάζεται, να μην πάρει ποτέ άλλη γυναίκα και μάνα στα παιδιά τους. Ουσιαστικά του ζητά, δημόσια, να της ορκιστεί αιώνια πίστη, καταδικάζοντάς τον σε ένα ισόβιο πένθος» αναφέρει η ηθοποιός και συμπληρώνει: «Σαν σύγχρονος θεατής και αναγνώστης του έργου αναρωτιόμουν πως γίνεται μια μάνα να αφήνει τα παιδιά της για χάρη οποιουδήποτε. Σαν η ζωή του άντρα της να έχει μεγαλύτερη αξία από τη δική της θυσία. Αυτό με προβλημάτιζε πολύ, δεν μπορούσα να το καταλάβω. Νομίζω βέβαια και από εκεί κάπως ξεκινάω και την προσέγγιση του ρόλου ότι γι' αυτήν την γυναίκα δεν έχει νόημα να ζει χωρίς αυτόν. Είναι σαν να μην υπάρχει αν αυτός φύγει».

Η παράσταση τοποθετεί το έργο σε μία ανδροκρατούμενη στρατιωτική κοινωνία της νεότερης Ελλάδας, όπου η ζωή της γυναίκας είναι σαφώς μικρότερης αξίας από εκείνη του άντρα και οι πολίτες δεν τολμούν να αντιταχθούν στις εντολές του αρχηγού τους. «Η σκηνοθεσία επιχειρεί να αναδείξει τη συνύπαρξη των δύο κόσμων του έργου, του ρεαλισμού και της ποίησης. Όλο το έργο το διατρέχει κάτι σκοτεινό, ένα κλίμα συνωμοσίας σαν να υπάρχουν πράγματα που δεν λέγονται. Γι' αυτό και η οδηγία της Κατερίνας (Ευαγγελάτου) ήταν να αφηνούμε όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, μετέωρα, να μην οδηγούμαστε σε μία ερμηνεία» δηλώνει.

Όπως επισημαίνει η Κίττυ Παϊταζόγλου υπάρχει μεγάλη πίστη σε αυτό το εγχείρημα που χτίστηκε από όλους τους συντελεστές της παράστασης: «Έχει καλλιεργηθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης στην ομάδα οπότε και για μένα που είναι η πρώτη μου εμφάνιση στην Επίδαυρο και μπαίνω κατευθείαν στα βαθιά με ένα τέτοιο ρόλο, αισθάνομαι σαν να υπάρχει ένα αόρατο δίχτυ ασφαλείας συνέχεια. Αυτό το ενισχύει και η Κατερίνα που είναι τόσο πειθαρχημένη στη δουλειά της -ξέρει τι θέλει και πως να το ζητήσει και την ίδια στιγμή σε σπρώχνει να πάρεις την οδηγία της και να πειραματιστείς, να την εξελίξεις με το δικό σου τρόπο. Ο Οδυσσέας πάλι, είναι φοβερά γενναιόδωρος συμπαίκτης. Με συγκινεί το πως αγκαλιάζει όλο το θίασο. Και βέβαια ο Γιάννης Φέρτης που παρά την εμπειρία του αντιμετωπίζει το όλο εγχείρημα με μία αθωότητα. Με τη φρεσκάδα, τις ιστορίες και το χιούμορ του μας έχει κερδίσει όλους. Καθόμαστε και τον χαζεύουμε το πως υπάρχει μέσα στην πρόβα».

ΑΠΕ-ΜΠΕ