Αυτό επισημαίνει σε νέα μακροσκελή ανάρτηση του στο Facebook ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας Ηλίας Μόσιαλος, του Κολλεγίου Imperial και της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου (LSE).
Όπως αναφέρει:
- Η Όμικρον θα μολύνει πολύ περισσότερους σε σχέση με τη Δέλτα και σε πολύ συντομότερο διάστημα (θα κορυφωθεί πιθανώς το κύμα σε μικρότερο διάστημα και συνολικά το κύμα της Όμικρον ίσως διαρκέσει λιγότερο από της Δέλτα)
- Σε χώρες όπως η Ελλάδα, με δυσμενή δημογραφικά χαρακτηριστικά και αρκετούς ανεμβολίαστους άνω των 50 ετών, ακόμα και μια ηπιότερη νόσος σε σχέση με τη Δέλτα που θα μολύνει περισσότερους, θα επιφέρει πίεση στο σύστημα υγείας, και πιθανώς σε συντομότερο διάστημα σε σύγκριση με τη Δέλτα.
- Και ακόμα πιο σημαντικό, μάλλον επειδή θα κολλήσουν ταυτόχρονα πολλοί, θα χρειαστεί να απομονωθούν για ένα διάστημα 7-10 ημερών, κάτι που μπορεί να δημιουργήσει δυσλειτουργίες σε υπηρεσίες όπως η παιδεία, η υγεία κλπ.
Ο κ. Μόσιαλος επισημαίνει μια αναστροφή του διεθνούς κλίματος από την απαισιοδοξία στην υπεραισιοδοξία και τονίζει ότι στη δημόσια υγεία «πρέπει να μένουμε ψύχραιμοι και να αναλύουμε με προσοχή τα δεδομένα». Συνοψίζοντας τι είναι έως τώρα γνωστό, αναφέρει ότι η παραλλαγή είναι πολύ πιο μεταδοτική και τουλάχιστον τρεις φορές πιο μεταδοτική από την Δέλτα, αλλά η μεταδοτικότητα είναι πιθανό να είναι πολύ μεγαλύτερη στους ανεμβολίαστους, καθότι τα δεδομένα που έχουμε είναι από το σύνολο του πληθυσμού. Γνωρίζουμε επίσης πως τα αντιικά φάρμακα θα εξακολουθούν να είναι αποτελεσματικά και όπως λέει, «μακάρι να είχαμε μεγαλύτερες ποσότητες ήδη διαθέσιμες, αλλά δεν έχουμε. Φαίνεται όμως πως η πλειοψηφία των θεραπευτικών αντισωμάτων (6/8) δεν θα είναι αποτελεσματικά. Μένει της GSK και ένα κινεζικό σε φάση ΙΙΙ κλινικών δοκιμών».
Όσο για τα εμβόλια, «φαίνεται πως η Όμικρον προκαλεί περισσότερες ήπιες λοιμώξεις στους εμβολιασμένους σε σύγκριση με την Δέλτα. Πάρα ταύτα αν οι εμβολιασμοί έχουν γίνει πρόσφατα, θα είναι αποτελεσματικοί στην αποτροπή της σοβαρής λοίμωξης. Αυτό φαίνεται πως ισχύει και για το εμβόλιο της AstraZeneca. Πολύ απλά, αν δεν ίσχυε δεν θα βλέπαμε τα ευνοϊκά αποτελέσματα που βλέπουμε στην Αγγλία, που ο μισός πληθυσμός έχει κάνει το εμβόλιο της ΑΖ. Το επισημαίνω ξανά αυτό, γιατί πολλά ελληνικά ΜΜΕ ανέφεραν πως τα εμβόλια της ΑΖ και της J&J δεν μας προστατεύουν πλέον. Αυτό ίσως ισχύει για την αποτροπή της ήπιας λοίμωξης, αλλά όχι για την αποτροπή της σοβαρής λοίμωξης. Το μόνο βέβαιο είναι πως η τρίτη δόση ανεξάρτητα από το ποια ήταν τα εμβόλια των δύο πρώτων δόσεων, χτίζει πάνω στην προστασία που προσφέρουν οι προηγούμενες δόσεις, είτε AZ, είτε Pfizer, είτε Moderna, και την πολλαπλασιάζει».
Τι συμβαίνει όμως τελικά με τη νόσηση; Προκαλεί η Όμικρον πιο σοβαρή νόσο; Όπως αναφέρει, «από τις πρόσφατες μελέτες στην Αγγλία, στη Σκωτία, και στη Ν. Αφρική, αλλά και από την αρχική ανάλυση των δεδομένων των ΗΠΑ, της Νορβηγίας, της Δανίας και της Αυστραλίας, προκύπτει, πως όσοι νοσήσουν από Όμικρον είναι λιγότερο πιθανό να μπουν στο νοσοκομείο, σε σύγκριση με αυτούς που είχαν νοσήσει με την παραλλαγή Δέλτα».
Πως δικαιολογούνται όμως αυτά τα ευρήματα; Σύμφωνα με τον κ. Μόσιαλο:
«1. Είναι πιθανό η παραλλαγή Όμικρον λόγω των μεταλλάξεων να έχει δομικές αλλαγές που τελικά οι μολύνσεις να μπορεί να προκαλέσουν πιο ήπια συμπτωματολογία.
2. Μπορεί να βλέπουμε πιο ήπια συμπτώματα γιατί υπάρχει προστασία σε όσους είχαν κολλήσει προηγούμενες παραλλαγές ή γιατί έχουν κάνει το εμβόλιο.
3. Μπορεί να παίζουν ρόλο τα δημογραφικά χαρακτηριστικά ενός πληθυσμού όπως στη Ν. Αφρική που η πλειονότητα ήταν νέοι και είχαν περάσει κορονοϊό στο παρελθόν (και επίσης στους νέους δεν περιμένουμε συνήθως βαριά νόσο).
4. Μπορούν να ισχύουν όλα αυτά ταυτόχρονα.
Για να είμαστε απολύτως σίγουροι, θα πρέπει να περιμένουμε και να δούμε την ανάλυση, όπου έχουν συγκριθεί διεξοδικά τα στοιχεία της παθολογίας που προκάλεσε σε ανεμβολίαστους η Όμικρον, σε άτομα με ίδια χαρακτηριστικά που είχαν κολλήσει την Δέλτα. Επομένως χρειαζόμαστε λίγο καιρό ακόμα για να ξέρουμε τι από όλα αυτά ισχύει».
Καταλήγει ότι «το μόνο βέβαιο είναι πως χρειάζεται ψυχραιμία, σωστή οργάνωση με αναδιάταξη του συστήματος υγείας, και όχι πανικός».
ΑΠΕ - ΜΠΕ