Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ογκολογίας Βίκτορ Βελκουλέσκου της Ιατρικής Σχολής και του Κέντρου Καρκίνου Kimmel του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς στη Βαλτιμόρη, οι οποίοι έκαναν τη δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα καρκίνου «Cancer Discovery», καθώς και την ανακοίνωση σε συνέδριο της American Association for Cancer Research, δοκίμασαν το τεστ σε δείγματα από πλάσμα αίματος 724 ατόμων από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και το Χονγκ Κονγκ, με στόχο την ανίχνευση του ηπατοκυτταρικού καρκίνου, μιας συχνής μορφής καρκίνου του ήπατος.
Περισσότεροι από 800.000 άνθρωποι διαγιγνώσκονται με καρκίνο του ήπατος παγκοσμίως κάθε χρόνο και ο εν λόγω καρκίνος αποτελεί βασική αιτία θανάτου από καρκίνο διεθνώς. Εκτιμάται ότι 400 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για τον καρκίνο του ήπατος λόγω κίρρωσης του ήπατος, οφειλόμενης σε χρόνιες ηπατικές παθήσεις όπως η ιογενής ηπατίτιδα ή η μη-αλκοολική νόσος του λιπώδους ήπατος.
«Η βελτιωμένη έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου του ήπατος θα μπορούσε να σώσει ζωές, όμως τα σημερινά διαθέσιμα τεστ ελέγχου υποχρησιμοποιούνται και επίσης χάνουν πολλούς καρκίνους», δήλωσε ο ρουμανικής καταγωγής δρ Βελκουλέσκου.
Πώς λειτουργεί
Το τεστ μετράει το DNA των νεκρών καρκινικών κυττάρων που κυκλοφορεί στο αίμα και η ανίχνευση γίνεται με τη βοήθεια αλγόριθμων τεχνητής νοημοσύνης (μηχανικής μάθησης) που αυξάνουν την ακρίβειά του. Οι ερευνητές βρήκαν ότι στους ανθρώπους με μέσο επίπεδο κινδύνου το τεστ ανιχνεύει τους καρκίνους του ήπατος στα πιο πρώιμα στάδια με ευαισθησία 88% (ποσοστό ακριβούς ανίχνευσης καρκίνου) και ειδικότητα 98% (δηλαδή σχεδόν ποτέ δεν εμφανίζει ψευδώς θετικό αποτέλεσμα). Στα άτομα υψηλού κινδύνου για ηπατοκυτταρικό καρκίνο, το τεστ έχει αντίστοιχα ευαισθησία 85% και ειδικότητα 80% μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Σήμερα ποσοστό κάτω του 20% του πληθυσμού υψηλού κινδύνου κάνει τεστ για καρκίνο του ήπατος. Οι ερευνητές ευελπιστούν ότι το νέο τεστ αίματος μπορεί να διπλασιάσει τον αριθμό των διαγνώσεων καρκίνων του ήπατος, σε σύγκριση με το διαθέσιμο τεστ αίματος και παράλληλα να αυξήσει την έγκαιρη διάγνωση.
Θα ακολουθήσει αξιολόγηση του τεστ σε κλινικές μελέτες με μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων. Ο Βελκουλέσκου έχει ιδρύσει την εταιρεία Delfi Diagnostics, στην οποία μετέχει ως μέτοχος το Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, ενώ στην ανάπτυξη του νέου τεστ συμμετείχε ο ελληνικής καταγωγής ερευνητής Δημήτριος Μαθιός.