Οι δύο ληστές είχαν φερθεί με βαρβαρότητα στον 68χρονο τότε πρώην δήμαρχο και τη σύζυγό του. «Ξαφνικά ένιωσα ένα χέρι στο στόμα μου, μετά να μου σφίγγει το λαιμό», περιέγραψε η ίδια χθες στο δικαστήριο όπου παρέστη και κατέθεσε ως πολιτικώς ενάγουσα.
Η παθούσα μίλησε για δύο άνδρες οι οποίοι μιλούσαν σπαστά ελληνικά και της ζητούσαν επίμονα να τους πει πού έχει τα χρήματα. Είπε ακόμα ότι προσπαθούσαν να την καθησυχάσουν, λέγοντάς της «μη φωνάζεις, δεν θα σε πειράξουμε». Την ίδια ώρα, ο σύζυγός της περνούσε μαρτυρικές στιγμές στα χέρια τους, ο ένας από αυτούς βρισκόταν στο διπλανό δωμάτιο μαζί του και τον χτυπούσε με ένα σιδηρολοστό. «Ο άνδρας μου πονούσε πολύ, φοβήθηκα μην πάθει τίποτα», κατέθεσε η μάρτυρας. Οι ληστές εισέβαλαν στο σπίτι τους λίγο πριν από τις 3 το πρωί και έφυγαν με το που άρχισε να ξημερώνει. Σύμφωνα με την ίδια, εκείνο το τρίωρο που τους κράτησαν όμηρους μέσα στο σπίτι τους, οι δράστες δεν σταματούσαν να μιλάνε στο τηλέφωνο - μάλιστα πιστεύει πως πρέπει να ήταν κι άλλος μαζί τους, αν και δεν τον είδε.
ΤΟ DNA ΣΤΟ ΣΕΝΤΟΝΙ
Οι δράστες δεν ανακάτωσαν τίποτα μέσα στο σπίτι, με τη βία εξανάγκασαν τη σύζυγο του πρώην δημάρχου να τους υποδείξει που είχε τα λεφτά, ενώ τη ρωτούσαν πιεστικά για μια καραμπίνα του γιου της. Οση ώρα έμειναν εκεί, ο ένας μιλούσε συνεχώς στο τηλέφωνο και έπαιρνε οδηγίες, όπως κατέθεσε η μάρτυρας. Κάποια στιγμή σκίσανε τα σεντόνια για να δέσουν αυτήν και τον άνδρα της· πάνω στις λωρίδες του υφάσματος τα εγκληματολογικά εργαστήρια της Αστυνομίας βρήκαν το DNA του κατηγορούμενου. Με τα σκισμένα πανιά οι ληστές δέσανε τα πόδια του ζευγαριού και πριν φύγουν με τα χρήματα, τα χρυσαφικά, δυο κινητά τηλέφωνα και την καραμπίνα, άνοιξαν την ντουλάπα και πήραν από μέσα δύο πουκάμισα για να τους φιμώσουν. «Ο ένας έσφιγγε το πουκάμισο, ο άλλος το χαλάρωνε», είπε η μάρτυρας στο δικαστήριο και πρόσθεσε ότι παρακάλεσε να φωνάξουν έναν γιατρό για τον άνδρα της - ο οποίος αντιμετωπίζει προβλήματα με την υγεία του και μετά την ταλαιπωρία και τα βασανιστήρια των δύο ληστών η κατάστασή του επιδεινώθηκε.
ΤΑ ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑΤΑ
Οι ληστές έφυγαν αφήνοντας δεμένο και φιμωμένο το ζευγάρι. Από το δρόμο χρησιμοποίησαν το κινητό τηλέφωνο της συζύγου για να καλέσουν τον κουμπάρο του ζευγαριού. Οπως ο ίδιος κατέθεσε, ήταν στο κτήμα του και αρχικά παραξενεύτηκε που η κουμπάρα του τον έπαιρνε τηλέφωνο λίγο πριν τις 8 το πρωί. Μόλις απάντησε, η έκπληξή του ήταν μεγαλύτερη, ακούγοντας μια άγνωστη σε αυτόν φωνή να του λέει: «Γρήγορα, αυτή τη στιγμή πήγαινε στο σπίτι του κουμπάρου σου, του Γιάννη Γκότση - τον χτύπησαν άσχημα και αν δεν πας γρήγορα, θα πεθάνει». Ο μάρτυρας πάνω στο σοκ, κάλεσε στο τηλέφωνο τον αδελφό της κουμπάρας του και εκείνος του είπε πως το ζευγάρι είναι στο Κέντρο Υγείας της περιοχής για τις πρώτες βοήθειες. Πριν φύγουν οι ληστές από το σπίτι είχαν πει στην γυναίκα «μη στενοχωριέσαι, θα ειδοποιήσουμε δικό σας άνθρωπο για να σας σώσει». Το ζευγάρι ωστόσο κατάφερε με μεγάλη δυσκολία να λυθεί και να ειδοποιήσει μόνο του για βοήθεια.
Οπως κατέθεσε και αστυνομικός, η άρση τηλεφωνικού απορρήτου οδήγησε την έρευνα της Αστυνομίας στα ίχνη των ληστών. Ο καταδικασθείς μάλιστα προδόθηκε από ένα τηλεφώνημα δευτερολέπτων που του έκανε η σύζυγός του, ενώ ήταν ακόμα μέσα στο σπίτι του ζευγαριού. Υστερα, από την ενεργοποίηση των κεραιών κινητής τηλεφωνίας, φάνηκε πως το τηλέφωνο της παθούσας το οποίο πήραν μαζί τους, ενεργοποίησε μια κεραία στην περιοχή της Ελευσίνας και μετέπειτα του Σκαραμαγκά. Τα στοιχεία από την άρση απορρήτου και αυτά που είχαν συλλέξει αστυνομικοί από μια άλλη παρόμοια ληστεία στις Σπέτσες, οδήγησαν στον καταδικασθέντα. Οταν έγινε λήψη DNA από τον κατηγορούμενο, ταυτοποιήθηκε με αυτό που είχαν βρει τα εγκληματολογικά εργαστήρια πάνω στο σεντόνι.
Ν.Κ.