Κυριακή, 18 Φεβρουαρίου 2018 14:21

Ενοχή των 5 τσιγγάνων πρότεινε η εισαγγελέας για κλοπές σε Βέργα, Αλμυρό και Μεγάλη Μαντίνεια

Γράφτηκε από τον

Την ενοχή των 5 τσιγγάνων που είχαν συλληφθεί πέρυσι το καλοκαίρι λατηγορούμενοι για πλήθος κλοπών σε σπίτια της Βέργας, του Αλμυρού και της Μεγάλης Μαντίνειας, το πρώτο εξάμηνο του 2017, πρότεινε χθες Παρασκευή η εισαγγελέας της έδρας στο Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Ευγενία Αυλίδου.

Οι ποινές, ωστόσο, θα απαγγελθούν την Πέμπτη 1η Μαρτίου, καθώς είχε λήξει στο μεταξύ το ωράριο της γραμματέως της έδρας.

Από τους 5 κατηγορούμενους, ένα ζευγάρι τσιγγάνων και δύο από τα παιδιά τους καθώς κι ένας πέμπτος συγγενής τους, ένοχοι για τις κλοπές κρίθηκαν ο ένας γιος και ο συγγενής τους, ενώ ο άλλος γιος κρίθηκε αθώος λόγω ελάχιστων αμφιβολιών, σύμφωνα με την πρόταση της εισαγγελέως. Ολα τα μέλη της οικογένειας, ωστόσο, κρίθηκαν ένοχοι για οπλοκατοχή -λόγω δύο πιστολιών που βρέθηκαν σε αποθήκη δίπλα στο σπίτι τους- ενώ οι δύο γονείς κρίθηκαν ένοχοι επίσης για αποδοχή προϊόντων εγκλήματος, καθώς βρέθηκαν κλοπιμαία στην εν λόγω αποθήκη.

Η εισαγγελέας, στην πρότασή της, δήλωσε ότι από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν προκύπτει διεξοδικά η ενοχή για τους κατηγορούμενους, ενώ επιφυλάχθηκε να στείλει ένα ακόμα περιστατικό κλοπής για προανάκριση, καθώς -όπως προέκυψε από την κατάθεση μιας εκ των μαρτύρων θυμάτων κλοπών, στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας- η συγκεκριμένη περίπτωση φαίνεται ότι εκ παραδρομής δεν συμπεριελήφθη στη συγκεκριμένη δικογραφία.

Σύμφωνα πάντως με τους συνηγόρους υπεράσπισης, τα μόνα περιστατικά που ουσιαστικά αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία ήταν -όπως υποστήριξαν- μόνο οι δύο από τις 12 περιπτώσεις του κατηγορητηρίου, δηλαδή μια απόπειρα κλοπής και μία κλοπή, στις οποίες οι δράστες καταγράφηκαν από κάμερες στα σπίτια που “χτύπησαν”.

Για όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις, όπως εκτίμησαν οι συνήγοροι, τα όποια στοιχεία είτε ήταν περιστασιακά είτε απουσιάζουν. Υποστήριξαν στη συνέχεια ότι το κατηγορητήριο “έχει συνταχθεί καθ’ υπερβολήν” με ευθύνη της Αστυνομίας, η οποία -σύμφωνα με την άποψη που εξέφρασαν- ανέσυρε από το αρχείο 10 ανεξιχνίαστες υποθέσεις κλοπών στις πιο πάνω περιοχές και τις συνδύασε με τις δύο περιπτώσεις που εμπλέκονται οι δύο εκ των κατηγορουμένων. Επιπλέον, επέκριναν τη στάση των διωκτικών αρχών, λέγοντας ότι η Αστυνομία βασίστηκε σε ανώνυμες πληροφορίες αντί να προβεί σε ουσιαστική διερεύνηση των ευρημάτων στα σπίτια όπου έγιναν οι κλοπές.

 

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Νωρίτερα, αστυνομικός της υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Καλαμάτας, που κατέθεσε ως μάρτυρας, παρουσίασε το ιστορικό της υπόθεσης, λέγοντας ότι από τον Δεκέμβριο του 2016 ώς τον Μάρτιο του 2017 και το δίμηνο Ιουνίου – Ιουλίου πέρυσι, είχε σημειωθεί μπαράζ κλοπών σε τουλάχιστον 15 σπίτια σε Βέργα, Αλμυρό και Μεγάλη Μαντίνεια.

Με βάση ανώνυμες πληροφορίες που δόθηκαν στην Αστυνομία, συνέχισε ο μάρτυρας, οι διωκτικές αρχές επικέντρωσαν την προσοχή τους σε ένα συγκεκριμένο αυτοκίνητο, παρόμοιας μάρκας και μοντέλου με αυτό του ενός γιου της οικογένειας. Μάλιστα πρόσθεσε ότι πέρυσι τον Μάρτιο το συγκεκριμένο όχημα καταδιώχθηκε από την ΟΠΚΕ όταν αρνήθηκε ο οδηγός του να σταματήσει για έλεγχο.

Από το οπτικοακουστικό υλικό στα δύο σπίτια που είχαν κάμερες, συνέχισε ο αστυνομικός, η Αστυνομία εντόπισε τους συγκεκριμένους δύο κατηγορούμενους τους οποίους και συνέλαβε, ενώ ακολούθησαν και οι υπόλοιπες συλλήψεις μόλις στην κατ’ οίκον έρευνα βρέθηκαν, σε αποθήκη δίπλα στην κατοικία της οικογένειας, δύο όπλα αλλά και ποσότητα ξένων χαρτονομισμάτων, όπως στερλίνες από τη Βρετανία και κορώνες από την Δανία.

Ακολούθησαν καταθέσεις ιδιοκτητών και ενοικιαστών των σπιτιών στα οποία σημειώθηκαν οι κλοπές.

 

ΑΠΟΛΟΓΙΕΣ

Οσον αφορά τους κατηγορούμενους, τέλος, στις απολογίες τους, ο ένας γιος και ο συγγενής του παραδέχθηκαν την μία απόπειρα και την κλοπή, δήλωσαν όμως ότι δεν σχετίζονται με τα υπόλοιπα περιστατικά. Υποστήριξαν ότι ήταν “η κακιά ώρα” που τους ώθησε, αφού -όπως δήλωσαν- η βασική τους απασχόληση είναι εμπόριο με παλιοσίδερα και αγροτικές εργασίες, ενώ παράλληλα λαμβάνουν και επιδόματα από την πρόνοια.

Ο δεύτερος γιος αρνήθηκε κάθε συμμετοχή σε οποιαδήποτε από τις πιο πάνω υποθέσεις, ενώ οι δύο γονείς δήλωσαν από την πλευρά τους ότι δεν γνώριζαν τίποτα για τα πράγματα που βρίσκονταν στην αποθήκη, δίπλα στο σπίτι τους.

Β.Γ.Μ.