Η Χρ. Μποσινά και η κοινωνική λειτουργός των SOS Γιώτα Κοπίτα αναζητούν μαζί μας τους παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν την προσαρμογή των παιδιών και των εφήβων σε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση, που μας επιβάλλει η πανδημία να ζούμε. Εξάλλου, η υγειονομική κρίση μάς έχει επηρεάσει όλους, μικρούς και μεγάλους. Και, όπως λέει η Γ. Κοπίτα, τα παιδιά επηρεάζονται στον ίδιο βαθμό με τους γονείς. Κι αν οι γονείς “καταφέρουν να προσαρμοστούν σε αυτό, καταφέρουν να μεταδώσουν στο παιδί τη δική τους την ασφάλεια και να έχουν μία πιο θετική στάση σε όλη αυτή την κατάσταση, η προσαρμογή για το παιδί θα είναι πιο εύκολη”.
Ρεπορτάζ
Νικολέττα Κολυβάρη
ΑΠΑΙΤΗΤΙΚΟΣ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΓΟΝΕΑ
Ο ρόλος του γονέα είναι ούτως ή άλλως απαιτητικός, αλλά σε αυτές τις συνθήκες προσπαθεί παραπάνω για να προλάβει τις εξελίξεις και τις απαιτήσεις της ζωής. “Εχει να διαχειριστεί καινούργια κομμάτια και αυτό το κομμάτι της πανδημίας είναι ακόμη μία πρόκληση, μία ακόμα κατάσταση, μία συνθήκη που θα δοκιμάσει τις δικές του αντοχές και τη δική του ψυχική ανθεκτικότητα”, παρατηρεί η Γ. Κοπίτα. Επισημαίνει δε πως “μπορεί να είναι εύκολο να λέμε «οι γονείς να είναι εκεί, να ακούσουν το παιδί τους, να είναι συναισθηματικά διαθέσιμοι, να το αγκαλιάσουν», αλλά και ο ίδιος ο γονιός έχει να ανταποκριθεί στις εργασιακές μεταβολές, που αυτό μπορεί να έχει και μια αβεβαιότητα…”. Επιπλέον, “έχει να οργανώσει μια νέα ρουτίνα, μια νέα καθημερινότητα μέσα στο σπίτι, έχει να ανταποκριθεί στις σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας και να υποστηρίξει το παιδί· αλλά και να διαχειριστεί ο ίδιος τα δικά του τα συναισθήματα… Όλο αυτό έχει τη δυσκολία του”.
ΝΑ ΖΗΤΑ ΒΟΗΘΕΙΑ
Ένας άνθρωπος λοιπόν ο οποίος μπορεί να νιώσει ότι δυσκολεύεται, η συναισθηματική και ψυχική του κατάσταση να είναι επιβαρυμένη λόγω των συνθηκών, “δεν είναι τόσο εύκολο να μπορέσει να σταθεί σε όλα αυτά που προαναφέραμε. Και, κάπως έτσι, μπορεί και να δυσκολέψει την προσαρμογή των παιδιών και το πώς θα μπορέσουν να δεχτούν αυτή την κατάσταση”, αναφέρει η κοινωνική λειτουργός. Όταν λοιπόν, “ένας γονιός νιώσει ότι τα πράγματα δυσκολεύουν για αυτόν, όταν αρχίσει ξαφνικά και πιέζεται, η ψυχολογική του διάθεση αλλάζει και δυσκολεύεται να ανταποκριθεί σε όλο αυτό το καινούργιο κομμάτι, τότε είναι σημαντικό να αναζητά τη βοήθεια από κάποιο ειδικό”.
ΒΙΑΙΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
Η Χρύσα Μποσινά επισημαίνει ότι αυτή η αλλαγή στις ζωές μας ήρθε πάρα πολύ βίαια και “φέρει ένα αρνητικό φορτίο, δεν είναι μια αλλαγή προς κάτι καλύτερο”. Οι γονείς “είναι, σαφώς, τα σημαντικά πρόσωπα αναφοράς των παιδιών, ειδικότερα στις μικρότερες ηλικίες και τα όποια συναισθήματα, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γονείς επηρεάζουν και τα παιδιά”. Η ίδια μιλά για το πώς βιώνουν τα παιδιά όλη αυτή την κατάσταση, μέσα από την εμπειρία της ως νηπιαγωγός, που κάνει εξ αποστάσεως καθημερινά μάθημα με μικρές ηλικίες, αλλά και μέσα από τη δουλειά της ως ειδική παιδαγωγός στα Παιδικά Χωριά SOS, όπου υποστηρίζει παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, όπως και (εξ αποστάσεως) μια ψυχοπαιδαγωγική ομάδα, που αφορά εφήβους. Ξεκινώντας από τα μικρότερα παιδιά, και καταλήγοντας στην εφηβεία και τα παιδιά με αναπηρίες, τονίζει πόσο σημαντική είναι η κοινωνική αλληλεπίδραση.
ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
Στην προσχολική ηλικία, όπως παρατηρεί η εκπαιδευτικός, τα παιδιά προσαρμόζονται “ανάλογα με τον τρόπο που μπορείς να τους περάσεις κάποιους κανόνες και κάποιες έννοιες”. Αυτό όμως “δεν σημαίνει ότι δεν επηρέασε την εκπαιδευτική διαδικασία ακόμα και όταν ήταν ανοιχτά τα σχολεία, το πώς θα γινόταν η μαθησιακή διαδικασία, ακόμα και το παιχνίδι τους”. Είναι σημαντικό, εξηγεί, καθώς “οι συνθήκες κοινωνικοποίησης είναι σημαντικές σε όλες τις ηλικίες και όλες τις βαθμίδες και τα παιδιά μπήκαν σε μια διαδικασία και κατάσταση απίστευτα δύσκολη, που οι μικρές ηλικίες προσπαθούσαν να καταλάβουν και… το γιατί!”.
ΔΗΜΟΤΙΚΟ
Μετά, στο δημοτικό, “όταν μπήκε η εκπαίδευση εξ αποστάσεως, μπήκαμε όλοι σε μια νέα πραγματικότητα: γονείς, παιδιά, εκπαιδευτικοί· προσπαθήσαμε όλοι να προσαρμοστούμε με μεγάλες δυσκολίες”. Η απόσταση “διαφοροποιεί τελείως τον τρόπο που γίνεται η διδασκαλία. Λείπει ένα σημαντικό κομμάτι, που είναι η αλληλεπίδραση και το διά ζώσης”, όπως “λείπει και η κοινωνικοποίηση, όσο και αν οι εκπαιδευτικοί κάνουν προσπάθειες τα παιδιά να νιώσουν καλύτερα μέσα από αυτό το απρόσωπο εργαλείο”. Τόσο τα παιδιά δημοτικού με μαθησιακές δυσκολίες, όσο και τα υπόλοιπα παιδιά της ίδιας ηλικίας “βλέπω, όσο περνάει ο καιρός, να χάνουν το χαμόγελό τους, να έχουν μαύρους κύκλους, κόκκινα μάτια… Νιώθω άσχημα να τα κρατάω επιπλέον στην οθόνη, για να μπορέσω να τους δώσω να καταλάβουν πράγματα τα οποία δεν μπορούν να καταλάβουν μέσα από την εξ αποστάσεως εκπαίδευση”.
ΕΦΗΒΕΙΑ
Στην εφηβεία, “στην ομάδα που υποστηρίζω με τους εφήβους, δίνω το χώρο στα παιδιά και το χρόνο να μιλήσουμε μέσα από δραστηριότητες, που επικεντρώνονται στο κομμάτι το δικό τους αυτό το διάστημα, με στόχο την εκπαίδευση στα δικαιώματα”. Τα παιδιά λοιπόν της εφηβείας “υποφέρουν! Ενας έφηβος εγκλωβισμένος μέσα στους τέσσερις τοίχους…”. Τι είναι αυτό που τους λείπει; Τι είναι το πρώτο πράγμα που θα ήθελαν να αναζητήσουν; “Είναι οι φίλοι, η παρέα. Γιατί ο έφηβος καθορίζεται μέσα από την ομάδα των συνομηλίκων, είναι οι σημαντικοί άνθρωποι σ' αυτή την ηλικία, χωρίς να σημαίνει ότι παραγκωνίζονται οι γονείς, απλώς ο ρόλος των συνομηλίκων σε αυτή την ηλικία είναι πολύ σημαντικός”, εξηγεί η Χρ. Μποσινά και προσθέτει ότι οι έφηβοι “στερούνται βασικών κοινωνικών καταστάσεων που έχουν ανάγκη”. Και δεν είναι τυχαίο ότι “ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έβγαλε ένα μεγάλο ποσοστό διαταραχών άγχους, που αντιμετωπίζουν πλέον οι νέοι, λόγω αυτής της εξ αποστάσεως κατάστασης”.
ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ
Σε ό,τι αφορά τα παιδιά και τα άτομα με αναπηρίες, στην ουσία η καραντίνα δεν είναι κάτι άγνωστο. “Τα παιδιά με αναπηρία έχουν βιώσει τον εγκλεισμό από πριν. Οι μόνοι χώροι που μπορεί το παιδί να έρθει σε επαφή με καταστάσεις κοινωνικοποίησης είναι κάποιες υποστηρικτικές δομές και το σχολείο τους, και τώρα στερούνται και αυτό”, αναφέρει η παιδαγωγός. Μην ξεχνάμε ότι “πολλά παιδιά και άτομα με αναπηρίες έχουν ανάγκη μια ρουτίνα, που με κόπο την συνηθίζουν κι έρχονται τώρα να υιοθετήσουν μια καινούργια ρουτίνα και βλέπουμε πόσο όλη αυτή κατάσταση τους επιβαρύνει”.
ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΤΡΑΥΜΑ
Η Γιώτα Κοπίτα επισημαίνει ότι όλη αυτή η συνθήκη του αποκλεισμού και του κοινωνικού περιορισμού είναι ένα τραύμα για όλους. “Είτε εμπειρικά, είτε παρακολουθώντας και τις πιο επίσημες έρευνες, φαίνεται ότι μετά, όταν θα υπάρξει επάνοδος, η οποία είναι σημαντικό να γίνει σταδιακά, μπορεί να υπάρξει ως αποτέλεσμα ένα μετατραυματικό στρες, μια κατάσταση δηλαδή που θα πρέπει να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε μικροί και μεγάλοι”, παρατηρεί.
Οι συνθήκες εγκλεισμού και απόσυρσης από την καθημερινή ρουτίνα δοκιμάζει τις αντοχές ενηλίκων και παιδιών. Ειδικά για τα παιδιά, οι παιδαγωγοί και οι κοινωνικοί επιστήμονες των SOS βλέπουν “να περνούν μια φάση απόσυρσης· δεν έχουν πια τη δυνατότητα να κοινωνικοποιηθούν πέρα από τον υπολογιστή”. Κι επειδή είναι φυσιολογικό, λέει η κοινωνική λειτουργός, τα παιδιά να το νιώθουν ή να παραπονιούνται και να γκρινιάζουν, “όταν βλέπουμε ότι αυτό το συναίσθημα και αυτή η κατάσταση μεγαλώνει, επιμένει, φτάνει σε ένα σημείο να εμποδίσει τη λειτουργικότητα του ατόμου, εκεί λοιπόν είναι πάρα πολύ σημαντικό το πρόσωπο φροντίδας, ο γονιός, να είναι εκεί να το εντοπίσει και να αναζητήσει βοήθεια”.
ΜΕΝΟΥΜΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ
Αν οι γονείς είναι εκεί και μπορέσουν “ακόμα και να ενθαρρύνουν την επικοινωνία με αγαπημένα πρόσωπα, έστω μέσα από τον υπολογιστή ή από το τηλέφωνο, ώστε τα παιδιά να μην αποκόπτονται από τους φίλους, αλλά και οι ίδιοι να μην αποκόπτονται από την κοινωνική τους ζωή, θα μπορέσουν και οι έφηβοι και τα παιδιά να ξαναπιάσουν μετά το νήμα της κοινωνικότητας πολύ πιο εύκολα από το να είμαστε εντελώς απομονωμένοι σε αυτό το νέο περιβάλλον που βιώνουμε”, προτρέπει η Γιώτα Κοπίτα. “Σημαντικές είναι και κάποιες καλές πρακτικές και μέσα από αυτό το αρνητικό που ζούμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε προκειμένου να βελτιώσουμε την κατάσταση για εμάς και τους άλλους”, τονίζει η Χρύσα Μποσινά. Η ίδια θεωρεί πολύ σημαντικό ότι “όλα πρέπει να ξεκινήσουν από το αίσθημα της αποδοχής. Οι ενήλικες, τα πρόσωπα φροντίδας των παιδιών, των εφήβων, να ξεκινήσουν από την αποδοχή. Να πουν: «Θέλω να σε ακούσω, να ακούσω τις δυσκολίες σου, το συναίσθημά σου», γιατί πολλές φορές μας πιάνει το άγχος εμάς τους ενήλικες να φορτώσουμε με δραστηριότητες χαρούμενες και ευχάριστες τα παιδιά”, αλλά “είναι πολύ πιο αποδεκτό από τα παιδιά και σημαντικό το να κάτσει ο ενήλικας να τα ακούσει, να συζητήσει, να αποδεχτεί το συναίσθημά τους και αυτό που λένε και πάνω εκεί να λειτουργήσει”.