Επιτέλους, Παρασκευή. Εγκαταλείπω την Αθήνα, έστω και για ένα Σαββατοκύριακο μόνο. Φτάνω στο χωριό μου, το Αριοχώρι. Παρότι σουρουπώνει κι έχει αρχίσει να βρέχει, κάθομαι στη βεράντα και κοιτάζω απέναντι τα βουνά, που φαίνονται όλο και πιο μαύρα όσο νυχτώνει. Ξυπνάω το άλλο πρωί και τώρα βλέπω καθαρά, τα βουνά με τα κρυμμένα μικρά χωριουδάκια που πιο ψηλά οδηγούν στον Ταΰγετο και μπροστά τους Αρφαρά και Πήδημα. Πάνω από το Πήδημα η βουνοπλαγιά, με ελιές και κυπαρίσσια χαμηλά, μερικά εκκλησάκια που ξεχωρίζουν και λίγο πιο ψηλά καφεκόκκινα απότομα βράχια.
Ένα γνωστό χωριό σε μια μάλλον άγνωστη πλευρά της Μεσσηνίας. Όλοι θυμόμαστε όταν πιτσιρικάδες πηγαίναμε με τις οικογένειές μας στο Πήδημα με τα ψηλά δέντρα και τα πολλά νερά όπου χαζεύαμε και ταΐζαμε τις πάπιες και τους κύκνους. Κάτι που δεν ξέραμε όμως είναι ότι πάνω από το χωριό υπάρχουν ερείπια βυζαντινού κάστρου. Αυτό θα ήταν και το επίκεντρο της συγκεκριμένης εξόρμησης του ορειβατικού συλλόγου Καλαμάτας. Συνάντηση Κυριακή γύρω στις εννέα και μισή στο χαρακτηριστικό σημείο δίπλα στο μύλο κοντά στις πηγές του Πηδήματος που υδρεύουν την Καλαμάτα και άλλες περιοχές της Μεσσηνίας. Έχουμε μαζευτεί τουλάχιστον εξήντα άτομα, ακολουθούμε την ταμπέλα για κάστρο Πηδήματος και ξεκινάμε με ανηφόρα ανάμεσα σε ελιές, πιο ψηλά το εύκολο αλλά έντονα ανηφορικό μονοπάτι στενεύει και μας αναγκάζει να περπατάμε ο ένας πίσω από τον άλλον. Η βλάστηση είναι πυκνή, οι ελιές δίνουν τη θέση τους σε διάφορα άλλα δέντρα και θάμνους αλλά και σε βράχους στις τρυπούλες των οποίων έχουν φυτρώσει κυκλάμινα. Οι μυρωδιές από ρίγανη, θυμάρι και το σκίνο με τους μικρούς κόκκινους καρπούς μπερδεύονται με αυτή του φασκόμηλου που υπάρχει σε αφθονία, όπως και η ασφάκα , την οποία όμως οι περισσότεροι δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε από το φασκόμηλο και μας εξηγούν τη διαφορά τους αυτοί που γνωρίζουν.
Η ανηφόρα τελειώνει και φτάνουμε στην απόκρημνη κορυφή που βρίσκεται το κάστρο. Από την ταμπέλα που έχει τοποθετηθεί πληροφορούμαστε ότι το κάστρο χτίστηκε σε αυτή την οχυρή θέση γύρω στο 1300 από Βυζαντινούς, αργότερα κατακτήθηκε για λίγα χρόνια από τους Ενετούς και ύστερα από τους Τούρκους. Η θέα είναι απολαυστική, μπροστά μας απλώνεται όλος ο μεσσηνιακός κάμπος, απέραντοι ελαιώνες, διάσπαρτα χωριά, απέναντι στα βορειοδυτικά το όρος Ιθώμη με τη μονή Βουλκάνου. Από την άλλη πλευρά και πιο ψηλά από εμάς, διακρίνουμε την αναρριχητική ομάδα του συλλόγου που αποτελείται από λίγους και ριψοκίνδυνους, οι οποίοι έχουν ξεκινήσει την καταρρίχηση με σχοινιά στα κάθετα βράχια. Σκαρφαλώνουμε στο ψηλότερο σημείο του κάστρου από όπου έχουμε απρόσκοπτη θέα προς όλες τις κατευθύνσεις και μπορούμε να αγναντεύουμε και προς τον κάμπο αλλά να παρατηρούμε και την εξέλιξη της καταρρίχησης.
Σύμφωνα με τον θρύλο, το χωριό ονομάστηκε Πήδημα επειδή τρεις κοπέλες πήδηξαν από τον λόφο για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων. Μάλιστα ένας παππούς από την περιοχή μας εξήγησε με ζήλο και παραστατικότητα πώς πήραν τις ονομασίες τους οι γύρω περιοχές από τα ονόματα των τριών γυναικών. Κατεβαίνουμε από το κάστρο και κατηφορίζουμε σε διαφορετικό μονοπάτι από αυτό της ανάβασης μέχρι να φτάσουμε στο βυζαντινό εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου που είναι και ο τελευταίος μας σταθμός πριν επιστρέψουμε και πάλι στο χωριό. Μαζευόμαστε στην πλατεία όπου μας περιμένουν οι άνθρωποι του χωριού να μας περιποιηθούν με φαγητό και κρασί.
Γυρίζω στο σπίτι με τα πόδια, κοιτάζω και πάλι από τη βεράντα. Το γνωστό και το άγνωστο Πήδημα. Πεζοπορικά μονοπάτια, αναρριχητικά πεδία, βυζαντινά κάστρα μπορεί να βρίσκονται πιο κοντά από ό,τι νομίζουμε, ακόμη και μια ανάσα από τον εθνικό δρόμο. Η φύση τελικά αλλά και ο τρόπος που ο άνθρωπος συνεργάζεται μαζί της δεν σταματάνε ποτέ να μας εκπλήσσουν…
Σπανός Δημήτριος