Η μέση ηλικία εκείνων που επιβίωσαν χωρίς παχυσαρκία ήταν σημαντικά υψηλότερη από τους παχύσαρκους που τελικά νίκησαν τον θάνατο. Επίσης από τους ασθενείς που επιβίωσαν, κατά τη μελέτη, κανένας δεν είχε διαβήτη, ενώ από εκείνους που τελικά δεν τα κατάφεραν είχε ο 1 στους 3. Τέλος, ο διαβήτης αποτελούσε σταθερό εύρημα ως ανεξάρτητη αιτία θανάτου σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Ο πρώτος συγγραφέας της επιστημονικής ομάδας, επίκουρος καθηγητής Παθολογίας-Διαβήτη Παναγιώτης Χαλβατσιώτης ενημερώνει ότι το επιστημονικό περιοδικό «Diabetes Research and Clinical Practice», όπου δημοσιεύτηκε η μελέτη, είναι το επίσημο όργανο της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Διαβήτη (International Diabetes Federation), στην οποία συμμετέχουν από τη χώρα μας η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία, η Συνομοσπονδία Διαβητικών Ασθενών αλλά και το υπουργείο Υγείας. Το περιοδικό αποφάσισε λόγω των σημαντικών στοιχείων που παρουσιάζονται να επιτρέπει ελεύθερα την πρόσβαση στη μελέτη για τις επόμενες 50 ημέρες, ενώ η μελέτη συμπεριλήφθηκε σαν προτεινόμενη για ενημέρωση στην επίσημη ιστοσελίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO).
Σημειώνεται ακόμη ότι για τον ελληνικό χώρο τα μόνα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία προέρχονταν από τις ανακοινώσεις του ΕΟΔΥ και δεν μπορούσαν να καλύψουν πολλά από τα κλινικά ερωτήματα της επιστημονικής κοινότητας. Η μελέτη αυτή είχε σαν σκοπό την καταγραφή των επιδημιολογικών στοιχείων και την κλινική εικόνα ασθενών με βαριά πνευμονία από κορονοϊό που απαιτήθηκε να νοσηλευτούν σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.
Στη μελέτη αυτή συμμετείχαν παρέχοντας ανώνυμα στοιχεία από τους ιατρικούς φακέλους 90 ασθενών τους οι Εντατικές Μονάδες των Νοσοκομείων ΑΧΕΠΑ, «Γ. Παπανικολάου» και «Αγιος Δημήτριος» Θεσσαλονίκης αλλά και των Νοσοκομείων Λάρισας, Ρίου-Πάτρας, Ελευσίνας, του Ευαγγελισμού και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου "Αττικόν" που ανέλαβε και τον συντονιστικό ρόλο.
Αν σκεφτεί κανείς ότι μέχρι και σήμερα ο συνολικός αριθμός των ασθενών που νοσηλεύτηκαν σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας δεν έχουν ακόμη ξεπεράσει τους 190, τα αποτελέσματα της μελέτης μπορεί να θεωρηθούν απολύτως αντιπροσωπευτικά για τον ελληνικό χώρο, γιατί και ο αριθμός τους ήταν στατιστικά επαρκής αλλά είχε και την απαραίτητη γεωγραφική κατανομή.
Από τα αποτελέσματα της μελέτης φάνηκε ότι ο βαρέως πάσχων από κορονοϊό στην Ελλάδα, με απόλυτη υπεροχή στους άνδρες σε ποσοστό 85%, έχει μια ενδιάμεση ηλικία 65-66 ετών, με τον μεγαλύτερο να ευρίσκεται στην ηλικία των 86 ετών και τον νεότερο στα 42 έτη. Οι μεγαλύτεροι των 65 ετών αποτελούσαν το 50% των πασχόντων, ενώ οι νεότεροι των 55 ετών το 23,3%, οι οποίοι όμως ήταν και οι πλέον υπέρβαροι. Ενώ στις μεγαλύτερες ηλικίες που είχαν και τα περισσότερα υποκείμενα νοσήματα είχαμε βαρύτερη κλινική εικόνα στην αναπνευστική τους λειτουργία κατά την εισαγωγή, τουναντίον παρουσίαζαν βελτίωση κατά την νοσηλεία τους σε σύγκριση με την επιδείνωση που εμφάνιζαν οι νεότεροι.
Η στατιστική επεξεργασία ανέδειξε ότι η ταυτόχρονη παρουσία πολλών προϋπαρχόντων χρόνιων νοσημάτων επιβάρυνε την έκβαση, τα καρδιαγγειακά όμως που τόσο έχουν ενοχοποιηθεί αλλά και η μεγάλη ηλικία, χωρίς άλλα σοβαρά νοσήματα, δεν αποτελούσαν αιτία θανάτου.
Για την ολοκλήρωση της μελέτης η επιστημονική ομάδα δεν έλαβε ουδεμία επιχορήγηση ή δωρεά.