Τρίτη, 21 Ιουλίου 2020 14:48

Απάντηση σε Λαμπρόπουλο για το αγροτικό εισόδημα

Απάντηση σε Λαμπρόπουλο για το αγροτικό εισόδημα

 

"Ουδείς αγρότης, κτηνοτρόφος, μελισσοκόμος και αλιέας, εφόσον το εισόδημά του μειώθηκε και επλήγη από την κρίση του κορονοϊού, πρόκειται να μείνει χωρίς κρατική στήριξη". Αυτό απάντησε η υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Φωτεινή Αραμπατζή, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του βουλευτή Γιάννη Λαμπρόπουλου.

Η κ. Αραμπατζή αναφέρει επίσης στην απάντησή της για τη στήριξη των παραγωγών του πρωτογενούς τομέα: “Αυτή είναι η δέσμευση της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, και η ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων την υλοποιεί στο ακέραιο, αξιοποιώντας αφενός το ειδικό κονδύλι των 150 εκατ. ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και κάθε διαθέσιμο εργαλείο από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Με σοβαρότητα, σχέδιο και μεθοδική δουλειά, προνοητικότητα ως προς το χρόνο που η κρίση μπορεί να εμφανίσει ζημίες σε κάθε τομέα της αγροδιατροφικής αλυσίδας, διαχειριζόμαστε τις συνέπειες της πανδημίας”.

Σε άλλο σημείο της απάντησης, η κ. Αραμπατζή δηλώνει για τις ελληνοποιήσεις προϊόντων:

"Σε κάθε περίπτωση, επιδιώκοντας τη θωράκιση του αγροτικού εισοδήματος, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει θέσει ως στρατηγική προτεραιότητά της την πάταξη των «ελληνοποιήσεων», μίας μάστιγας που έχει ως αποτέλεσμα την απομείωση του αγροτικού εισοδήματος, την εξαπάτηση του καταναλωτή, τη δημιουργία αθέμιτου ανταγωνισμού, τη βλάβη της εθνικής οικονομίας.

Σε αυτήν την κατεύθυνση η παρούσα πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έκανε το πρώτο και σημαντικό βήμα με την ψήφιση του Ν.4691/2020( ΦΕΚ 108 Α) «Ρυθμίσεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό του αγροτικού τομέα». Στο εν λόγω νομοσχέδιο, με γνώμονα την προστασία των ελληνικών προϊόντων και κατ’ επέκταση των Ελλήνων παραγωγών και καταναλωτών από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, θεσπίζεται εμφατικά η αυστηροποίηση του κυρωτικού πλαισίου, ειδικά στις περιπτώσεις «ελληνοποιήσεων» προϊόντων ΠΟΠ - ΠΓΕ, ΕΠΙΠ και βιολογικών, η πρόβλεψη για πρώτη φορά ειδικών ποινικών αδικημάτων για τους παραβάτες και η αποτρεπτική για τους επίδοξους «ελληνοποιητές» επαύξηση των χρηματικών προστίμων. Αναλυτικότερα, προβλέπεται:

- ειδικό ποινικό αδίκημα για όποιον εξάγει τρόφιμα νοθευμένα ή επιβλαβή για την υγεία του ανθρώπου,

- η θέσπιση ενός νέου αδικήματος, αυξημένης ποινικής απαξίας (ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 3 ετών ή χρηματική ποινή), η οποία καταλαμβάνει όποιον με πρόθεση παράγει, εισάγει, εξάγει, αποθηκεύει, διακινεί ή διαθέτει στην κατανάλωση τρόφιμα, τα οποία κατά τη διαπίστωση της αρμόδιας αρχής είναι νοθευμένα και επιβλαβή για την υγεία του ανθρώπου,

- η υπό προϋποθέσεις και κατόπιν έκδοσης εισαγγελικής διάταξης δημοσιοποίηση στοιχείων κατηγορουμένων ή καταδικασθέντων για ειδικά ποινικά αδικήματα σχετικά με «ελληνοποιήσεις», προκειμένου -μεταξύ άλλων- να προστατευθεί η δημόσια υγεία,

- η θέσπιση ποινής φυλάκισης τουλάχιστον 2 ετών σωρευτικά με χρηματική ποινή για τους παραβάτες ΠΟΠ - ΠΓΕ - ΕΠΙΠ και βιολογικών προϊόντων καθώς και η θεσμοθέτηση επιβολής σε βάρος των ανωτέρω, διοικητικού προστίμου ύψους έως -κατ’ αρχήν- 300.000 ευρώ, το οποίο μπορεί να φτάσει ή ακόμη και να ξεπεράσει τα 600.000 ευρώ, εάν η σχετική παράβαση έχει διαπραχθεί από επιχείρηση με κύκλο εργασιών άνω των 10 εκατομμυρίων ευρώ,

- η πρόβλεψη επιβολής μόνιμης αφαίρεσης του δικαιώματος χρήσης ενδείξεων ΠΟΠ, ΠΓΕ, ΕΠΙΠ ή βιολογικών προϊόντων σε βάρος των υποτρόπων και

- η συνεκτίμηση του παρανόμως προσποριζόμενου κέρδους κατά την επιμέτρηση του διοικητικού προστίμου σε βάρος «ελληνοποιητών».

Επιπλέον, αναφέρεται ότι, σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο ο ΕΛΓΟ Δήμητρα ελέγχει τις επιχειρήσεις με έδρα την Ελλάδα, οι οποίες έχουν υποβάλει αίτηση για τη χρήση του ελληνικού σήματος στα προϊόντα που παράγουν και διακινούν προκειμένου να διαπιστώσει την ελληνική προέλευση της πρώτης ύλης. Ο Οργανισμός εφαρμόζει τις εκάστοτε διατάξεις, όπως κάθε φορά ισχύουν, έχοντας ως βασική προτεραιότητα τη θωράκιση της διαφάνειας και της αξιοπιστίας των ελέγχων και του συστήματος πιστοποίησης, με στόχο την προστασία των συμφερόντων των παραγωγών, την εδραίωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στο προϊόν, την αποφυγή φαινομένων παραπλάνησής τους, την αποφυγή του φαινομένου των ελληνοποιήσεων, καθώς και άλλων παράνομων πρακτικών".