Λάδι, ελιές, σύκα, είναι μερικά από τα προϊόντα που εισάγει από τη χώρα μας στην Αυστραλία ο Θανάσης Κοντόπουλος και -μιλώντας στην «Ε»- εκτιμά, με βάση την πολύχρονη εμπειρία του, ότι ειδικά για το θέμα της επιτραπέζιας ελιάς η καλύτερη κίνηση, προκειμένου να διασφαλιστεί η αγορά του συγκεκριμένου προϊόντος, θα ήταν η επέκταση της ΠΟΠ “Ελιές Καλαμών” και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι θα πληρούνται αυστηρά ποιοτικά κριτήρια.
Πολυσχιδής προσωπικότητα ο συμπατριώτης μας, ασχολήθηκε και με τη δημοσιογραφία, καθώς δημιούργησε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 την εφημερίδα “Ελληνικά Νέα” στο τιμόνι της οποίας παρέμεινε για πολλά χρόνια, πριν τελικά παραδώσει το δημιούργημά του σε άλλον ιδιοκτήτη.
Ακολουθεί η ενδιαφέρουσα συζήτησή μας με τον Θανάση Κοντόπουλο:
- Τι είναι η «Omega Foods», πώς ξεκίνησε;
«Είναι μια εταιρεία στην Αδελαΐδα, συνέχεια της πρώτης που δημιουργήσαμε η οικογένειά μου -ο πατέρας και η μητέρα μου- κι εγώ στην Αυστραλία, η οποία λεγόταν "Soulis Foodland". Την πρώτη εισαγωγή την κάναμε την Πρωτομαγιά του 1959, με προϊόντα από τη Μεσσηνία και συγκεκριμένα λάδι, σύκα και ρίγανη, από ένα συγγενή μας στα Αρφαρά, τον Κώστα Γεωργούντζο.
Μεγαλώνοντας η εταιρεία ξεκινήσαμε -και συνεχίζουμε- συνεργασία και με άλλες επιχειρήσεις της Μεσσηνίας, όπως του αείμνηστου Γιώργου Κεφαλέα, του Καλογερόπουλου, του Δραγώνα, του Γυφτέα, τη Συκική, την ΑΓΡΕΞ, του Παπαδημητρίου, του Πετρόπουλου, του Δαμουρά, του Δρακόπουλου και πολλών άλλων ντόπιων επιχειρηματιών. Κι αυτό γιατί στην εταιρεία μας έχουμε ως αρχή να υποστηρίζουμε τις ντόπιες επιχειρήσεις και τα ντόπια προϊόντα, τα προϊόντα της Μεσσηνίας δηλαδή. Παράλληλα, η εταιρεία μας αντιπροσωπεύει στην Αυστραλία και γνωστές φίρμες από την Ελλάδα, όπως τον Μεταξά, τον Μπουτάρη, τον Καμπά και πολλές άλλες».
- Μιλάμε, δηλαδή, για οικογενειακή επιχείρηση;
«Την επιχείρηση τη στήσαμε ο πατέρας μου κι εγώ, και τώρα είναι και τα παιδιά μου, η κόρη μου και ο γιος μου. Οσον αφορά την Αυστραλία, είμαστε πλέον η πιο παλιά ελληνική επιχείρηση που μας ανήκει το 100% της ιδιοκτησίας. Παλιότερα υπήρχαν κι άλλες, αλλά πουλήθηκαν ή έκλεισαν. Αυτή τη στιγμή απασχολούμε 42 άτομα, ενώ επιπλέον άτομα εργάζονται στο τυποποιητήριο της ελιάς».
- Απευθύνεστε κυρίως στο ελληνικό στοιχείο ή και στις υπόλοιπες εθνότητες της Αυστραλίας;
«Ζουν περί τους 56.000 Ελληνες στην πολιτεία της Νότιας Αυστραλίας, ωστόσο με τους μικτούς γάμους -που είναι περί το 38% των γάμων στην ελληνική παροικία- έχουμε κάνει Ελληνες και ανθρώπους από άλλες εθνικότητες. Στους πελάτες μας, όμως, έχουμε και πολλούς Λιβανέζους, Σέρβους και αρκετούς Τούρκους».
- Οι Αγγλοσάξονες δεν περιλαμβάνονται στους πελάτες της εταιρείας σας;
«Εχουμε και Αγγλοσάξονες, αλλά κατά βάση είναι δύσκολο για αυτούς να αγοράζουν ελληνικά προϊόντα, γιατί δεν τα ξέρουν καλά και τα μαθαίνουν με πολύ αργό ρυθμό. Αρκεί να σας πω ότι χρειάστηκαν 45 χρόνια απλώς για να δοκιμάσουν ελαιόλαδο, πόσω δε να το φάνε. Τώρα πάντως, η χωριάτικη σαλάτα βρίσκεται όχι μόνο σε όλα τα ελληνικά, αλλά και σε όλα τα αυστραλέζικα εστιατόρια».
- Μιας και αναφερθήκατε στο ελαιόλαδο, υπάρχει ζήτηση για το μεσσηνιακό που εισάγετε εσείς, δεδομένου ότι η Αυστραλία τα τελευταία χρόνια μπαίνει δυναμικά στον τομέα της ελαιοκαλλιέργειας; Προτιμούν, δηλαδή, το δικό τους αυστραλέζικο ελαιόλαδο σε σχέση με το ελληνικό;
«Προτιμούν το δικό τους, αν το βρουν όμως, γιατί είναι πολύ λίγο, όπως μικρή είναι η παραγωγή τους και σε ελιές. Είναι αλήθεια ότι στην Αυστραλία έχουν αναπτύξει την ελαιοκαλλιέργεια σε μεγάλες εκτάσεις, με πολλά δέντρα, όμως η παραγωγή τους είναι μικρή, ακόμα βρίσκεται στα σπάργανα - δεν καλύπτει ούτε το 20% της εγχώριας ζήτησης.
Χαρακτηριστικά, η ετήσια παραγωγή επιτραπέζιας ελιάς στην Αυστραλία με το ζόρι φθάνει τους 800 με 1.000 τόνους, όταν μόνο η δική μας εταιρεία χρειάζεται 1.500 τόνους επιτραπέζιες ελιές τον χρόνο, κάποιες από τις οποίες τις παράγουμε στον δικό μας ελαιώνα.
Αλλωστε, η ιστορία της ελαιοκαλλιέργειας στην Αυστραλία είναι περίεργη. Μέχρι τώρα, από το 1908 και μετά, ξεκίνησαν τέσσερις φορές την ελαιοκαλλιέργεια και ισάριθμες φορές εγκατέλειψαν την προσπάθεια, λόγω των ακριβών εργατικών, αλλά κυρίως επειδή δεν μπορούσαν να καταναλώσουν το ελαιόλαδο. Δεν το έτρωγε κανείς.
Θυμάμαι ότι όταν φθάσαμε, η οικογένειά μου κι εγώ, στην Αυστραλία, κανένας εκεί δεν έτρωγε ελαιόλαδο, εκτός από τους Ελληνες και τους Ιταλούς που το αγόραζαν σε μπουκαλάκια 190 μιλιγκράμ, από τα φαρμακεία!».
- Και η δική σας παραγωγή ελιών πώς προέκυψε; Πώς αποφασίσατε, ως εταιρεία, να καλλιεργήσετε ελιές στην Αυστραλία και τι είδους ελιές παράγετε;
«Παράγουμε επιτραπέζιες ελιές Καλαμών. Αγόρασα, τη δεκαετία του 1960, ένα χτήμα 400 στρέμματα, το οποίο είχε 6.500 δέντρα ελιές, πολύ παλιές. Εκεί έχω και το σπίτι μου. Σιγά σιγά, από το 1970, ξεκινήσαμε να μπολιάζουμε τα δέντρα έτσι ώστε να παράγουν ελιές τύπου Καλαμών.
Βέβαια, αρχικά, είχαμε δυσκολίες, τόσο λόγω του εδάφους, όσο και του νερού -γιατί έχει πολλά μέταλλα το νερό στην Αυστραλία- όμως βρήκαμε τρόπους και αντεπεξήλθαμε και τα δέντρα παράγουν τον καρπό τους χωρίς πρόβλημα πλέον.
Με τα χρόνια, δημιουργήσαμε τυποποιητήριο, με όλα τα απαραίτητα μηχανήματα, για να συσκευάζουμε τις επιτραπέζιες ελιές, τις οποίες διαθέτουμε κατά βάση σε χονδρική πώληση, είτε σε άλλους τυποποιητές, είτε σε σούπερ μάρκετ, είτε σε καταστήματα εστίασης».
«Η ονομασία ΠΟΠ στην ελιά να επεκταθεί σε όλη την Ελλάδα»
- Γνωρίζετε ότι ο χαρακτηρισμός “ελιές Καλαμών” αποτελεί προστατευόμενη ονομασία προέλευσης, το γνωστό ΠΟΠ, για το οποίο τη δεδομένη χρονική στιγμή, γίνεται μεγάλη συζήτηση -ως προς την επέκτασή του ή μη και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας;
«Ισως στενοχωρήσω μερικούς, αλλά η ΠΟΠ "Ελιά Καλαμών", αν μείνει ως έχει, μπορεί να έχει περισσότερο αρνητικά από θετικά αποτελέσματα. Και εξηγούμαι: Σε όποιο μέρος του κόσμου αν πάει κανείς και ζητήσει ελιές, το πρώτο που θα τον ρωτήσουν είναι αν θέλει ελιά Καλαμών. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ΠΟΠ υπάρχει έτσι κι αλλιώς. Το όνομα το έχουμε. Γιατί θέλουμε, επομένως, να το χάσουμε;».
- Τι εννοείτε όταν λέτε «θέλουμε να το χάσουμε»;
«Η Μεσσηνία δεν παράγει πάνω από 2.000 ώς 2.200 τόνους επιτραπέζιες ελιές τον χρόνο, όταν η Λακωνία παράγει δεκαπλάσια ποσότητα, αν δεν κάνω λάθος. Αν ξεκινήσουν στη Λακωνία να συσκευάζουν τις δικές τους επιτραπέζιες ελιές με ένα "πιασάρικο" όνομα -όλος ο κόσμος ξέρει τη Σπάρτη-, σε λίγα χρόνια θα τις μάθει ο κόσμος, και ο άμεσα χαμένος θα είναι οι ελιές Καλαμάτας και η ΠΟΠ. Αυτό πιστεύω εγώ προσωπικά».
- Η δική σας γνώμη, επομένως, είναι ότι η ΠΟΠ «Ελιά Καλαμών» θα πρέπει να επεκταθεί και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας;
«Αυτό λέω. Ομως η επέκταση δεν πρέπει να γίνει ανεξέλεγκτα, αλλά με βάση ποιοτικά κριτήρια, τα οποία θα διασφαλίζουν διαχρονικά και τη διατήρηση της ίδιας άριστης ποιότητας».
- Από την άλλη, ωστόσο, δεν θα μπορούσε να πει κανείς ότι μια μικρή ποσότητα, με σταθερά καλή ποιότητα, διασφαλίζει μια καλύτερη τιμή, έστω και σε μικρότερη αγορά;
«Είναι σωστό αυτό. Ομως πρέπει να δεχθούμε ότι ούτε καν στη Μεσσηνία, από περιοχή σε περιοχή, δεν είναι ίδια η ποιότητα, και φέρνεις ελιές εκτός Μεσσηνίας για να φθάσεις μια ικανοποιητική ποσότητα με ελιές αντάξιες να είναι ΠΟΠ.
Πέρα από αυτό όμως, οι παρά κάτι 2.500 τόνοι επιτραπέζιας ΠΟΠ ελιάς Καλαμών δεν είναι ούτε κατά διάνοια επαρκής ποσότητα. Ενας και μόνο επιχειρηματίας μπορεί να τους αγοράσει μονομιάς και να τους εξαγάγει.
Στις συζητήσεις που έχω κάνει εδώ, και με εξαγωγείς και με παραγωγούς, οι ίδιοι δεν δηλώνουν και τόσο σίγουροι αν ο περιορισμός της ΠΟΠ στα σημερινά της όρια θα τους βοηθήσει ή όχι.
Αυτό που με προβληματίζει είναι η ποσότητα - και θα εξηγήσω γιατί: Οι πωλήσεις της ελιάς Καλαμών αυξάνονται κατά 8% με 10% κάθε χρόνο, όχι μόνο στην Αυστραλία, αλλά και παγκοσμίως. Ειδικά στην Αυστραλία όλες οι υπόλοιπες μαύρες ελιές, που μοιάζουν με Καλαμάτας, σταμάτησαν να πουλάνε. Ούτε οι Αμφίσσης πουλάνε πλέον. Η ζήτηση εστιάζεται πλέον στις ελιές Καλαμών».
- Εσείς πού αποδίδετε αυτή την εξέλιξη; Η αύξηση στη ζήτηση έχει να κάνει, νομίζετε, με την συστηματική προβολή που γίνεται τα τελευταία χρόνια;
«Η Καλαμών είναι πιο νόστιμη, πιο ανθεκτική, διατηρεί και τη γεύση και το χρώμα της, ενώ είναι και πιο εμφανίσιμη ως προς τη συσκευασία της. Θεωρώ ότι όσο ο κόσμος μαθαίνει την ελιά Καλαμών τόσο αυξάνεται η ζήτηση. Και η ζήτηση δεν έχει να κάνει μόνο με τους Ελληνες.
Ειδικά στην Αυστραλία, αν μιλούσαμε μόνο για τους Ελληνες δεν θα θα γινόταν συζήτηση, αλλά τις περισσότερες ποσότητες τις πουλάμε σε ξένους. Μιλάμε για αύξηση της ζήτησης 10% τον χρόνο. Κι αυτό συμβαίνει γιατί οι Αυστραλοί διαφημίζουν πλέον τις δικές τους ελιές, ο κόσμος έμαθε να τις θέλει στο τραπέζι του, όμως η παραγωγή τους είναι μικρή - και έτσι, εφ’ όσον βέβαια η ποιότητα είναι καλή, ζητούν τις ελιές Καλαμών που βρίσκουν σε μεγαλύτερη ποσότητα.
Γι’ αυτό, στο εξής, θα πρέπει να φροντίσουμε ακόμα περισσότερο και τη συσκευασία, ώστε να είναι ακόμα πιο ελκυστικές. Είναι γεγονός ότι και μέχρι πριν 5 χρόνια, οι συσκευασίες των ελληνικών προϊόντων ήταν φτωχές, δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο. Τώρα πλέον, όλοι προσέχουν τη συσκευασία τους και ως εκ τούτου τα προβλήματα είναι λιγότερα.
Αλλά θα πρέπει να πούμε και κάτι άλλο. Εχουμε παραγωγούς που κρατούν τις ελιές για αρκετό χρόνο στην αποθήκη και τις πουλάνε αργότερα, πολύ μετά την παραγωγή τους. Αυτό, με τους νόμους που ισχύουν στην Αυστραλία, δεν θεωρείται ελεγχόμενο εμπόρευμα και επομένως δεν μπορούμε να το διαθέσουμε, μιας και δεν ξέρουμε ούτε τις συνθήκες αποθήκευσης, ούτε τον τρόπο παρασκευής του τελικού προϊόντος.
Η ποιότητα είναι κορυφαία προϋπόθεση, όπως και η ειλικρίνεια του παραγωγού αλλά και του εξαγωγέα. Ωστόσο, οι συνεργαζόμενοι με τη δική μας εταιρεία Μεσσήνιοι επιχειρηματίες -τόσο οι παλιότεροι, όσο και οι νέοι- είναι συνεπείς και δεν αντιμετωπίζουμε κανένα πρόβλημα».
- Τελειώνοντας, έχετε σκεφτεί ενδεχόμενη οριστική επιστροφή σας στην Ελλάδα;
«Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα... Ετσι κι αλλιώς όμως, εγώ τον μισό χρόνο βρίσκομαι στην Ελλάδα, έχω πολλούς ντόπιους φίλους εδώ - και κάποιους που επέστρεψαν από την Αυστραλία και εγκαταστάθηκαν εδώ μόνιμα.
Είμαι από 16 χρόνων στην Αυστραλία, έφυγα από το Γυμνάσιο Μεσσήνης όταν μετανάστευσαν οι γονείς μου - κι ο πατέρας μου διάλεξε την Αδελαΐδα γιατί το κλίμα της είναι παρόμοιο με της Μεσσηνίας, βρίσκεται στον 35ο νότιο παράλληλο από τον Ισημερινό, όπως και η Μεσσηνία βρίσκεται πολύ κοντά στον 35ο βόρειο παράλληλο.
Η Ελλάδα είναι πάντα μέσα στην ψυχή μας, αλλά πλέον είναι δύσκολο να μετακινηθείς οριστικά πίσω. Πώς θα γίνει; Τα παιδιά σου είναι στην Αυστραλία, η οικογένειά σου είναι εκεί, η ζωή σου ολόκληρη είναι εκεί».