Οι εκλογές του 1861 έγιναν μέσα σε κλίμα τρομοκρατίας καθώς ο Οθωνας αντιλαμβανόταν πως δεν μπορούσε με άλλον τρόπο να επιβάλει τη θέλησή του.
Για τις εκλογές στην Επαρχία Μεσσήνης υπάρχει ειδική έκδοση (1), όπου περιλαμβάνεται σειρά καταγγελιών, συνολικά και κατά δήμους, την οποία υπογράφουν και ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος (2) και ο Σπήλιος Αντωνόπουλος (3). Καταγγέλλουν βία και νοθεία για τον αποκλεισμό τους, με πρωταγωνιστές ειδικότερα για το Νησί το Δήμαρχο Ν. Μιχάλο και τους δύο Καλαμαριώτηδες.
Σε αναφορά που κατετέθη στη Βουλή, οι δύο εξέχοντες πολιτικοί καταγγέλλουν σκόπιμη καθυστέρηση των εκλογών... κατά ένα μήνα:
«Η εκλογή Μεσσήνης ήρξατο, την ημέραν εκείνην καθ’ ην ώφειλον κατά ρητήν του Συντάγματος διάταξιν να συνέλθωσι αι βουλαί, περαιωμένων ουσών προ μηνός των εκλογών.
Η αναβολή αύτη δεν ήτον άνευ σκοπού. Διά ταύτης επιδιώκοντο δύο τινά. Πρώτον μεν να εκπληχθώσιν εκ προκαταβολής οι εκλογείς διά της τολμηροτέρας των πράξεων, της φανεράς παραβιάσεως του νόμου των Νόμων, του Συντάγματος, και να ενισχυθώσιν ούτω τα παρά των υποψηφίων διαδιδόμενα περί κατά την εκλογήν ενεργηθησομένων υπέρ της επιτυχίας αυτών· δεύτερον δε ημείς, οίτινες, πιστεύοντες κατά τα μέχρι κόρου επαναλαμβανόμενα, ότι ηθέλομεν έχει την προστασίαν των νόμων τουλάχιστον, είμεθα έτοιμοι να επιδοθώμεν εις τον εκλογικό αγώνα, να εξαχθώμεν διά των πραγμάτων εκ πλάνης, και να πεισθώμεν τέλος πάντων να πράξωμεν ό,τι διαφοροτρόπως επεζητείτο, δηλ. να αποσυρθώμεν του συναγωνισμού.
Η νίκη ούτως ήθελεν είσθαι ασφαλής και πλήρης».
Ο ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ
Στη συνέχεια καταγγέλλουν πως αφού οι απειλές δεν έπιασαν, ο κρατικός μηχανισμός προχώρησε σε μια άνευ προηγουμένου στρατιωτική κινητοποίηση: «Ουχί χάριν της τάξεως λοιπόν τα εν Καλάμαις γραφεία της Νομαρχίας και Μοιραρχίας εκλείσθησαν, και αι αρχαί εις Μεσσήνην μετέβησαν, και άπαντες οι κατά Νομόν ιππείς, πεζοί, στρατιώται και χωροφύλακες εκεί συνεκεντρώθησαν. Ουχί χάριν της τάξεως βεβαίως επετράπη εις τους υπουργικούς υποψηφίους να εξοπλίσωσι πολίτας, και εις τους χωροφύλακας να αποβάλωσιν εκ των ναών τους ψηφοφορούμενους κυρίους Κουμουνδούρον και Νικολαΐδην, ως ταράττοντας την ησυχίαν των».
Ειδικότερα καταγγέλλουν τον Ν. Μιχάλο: «Η προσπάθεια του κατεσπευσμένως διορισθέντος προσωρινού δημάρχου Παμίσου, όστις διά της διαγωγής του επρόκειτο να εξαγοράσει την επιτυχίαν της κατ’ αυτάς ενεργηθησομένης εκλογής του, δεν ωφέλει…».
Οι μεθοδεύσεις κορυφώθηκαν την πέμπτη (!) ημέρα της ψηφοφορίας, όταν διεφάνη πως μπορεί να κερδίσουν οι αντιπολιτευόμενοι όπως καταγγέλλουν οι Κουμουνδούρος και Αντωνόπουλος: «Από της ημέρας αυτής αρχίζει η βασιλεία των παππάδων, εις τους οποίους ο νόμος ουδέ δικαίωμα ψήφου εχορήγησεν. Από της ημέρας αυτής ο εις Καλαμαριώτης εις Πάμισον μονογραφεί και ρίπτει εις την κάλπην ψηφοδέλτια αφορώντα την τύχην του ετέρου συγγενούς του Καλαμαριώτου».
Στην ειδική έκδοση που προαναφέρθηκε, εκτός από την αναφορά προς τη Βουλή που συνυπογράφουν οι Αλέξανδρος Κουμουνδούρος και Σπήλιος Αντωνόπουλος, υπάρχει ακόμη και ένα πλήθος καταγγελιών τις οποίες υπογράφουν: Ο πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής του Δήμου Εύας Φ. Δημόπουλος, ο πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής του Δήμου Αριστομένους Αρ. Πατρίκης, τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής του Δήμου Παμίσου Πανάγος Μουλαβασίλης, Ιω. Πατρίκης, Α. Γαλανόπουλος, Ιωάν. Πατρίκης και Ανδρ. Ν. Νικολόπουλος, τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής Αριστομένους Θεόδ. Μπελεγχρής, Γεώργ. Φωτεινόπουλος και Ιω. Λαμπρόπουλος, τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής του Δήμου Ανδανίας Γ. Σακελλαρίδης και Ευστάθιος Λυμπερόπουλος, ο Πρόεδρος και τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής Οιχαλίας Δ. Βασιλόπουλος, Σ. Μπάρτζος, Καλόγερος Αλεβίζος. Και άλλες που έχουν καταθέσει ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος και ο Σπήλιος Αντωνόπουλος για άλλα περιστατικά κατά τις εκλογές.
"ΜΑΥΡΗ ΒΙΒΛΟΣ"
Η "μαύρη βίβλος" για τις εκλογές του 1861 στην Επαρχία Μεσσήνης καταλαμβάνει 32 σελίδες, και η ειδικότερη αναφορά για τις εκλογές στον Δήμο Παμίσου περισσότερες από 3 σελίδες.
Το κείμενο της αναφοράς για τις εκλογές στο Δήμο Παμίσου έχει ως εξής:
«Προς τον Νομάρχην Μεσσηνίας διαμένοντα εν Νησίω
Ο περί εκλογής των βουλευτών Νόμος, ουδέν έτερον, ως οίδατε, Κύριε Νομάρχα, ανέθηκεν εις την διοικητικήν αρχήν καθήκον, ειμί την έκδοσιν του περί ψηφοφορίας προγράμματος και την επί της ακριβούς διαλογής των ψήφων επαγρύπνησιν. Επίσης και αι προς εκτέλεσιν του νόμου οδηγίαι του υπουργικού συμβουλίου από 30 Μαρτίου 1844 εις τα καθήκοντα ταύτα περιορίζουσι την διοικητικήν ενέργειαν. Αφίνουσι δε παντί ελευθέραν και ανεπηρρέαστον την Εφορευτικήν Επιτροπήν, μη αναμειγνυομένης της ενόπλου δυνάμεως, ειμή οσάκις η Εφορευτική Επιτροπή προς ενίσχυσίν της προς εκπλήρωσιν του καθήκοντός της και διατήρησιν της ησυχίας και τάξεως προκαλεί την σύμπραξίν της. Πάσα δε φιλονικεία ή αμφιβολία, ήτις ήθελεν αναφυή κατά την ενέργειαν της ψηφοφορίας διαλύεται δι’ αποφάσεων της Εφορευτικής Επιτροπής, εναποκειμένου εις έκαστον ψηφοφόρον να κάμη κατ’ αυτών οίας εγκρίνει ενστάσεις, δικασθησομένας εν καιρώ υπό της Βουλής.
Εναντίον όμως των ρητών τούτων διατάξεων του νόμου και των οδηγιών η Εφορευτική Επιτροπή Παμίσου ουδέποτε αφέθη ελευθέρα εις την ενέργειαν του καθήκοντός της κατά το μέχρι τούδε πενταήμερον της ψηφοφορίας διάστημα, αλλ’ εδεσμεύθη και επηρρεάσθη δι’ απειλών και προσβολών υφ’ υμών, του Κυρίου Μοιράρχου και του ανθυπιλάρχου παρισταμένων διαρκώς επί του τόπου της ψηφοφορίας και πειθαναγκαζόντων ταύτην να ενεργή κατά τας εμπνεύσεις των. Απέναντι τοιαύτης καταστάσεως ουδεμία παρατήρησις της επιτροπής ίσχυεν, ειμί εισηκούοντο μόναι αι παρατηρήσεις του δημάρχου, όστις παρίστατο ως αντιπρόσωπος του υπουργικού συνδυασμού, και ούτως η Επιτροπή εκούσα ακούσα ηναγκάζετο να ενεργή, γινομένη το όργανον παρανόμου ψηφοφορίας.
Παραλείπομεν κύριε Νομάρχα, ότι υπό τας όψεις μας εν αυτώ τω τόπω της ψηφοφορίας διάφορα εγένοντο παρατράγουδα τείνοντα εις εκπτόησιν των προσερχομένων ψηφοφόρων, και αποθάρρυνσιν εκείνων, οίτινες προσήρχοντο να ψηφοφορήσωσι κατά τας πεποιθήσεις των. Και ημείς αυτοί, Κύριε Νομάρχα, οσάκις ηθελήσαμεν να υπερασπισθώμεν το ανεπηρρέαστον της ψηφοφορίας και ενεργήσωμεν αυστηρώς το καθήκον μας, υβρίσθημεν και ηπειλήθημεν από τα όργανα, τα οποία ώφειλον να μας δώσωσιν υποστήριξιν και συνδρομήν εις εκπλήρωσιν του νομίμου καθήκοντός μας. Χθες διά της λόγχης απεβλήθησαν οι συνδημόται μας Ανδρ. Κυριακός, Δημήτριος Ποτήρης και Αριστ. Πατρίκης, οίτινες έφερον ενστάσεις, μη συντελούσας εις επιτυχίαν του υπουργικού συνδυασμού. Απεβλήθη επίσης διά της λόγχης ενώπιον υμών, του Κυρίου Μοιράρχου και του ανθυπιλάρχου και ο γραμματεύς της Επιτροπής Μιχ. Μενιδίτσης, εν ω τουναντίον επετρέπετο η είσοδος και η εν τω ναώ διαμονή πολλών πολιτών ανηκόντων εις τον υπουργικό συνδυασμόν. Μάτην διεμαρτυρήθημεν κατά της τοιαύτης πράξεως· διότι δεν εισηκούσθημεν, αλλά τουναντίον μας επεσωρεύθησαν απειλαί και ύβρεις, και μάλιστα ο ανθυπίλαρχος Κύριος Αρβάλης προήχθη μέχρι τοσούτου, ώστε να γρονθοκοπήση την κάλπην, και επομένως να φέρη τον γρόνθον του κατά του ενός μέλους της επιτροπής, του Αναγνώστου Γαλανοπούλου, και να τον υβρίση μασκαράν και τα τοιαύτα, έτι δε να τον απειλήση, ότι θέλει του χύση τα έντερα. Ισως μάλιστα ήθελε προβή να πραγματοποιήση την απειλήν του, εάν υμείς αυτός κ. Νομάρχα, δεν τον εμποδίζατε, πιάνοντες την χείρα του.
Υπό το κράτος της βίας μας ηναγκάσατε μετά φιλονικίαν μιάς ώρας να παραλάβωμεν γραμματέα εκείνον, τον οποίον υμείς επεθυμείτε και εις τον οποίον ημείς δεν είχομεν εμπιστοσύνην. Επομένως ηναγκάσθημεν διά της βίας να παραδεχώμεθα ψηφοφόρους όσους υμείς ηθέλετε και άλλους να αποδιώκομεν, διότι χθες μας αφηρέθη ο κατάλογος, τον οποίον η δημοτική αρχή παρέδωκεν εις την επιτροπήν από την έναρξιν της ψηφοφορίας· ηναγκάσατε δε να παρατείνωμεν και την ψηφοφορίαν μέχρι της πέμπτης ώρας μ.μ. εναντίον του Νομαρχιακού προγράμματος, ώστε τα πρακτικά υπεγράψαμεν με φανόν. Μάλιστα εζητείτο υπό του Κυρίου Μοιράρχου να καθήσωμεν μέχρι της 10 μ.μ. ως να ήμεθα κατάδικοι ή φυλακισμένοι, λέγοντες ενώπιόν σας, ότι δεν θέλει μας παραιτήση να εξέλθωμεν μέχρι της 10 μ.μ.
Εν γένει η ψηφοφορία κατά το πενταήμερον διάστημα δεν είναι απόρροια ανεπηρεάστου εκλογής· καθόσον μάλιστα και ετεροεπαρχιώται άγνωστοι εναντίον της γνώμης της επιτροπής εψηφοφόρησαν, υποστηριζόμενοι υπό του δημάρχου, αντιπροσωπεύοντος τον υπουργικόν συνδυασμόν.
Ημείς, Κύριε Νομάρχα εκλήθημεν να εκπληρώσωμεν ειλικρινώς και πιστώς το καθήκον μας, εναποκειμένου εις την Βουλήν να κρίνη περί των αποτελεσμάτων. Ουδέποτε δ’ ενομίζομεν, ότι, υπεύθυνοι όντες εις τούτο, ηθέλομεν παραβιασθή, απειληθή και εξυβρισθή, διά να γίνωμεν όργανα παρανομίας. Δεν είχομεν ποτέ υπ’ όψιν, ότι ηθέλομεν διατρέξει τοσούτον κίνδυνον, ώστε να απειληθώμεν εις τα ιερώτερα, εις την ζωήν μας. Υπό τον τρόμον τούτον διατελούντες, φοβούμεθα να προσέλθωμεν εις την εξακολούθησιν της περαιτέρω ψηφοφορίας, ουδεμίαν έχοντες ασφάλειαν και εγγύησιν εις την νόμιμον εκπλήρωσιν του καθήκοντός μας, έτι δε και εις αυτήν την ζωήν μας.
Οθεν περιοριζόμεθα να διαμαρτυρηθώμεν κατά τοιαύτης τρομεράς επεμβάσεως, την οποίαν έχομεν πλήρη πεποίθησιν, ότι αποκρούσει πληρέστατα το φιλόνομον και αναντίρρητον φιλοδίκαιον της Α. Μ. του Σεβαστού Βασιλέως μας, προστατεύοντος εξ ίσου πάντας τους πολίτας και υπερασπιζομένου τα δικαιώματά των παραδειγματικώς.
Εν Νησίω την 20 Φεβρουαρίου 1861
Ευπειθέστατα
Τα μέλη της Εφορευτικής Επιτροπής του δήμου Παμίσου
Πανάγος Μουλαβασίλης αγράμματος δι’ εμού Ιω. Πατρίκη, Α. Γαλανόπουλος, Ιωαν. Πατρίκης, Ανδρ. Ν. Νικολόπουλος».
ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
Αν αυτά γίνονταν μπροστά στα μάτια της εφορευτικής επιτροπής, στην ίδια την πόλη γίνονταν πολύ χειρότερα. Και είναι χαρακτηριστικό ένα απόσπασμα αναφοράς «προς τον ενταύθα παρεπιδημούντα κ. Νομάρχην Μεσσηνίας!» του Σπήλιου Αντωνόπουλου στις 17 Φεβρουαρίου:
«…Ενταύθα κύριε Νομάρχα, προ των οφθαλμών υμών και του κ. Μοιράρχου γίνονται ουχί ολίγα προς παραβίασιν των εκλογέων. Η αγροφυλακή του δήμου εξοπλισθείσα απειλεί και παραβιάζει διά του τρόμου τους ψηφοφόρους, προήλθε δε και μέχρι του βαθμού να κτυπήση ανηλεώς την νύκτα τους δύο υιούς Νικολάου Κουτζαβίτου, ψηφοφορήσαντας υπέρ ημών. Ούτος ανηνέχθη προς υμάς, αλλ’ αντί να περιστείλητε την αγροφυλακήν, ευαρεστήθητε μόνο να μοι διαψεύσητε το γεγονός, ότε και εγώ έλαβον χθες την τιμήν να σας αναφέρω περί τούτου. Χθες περί την ώραν 5 μ.μ. η αγροφυλακή κατεδίωξε τον εις τον κήπον αυτού εργαζόμενον υιόν του υπέρ ημών συμπαθούντος Γεωρ. Κουζούνη, και μη συλλαβούσα τούτον, αφήρεσεν από τον κήπον την ίππον του, εις απαλλαγήν της οποίας έλαβον από τον πατέρα αυτού δραχμήν μίαν, ως σύλληπτρα δήθεν· αλλά περί τούτου θέλει εξετάση εν καιρώ η δικαστική αρχή…».
Υπό αυτές τις συνθήκες, η νίκη των "υπουργικών" ήταν σαρωτική: Εξελέγησαν με 2.640 ψήφους οι Παναγιώτης Καλαμαριώτης, Παναγιώτης Παπατσώνης και Κωνσταντίνος Λυμπερόπουλος. Απέτυχαν να εκλεγούν οι Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, Σπήλιος Αντωνόπουλος και Αναγνώστης Νικολαΐδης που πήραν 1.393 ψήφους.
(1) «Τα κατά την βουλευτικήν εκλογήν Μεσσήνης του 1861»
(2) Ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος (1815-1883) ήταν από τους σημαντικότερους πολιτικούς του 19ου αιώνα, εξελέγη 10 φορές πρωθυπουργός και έμεινε συνολικά σε αυτή τη θέση 7,5 χρόνια. Γεννήθηκε στον Κάμπο του Δήμου Αβίας, της επαρχίας Οιτύλου, στην Εξω Μάνη και καταγόταν από ιστορική οικογένεια. Ηταν γιος του αγωνιστή Γαλάνη Κουμουνδουράκη, γόνου μεγάλης μανιάτικης οικογένειας, ο οποίος το διάστημα 1829-1830 εγκαταστάθηκε στην Ανδρούσα ως διοικητής των Επαρχιών Ανδρούσας, Μικρομάνης και Εμπλακίων. Φοίτησε στο Γυμνάσιο Ναυπλίου και σπούδασε νομικά στο νεοσύστατο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ασκησε τη δικηγορία για ένα μικρό διάστημα στην Καλαμάτα. Το 1841 έσπευσε να πολεμήσει στην τότε επαναστατημένη Κρήτη διορισθείς από την Κεντρική Επιτροπή των Κρητών, που έδρευε στην Αθήνα και κατάρτιζε επαναστατικά σώματα, αρχηγός του σώματος Λακώνων, αποτελούμενου από άλλους νέους φοιτητές και επιστήμονες. Μετά την αποτυχία της επανάστασης εκείνης, όταν επέστρεψε στην Αθήνα, ανέλαβε γραμματέας του Θεόδωρου Γρίβα και επί πρωθυπουργίας Ι. Κωλέττη διορίστηκε αντεισαγγελέας στην Καλαμάτα, θέση που διατήρησε για τρία χρόνια όπου παραιτήθηκε για να πολιτευτεί. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής (Μεσσήνης) το 1950.
(3) Ο Σπήλιος Αντωνόπουλος γεννήθηκε στο Νησί λίγο πριν την επανάσταση του 1821 και ήταν στενός συγγενής των Δαρειώτηδων. Φοίτησε στο Γυμνάσιο Ναυπλίου και στη συνέχεια στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πήγε στη Γαλλία και τη Γερμανία ως υπότροφος του ελληνικού κράτους, όπου έμεινε για μεγάλο διάστημα και παρακολούθησε νομικές, οικονομικές και πολιτικές επιστήμες. Εκανε σπουδαία υπαλληλική καριέρα στο υπουργείο Εσωτερικών και διατέλεσε πολλές φορές υπουργός.