Παρασκευή, 14 Ιανουαρίου 2022 20:49

Ξανθός - Χαρίτσης στο Νοσοκομείο Καλαμάτας: "Συνολική αναδιοργάνωση στο Σύστημα και τη χωροταξία των δομών υγείας” (βίντεο)

Ξανθός - Χαρίτσης στο Νοσοκομείο Καλαμάτας: "Συνολική αναδιοργάνωση στο Σύστημα και τη χωροταξία των δομών υγείας” (βίντεο)

“Ενα σχέδιο αποσυμπίεσης των δημόσιων νοσοκομείων για να μπορέσουν να συνεχίσουν να παρέχουν υπηρεσίες και στους υπόλοιπους ασθενείς” ζήτησε ο τομεάρχης Υγείας και βουλευτής Ρεθύμνου του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία Ανδρέας Ξανθός, κατά τη χθεσινή του επίσκεψη στο Νοσοκομείο Καλαμάτας μαζί με τον βουλευτή Μεσσηνίας Αλέξη Χαρίτση.

Ο κ. Ξανθός σημείωσε πως “χρειάζεται μια συνολική αναδιοργάνωση και το Σύστημα Υγείας και η χωροταξία των δομών και η ανάπτυξη νέων υπηρεσιών. Να υπάρξει μια σοβαρή επένδυση προοπτικής για το Σύστημα Υγείας, τώρα που είναι ευρύτατα αναγνωρισμένη η αξία και των δομών και των ανθρώπων”.

Κατηγόρησε την κυβέρνηση πως “ο έλεγχος της πανδημίας έχει χαθεί εδώ και καιρό. Εχει τραγική ευθύνη για τις ολιγωρίες και τις ανεπάρκειες, το έλλειμμα προετοιμασίας και την απόδοση του Συστήματος Υγείας, η οποία είναι πια με όλους τους επιδημιολογικούς δείκτες ιδιαίτερα προβληματική και σε σύγκριση με την Ευρώπη”.

Ο Αλ. Χαρίτσης επεσήμανε ότι “ο εξορθολογισμός του υγειονομικού χάρτη της χώρας πρέπει να περιλαμβάνει τη στήριξη και την ενίσχυση των περιφερειακών νοσοκομείων και όχι τη συρρίκνωση ή το κλείσιμό τους”, αναφερόμενος στο Νοσοκομείο Κυπαρισσίας.

Οι δύο βουλευτές και τομεάρχες του ΣΥΡΙΖΑ επισκέφθηκαν χθες το Νοσοκομείο Κυπαρισσίας, το Κέντρο Υγείας Μελιγαλά και το Νοσοκομείο Καλαμάτας.

Στο νοσοκομείο της μεσσηνιακής πρωτεύουσας είχαν πολύωρη συζήτηση με τους γιατρούς και τους εργαζόμενους στη μονάδα, καθώς και με τον διευθυντή του Κέντρου Υγείας Καλαμάτας Παναγιώτη Κατσαφάδο, ενώ ακολούθησε συνάντηση με τη διοικήτρια Ελένη Αλειφέρη.

ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ - ΥΠΟΣΤΕΛΕΧΩΣΗ

Στις δηλώσεις που έγιναν, ο Αλέξης Χαρίτσης παρατήρησε ότι “τα προβλήματα είναι πάρα πολλά, κυρίως γιατί στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας μας ενδιαφέρουν οι άνθρωποι. Η υποστελέχωση μέσα στην περίοδο της πανδημίας έχει οξυνθεί ακόμη περισσότερο, αντί να αντιμετωπιστεί” και σημείωσε: “Είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, όπως και προβλήματα που έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι η Πρωτοβάθμια Υγεία έμεινε εκτός της διαχείρισης αυτής της μεγάλης πρόκλησης της πανδημίας. Τα προβλήματα στην περιφέρεια και του νομού μας είναι πολύ μεγάλα. Τα διαπιστώσαμε και στον Μελιγαλά και στην Κυπαρισσία, όπου εκεί η θέση μας είναι απολύτως ξεκάθαρη. Πρέπει να ξεχαστεί από την κυβέρνηση -γιατί ακούμε διάφορα- κάθε σκέψη περί κλεισίματος του Νοσοκομείου Κυπαρισσίας. Ο εξορθολογισμός του υγειονομικού χάρτη της χώρας πρέπει να περιλαμβάνει τη στήριξη και την ενίσχυση των περιφερειακών νοσοκομείων και όχι τη συρρίκνωση ή το κλείσιμό τους. Η περιοχή μας έχει ανάγκη από περισσότερη υγειονομική περίθαλψη, από περισσότερο υγειονομικό προσωπικό, από στήριξη από το κράτος και βεβαίως δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της πανδημίας, αλλά για να μην το ξεχνάμε, επειδή το Σύστημα Υγείας δεν αφορά μόνο μία νόσο, αλλά συνολικά την περίθαλψη του πληθυσμού όλες τις προκλήσεις που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στο υγειονομικό πεδίο”.

Εκτίμησε ότι ήταν μια πολύ γόνιμη περιοδεία και ευχαρίστησε τον Ανδρέα Ξανθό “για την παρουσία του και τις πολύτιμες απόψεις που κατέθεσε και σε μας και στους ανθρώπους που δίνουν αυτή τη στιγμή τη μάχη στην πρώτη γραμμή, τους γιατρούς, τους νοσηλευτές και όλο το προσωπικό του υγειονομικού συστήματος”.

ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΜΕ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ

Αρχικά, ο κ. Ξανθός αναφέρθηκε στο νοσοκομείο “που έχει σηκώσει ένα πολύ σημαντικό βάρος και της φροντίδας Covid στην ευρύτερη περιοχή και που συνεχίζει να παρέχει υπό πολύ αντίξοες συνθήκες, όμως, με λιγότερο προσωπικό και πιο κουρασμένο ανθρώπινο δυναμικό, αξιόπιστες υπηρεσίες, χάρις κυρίως στο φιλότιμο των εργαζομένων”.

Εκτίμησε ότι “η υγειονομική κρίση παρατείνεται, ο έλεγχος της πανδημίας έχει χαθεί εδώ και καιρό” και επέκρινε την κυβέρνηση πως “έχει τραγική ευθύνη για τις ολιγωρίες και τις ανεπάρκειες, το έλλειμμα προετοιμασίας και την απόδοση του Συστήματος Υγείας, η οποία είναι πια με όλους τους επιδημιολογικούς δείκτες ιδιαίτερα προβληματική και σε σύγκριση με την Ευρώπη”.

Ζήτησε να προκύψει “ένα σχέδιο αποσυμπίεσης των δημόσιων νοσοκομείων για να μπορέσουν να συνεχίσουν να παρέχουν υπηρεσίες και στους υπόλοιπους ασθενείς”, εξηγώντας “γιατί στη χώρα δεν έχουμε μόνο ασθενείς που νοσούν από Covid, έχουμε και την υπόλοιπη νοσηρότητα του πληθυσμού. Και αυτό για να γίνει πρέπει ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα να υπάρχει σχεδιασμένη εμπλοκή και του ιδιωτικού τομέα, των μεγάλων ιδιωτικών θεραπευτηρίων και όχι ευνοϊκή και επιλεκτική συνεργασία, οπότε βολεύει τους κλινικάρχες. Επίσης, πρέπει να εμπλακούν οι δομές των Ενόπλων Δυνάμεων και αυτό δεν έχει γίνει και να σταματήσει το ΕΣΥ να σηκώνει όλο το βάρος της φροντίδας των ασθενών με κορονοϊό”.

Ο κ. Ξανθός ζήτησε “να υπάρξει μια σοβαρή επένδυση προοπτικής για το Σύστημα Υγείας, τώρα που είναι ευρύτατα αναγνωρισμένη η αξία και των δομών και των ανθρώπων” και τόνισε: “Χρειάζεται μια συνολική αναδιοργάνωση και το Σύστημα Υγείας και η χωροταξία των δομών και η ανάπτυξη νέων υπηρεσιών, οι οποίες έχουν έρθει στο προσκήνιο και η πανδημία ανέδειξε το διαχρονικό έλλειμμα στη χώρα μας. Οπως είναι για παράδειγμα ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού, η κοινοτική φροντίδα, η κατ’ οίκον φροντίδα και παρακολούθηση χρονίως πασχόντων, η επείγουσα ιατρική, οι δομές μετανοσοκομειακής παρακολούθησης και αποκατάστασης. Υπάρχει ένα πλέγμα υπηρεσιών οι οποίες με βάση τις νέες ανάγκες που έχει φέρει στο προσκήνιο η πανδημία, να στηριχθούν και να αναβαθμιστούν”.

ΕΣΥ ΧΩΡΙΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ

Αναφερόμενος στο προσωπικό του ΕΣΥ, ασκώντας έντονη κριτική στην κυβέρνηση, παρατήρησε ότι “αυτό τον καιρό δίνει τη μάχη με λιγότερες δυνάμεις, χωρίς την αναγκαία υποστήριξη με προσωπικό και χωρίς προοπτική για τη βελτίωση της κατάστασης, για την αναβάθμιση και των εργασιακών και των μισθολογικών συνθηκών του και της αντιμετώπισης διαχρονικών θεσμικών ελλειμμάτων, όπως είναι η ένταξη στα βαρέα και ανθυγιεινά του υγειονομικού προσωπικού, χωρίς προοπτική εργασιακή για τους συμβασιούχους, χωρίς μηχανισμό αυτόματης αναπλήρωσης των κενών που υπάρχουν καθημερινά, λόγω συνταξιοδότησης”.

Επεσήμανε ότι θεωρούν “προτεραιότητα αυτή την περίοδο με αυξημένα υγειονομικά στάνταρντ, να επιστρέψουν οι εργαζόμενοι που είναι σε αναστολή, οι 6.500 υγειονομικοί που πρέπει να συμβάλουν σε αυτή τη φάση στην αξιοπρεπή διαχείριση της κρίσης” και πρόσθεσε: “Πρέπει, όμως, να υπάρξει ταυτόχρονα και προοπτική μονιμοποίησης και παραμονής στο Σύστημα Υγείας των ανθρώπων οι οποίοι εδώ και πολλά χρόνια συνεχίζουν είτε ως επικουρικό προσωπικό είτε ως συμβασιούχοι του ΟΑΕΔ να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους”.

Ακόμα, δήλωσε ότι “η κυβέρνηση δεν έχει βγάλει κανένα συμπέρασμα από αυτή την κρίση, αντιμετωπίζει την πανδημία ως μία παρένθεση που θα κλείσει σύντομα. Αυτό δεν έχει καμία βάση επιδημιολογική κι επιστημονική. Η μετάλλαξη Ομικρον συνεχίζει και από ότι φαίνεται θα συνεχίζει για αρκετά μεγάλο διάστημα να πιέζει τα Συστήματα Υγείας. Πρέπει να οργανωθούμε στην προοπτική μιας μακροπρόθεσμης αντιμετώπισης της πανδημίας και των παρενεργειών της και όχι μιας σύντομης παρένθεσης και μιας μπόρας που θα περάσει γρήγορα”.

Τέλος, εκτίμησε ότι “υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να γίνουν και στο πεδίο του ελέγχου της διασποράς, των παρεμβάσεων που πρέπει να γίνουν σε χώρους υπερμετάδοσης και σε χώρους που λειτουργούν ως επιταχυντές της διασποράς του ιού στο γενικό πληθυσμό. Και αυτοί είναι οι χώροι εργασίας, οι κλειστές δομές και οι χώροι που έχουν σχέση με την ψυχαγωγία και τη διασκέδαση και η καθημερινή κοινωνική συνάθροιση, οι κοινωνικές εκδηλώσεις, οι αθλητικές. Σε όλο αυτό το πεδίο πρέπει να υπάρξουν αυστηρότερα υγειονομικά στάνταρντ για να ελεγχθεί η διασπορά, να υπάρχει εύκολη και δωρεάν πρόσβαση σε αξιόπιστο testing, για να έχουμε έγκαιρη διάγνωση και καλή ιχνηλάτηση των κρουσμάτων και να γίνει η αναγκαία επιτάχυνση του εμβολιαστικού προγράμματος και η ενδυνάμωση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας. Mόνο μέσα από ένα συνολικό πλέγμα παρεμβάσεων μπορούμε να ελπίζουμε σε μια καλύτερη διαχείριση αυτής της οξείας φάσης”.

Γ.Σ.