Η υπόθεση για τη Μεσσηνία έχει επιπλέον ενδιαφέρον καθώς οι πληροφορίες φέρουν τον Αντ. Σαμαρά δυσαρεστημένο με πλείονες του ενός δημάρχους για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Κάποιοι μάλιστα μιλούν για κινήσεις που θα προκαλέσουν αίσθηση, με την επιφύλαξη του απρόβλεπτου στις κινήσεις και τις συμμαχίες του πρωθυπουργού. Την ίδια ώρα στο χώρο του πάλαι ποτέ κραταιού ΠΑΣΟΚ επικρατούν οι προσωπικές πολιτικές επιλογές με πολύ χαρακτηριστική περίπτωση την (υποστηριζόμενη από τον Πέτρο Τατούλη όπως δείχνουν τα πράγματα) επιθυμία της Ντ. Νικολάκου να θέσει υποψηφιότητα στην Καλαμάτα. Από την άλλη πλευρά, στο ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει αμηχανία για τον τρόπο διαχείρισης της καινούργιας κατάστασης και την επιλογή πολιτικού προσωπικού που θα υποστηρίξει τις κεντρικές επιλογές αλλά θα είναι και αποδεκτό από τις τοπικές δυνάμεις.
Την πρωτοβουλία κινήσεων σε νομοθετικό και πολιτικό επίπεδο έχει η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ δεν φαίνεται να έχει ιδιαίτερες αντιδράσεις στα όσα διαρρέουν με διάφορους τρόπους από το αρμόδιο υπουργείο.
Το πρώτο κρίσιμο θέμα είναι αν και με ποιον τρόπο θα είναι υποχρεωμένοι να συγκροτούν ψηφοδέλτια οι δήμαρχοι. Ενδεχόμενη αποσύνδεση από αυτή την υποχρέωση είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσει σε πλημμυρίδα υποψηφιοτήτων που θα καταργήσει στην πράξη τη διαδικασία του “χρίσματος”. Το δεύτερο έχει να κάνει με το κατά πόσον θα υπάρξει η δυνατότητα ανεξάρτητων υποψηφίων δημοτικών συμβούλων και αν αυτοί θα είναι υποχρεωμένοι ή όχι να δηλώνουν ποιον δήμαρχο θα υποστηρίξουν. Οσο και αν φαίνεται περίεργο αυτό, περιλαμβανόταν στο πρώτο κύμα διαρροών ως ένα από τα μελετούμενα σενάρια προκειμένου να περιοριστούν οι αντιδράσεις των σημερινών δημάρχων.
Σε συνάρτηση με αυτά είναι και η πολιτική επιλογή των κομμάτων για την υπόθεση “χρίσμα”. Οι διαρροές για το νέο εκλογικό σύστημα συνοδεύονται από εντεινόμενη φιλολογία για “ανεξαρτησία” της αυτοδιοίκησης που μπορεί να μεταφραστεί σε “απονεύρωση” των χρισμάτων πέρα από τις Περιφέρειες και ορισμένους μεγάλους δήμους στους οποίους μπορεί να εκδηλωθεί και η “μεγάλη συνεργασία” μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων και άλλων δυνάμεων.
Εκείνο το οποίο θεωρείται βέβαιο είναι πως η κυβέρνηση δεν… βιάζεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο, επιδιώκοντας να “αποπολιτικοποιήσει” την εκλογική μάχη μέσα από τη σύγχυση που μπορεί να προκαλέσουν οι τελικές αποφάσεις. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος για τον οποίο 8 μήνες από τις εκλογές κρατάει το θέμα στον... πάγο και περιορίζεται σε διαρροές που κάνουν ακόμη περισσότερο διστακτικές τις κινήσεις των ενδιαφερομένων. Και γνωρίζοντας ότι για να πάρουν οι εκλογές δημοψηφισματικό χαρακτήρα, δεν αρκεί να το επιδιώκει η αντιπολίτευση αλλά να το επιτρέπουν ο εκλογικός νόμος και η στάση των κυβερνητικών κομμάτων.