Τη Μεσσήνια συγγραφέα Βάσω Μιχοπούλου (βιολόγο, πολιτική επιστήμονα, δημοσιογράφο Επιστήμης και υποψήφια διδάκτορα στις Διεθνείς Σχέσεις), καθώς και το υπόλοιπο πάνελ των διακεκριμένων ομιλητών, παρουσίασε με χιούμορ και αμεσότητα ο Μεσσήνιος στην καταγωγή δημοσιογράφος Βασίλης Βασιλόπουλος, σύμβουλος δεοντολογίας, αλλά και συστημάτων ποιότητας στα ΜΜΕ. Είπε ότι είναι λίγο σπάνιο να παρουσιάζει κανείς έναν δημοσιογράφο, ο οποίος με τη σειρά του παρουσιάζει τόσο σπάνιες προσωπικότητες όσο αυτές που περιλαμβάνονται στο συγκεκριμένο βιβλίο.
Σχολίασε μάλιστα πως όταν η ελληνική κοινωνία άκουσε πρώτη φορά για την κλωνοποίηση της Ντόλι κι έψαχνε μάταια να καταλάβει τι έχει συμβεί, μόνο η Βάσω Μιχοπούλου ήταν ενημερωμένη και ικανή να ενημερώσει. Αποκάλεσε αυθεντία τον διεθνώς αναγνωρισμένο Μεσσήνιο καθηγητή Νευροεπιστημών και Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο «Mount Sinai» της Νέας Υόρκης, Νικόλαο Ρομπάκη, ο οποίος ήταν χθες πρώτος ομιλητής, ενώ για τον δεύτερο είπε πως ο καθηγητής Αρχαιολογίας Πέτρος Θέμελης μας έχει κάνει δώρο την παρουσία του εδώ στη Μεσσηνία κι όλο το έργο του στην αρχαία Μεσσήνη. Οσο για τον καρδιολόγο Μανώλη Μάκαρη που συμπλήρωνε το πάνελ -και με πρωτοβουλία του οποίου διοργανώθηκε η χθεσινή εκδήλωση- ο κ. Βασιλόπουλος τόνισε μεταξύ άλλων ότι διαφημίζει καθημερινά την Καλαμάτα με τις ωραίες φωτογραφίες του στο Instagram και ότι, πραγματικά, τέτοιοι άνθρωποι λειτουργούν ως γέφυρες ανάμεσα στον τόπο μας και στα φυσικά ή θετά παιδιά του. Για το βιβλίο είπε πως έχει έναν γλυκό αφηγηματικό χαρακτήρα και είναι κατάλληλο ως ένα ευχάριστο ανάγνωσμα για όλους -και ειδικά για νέους-, με δύο κύρια χαρακτηριστικά: την έμπνευση του «ό,τι κι αν κάνεις μπορείς να ξεχωρίσεις» και την πολιτικοποίηση των παρουσιαζόμενων, οι οποίοι είναι φανερό ότι ασχολούνται συστηματικά με τις εξελίξεις στην πατρίδα τους και τον κόσμο.
Ο δρ Νικόλαος Ρομπάκης με την απλή όσο και επιβλητική του παρουσία εξήρε τη συγγραφική προσπάθεια της Βάσως Μιχοπούλου και τη διαβεβαίωσε ότι, αν πράγματι στόχος της ήταν με το βιβλίο αυτό να εμπνεύσει νέους ανθρώπους ώστε να πλησιάσουν περισσότερο την επιστήμη, σίγουρα θα τα καταφέρει. Απευθυνόμενος δε ο ίδιος στους νέους, τους είπε να αγαπούν το αντικείμενο που επιλέγουν και να μη φοβούνται να προχωρήσουν, καθώς υπάρχουν πολλές υποτροφίες και χρηματοδοτικά προγράμματα που θα στηρίξουν εάν χρειαστεί τις σπουδές τους σε μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Ο καθηγητής Πέτρος Θέμελης με το γνώριμο αστραφτερό του πνεύμα δήλωσε καταρχάς ότι θεωρεί και τη δική του επιστήμη, την Αρχαιολογία, θετική: όχι soft, αλλά hard science - κι έτσι δικαιολογεί ο ίδιος το να περιλαμβάνεται σ' αυτό το βιβλίο, ανάμεσα κυρίως σε φυσικούς, γιατρούς και γενετιστές. Συμφώνησε ως προς την αγάπη που χρειάζεται να τρέφουν οι άνθρωποι γι' αυτό που κάνουν - και είπε ότι διάλεξε για δική του μια πατρίδα ανάμεσα στα όρη της Ιθώμης και της Εύας, με το δωρικό όνομα Μεσσάνα... Στη συνέχεια παρουσίασε από το βιβλίο λίγες από τις προσωπικότητες που παρουσιάζονται σ' αυτό, εκθειάζοντας την ευστοχία της συγγραφέως αλλά και την ταπεινή τους λαμπρότητα. Απόρησε πάντως που ανάμεσά τους υπάρχουν λίγες μόνο από τις πολλές γυναίκες επιστήμονες που διαπρέπουν διεθνώς. Η συγγραφέας τον διαβεβαίωσε όμως ότι αυτό είναι μόνο συμπτωματικό κι ότι έχει πολλές ακόμη συνεντεύξεις στα συρτάρια της, που ίσως βρουν κι αυτές το δρόμο της έκδοσης - εάν βέβαια καταφέρει και η ίδια να παραμείνει στη χώρα... Ο Μανώλης Μάκαρης, παίρνοντας στη συνέχεια τη σκυτάλη αυτή, στάθηκε ιδιαίτερα στην εγκατάλειψη της επιστήμης και της έρευνας στην πατρίδα μας. Παρατήρησε μάλιστα εύστοχα ότι «τα φωτεινά μυαλά δεν έχουν πατρίδα, αλλά κάποιες πατρίδες φροντίζουν καλύτερα τα φωτεινά μυαλά τους».
Η Βάσω Μιχοπούλου ευχαρίστησε όλους τους σημαντικούς ανθρώπους του βιβλίου της, πολλοί εκ των οποίων μάλιστα τη συνοδεύουν και στις παρουσιάσεις. Ευχαρίστησε επίσης όλους τους ομιλητές, εξηγώντας πώς συνδέεται με τον καθένα τους, καθώς επίσης τους παριστάμενους αλλά και τους συναδέλφους της στα τοπικά ΜΜΕ. Μιλώντας έπειτα για την ιστορία του βιβλίου, είπε πως ξεκίνησε ως ένα... χαμένο στοίχημα, αφού κανένας εκδοτικός οίκος δεν έβρισκε ενδιαφέρουσες τις ιστορίες των κορυφαίων αυτών επιστημόνων ώστε να το εκδώσει. Ενδιαφέρθηκαν μόνο οι Εκδόσεις Παρισιάνου, από τις οποίες και κυκλοφορεί τελικά η καλαίσθητη περιποιημένη έκδοση. «Τα φωτεινά μυαλά» είναι τα πρότυπα που χρειαζόμαστε, τόνισε - και εξέφρασε τη ρητορική απορία της, πώς είναι δυνατόν τόσους Ελληνες επιστήμονες που τους συμβουλεύονται τα σημαντικότερα κράτη και οργανισμού της υφηλίου, να μην ενδιαφέρεται ποτέ να τους συμβουλευτεί η χώρα τους.
Π.Α.