Οντας τον τελευταίο 1.5 χρόνο κάτοικος Καλαμάτας, ο Βασίλης Τσαρνάβας ασχολείται ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία για περισσότερα από 40 χρόνια. Στην Κούβα βρήκε αυτό που ο ίδιος θεωρεί ως «παράδεισο» για ένα ταξιδευτή φωτογράφο. Επισκέφθηκε την Κούβα για πρώτη φορά τον Απρίλιο του 1991. Ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από την πρώτη του αυτή επίσκεψη και 9 μήνες αργότερα, ταξίδεψε και πάλι σε αυτή. Τον εντυπωσίασαν ιδιαίτερα ο αυθορμητισμός των ανθρώπων, η ημερότητα και η καλοσύνη που καθρεπτίζονταν στα πρόσωπα τους καθώς και η γενναιοδωρία τους παρά την οικονομική δυσπραγία. Τα εκθέματα του αφορούσαν την πολυκύμαντη ιστορία της χώρας, εικόνες της καθημερινής ζωής των κατοίκων της, την πολιτιστική και αρχιτεκτονική κληρονομιά, τη μουσική και χορευτική παράδοση καθώς και την υπέροχη φύση του μεγάλου αυτού νησιού.
Μιλώντας στην “Ε”, ο Βασίλης Τσαρνάβας ανέφερε πως οι δρόμοι του τον οδήγησαν από την Αθήνα στην Καλαμάτα μέσω φιλίας που κράτησε με συμφοιτητές του από το Πανεπιστήμιο που είχαν καταγωγή από τη Μεσσηνιακή πρωτεύουσα.
Εχοντας πάρει σύνταξη από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο ίδιος διευκρίνισε πως μετακόμισε στην Καλαμάτα και λόγω του γεγονότος πως είναι μια όμορφη πόλη, έχοντας ένα ωραίο περίγυρο από τη Μάνη μέχρι την Κορώνη. «Είναι μια περιοχή που με μάγεψε, δίχως να δυσκολευτώ στην προσαρμογή μου, παρότι είχα περάσει αρκετά χρόνια στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στις Βρυξέλλες» πρόσθεσε. Ο ίδιος σημείωσε πως στο παρελθόν έχει κάνει και άλλες εκθέσεις όπως στη Λάρισα που είναι ο τόπος καταγωγής του αλλά και στη Θεσσαλονίκη στην οποία είχε παραβρεθεί και ο πρέσβης της Κούβας. Σε ότι έχει να κάνει με τον γνωστό προορισμό της Καραϊβικής, τον χαρακτήρισε δεύτερη πατρίδα του, λέγοντας χαριτολογώντας πως μετά τις 50 επισκέψεις του στην Κούβα σταμάτησε να τις μετράει, καθώς από τις Βρυξέλλες υπήρχαν απευθείας πτήσεις προς αυτή. «Πλέον στην Κούβα έχω αποκτήσει γερούς δεσμούς με ανθρώπους της χώρας, νιώθοντας τους σαν συγγενείς μου» σημείωσε, λέγοντας πως πρόκειται για έναν πιο ασφαλή προορισμό, εν αντιθέσει με το γειτονικό Μεξικό για παράδειγμα, όπου είχε -όπως είπε- μια τραυματική εμπειρία, όταν δέχτηκε επίθεση από αγνώστους για να του κλέψουν την κάμερα. «Άλλες περιοχές του κόσμου που μου έχουν κάνει ευχάριστη εντύπωση είναι η Βρετάνη στο βορειοδυτικό άκρο της Γαλλίας, η Φλωρεντία στην Ιταλία και η κοιλάδα του Βαχάου στην Αυστρία, ενώ από πλευράς ελληνικών νησιών προτιμώ την Αμοργό και την Ικαρία» παρατήρησε, κάνοντας λόγο σχετικά με τον αριθμό φωτογραφιών που έχει στην κατοχή του πλέον για… χιλιάδες “κλικς”. «Γενικότερα, τις περισσότερες εξ αυτών τις εκτυπώνω, καθώς δεν αξίζουν για μένα να είναι αποθηκευμένες απλά ως αρχείο, ενώ παράλληλα χάνεις και τη σειρά, με την ταξινόμηση να γίνεται καλύτερα όταν τις έχεις στα χέρια σου, παίρνοντας το δρόμο να μπουν σε άλμπουμ», συνέχισε, λέγοντας πως πλέον, θα τον ενδιέφερε να επισκεφτεί χώρες όπως η Νότια Κορέα, το Βιετνάμ και η Κίνα, εμβαθύνοντας στον πολιτισμό τους.
«ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΗ» ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Η ΕΛΛΑΔΑ
Σχετικά με την ενασχόληση του με τη φωτογραφία, δήλωσε πως η πρώτη του απόπειρα έγινε με μια δανεική φωτογραφική μηχανή στη Σαντορίνη, προκύπτοντας λήψεις που τις έκανε αμέσως αφίσες. «Αυτό ήταν το έναυσμα για να ασχοληθώ εκτενέστερα με το αντικείμενο, διαβάζοντας σχετικά, ενώ παράλληλα άρχισα να αγοράζω τη μια μηχανή μετά την άλλη. Προσωπικά δεν εστιάζω σε τεχνικές, απλά μου αρέσει να απαθανατίζω την εικόνα που μου κάνει εντύπωση» πρόσθεσε, τονίζοντας πως επειδή τείνει στη φωτογράφιση προσώπων, πάντα ζητάει την άδεια των ανθρώπων, τακτική που δεν τον έχει βοηθήσει στην Ελλάδα ώστε να κάνει τα “κλικ” που θα ήθελε, σε αντίθεση με άλλες χώρες. «Συνήθως αρνούνται, ενώ μια φορά στη Σάμο ένας κάτοικος πάνω στο γαϊδουράκι του, αναρωτήθηκε ποιό θα ήταν το όφελος του, εφόσον δεχόταν να τον φωτογραφίσω» υπογράμμισε, λέγοντας πως στην Κούβα οι άνθρωποι χαίρονται τη διαδικασία αυτή, ιδίως τα μικρά παιδιά. Σε επίπεδο Μεσσηνίας, ο ίδιος σημείωσε πως για την ώρα έχει στραφεί φωτογραφικά στη φύση και σε παραθαλάσσια μέρη όπως η Φοινικούντα, ενώ όντας μέλος της Εταιρείας Μεσσηνιακών Αρχαιολογικών Σπουδών έχει εστιάσει και στην Αρχαία Μεσσήνη.
ΜΙΑ ΧΩΡΑ ΠΟΥ «ΠΑΡΑΓΕΙ» ΓΙΑΤΡΟΥΣ
Για το αν μπορεί να ξεχωρίσει κάποιο επίτευγμα της Κούβας, ο Βασίλης Τσαρνάβας στάθηκε στους 100.000 γιατρούς που έχει στο ενεργητικό της, βοηθώντας πολλές χώρες, μεταξύ αυτών ακόμα και την Ιταλία στην πανδημική κρίση του Μπέργκαμο. «Χαρακτηριστικό γεγονός είναι πως η Κούβα δεν ζορίστηκε τόσο από τον Covid, δεδομένου πως δημιούργησε 3 δικά της εμβόλια, τα οποία διένειμε δωρεάν και σε άλλες λατινοαμερικάνικες χώρες». Σε ερώτηση της “Ε” για το αν παρατηρεί κάποια κοινά μεταξύ Κούβας και Μεσσηνίας, έχοντας μια πλήρη εικόνα πλέον και από τα δύο μέρη, ο ίδιος σημείωσε αρχικά πως στην Κούβα δεν υπάρχουν επ' ουδενί ελαιόδεντρα λόγω του τροπικού κλίματος. «Θα μπορούσα να συγκρίνω τους ανθρώπους κατά κάποιο τρόπο, μιας και υπάρχουν ομοιότητες στον αυθορμητισμό όπως και στο φιλότιμο, αν και αυτές οι δύο έννοιες νομίζω πως χάνονται σιγά - σιγά στην Ελλάδα» πρόσθεσε, συμπληρώνοντας πως η αγάπη για τη μουσική είναι ένας ακόμα συνδετικός κρίκος. Οσο για τις μεγαλύτερες εμπειρίες που έχει βιώσει κατά την παρουσία του στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, στάθηκε στη μέρα που είδε τον Φιντέλ Κάστρο από κοντά το 2004 στα θυρανοίξια του πρώτου ορθόδοξου χριστιανικού ναού στην Κούβα, καθώς και στη γνωριμία του με τον καπνοπαραγωγό Αλεχάνδρο Ρομπάινα, τον ξακουστό καλλιεργητή καπνού της χώρας, ο οποίος αποτέλεσε και μέρος της πρόσφατης και πρώτης έκθεσης του Βασίλη Τσαρνάβα στην Καλαμάτα.