Τετάρτη, 20 Ιουλίου 2016 17:29

Η μάχη Χώρας - Αγορέλιτσας 

Η μάχη Χώρας - Αγορέλιτσας 

Του Δημήτρη Α. Δριμή

Συντονιστική Γραμματεία Αυτοδιοίκησης ΣΥΡΙΖΑ, Δ.Σ. ΕΔΙΑ 1940-1974, 

τ. Δημάρχου Αετού Μεσσηνίας

Από τις σπουδαιότερες μάχες του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου είναι η μάχη που έγινε την 19η Ιουλίου 1944 στο δρόμο μεταξύ της Αγορέλιτσας (Αμπελόφυτο) και της Χώρας, στη θέση «στου Μανούσου το Γεφύρι».

Συνεπλάκησαν το 1ο Τάγμα του 9ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, 130 αντάρτες, με ισχυρές γερμανικές δυνάμεις της 117 Μεραρχίας Καταδρομών, που είχαν πάρει μέρος στα μαζικά αντίποινα και στο έγκλημα του ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων. Η τιμωρία τους επήλθε, τυχαία, στην Τριφυλία. 

Στρατιωτικός διοικητής των δυνάμεων του ΕΛΑΣ ήταν ο μόνιμος Ταγματάρχης Ηλίας Σφακιανάκης ή Μπαρμπαλιάς και Καπετάνιος ο Δημήτρης Καλδής, δικηγόρος. Το 1ο τάγμα, που είχε εγκατασταθεί στο Κορυφάσιο, βρέθηκε στην περιοχή από τον Ταΰγετο με αποστολή να εδραιώσει την παρουσία του ΕΛΑΣ στην περιοχή της Πυλίας και να χτυπήσει τους Γερμανούς που μετακινούντο στον άξονα Πύλος – Κυπαρισσία – Καλαμάτα. 

Στη μάχη ενεπλάκησαν ο 1ος και ο 2ος λόχος, με διοικητές τον μόνιμο αξιωματικό Ν. Μέλιο και τον λοχαγό Παναγάκη αντίστοιχα καθώς και δυνάμεις του εφεδρικού ΕΛΑΣ της περιοχής. 

Η ενέδρα στήθηκε στις 17 Ιουλίου, ύστερα από πληροφορία της πολιτικής οργάνωσης του ΕΑΜ ότι γερμανική φάλαγγα αυτοκινήτων θα αναχωρήσει από Πύλο με κατεύθυνση Γαργαλιάνους – Κυπαρισσία. Οι λόχοι στήθηκαν γύρω από το δρόμο, σ' έναν κλοιό ενέδρας μήκους περίπου 1,5 χιλιομέτρων. Πιο ψηλά είχε στηθεί ο λόχος πολυβόλων, για να υποστηρίξει πιθανή υποχώρηση και ο Σταθμός Διοίκησης. Τόσο προς την πόλη της Πύλου όσο και προς την πόλη της Κυπαρισσίας είχαν λάβει θέσεις μάχης από 1 διμοιρία, για απόκρουση τυχόν ενισχύσεων. Τμήματα του εφεδρικού ΕΛΑΣ είχαν αποκλείσει την περιοχή και κρατούσαν όποιον πολίτη πέρναγε για λόγους ασφάλειας.

Η 18η Ιουλίου πέρασε μέσα σε ησυχία. Τίποτα δεν κινήθηκε. Στις 19 Ιουλίου όμως, και ενώ είχαν αρχίσει να δημιουργούνται φόβοι πως η ενέδρα είχε προδοθεί, λίγο μετά το μεσημέρι η γερμανική φάλαγγα ξεκίνησε από την Πύλο. Το γεγονός έγινε γνωστό στους επικεφαλής της ενέδρας από έναν αυστριακό αυτόμολο, ο οποίος υπέκλεψε τηλεφώνημα των Γερμανών. Οι υποψίες διαλύθηκαν, οι αντάρτες έμειναν στις θέσεις τους και δόθηκαν οι τελευταίες οδηγίες. Σε λίγο η εχθρική φάλαγγα φάνηκε. Μόλις και τα 13 φορτηγά της φάλαγγας είχαν εγκλωβιστεί στον κλοιό δόθηκε, με φωτοβολίδα, το σύνθημα της επίθεσης. Τα οπλοπολυβόλα χτύπησαν και ακινητοποίησαν το πρώτο και το τελευταίο αυτοκίνητο της φάλαγγας, ώστε να είναι αδύνατη η διαφυγή των εγκλωβισμένων, πλέον, Γερμανών. Ο αιφνιδιασμός ήταν πλήρης. Στο κέντρο όμως της αυτοκινητοπομπής υπήρξε ισχυρή αντίσταση, η οποία κάμφθηκε ύστερα από 45λεπτο σφυροκόπημα και την ορμητική έφοδο που ακολούθησε, καθώς οι αντάρτες φοβόντουσαν τον ερχομό γερμανικών ενισχύσεων. 

Η καταστροφή της γερμανικής φάλαγγας υπήρξε πλήρης. Καταστράφηκαν και τα 13 αυτοκίνητα. Εξοντώθηκαν 180 Γερμανοί, 14 Ιταλοί και 10 οπλίτες των ταγμάτων ασφαλείας που ήταν μαζί τους.  Συνελήφθησαν 23 Γερμανοί, που αργότερα εκτελέστηκαν εκτός από 4 και τον ευαγγελικό στρατιωτικό ιερέα Joachim Lange, που μετά την απελευθέρωση στάλθηκε στη Γερμανία. Ο ιερέας αυτός σε μαρτυρία του για τις συνθήκες της μάχης αναφέρει πως οι Γερμανοί δέχτηκαν «πυρά, ισχυρά πυρά, από όλες τις πλευρές, χωρίς να μπορούν να ιδούν τον εχθρό». Ο ΕΛΑΣ είχε 18 νεκρούς, μεταξύ των οποίων και τον διοικητή του Σφακιανάκη και 8 τραυματίες. Ο Σφακιανάκης, ο οποίος πολεμούσε στην πρώτη γραμμή, τραυματίστηκε θανάσιμα και πέθανε το ίδιο βράδυ στην έδρα του τάγματος. Τα λάφυρα ήταν πολλά. 2 βαριά πολυβόλα, 12 μυδράλια, 2 ταχυβόλα, όλος ο ατομικός οπλισμός της συνοδείας με άφθονα πυρομαχικά, ιματισμό και υπόδηση, 1 αυτοκίνητο με ζάχαρη, 1 με αλεύρι, 1 με διάφορα τρόφιμα, που δόθηκαν στους συγκεντρωμένους πολίτες.

Αξίζει να σημειωθούν τα παρακάτω:

Ο Σφακιανάκης ετάφη από τους συναγωνιστές του στη βάση του μνημείου που είχε στηθεί για τον Παπαφλέσσα στο Μανιάκι. Την κηδεία του παρακολούθησαν χιλιάδες κόσμου από τα γύρω χωριά της Τριφυλίας. Το γεγονός σηματοδοτεί την αντίληψη των πρωταγωνιστών για τον αγώνα που έδιναν. Τα πατριωτικά αυτά χαρακτηριστικά καθώς και την αντίληψη της ιστορικής συνέχειας συναντάμε στην είσοδο του σχολείου των Κορυσχάδων με την επιγραφή «Επίδαυρος 1821 – Κορυσχάδες 1944», κατά τη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου, σε τραγούδια, όπως: «Πυρ στην Αλαμάνα / καίει η φωτιά στο Γοργοπόταμο» και αλλού.

Η μάχη είναι ιστορικής σημασίας καθώς η επιτυχημένη έκβασή της έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στο ανέβασμα του ηθικού του λαού και ενθάρρυνε τη συμμετοχή όλο και περισσότερων πατριωτών στις ΕΑΜικές οργανώσεις.

Οι αντάρτες που έλαβαν μέρος ήταν, στο σύνολό τους, από τη Μεσσηνία και τη Μεσσηνιακή Μάνη. Τοπικές δυνάμεις έδρασαν τόσο ένοπλα όσο και υποστηρικτικά. Το 1ο τάγμα του ΕΛΑΣ είναι απεικονισμένο στο λεύκωμα του Μελετζή, στη φωτογραφία με τίτλο αντάρτες στο Ψάρι Τριφυλίας.

Ο αιφνιδιασμός των ανταρτών πέτυχε απόλυτα, σύμφωνα και με προφορική μαρτυρία του Δημήτρη Ζαφείρη, καπετάν Κεραυνού, από το Ψάρι Τριφυλίας (οικισμός Κολιότσι) που πήρε μέρος στη μάχη. 

Ο απόλυτος αιφνιδιασμός, για μια ενέδρα που είχε στηθεί από τις 17 Ιουλίου, οφείλεται τόσο στα μέτρα προστασίας όσο και κυρίως στο γεγονός της αποδοχής των ανταρτών από τον κόσμο. Η ενέδρα δεν προδόθηκε, παρέμεινε μυστική για τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους για τρεις ολόκληρες ημέρες.

Την εξέλιξη της μάχης παρακολούθησαν, ως θεατές σε αρχαίο θέατρο, αγρότες της περιοχής από τα γύρω υψώματα.

Ο αντιστασιακός τύπος της εποχής «Ελεύθερη Μεσσηνία», 21.7.44, «Εαμικά Νέα», 22.7.44, «Φωνή της Μεσσηνίας», 28.7.44, (Ν. Ζερβής, Η Γερμανική Κατοχή στη Μεσσηνία, Καλαμάτα 1998) αναφέρθηκε στην περίλαμπρη νίκη του ΕΛΑΣ.

Τόσο σε Ημερήσια Αναφορά της Ανωτάτης Διοικήσεως της Ομάδας Στρατιών Ε, όσο και σε Εσπερινή Αναφορά του Γραφείου Πληροφοριών της Ανωτάτης Διοικήσεως της Ομάδας Στρατιών Ε, της 21.7.44 αναφέρεται ο «αιφνιδιασμός τον οποίο πέτυχαν οι αντάρτες εναντίον ισχυρού Τμήματος Συνοδείας του 699 Κλιμακίου Ανεφοδιασμού, το οποίο και αποδεκατίστηκε Βόρεια της Πύλου». (ο.π.π.)

Η αντεπίθεση του γερμανικού τμήματος του 1008 Τάγματος Πεζικού Φρουρίων, που ακολούθησε την καταστροφή της γερμανικής φάλαγγας, δεν ήρθε σε επαφή με τους αντάρτες, που είχαν αποσυρθεί σε γειτονικές ορεινές περιοχές. 

Η περισυλλογή των νεκρών Γερμανών έγινε την επόμενη μέρα, από Γερμανούς και άντρες των ταγμάτων ασφαλείας. Τότε έκαψαν, για αντεκδίκηση, μερικά σπίτια στη Λιγούδιστα (Χώρα) και σκότωσαν 15 νέους που βρήκαν στα χωράφια.

Τη φονική για τους Γερμανούς ενέδρα της Χώρας δεν ακολούθησαν μαζικά αντίποινα, σε αντίθεση με την τότε πολιτική του Γερμανικού Στρατού. Δεν έχουν διασωθεί οι Μηνιαίες Εκθέσεις και οι Ημερήσιες Αναφορές της 117 Μεραρχίας Κυνηγών και του 68ου Σώματος στρατού, ώστε να γνωρίζουμε τις προθέσεις της Γερμανικής Στρατιωτικής Διοίκησης Πελοποννήσου. Στο ερώτημα υπάρχουν διάφορες απαντήσεις. Μια εκδοχή θέλει να απέτρεψαν τα αντίποινα οι άνθρωποι των ταγμάτων ασφαλείας (Παπαδόγγονας, Στούπας) υποσχόμενοι, όπως και έκαναν, στους Γερμανούς πως θα αναπτύξουν 1 τάγμα ασφαλείας στους Γαργαλιάνους για εκκαθάριση της περιοχής Πύλου – Κυπαρισσίας, από τους αντάρτες και τις οργανώσεις πολιτοφυλακής. Το γεγονός καθόρισε μεταγενέστερα μοιραίες εξελίξεις.

Τα ονόματα και ο τόπος καταγωγής των νεκρών του ΕΛΑΣ:

Σφακιανάκης Ηλίας, Ταγματάρχης – Διοικητής του Τάγματος, Κορυφάσιο Πυλίας

Βλαχαδάμης Νικόλαος, Γαργαλιάνοι

Βασιλικός Βασίλης, Τρύπη Λακωνίας

Δημητρακόπουλος ή Πλαστήρας Νικόλαος, Καλάμι Καλαμάτας

Κολοκάθης Νέστορας, Ασπρόχωμα

Κατελάνος Πέτρος, Χώρα Τριφυλίας

Κομποχόλης Παναγιώτης, Δεσύλλα Μεσσηνίας

Μανωλάκος Γεώργιος, Λακωνία

Μούντανος Γεώργιος, Κάμπος Αβίας

Οικονομέας Γιάννης, Στούπα Μεσσηνιακής Μάνης

Παπαθεοδωρακάκης Μιχάλης, Λαχανάδα Πυλίας

Πατικόπουλος Ηλίας, Γιάννιτσα Καλαμάτας

Παυλίδης (ψευδών. Κανάκης) Παύλος, Γύθειο

Σταματελόπουλος Νικόλαος, Χώρα Τριφυλίας

Στατηγουλέας Νίκος, Προάστειο Καρδαμύλης

Τσαπέκης Πέτρος, Μεθώνη

Φιλιππόπουλος Γιώργης, Τρύπη Λακωνίας

Χάτζος Χαράλαμπος, Νεοχώρι Μελιγαλά