Το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι υπέρ της κατάργησης του ΑΣΟ, του παρακρατήματος και της φορολογίας, υπέρ της οικονομικής ενίσχυσης των φτωχών σταφιδοπαραγωγών και της αποζημίωσης των φτωχών και όχι πλούσιων παγετοπλήχτων στην τρέχουσα τιμή. Να μην είνε η αποζημίωση λιγότερη από 10 χιλιάδες δραχμές” (553).
Σε απάντηση η Εκτελεστική Επιτροπή των Γεωργικών Οργανώσεων της Ελλάδος “λαβούσα γνώσιν των δημοσιευμάτων των φιλελεύθερων κυβερνητικών εφημερίδων και του “Ριζοσπάστη” διά των οποίων υβρίζονται οι πρωτοπορούντες εις την εξυπηρέτησιν των αγροτών, από τους πρώτους ως κομμουνισταί, από δε τους δεύτερους ως πλούσιοι χωρικοί και φασίσται, απαξιοί να απαντήση εις τας τοιαύτας ρυπαρογραφίας, διά μέσου των οποίων αποδεικνύεται η πρόθεσις αμφοτέρων των πολιτικών αυτών συγκροτημάτων, τα οποία εξ ίσου αποτελούν άρνησιν της ελευθερίας, αφήνουσα την κοινήν γνώμην εκ της αναγνώσεως τούτων των αντιθέσεων να βγάλη τα ορθά και πραγματικά συμπεράσματα επί της καταστάσεως” (554).
Στο διάστημα από τη δημοσιοποίηση των προθέσεων της κυβέρνησης υπάρχει ένα πλήθος δημοσιευμάτων και επικριτικών άρθρων στις τοπικές εφημερίδες (555) και τελικά το νομοσχέδιο εισάγεται για ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής στις 22 Ιουνίου και η συζήτηση ολοκληρώνεται στις 25 Ιουνίου. Στη συζήτηση πρωταγωνιστούν δύο Μεσσήνιοι πολιτικοί: Από την πλευρά της κυβερνητικής πλειοψηφίας ο Σταύρος Κωστόπουλος ο οποίος είναι και ο εισηγητής του κειμένου της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής. Και όπως αναφέρεται εισαγωγικά σε αυτό: “Το υπό συζήτησιν νομοσχέδιον φέρει μοιραίως επί τάπητος ολόκληρον το σταφιδικόν ζήτημα, δεδομένου ότι ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός αποτελεί, συμφώνως προς τας μέχρι τούδε ισχύουσας διατάξεις, αλλά και θα παραμείνει εξ ίσου μετά την ψήφισιν του παρόντος σχεδίου νόμου το αποκλειστικόν πλαίσιον ρυθμίσεως και προστασίας της σταφιδοπαραγωγής. Ευνόητον όμως τυγχάνει ότι το υπό συζήτησιν σχέδιον νόμου δεν έρχεται να προσφέρη μίαν συγκεκριμένην λύσιν εις το όλον σταφιδικό ζήτημα. Διότι αι διάφοραι κατά καιρούς κρατούσαι και προτεινόμεναι λύσεις, είτε ριζικαί, είτε προσωριναί δεν αποτελούν αντικείμενα νομοθετικών ρυθμίσεων. Η εφαρμογή των είναι απλώς ζήτημα καλής και ακριβούς εκτιμήσεως των διαφόρων συνθηκών, τόσον εν Ελλάδι, όσον και εις τας διεθνείς αγοράς καταναλώσεως. Αρκεί δε να εξασφαλίζηται διά του νόμου η εύρυθμος λειτουργία και προ παντός η ευκολία προσαρμογής του προστατευτικού μηχανισμού της σταφίδος, συγκεκριμένως δε του ΑΣΟ, προς τας διαφόρους εκάστοτε περιστάσεις διά να είναι πραγματοποιήσιμος οιαδήποτε αλλαγή κατευθύνσεως εις την εν γένει σταφιδικήν ημών πολιτικήν.
Υπό τους όρους αυτούς είναι προφανές ότι εξετάζοντες το υπό συζήτησιν σχέδιο νόμου δεν πρέπει κυρίως να αποβλέψωμεν εις την ακριβή εκτίμησιν της αξίας οιασδήποτε συγκεκριμένης λύσεως, αλλά προπαντός εις την δημιουργίαν οργάνου ικανού να επιδιώξει συμφέρουσας λύσεις. Αυτός άλλως τε είναι και ο υπό του σχεδίου νόμου επιδιωκόμενος σκοπός, δεδομένοι ότι αι κύριαι διατάξεις αυτού είναι απλώς ενδεικτικαί και όχι περιοριστικαί” (556).
Στην εισηγητική έκθεση καταγράφονται οι τροποποιήσεις που είχαν επέλθει μετά από τις συζητήσεις. Τροποποιήσεις οι οποίες δεν αλλάζουν ουσιωδώς τον πυρήνα της κυβερνητικής πρόθεσης για πλήρη έλεγχο του ΑΣΟ και απογύμνωση από κρίσιμες δραστηριότητες.
Από την πλευρά του Λαϊκού Κόμματος εισηγητής είναι ο Αλέξανδρος Καλαντζάκος ο οποίος αναφέρει εισαγωγικά ότι “το υποψήφιον νομοσχέδιον διά των διατάξεών του μεταβάλλει την μορφήν του Οργανισμού ως συνεταιρικής οργανώσεως ικανοποιούσης τας βλέψεις εκείνων οι οποίοι έχουν αντίθετα συμφέροντα προς τον Οργανισμόν, ούτινος την ίδρυσιν κατεπολέμησαν. Διά του νομοσχεδίου αφαιρούνται και αποκλείονται υπό του ΑΣΟ αι κυριώτεραι εργασίαι αυτού και αι οποίαι εξυπηρετούν τον χαρακτήρα του ΑΣΟ ως παραγωγού και προετοιμάζοντος την βαθμιαίαν εξέλιξιν αυτού προς την συνεταιριστικήν διαχείρισιν της παραγωγής και το μέλλον αυτής άνευ μεσαζόντων, εμπόρων και βιομηχάνων. Εν τούτοις διά του νομοσχεδίου αποκλείεται από τας εργασίας του ΑΣΟ η περί θείου και θειικού χαλκού κ.λπ. πρωτοβουλία” (557).
Η συζήτηση είναι ζωηρή και σε αυτή παίρνουν μέρος πολλοί από τους πολιτικούς παράγοντες της εποχής. Παρεμβαίνει ο ίδιος ο Ελ. Βενιζέλος σε ό,τι αφορά κυρίως τα ζητήματα της φορολογίας σταφίδας, ενώ στη συζήτηση καταθέτουν τις ενστάσεις τους σχετικά με διάφορες ρυθμίσεις ο Παν. Τσαλδάρης, ο Αλ. Παπαναστασίου και ο Θεμ. Σοφούλης. Πρωταγωνιστικό ρόλο στην υπεράσπιση των ρυθμίσεων παίζει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Παν. Βουρλούμης, δεξί χέρι του Ελ. Βενιζέλου. Ουσιαστικά υπερασπίζεται ένα νομοσχέδιο δικής του έμπνευσης προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις των κοινωνικών ομάδων τις οποίες εκπροσωπεί στο Κοινοβούλιο και την κυβέρνηση. Οι διατάξεις ψηφίζονται με ορισμένες τροπολογίες και μετά από επαναληπτικές ψηφοφορίες σε κάποιες περιπτώσεις αφού δεν συγκεντρώνεται η απαιτούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία (558).
Τις εκτιμήσεις της Αριστεράς συμπερασματικά για τις αλλαγές στον ΑΣΟ παρουσιάζει το 1946 ο Τάσης Κουλαμπάς: “Η εκμετάλλευση που γινόταν από τον ΑΣΟ σε βάρος των σταφιδοπαραγωγών, τους ξεσήκωνε σε συλλαλητήρια και διαμαρτυρίες. Ζητούσαν ενιαία διαχείριση της σταφίδας από τους συνεταιρισμούς, τη μείωση του φόρου οινοπνεύματος, τη μείωση των ναύλων, τη μείωση των φόρων. Στη Βουλή (1931) και πάλι συζητήθηκε το “σταφιδικό”. Απαντώντας ο Π. Βουρλούμης, σταφιδέμπορος και υπουργός Εθνικής Οικονομίας στα αιτήματα των σταφιδοπαραγωγών που τα υποστήριξε ο Στ. Στεφανόπουλος, χαρακτήρισε την ενιαία διαχείριση της σταφίδας σαν “κολεκτιβισμό δι' ον δεν είναι οικείοι οι σταφιδοπαραγωγοί”. Επίσης αρνήθηκε τη μείωση των φόρων, των ναύλων κ.λπ. Υποστηρικτές του ΑΣΟ ήταν οι περίφημοι “αντιπρόσωποι” των σταφιδοπαραγωγών και διοικητικοί σύμβουλοι του ΑΣΟ, τύπου Περδάρη, Δεληγιάννη, Μαράκα, Κόκιζα κ.λπ. Παρά τις διαμαρτυρίες των σταφιδοπαραγωγών για την κατάργηση του ΑΣΟ, ο νόμος (5208/31) που τροποποίησε τους σκοπούς του ΑΣΟ, έβαλε νέα δεσμά στους σταφιδοπαραγωγούς. Σύμφωνα με το νόμο αυτό σκοποί του ΑΣΟ ήταν:
- Η ισορρόπησις της προσφοράς προς την ζήτησιν του προϊόντος διά παρακρατήματος ή δι' ελεύθερης αγοράς πλεονασμάτων της παραγωγής ή και δι' αμφοτέρων των τρόπων τούτων και η συμφώνως τω άρθρω 12 διαχείρισις και διάθεσις του κατά τ' ανωτέρω περιερχομένου εις τον οργανισμόν σταφιδοκάρπου.
- Η διαφήμισις και εν γένει μέριμνα διά την επέκτασιν της καταναλώσεως της κορινθιακής σταφίδος.
- Η εν γένει μέριμνα διά την βελτίωσιν της ποιότητος, των όρων καλλιέργειας, την ελάττωσιν του κόστους παραγωγής.
- Η ασφάλισις της σταφιδοπαραγωγής κατά κινδύνων χαλάζης και παγετών κατά το ειδικώτερον κανονισθησόμενα διά κανονισμού εγκρινομένου αποφάσει των αρμοδίων υπουργών.
Το άρθρο 12 του νόμου, σύμφωνα με το οποίο θα γίνεται η διαχείριση και διάθεση της σταφίδας από τον ΑΣΟ, αναφέρει τα εξής:
α. Απαγορεύεται απολύτως η άσκησις εμπορίας κορινθιακής σταφίδας εκ μέρους του ΑΣΟ.
β. Απαγορεύεται η διάθεσις σταφίδος εκ παρακρατήματος ή εξ αγοράς πλεονασμάτων προς βρώσιν εν τω εξωτερικώ.
γ. Επιτρέπεται η διάθεσις του περιερχομένου εις τον ΑΣΟ σταφιδοκάρπου, είτε εκ παρακρατήματος είτε εξ αγοράς πλεονασμάτων, διά βιομηχανικάς χρήσεις κατά τα δι' αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του ΑΣΟ οριζόμενα, μετά έγκρισιν της αποφάσεως αυτής υπό των υπουργών Οικονομικών, Εθνικής Οικονομίας και Γεωργίας, δυναμένων να τροποποιώσι ταύτην, πάσα δε αντίθετο διάταξις νόμου, διατάγματος ή συμβάσεως ορίζουσα άλλον τρόπον καταργείται.
δ. Πάντως αποκλείεται η διάθεσις σταφιδοκάρπου προς παρασκευήν βιομηχανικών προϊόντων προοριζομένων δι' εξαγωγήν, εις μέλλουσας να ιδρυθούν επιχειρήσεις, εφόσον δεν ασκούνται υπό τύπον Ανωνύμου Εταιρείας εχούσης καταβεβλημένον κεφάλαιον τουλάχιστον 20 εκατομμυρίων δραχμών, επίσης αποκλείεται η διάθεσις σταφιδοκάρπου προς παρασκευήν οινοπνεύματος εις μέλλοντα να ιδρυθούν εργοστάσια εφόσον η εικοσιτετράωρος παραγωγή των είνε κατωτέρα των 15.000 λίτρων ανύδρου οινοπνεύματος.
Με το νόμο αυτό κι αυτούς τους τυπικούς σκοπούς του ΑΣΟ, που ποτέ δεν εφαρμόσθηκαν, τους κατήργησαν και μετέτρεψαν επίσημα πια τον ΑΣΟ σε πρακτορείο των οινοβιομηχάνων-σταφιδεμπόρων. Αύξησαν τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του ΑΣΟ σε 17, από τα οποία μόνον 7 ήσαν “αντιπρόσωποι” των σταφιδοπαραγωγών.
Σύμφωνα, λοιπόν, μ' αυτόν το νόμο:
1. Απαγορεύθηκε στον ΑΣΟ η εμπορία της σταφίδας (από κοινού συγκέντρωση, επεξεργασία και πώληση).
2. Απαγορεύθηκε η από κοινού προμήθεια γεωργικών ειδών (χαλκοθείου, λιπασμάτων κ.λπ.).
3. Απαγορεύθηκε η πώληση παρακρατημάτων ή πλεονασμάτων σε μέλλουσες να ιδρυθούν βιομηχανίες που δεν είχαν καταβεβλημένο κεφάλαιο 20 εκατομ. δρχ. και σ' αυτές που η απόδοσή τους δεν ήταν τουλάχιστον 15.000 λίτρα το εικοσιτετράωρο. Ετσι τα παρακρατήματα και τα πλεονάσματα θα τα εκμεταλλεύονταν μονοπωλιακά οι “εθνικές” βιομηχανίες των τραπεζών, Χαρίλαου κ.λπ.
4. Η τιμή στην οποία θα πωλούνταν τα πλεονάσματα και παρακρατήματα της σταφίδας, θα ήταν κάτω από την έγκριση των “αρμοδίων” υπουργών, που είχαν το δικαίωμα ν' ακυρώσουν αυτές τις συμβάσεις ή να ορίσουν οποιαδήποτε τιμή ήθελαν αυτοί!!! Αν λάβουμε υπ' όψει μας ποίοι ήσαν υπουργοί πάντα (Βουρλούμης, Λοβέρδος, Χαρίλαος, Κανελλόπουλος κ.λπ.) εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε τι “προστασία” είχαν οι σταφιδοπαραγωγοί!!! Μ' αυτόν τον τρόπο οι σταφιδοπαραγωγοί παραδόθηκαν από το κράτος στην πιο ωμή εκμετάλλευση και νέες αλυσσίδες αλυσσόδεναν τους σταφιδοπαραγωγούς με δεσμοφύλακα τον ΑΣΟ, επίσημο πια όργανο των εκμεταλλευτών τους.
Οι διαμαρτυρίες, τα συλλαλητήρια, τα συνέδρια των σταφιδοπαραγωγών, για κατάργηση του ΑΣΟ, δεν έφεραν το αποτέλεσμα που ζητιώταν, γιατί οι εκμεταλλευτές τους κατώρθωσαν να τους διαιρέσουν σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα (ευγενείς ποιότητες, κατώτερες ποιότητες)” (559).
Τη θέση για κατάργηση του ΑΣΟ και ενιαία διαχείριση της σταφίδας από τους συνεταιρισμούς πρόβαλε από τη δεκαετία του 1920 το ΚΚΕ και η θέση αυτή υιοθετήθηκε αργότερα στις μεγάλες αγροτικές κινητοποιήσεις στα μέσα της δεκαετίας του 1930. Η κακοδιαχείριση του Σταφιδικού Οργανισμού έδωσε την ευκαιρία στην κυβέρνηση Βενιζέλου από τη μια πλευρά να τον θέσει υπό πλήρη έλεγχο σε περίοδο βαθιάς κρίσης και από την άλλη να καταργήσει τα όποια “συνεταιριστικά” χαρακτηριστικά είχε αυτός και να τον μετατρέψει ουσιαστικά σε “αποθηκάριο” όσων πλούτιζαν από το κύκλωμα της σταφίδας.
(553) “Ριζοσπάστης” 13/6/1931
(554) “Ελεύθερος Ανθρωπος” 17/6/1931
(555) Μεταξύ αυτών και άρθρα αγροτιστών διαφορετικών αντιλήψεων, όπως του Βαγγ. Δημητρακόπουλου (“Θάρρος” 4/6/1931) και του Ιωάννη Βενιζέλου (“Σημαία” 5/6/1931)
(556) Ολόκληρη η εισήγηση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής δημοσιεύτηκε σε συνέχειες και σε εκτενή κείμενα στο “Θάρρος” από τις 19/6/1931 μέχρι τις 26/6/1931
(557) “Θάρρος” 24/6/1931
(558) Εκτενή αλλά αποσπασματικά ρεπορτάζ από την κοινοβουλευτική συζήτηση δημοσιεύονται στις εφημερίδες “Θάρρος”, “Σημαία”, “Νεολόγος” και “Ελεύθερος Ανθρωπος” στο διάστημα από 24/6/1931 μέχρι 26/6/1931
(559) Θανάση Παπαχατζή - Τάση Κουλαμπά "Ποιοί μας τρώνε τη σταφίδα" / Εκδοση Αγροτικού Κόμματος Ελλάδος (ΑΚΕ) - Τμήμα Πελοποννήσου 1946