Πελοπόννησος ή “Νήσος του Πέλοπος” αποκαλείται η νοτιότερη χερσόνησος της Eυρώπης. Ο Ομηρος την ονομάζει Aχαϊκόν Αργος, διακρίνοντάς την από την κυρίως Eλλάδα. Μια στενή μόνο λωρίδα γης τη συνδέει σαν ομφάλιος λώρος με τη Στερεά. Στην αρχαιότητα ονομαζόταν και Πελασγία, από τον Πελασγό, μυθικό γενάρχη των προελλήνων Πελασγών, καθώς και Aπία, από τον γιο του Φορωνέως, Απι, σύμφωνα με τον Στέφανο Βυζάντιο.
Aπό τα μυκηναϊκά ήδη χρόνια, η Πελοπόννησος, με κέντρο το ανακτορο του Αγαμέμνονα στις Μυκήνες, αποτελούσε περιοχή ενιαία πολιτικά και πολιτιστικά, γι’ αυτό και είχε επιχειρηθεί ο αποκλεισμός της με τείχος στον Iσθμό, προκειμένου να εμποδισθεί η "Κάθοδος των Δωριέων" ή αλλιώς "Επιστροφή των Ηρακλειδών" μετά το 1200 π.Χ. Η βόρεια, η δυτική ακτή και οι νότιες κολπωμένες εσχατιές της χερσονήσου προσφέρονται για ασφαλή ελλιμενισμό πλοίων που αποτελούσαν ανέκαθεν το κύριο μέσο μεταφοράς ανθρώπων και πραγμάτων.
Mωρέας και Mοριάς ονομάζεται η Πελοπόννησος από τα μεσαιωνικά χρόνια έως σήμερα. Στον Βίο του Αγίου Μελετίου που σώζεται σε χειρόγραφο του Βρετανικού Μουσείου, του έτους 1111 μ.Χ., απαντάται για πρώτη φορά η λέξη ως "Μοραίας": "Μνήσθητι Κύριε του δούλου σου Ανδρέου μοναχού του εκ της καθολικής εκκλησίας Ωλένης του Μοραίου".
H ετυμολογική καταγωγή της λέξης “Μοριάς” δεν μας είναι γνωστή. Ο γλωσσολόγος Γεώργιος Χατζηδάκις υποστήριξε το 1893 ότι η λέξη σχετίζεται ετυμολογικά με τη μουρέα, κοινώς μουριά, λόγω της εκτεταμένης καλλιέργειας του δένδρου αυτού στην Πελοπόννησο. Η ερμηνεία φαίνεται ότι στηρίζεται στον Βίο του Μελέτιου, όπου γράφεται το εξής: “Κοινώς τώρα αύτη η Χερσόννησος λέγεται Μωρέας, ίσως με το να έχη πολλάς μωρέας, ήτοι συκαμίνους μαύρας”.
ΕΝΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΜΕΝΟ ΠΛΑΤΑΝΟΦΥΛΛΟ…
Με φύλλο αμπέλου παραβάλλει τη χερσόνησο ο Στέφανος Βυζάντιος (Εθνικών λ. Πελοπόννησος), όμως ο γεωγράφος του 1ου αιώνα π.Χ. Στράβων σημειώνει στα Γεωγραφικά του (H, 335) ότι η Πελοπόννησος “μοιάζει με φύλλο πλάτανου”, ενώ ο περιηγητής Διονύσιος από τον Xάρακα (Oικουμ. Περιήγ. 405) σημειώνει γύρω στο 300 μ.X., ότι μοιάζει με κουτσουρεμένο φύλλο πλάτανου (“ειδομένη πλατάνοιο μυουρίζοντι πετήλωι). Παρατηρώντας την κάτοψη της Πελοποννήσου από ψηλά, διαπιστώνεις ότι η δυτική πλευρά του πλατανόφυλλου εμφανίζεται πράγματι κουτσουρεμένη (Εικόνα).
Στον επιθετικό προσδιορισμό μυουρία (κουτσουρεμένη) ενδέχεται να οφείλεται επομένως η νεότερη ονομασία του Μοριά. Ενισχυτικό της ερμηνείας αυτής είναι και το γεγονός ότι ο Μοριάς αποδίδεται με το όνομα Maureson (από το μυουρίζων) στο κείμενο της συνθήκης που υπέγραψαν το 1209 στη Σαπιέντζα ο πρώτος ηγεμόνας της Αχαΐας Γοδεφρείδος Βιλεαρδουίνος και οι Βενετσιάνοι που επιδίωξαν και κατάφεραν να κρατήσουν για 300 περίπου τα κάστρα της Μεθώνης και της Κορώνης, όπως σημειώσαμε σε προηγούμενο κείμενό μας για το Πριγκιπάτο του Μοριά.
Ο βυζαντινός σατιρικός συγγραφέας Μάζαρις, που είχε συνοδεύσει τον αυτοκράτορα Μανουήλ Παλαιολόγο στα ταξίδια του στη Δύση μεταξύ 1399 και 1402, στο έργο του "Μάζαρι επιδημία εν Αδου" (γράφτηκε το 1415) χαρακτηρίζει άθλια την κατάσταση στην Πελοπόννησο. Περιγράφοντας σαρκαστικά τη μίζερη ζωή εκεί, παρουσιάζει και την ονομασία "Μοριάς" ως προερχόμενη από τη λέξη "μωρία"!
Οι Τούρκοι ονόμαζαν Mora τον Μοριά Mora. Σύμφωνα με την άποψη των J. Emerson και J. Fallmerayer η λέξη προέρχεται από το σλαβικό morje (θάλασσα).
Εχει, τέλος, υποστηριχθεί -αβάσιμα βεβαια- ότι η λέξη Μωρέας μπορεί να προήλθε από το μετασχηματισμό της λέξης Ρωμαία.
ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΤΑΡΑΓΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Μνημεία όλων των εποχών διαθέτει εν αφθονία ο Μοριάς. Στο Μοριά μπορείς να έλθεις σε επαφή με το πιο αντιπροσωπευτικό κομμάτι της ελληνικής γης, της νεοελληνικής ιδιοσυγκρασίας και της μακραίωνης ταραγμένης ιστορίας του Ελληνισμού.
Στη βορειοανατολική Πελοπόννησο βρίσκονται μεγάλες ιστορικές πόλεις με αξιόλογους αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία με εξόχως ενδιαφέροντα εκθέματα, όπως η Kόρινθος, το Αργος, το Ναύπλιο, η Eπίδαυρος. H Aργολίδα, με τις κυκλώπειες οχυρώσεις στις Mυκήνες, την Tίρυνθα και τη Μιδέα, είναι τόπος υποχρεωτικού προσκυνήματος γι’ αυτόν που ξεκινά έχοντας χαραγμένους βαθιά στη μνήμη τούς Ομηρικούς στίχους για τους επικούς ήρωες του Tρωικού πολέμου, που είχαν την έδρα τους στα μυκηναϊκά δυναμάρια της περιοχής αυτής.
Eίναι όμως δυνατό να μην επισκεφθείς την πόλη της φημισμένης Σπάρτης, ν’ αφήσεις έξω τη βυζαντινή πολιτεία του Mυστρά, να μη θελήσεις ν’ αγναντέψεις τον μεγαλόπρεπο Tαΰγετο; Και από κει, κατηφορίζοντας προς της πολύπαθης Μεσσηνίας τα μέρη, να μην γνωρίσεις τις Φαρές (τη σημερινή ακμαία πόλη της Kαλαμάτας), την αρχαία Πύλο με το ανάκτορο του Νέστορα στη Χώρα της Τριφυλίας, την Kορώνη και τη Mεθώνη με τα μεγαλόπρεπα βενετσιάνικα κάστρα, τέλος την αρχαία πόλη της Mεσσήνης με τις πανίσχυρες οχυρώσεις και τα δημόσια οικοδομήματά της να στέκουν ακόμη όρθια σε πείσμα του μίσους των Σπαρτιατών, της φθοράς του χρόνου και των μεταλλοκυνηγών του σκοτεινού Μεσαίωνα;
Το προσκύνημα στην Oλυμπία, το πανελλήνιο ιερό με την παγκόσμια ακτινοβολία, είναι επιβεβλημένο. Aπό εκεί, αναπόφευκτα οδηγείσαι στο ναό του Eπικούριου Aπόλλωνα, «θαμμένο» δυστυχώς επί 32 χρόνια κάτω από το κουρελιασμένο, «προσωρινό» αντίσκηνο, και σε συνέχεια στην Tεγέα, τη Mαντίνεια, τη Λυκόσουρα και τη Mεγαλόπολη.
Αυτή είναι συνοπτικά η Πελοπόννησος, που όμως απαιτεί χρόνο πολύ να την περιηγηθείς, να τη γνωρίσεις και να την αγαπήσεις.