Ομολογείς ότι γοητεύεσαι από τη μουσικότητα της κατά Μπέργκμαν Σουηδικής, έστω και αν δεν καταλαβαίνεις λέξη, σε ξαφνιάζει ο επιθετικός τόνος της Ιαπωνικής, μολονότι οι Ιάπωνες που γνωρίζεις είναι προσηνείς, συνεσταλμένοι και ευγενικοί. Χαίρεσαι να ακούς Γάλλους, Ιταλούς Γερμανούς, Αγγλους, Ισπανούς να μιλούν τη γλώσσα τους. Δεν αντέχεις ωστόσο τις βερμπαλιστικές ασάφειες της γραπτής Γαλλικής, τις απέραντες φλυαρίες της γραπτής Ιταλικής, την εκφραστική απλοϊκότητα της Αγγλικής, την σοβαροφάνεια και την ανούσια πολυπλοκότητα της γραπτής Γερμανικής - για να περιοριστείς στις γλώσσες που νομίζεις ότι καταλαβαίνεις. Καμιά ωστόσο γλώσσα δεν μπορεί να σταθεί στο πλάι της μητρικής σου, της Ελληνικής.
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΙ ΚΙΝΕΖΙΚΑ
Εγωιστικός, απόλυτος και δογματικός, θα μου πείτε, ο αφορισμός αυτός. Συμφωνείς, όμως αγαπάς με πάθος τη μητρική και “πατρική” σου γλώσσα, σε αυτή μόνο μπορείς να εκφράσεις ελεύθερα με ακρίβεια, ειλικρίνεια και πληρότητα τις σκέψεις και τα συναισθήματά σου. “Εν ταις ομιλίαις ο της ψυχής χαρακτήρ βλέπεται”, γράφει ο Δημόκριτος (Β302).
Ο τρόπος που χειρίζεται τη γλώσσα ο συνομιλητής ή ο πολιτικός αποτελεί αναντίρρητα στοιχείο καθοριστικό στην αποδοχή ή την απόρριψή του. Ακούγοντάς τον να μιλά, μπορείς να κρίνεις άμεσα αν είναι υποκριτής και ψεύτικος ή ειλικρινής και γνήσιος, ψυχρός και υπολογιστής ή ευαίσθητος και συναισθηματικός, δουλικός και κόλακας ή ελεύθερος και αξιοπρεπής. Οι πολιτικοί, ενώ πράττουν τα αίσχιστα, βγάζουν συνήθως άριστους λόγους, “δρώντες τα αίσχιστα λόγους αρίστους ασκέουσι” όπως υπογραμμίζει ο Δημόκριτος και πάλι.
Στη μητρική σου γλώσσα επιθυμείς να διατυπώνεις και τις ερευνητικές ανησυχίες σου.
Διαπιστώνεις με θλίψη, ωστόσο, ότι όλο και λιγότεροι ανά τον κόσμο συνάδελφοι διαβάζουν και καταλαβαίνουν Ελληνικά. "Graeca sunt non leguntur", ή "it’s all Greek to me", σημειώνουν χαριτολογώντας. Κάτι ανάλογο λέμε άλλωστε και εμείς για γλώσσες που αγνοούμε, όπως για παράδειγμα: “Κινέζικα μου φαίνονται”.
Είναι γεγονός ότι η εκσυγχρονισμένη γλώσσα των Βρετανών, η Αγγλική “κοινή” των Ηνωμένων Πολιτειών, έχει επικρατήσει ως γλώσσα επικοινωνίας όχι μόνο σε ευρωπαϊκό, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι η lingua franca του σήμερον, όπως ήταν η “ελληνιστική κοινή”, αλλιώς η γλώσσα των Ευαγγελίων, όπως την αποκαλούν ορισμένοι, έως την ύστερη αρχαιότητα. Τελικά υποκύπτεις και γράφεις κι εσύ ορισμένες πραγματείες σου σε γλώσσα Αγγλική, θέλεις να σε κατανοούν, να σε διαβάζουν οι απανταχού συνάδελφοι. Ετσι ικανοποιείται τουλάχιστον η αθεράπευτη ματαιοδοξία σου.
ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
H συνεχής ενασχόληση με την αρχαιολογική γραφή, έστω κι αν ορισμένοι κατατάσσουν την Αρχαιολογία στις “μαλακές” και όχι στις λεγόμενες “σκληρές” επιστήμες, είναι καταπιεστική. Οταν συγγράφεις, κλείνεσαι διάγων για ένα διάστημα βίο “ασκητού”, ακολουθείς με περισσή ευλάβεια αυστηρούς και απαράβατους κανόνες: μελέτη από το πρωί μέχρι το βράδυ, αγώνας για πρόσβαση στη νεότερη βιβλιογραφία, ύφος γραφής λιτό χωρίς περιττολογίες, περιγραφές αντικειμένων ενίοτε ανιαρές και οπωσδήποτε βασανιστικές, αναζήτηση παράλληλων, συγκρίσεις μορφολογικές και τεχνοτροπικές, υποσημειώσεις – υποσημειώσεις – υποσημειώσεις, προσοχή σε κάθε λέξη ώστε να αποδίδει σωστά το νόημα, προσοχή στα σημεία στίξης, τις ανορθογραφίες, τα διαστήματα, τις παραγράφους, τη δομή των κεφαλαίων...
Διατυπώνεις απόψεις με φειδώ και δισταγμούς, ασκείς κριτική με το γάντι, και όχι επιθετικά, όπως ενδεχομένως θα επιθυμούσες σε ορισμένες περιπτώσεις. Tο συναίσθημα εξοβελίζεται. Aπαγορεύονται τα πετάγματα της φαντασίας, οι αστήρικτες υποθέσεις, οι ψευδο-λογοτεχνικές εκφράσεις. Σκάσε και δημοσίευε, publish or perish λένε χαριτολογώντας οι ξένοι συνάδελφοι.
Παρά τους περιορισμούς, τις δεσμεύσεις και την “καταπίεση”, μπορείς, ωστόσο, τελικά να εκφραστείς ελεύθερα και μέσα από τα “επιστημονικά” γραπτά σου. Yπάρχουν τα πρότυπα και τα λαμπρά παραδείγματα. Δεν χρειάζεται να καταφύγεις αναγκαστικά στην ποίηση, στο διήγημα ή το μυθιστόρημα για να εκφράσεις τα συναισθήματά σου, όπως με ιδιαίτερη επιτυχία πράττουν ουκ ολίγοι συνάδελφοι αρχαιολόγοι με ταλέντο λογοτέχνη, που βρίσκουν διέξοδο σε ποιητικές συλλογές, διηγήματα, μυθιστορήματα, παιδικά βιβλία. Και το επιστημονικό γραπτό μπορεί να γίνει καθρέφτης της ψυχής. Οσο και αν προσπαθούν ορισμένοι, είναι αδύνατο να κρυφτούν πίσω από επιστημονικοφανή λόγο, αν δεν είναι ανυπόκριτοι και ειλικρινείς.
ΑΝΑΝΕΩΣΗ Ή ΦΤΩΧΙΑ;
Στην ελληνική αρχαιολογική κοινότητα, είναι αλήθεια, ελάχιστοι χρησιμοποιούν “γλώσσα” τέτοια (παραδοσιακή ή ανανεωμένη), που να μπορεί να τους χαρίσει επάξια τον τίτλο του διανοούμενου. Ο λόγος των περισσότερων χαρακτηρίζεται από γλωσσική φτώχια. Το ανησυχητικό είναι ότι ορισμένοι από τους λίγους ταλαντούχους εμφανίζονται τελευταία θιασώτες της ασάφειας.
Ανανεωμένη αρχαιολογική γλώσσα και μοντέρνος λόγος δεν σημαίνει όμως εκφραστική ασάφεια, ψευτο-φιλοσοφικές περικοκλάδες, νεφελώδεις διατυπώσεις, στριφνές λεκτικές κατασκευές. Η προσφορά της λεγόμενης “παραδοσιακής” αρχαιολογίας και χωρίς τη χρήση μοντέρνας γλώσσας εξακολουθεί να είναι άκρως ουσιαστική.
Περιορίζομαι προς το παρόν να μνημονεύσω ορισμένα δικά μας “κεφάλαια” που αποτελούν πρότυπο για τις νεότερες γενιές: Χρήστος Τσούντας, Κωνσταντίνος Ρωμαίος, Χρήστος Καρούζος, Νικόλαος Κοντολέων, Σέμνη Καρούζου, Δημήτριος Θεοχάρης, Νίκος Παπαχατζής, Γιώργος Μπακαλάκης, Μανόλης Ανδρόνικος.