Η Σταφίδα ήταν το κύριο εξαγωγικό προϊόν της χώρας μας το 19ο αιώνα. Αποκλήθηκε «μαύρος χρυσός», ενώ, κατά το Ζολώτα, ήταν για την Ελλάδα «ό,τι ο καφές για τη Βραζιλία». Μεγάλα σταφιδοπαραγωγικά κέντρα υπήρξαν η Αχαία, η Ζάκυνθος, η Ηλεία, η Κορινθία, η Μεσσηνία.
H Κορινθιακή (μαύρη) σταφίδα είναι ελληνική ποικιλία, έχει σώσει τη χώρα και τον πληθυσμό σε κρίσιμες περιστάσεις, θεωρείται super τρόφιμο και είναι εξαγώγιμο προϊόν. Η χώρα μας παράγει το 80% της παγκόσμιας παραγωγής. Στην Τριφυλία η καλλιέργεια έχει ουσιαστικά εγκαταλειφθεί, αν και η σταφίδα της περιοχής μας θεωρείται πρώτης ποιότητας. Η Τριφυλία, για παράδειγμα, παράγει την τελευταία δεκαετία 1.050 τόνους ή 1.050.000 κιλά σταφίδας το χρόνο (1) κατά μέσο όρο, ενώ το 1884 παρήγε 39.501.391 λίτρες ή 18.844.138 κιλά (2) και το 1951/52 9.000.000 οκάδες ή 11.538.000 κιλά (3).
Οι μεγάλες αποθήκες του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού (Α.Σ.Ο.) ήταν χώροι συγκέντρωσης, διαλογής και εμπορίας της σταφίδας.
Πλέον λειτουργούν ως τοπόσημα, ως δείγματα βιομηχανικής αρχιτεκτονικής των αρχών του προηγούμενου αιώνα, ως μαρτυρίες της Συνεταιριστικής ιδέας και του αγροτικού μας πολιτισμού, αλλά και ως μάρτυρες του περασμένου πλούτου της σταφίδας.
Τη χαρά του τρύγου ακολουθούσε το άπλωμα της σταφίδας στα αλώνια, βραγιές - βραγιές, (σειρές – σειρές), με σκοπό την αποξήρανση.
Στο διάστημα αυτό ελλόχευε, πάντοτε, ο κίνδυνος της βροχής, που μπορούσε να καταστρέψει την παραγωγή.
Σε μια τέτοια περίσταση αναφέρεται το παρακάτω ποίημα (4).
Η φωτογραφία είναι από Λεύκωμα μαθητών και εκπαιδευτικών του Λυκείου Γαργαλιάνων με θέμα “Γαργαλιάνοι και σταφίδα”, που εκδόθηκε τη σχολική χρονιά 2012-2013. Ο σύνδεσμος, Link, παραπέμπει σε αυτό.
Παραπομπές:
(1) Μαρτυρία Αντώνη Παρασκευόπουλου.
(2) Αναστασία Μηλίτση-Νίκα, “Η Μέση Εκπαίδευση στη Μεσσηνία (1833-1910), Όψεις της Μεσσηνιακής κοινωνίας μέσα από την εκπαίδευση”, Καλαμάτα, 2004.
(3) Β.Ι. Αρβανίτης-Δ. Κορμπάκης, δημοδιδάσκαλοι, “Η Tριφυλία και τα παιδιά της”, Αθήνα, 1953.
(4) Π. Μελτέμης (Παπαδόπουλος), από τη συλλογή “τα χωριάτικα”, Αθήνα, 1957.