Ένας εύπορος Αθηναίος από την Κηφισιά, ο στρατηγός Διοπείθης, το 342 π.Χ., απέκτησε έναν γιο, τον Μένανδρο. Θείος του παιδιού, αδελφός του Διοπείδη, ήταν ο δραματικός ποιητής Άλεξις που καταγόταν από τους Θουρίους της Κάτω Ιταλίας. Ο Άλεξις σε ηλικία τεσσάρων ετών, όπως και άλλοι συμπατριώτες του πήγαν στην Αθήνα και απέκτησαν τον τίτλο του Αθηναίου πολίτη μετά την καταστροφή της αθηναϊκής αποικίας των Θουρίων από τους Λουκανούς, περίπου το 390 π.Χ.
Στην Αθήνα ο Άλεξις εξελίχθηκε σε πολυγραφότατο ποιητή και σε αυτόν αποδίδονται 235 έργα. Μύησε τον γιο του Στέφανο όπως και τον νεαρό ανιψιό του Μένανδρο στην τέχνη του θεάτρου. Ο Μένανδρος συμμετείχε για πρώτο φορά σε θεατρικούς αγώνες σε ηλικία δεκαεπτά ετών, το 325 π.Χ. Τέσσερα χρόνια αργότερα, συμμετείχε στα «Λήναια» και με το έργο του «Οργή» απέσπασε το πρώτο βραβείο. Το ίδιο κατάφερε και το 317 π.Χ. με το έργο «Δύσκολος» γνωστό και ως Μισάνθρωπος. Αυτό το έργο του Μενάνδρου ξαναβγήκε στο «φως» μαζί με εκτενή αποσπάσματα από ακόμα τέσσερα έργα του, περίπου πριν από έναν αιώνα, το 1905, στην Βόρεια Αίγυπτο, μετά από αρχαιολογική έρευνα στο σπίτι ενός Ρωμαίου δικηγόρου της ελληνιστικής εποχής.
Ο Μένανδρος ήταν φίλος του φιλοσόφου Επίκουρου και ήταν μαθητής του μαθητή του Αριστοτέλη, Θεοφράστου. Η στενή σχέση του με τον φιλόσοφο και γνωστό για το έργο του «Χαρακτήρες» τον οδήγησε στη συγγραφή πολλών κωμωδιών χαρακτήρων. Σε αυτές περιγράφει τα βασικά χαρακτηριστικά όλων των τύπων ανθρώπων. Διακρίνεται για το πλούσιο ηθογραφικό έργο του αφού έγραψε 105 ή 109 κωμωδίες. Σήμερα είναι γνωστοί 96 τίτλοι των κωμωδιών του. Στην προσωπική ζωή του συζούσε με τη γνωστή εταίρα Γλυκέρα. Παρά τις οκτώ βραβεύσεις του στα «Λήναια» και τα «Μεγάλα Διονύσια» ο Μένανδρος δεν γνώρισε μεγάλη επιτυχία στη διάρκεια της ζωής του.
Σε αντίθεση με τον Αριστοφάνη που το έργο του είχε στόχο την πολιτική και χαρακτηριζόταν από τον έντονο λόγο και τις βωμολοχίες, ο Μένανδρος έχει επικεντρωθεί στην ψυχολογία του καθημερινού ανθρώπου με φυσικότητα και ειλικρίνεια. Στα έργα του αποτυπώνεται η ζωή, θέτοντας ερωτήματα καθημερινότητας στους θεατές τους. Στα έργα του Μενάνδρου εμφανίζονται και οι πολιτικές αναταραχές της εποχής, αφού αυτή συνέπεσε με τους πολέμους μεταξύ των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ακριβώς αυτή η εναλλαγή κυβερνήσεων δημιουργεί μια απέχθεια για την πολιτική και οδηγεί σε εσωστρέφεια του καθημερινού ανθρώπου της εποχής του.
Όπως και σήμερα και οι αρχαίοι κολυμπούσαν στη θάλασσα για αναψυχή. Οι Αθηναίοι κατέβαιναν στον Πειραιά. Έτσι ένα πρωινό του 292 π.Χ., ο Μένανδρος πήγε στον όρμο της Φρεαττύδας για κολύμπι. Όμως εκεί άφησε και την τελευταία του πνοή σε ηλικία πενήντα ετών.
Μετά τον θάνατό του ήρθε η καθολική αναγνώριση, τόσο από τους Ρωμαίους όσο και αργότερα από τους Βυζαντινούς. Η πόλη της Αθήνας τον αναγνώρισε ως μεγάλο ποιητή και όπως και στους άλλους μεγάλους ποιητές έστησε άγαλμα προς τιμήν του. Τον μεσαίωνα τα έργα του Μενάνδρου χάθηκαν και ξαναβγήκαν στην επιφάνεια μετά την ανακάλυψη των παπύρων στη βόρεια Αίγυπτο αλλά και στη συλλογή παπύρων ενός Ελβετού αρχαιολάτρη το 1950. Από τα έργα του σώζεται ολόκληρο ο «Δύσκολος» και στο μεγαλύτερο μέρος τους η «Σαμία» και οι «Επιτρέποντες». Πλήθος άλλων έργων του σώζεται σε αποσπάσματα.