Κυριακή, 08 Φεβρουαρίου 2015 09:02

Οδωνυμικά της Μεσσήνης (μέρος 11o)

Οδωνυμικά της Μεσσήνης (μέρος 11o)

Μικρές ιστορίες γραμμένες στους δρόμους

ΚΟΥΜΑΝΤΟΥ
ΚΟΥΜΑΝΤΟΣ ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ
Αγωνιστής του 1821. Τον Ιούνιο του 1823 με απόφαση του Βουλευτικού
προήχθη σε εκατόνταρχο. Ενα χρόνο αργότερα προτάθηκε η προαγωγή
του, αλλά παρέμεινε στον ίδιο βαθμό χωρίς να έχει διευκρινιστεί ο λόγος, παρά το γεγονός ότι υποστηρίχθηκε από τον Δ. Καλαμαριώτη. Στην πολιτική διαμάχη μεταξύ των οικογενειών Καλαμαριώτη και Δαρειώτη τάχθηκε υπέρ των πρώτων. Μετά την απελευθέρωση αναγνωρίσθηκε ως αξιωματικός Ζ' τάξεως (αντιστοιχεί στο βαθμό του ανθυπολοχαγού).

ΚΟΥΜΟΥΝΔΟΥΡΟΥ
ΚΟΥΜΟΥΝΔΟΥΡΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
Επιφανής πολιτικός του 19ου αιώνα που διετέλεσε 13 φορές βουλευτής
Μεσσήνης, 10 φορές πρωθυπουργός, 2 φορές πρόεδρος της Βουλής και 18 φορές υπουργός.
Γιος του αγωνιστή της Επανάστασης Σπυρίδωνα Γαλάνη Κουμουνδουράκη, γεννήθηκε το 1817 στο γνωστό πύργο της Γραμπελιάς στον Κάμπο Αβίας. Τελείωσε το Γυμνάσιο στο Ναύπλιο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1841 διέκοψε τις σπουδές του και πήρε μέρος στην Κρητική Επανάσταση.
Επανήλθε στην ελεύθερη Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Καλαμάτα όπου και άσκησε δικηγορία παρά το γεγονός ότι δεν είχε πάρει το πτυχίο του.
Παντρεύτηκε την Αικατερίνη Μαυρομιχάλη και απέκτησε δύο παιδιά, τον Κωνσταντίνο και την Μαρία. Εχοντας πλέον ολοκληρώσει τις σπουδές του, το 1847 διορίστηκε αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών Καλαμάτας.
Εξελέγη για πρώτη φορά πληρεξούσιος Μεσσήνης τον Οκτώβριο του
1850 και έκτοτε άλλες 12 φορές μέχρι τον θάνατό του (1853, 1856, 1859, 1862, 1865, 1869, 1872, 1873, 1874, 1875, 1879 και 1878 - Δεν εξελέγη το 1861 και το 1868).
Το 1855 αναδείχθηκε πρόεδρος της Βουλής και ένα χρόνο αργότερα ορκίστηκε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Δημήτριου Βούλγαρη με τον οποίο αργότερα συγκρούσθηκε (το 1868 μάλιστα αντιτάχθηκε ένοπλα στη Μάνη απέναντι στην κυβέρνηση Βούλγαρη καθώς ακυρώθηκε η εκλογή του). Στο μεταξύ πέθανε η γυναίκα του, ήρθε σε δεύτερο γάμο με την Ευθυμία Περρωτή και απέκτησε το γιο του Σπύρο.
Πολέμιος του Θρόνου, μετά την έξωση του Οθωνα το 1862 ανέλαβε το υπουργείο Δικαιοσύνης και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αποκατάσταση της τάξης σε μια ταραγμένη περίοδο. Δύο χρόνια αργότερα έγινε απόπειρα δολοφονίας του και μάλιστα στην είσοδο της Βουλής. Στις 2 Μαρτίου 1865 έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός, ίδρυσε το «Κουμουνδουρικό» κόμμα στο οποίο συμμετείχαν νέοι πολιτικοί όπως ο Χαρίλαος Τρικούπης και ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης οι οποίοι αργότερα συγκρούσθηκαν μαζί του. Εμεινε στην πρωθυπουργία μέχρι τις 20 Οκτωβρίου του 1865. Εκτοτε διετέλεσε πρωθυπουργός: 6-13 Νοεμβρίου 1865. 18 Δεκεμβρίου 1866 - 20 Δεκεμβρίου 1867. 3 Δεκεμβρίου 1870 - 28 Οκτωβρίου 1871. 15 Οκτωβρίου 1875 - 26 Νοεμβρίου 1876. 1 Δεκεμβρίου 1876 - 26 Φεβρουαρίου 1877. 19 Μαΐου 1877 - 26 Μαΐου 1877. 11 Ιανουαρίου 1878 - 21 Οκτωβρίου 1878. 26 Οκτωβρίου 1878 - 10 Μαρτίου 1880. 13 Οκτωβρίου 1880 - 3 Μαρτίου 1882.
Σε όλο αυτό το διάστημα πολιτεύτηκε με μετριοπάθεια, ευθύτητα, τόλμη αλλά και πολιτικό ρεαλισμό. Στην εξωτερική του πολιτική καταγράφεται η ειρηνική προσάρτηση της Θεσσαλίας και μέρους της Ηπείρου (περιοχή Αρτας) το 1881. Απέφυγε το 1866 τον πόλεμο με την Τουρκία για το Κρητικό ζήτημα παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο επεδίωξαν οι Μεγάλες Δυνάμεις.
Στη διάρκεια της θητείας του έγιναν φορολογικές ρυθμίσεις, αναδιοργανώθηκε και εξοπλίστηκε ο στρατός, έγινε αναδασμός προς όφελος των ακτημόνων και περιορίστηκε με νομοθετικά μέτρα η ληστεία. Εκείνη την εποχή έγινε η σφαγή στο Δήλεσι και η απαγωγή του πολιτικού (και μετέπειτα πρωθυπουργού) Σωτήριου Σωτηρόπουλου από τον ληστή Λαφαζάνη στα Φιλιατρά (περιοχή στην οποία εκλεγόταν βουλευτής καθώς είχε παντρευτεί στα Φιλιατρά, ενώ ο ίδιος καταγόταν από το Ναύπλιο). Για την εκτόνωση της κατάστασης ο Κουμουνδούρος έδωσε αμνηστία σε 100 ληστές με σκοπό να πολεμήσουν στην Κρήτη. Ψήφισε το νόμο περί ευθύνης υπουργών με τον οποίο οδηγήθηκαν στο δικαστήριο και καταδικάστηκαν υπουργοί της κυβέρνησης Βούλγαρη για συμμετοχή στα Σιμωνιακά το 1874.
Το 1882 σήμανε και το τέλος της πολιτικής σταδιοδρομίας του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου. Στις 3 Μαρτίου δεν πήρε ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή παρά την προσάρτηση της Θεσσαλίας και μέρους της Ηπείρου. Ο Χαρίλαος Τρικούπης και οι βουλευτές των Νέων Χωρών τον κατηγόρησαν ότι δεν κατάφερε να προσαρτήσει ολόκληρη την Ηπειρο. Πέθανε ένα χρόνο αργότερα (26 Φεβρουαρίου 1883) και τάφηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.
Ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος διέθετε μεγάλες εκτάσεις γης τόσο στην Μεσσηνία (στην περιοχή της Βελίκας και αλλού), αλλά και στην Αττική (λίμνη Κουμουνδούρου στην περιοχή της Ελευσίνας) και την Τροιζήνα.
Ο γιος του Κωνσταντίνος ακολούθησε στρατιωτική καριέρα αλλά τέθηκε σε διαθεσιμότητα για ανάμειξη στην πολιτική. Εγκατέλειψε το στρατό και εξελέγη δήμαρχος Ανδρούσας, πολλές φορές βουλευτής Μεσσήνης, ενώ υπηρέτησε υπουργός Ναυτικών, Στρατιωτικών και Πρόεδρος της Βουλής.
Ο δεύτερος γιος του Σπύρος σπούδασε νομικά στην Αθήνα και τη Γερμανία, εξελέγη βουλευτής Οιτύλου και πολλές φορές βουλευτής Μεσσήνης, ενώ διετέλεσε και υπουργός Ναυτικών.

ΚΟΥΤΗΦΑΡΗ
ΚΟΥΤΗΦΑΡΗΣ
Ονομα γνωστής ιστορικής οικογένειας αφού ο Τζανέτος Κουτήφαρης
ήταν ο πρώτος μπέης της Μάνης 1776-1779.
Ο Παναγιώτης Κουτήφαρης γεννήθηκε στην Αβία και ακολούθησε στρατιωτική καριέρα. Εφθασε στο βαθμό του ταγματάρχη και σκοτώθηκε στον πρώτο βαλκανικό πόλεμο, στην ιστορική μάχη του Μπιζανίου, στις 23 Δεκεμβρίου 1912.
Ο Αντώνης Κουτήφαρης ακολούθησε στρατιωτική καριέρα. Φοίτησε στο Σχολείο Υπαξιωματικών και αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός το 1887. Πολέμησε ως υπολοχαγός διοικητής λόχου και διακρίθηκε στον πόλεμο του 1897.
Το 1902 προήχθη σε λοχαγό. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους
1912-1913 ως ταγματάρχης και διακρίθηκε σε πολλές μάχες εναντίον Τούρκων και Βουλγάρων. Τραυματίσθηκε στις μάχες Μανωλιάσσας και Μπιζανίου. Σκοτώθηκε στην πολύνεκρη μάχη Κιλκίς-Λαχανά στις 19 Ιουνίου 1913.

ΚΟΥΤΣΙΚΑ ΔΗΜΑΡΧΟΥ
ΚΟΥΤΣΙΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
Γιατρός από το Πλατύ, εκλεγμένος τέσσερις φορές δήμαρχος Μεσσήνης. Γεννήθηκε το 1898 και πέθανε το 1989. Πήρε μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία ως υπαξιωματικός. Το 1925 έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του, εγκαταστάθηκε στο Πλατύ όπου και άσκησε το επάγγελμά του μέχρι το 1930. Από τη χρονιά αυτή εγκαταστάθηκε στη Μεσσήνη. Υπηρέτησε ως έφεδρος ανθυπίατρος στον ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-1941.
Η πολιτική του πορεία ήταν πολυκύμαντη. Αμέσως μετά την απελευθέρωση από την Γερμανική κατοχή κατηγορήθηκε για συνεργασία με τους κατακτητές και το Σεπτέμβριο του 1944 πέρασε από ανταρτοδικείο, του οποίου δεν έχει περισωθεί η απόφαση.
Το 1945 ήταν επικεφαλής του «Εθνικού Κόμματος Χιτών» στη Μεσσηνία και ορίστηκε πρόεδρος της Κοινότητας Μεσσήνης στο διάστημα από 15 Αυγούστου 1945 μέχρι τις 9 Απριλίου 1946. Στις 31 Μαρτίου 1946 εξελέγη βουλευτής με το Λαϊκό Κόμμα. Στη συνέχεια προσχώρησε στο Νέο Κόμμα και αργότερα στους Προοδευτικούς του Σπύρου Μαρκεζίνη, των οποίων υπήρξε υποψήφιος στις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις της δεκαετίας του 1950.
Εθεσε για πρώτη φορά υποψηφιότητα στις δημοτικές εκλογές του 1954, κατά τις οποίες έχασε για ελάχιστες ψήφους από τον τότε δήμαρχο Σταύρο Τσούση. Πήρε 919 ψήφους έναντι 929 του αντιπάλου του, με χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στα τμήματα ανδρών είχε πάρει μια ψήφο παραπάνω (712 ψήφους έναντι 711 του Στ. Τσούση).
Ως αντικυβερνητικός υποψήφιος με κυβέρνηση την ΕΡΕ του Κων. Καραμανλή, κέρδισε τις δημοτικές εκλογές του 1959 συγκεντρώνοντας 1.764 ψήφους έναντι 1.278 του Σταύρου Τσούση. Κέρδισε και τις εκλογές του 1964 διευρύνοντας την διαφορά από τον αντίπαλό του καθώς πήρε 2.591 ψήφους έναντι 1.223 ψήφων που πήρε ο Σταύρος Τσούσης.
Το 1967 παύθηκε από τη χούντα και το 1975 έθεσε πάλι υποψηφιότητα
κερδίζοντας τις εκλογές καθώς πήρε 1.967 ψήφους έναντι 776 που πήρε ο Σταύρος Τσούσης και 532 που πήρε ο Νίκος Κανελλόπουλος. Νικητής αναδείχθηκε και στην εκλογική αναμέτρηση του 1978 με την υποστήριξη του ΠΑΣΟΚ και της Αριστεράς συγκεντρώνοντας 1.987 ψήφους έναντι 1.881 ψήφων που συγκέντρωσε ο Παύλος Πτωχός.
Στη διάρκεια της πρώτης περιόδου δημαρχοντίας του κατασκευάστηκε
μεγάλο τμήμα του δικτύου ομβρίων, γεγονός σημαντικό για την πόλη που «πνιγόταν» με τις βροχές λόγω της γεωμορφολογίας του εδάφους. Κατασκευάστηκε νέος υδατόπυργος με τον οποίο ο δήμος εξασφάλισε «ιδιόκτητο» νερό για την πόλη και ανακαινίσθηκε το δίκτυο ύδρευσης. Διανοίχθηκε ο δρόμος προς την Μπούκα, καθώς υπήρχαν κτίσματα κοντά στο σημείο που συνδεόταν με το δρόμο νοτίως του πάρκου. Διανοίχθηκε επίσης μέρος της οδού Σταδίου. Αγοράστηκε ακόμη το οικόπεδο στο οποίο αργότερα κατασκευάστηκε το γήπεδο, κτίσθηκε το νέο κτήριο του γυμνασίου και με την συμβολή ομογενών, ενώ έγιναν διάφορα έργα εξωραϊσμού.
Κατά τη δεύτερη περίοδο της δημαρχοντίας του (μετά τη χούντα) ξεκίνησε η κατασκευή της τσιμεντόστρωσης του Ρύακα, αγωγών ομβρίων σε Οθωνος και Κολοκοκτρώνη και άλλων έργων οδοποιίας και αποχέτευσης. Στη διάρκεια της θητείας του, παραχωρήθηκε το αγρόκτημα του ΑΣΟ στο δήμο, μέρος του οποίου δόθηκε για να κατασκευαστεί το Φιλοσοφικό Κέντρο.
Πέθανε και ετάφη στη Μεσσήνη το 1989.

ΚΟΥΤΣΙΚΑ ΦΟΙΒΟΥ
ΚΟΥΤΣΙΚΑΣ ΦΟΙΒΟΣ
Γιος του Δημάρχου Δημ. Κούτσικα, γεννήθηκε στη Μεσσήνη το 1933 και πέθανε το 1994. Τελείωσε το σχολείο στην Αναργύρειο Κοργιαλένειο Σχολή Σπετσών, σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Δυτικού Βερολίνου. Εμφανίστηκε στην πολιτική για πρώτη φορά το 1961, όταν έθεσε υποψηφιότητα με το κόμμα των «Προοδευτικών» στη Μεσσηνία. Στη συνέχεια προσχώρησε
στην Ενωση Κέντρου και ήταν υποψήφιος Μεσσηνίας στις εκλογικές αναμετρήσεις του 1963 και του 1964.
Αντιτάχθηκε εξ αρχής στη χούντα των συνταγματαρχών και ανέπτυξε
πλούσια αντιδικτατορική στάση. Μετά την έκρηξη βόμβας έξω από το γραφείο του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου το Νοέμβριο του 1970, συνελήφθη μαζί με τους Χρ. Σαρτζετάκη (μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας), Ευάγγ. Γιαννόπουλο και Αγ. Κουτσόγιωργα (μετέπειτα υπουργοί), Δ. Μαρωνίτη και άλλους παράγοντες του κεντρώου χώρου, σε μια προσπάθεια της χούντας να εξαρθρώσει το ΠΑΚ.
Προκάλεσε τη δίκη των χουντικών στη μεταπολίτευση, καταθέτοντας μήνυση μαζί με τους γνωστούς δικηγόρους Αλ. Λυκουρέζο, Ευάγγ. Γιαννόπουλο, Γ. Κασιμάτη και Κ. Αναγνωστάκη. Υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και υπέγραφε τη διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη. Υποψήφιος σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις με το ΠΑΣΟΚ, εξελέγη βουλευτής το 1981 και το 1985.

Από το βιβλίο του Ηλία Μπιτσάνη
«Το Νησί (Μεσσήνη)
στο χώρο και το χρόνο»

Η συνέχεια το επόμενο Σάββατο