Είναι και τα δύο, λέει στην “Ε” ο Ούγκο Ορλάντι (Ugo Orlandi), μια από τις σημαντικότερες μορφές στο χώρο της μουσικής του μαντολίνου παγκοσμίως, ο οποίος βρέθηκε στην Καλαμάτα 22 με 28 Αυγούστου, τόσο ως καθηγητής στο 2ο θερινό σεμινάριο κλασικού μαντολίνου που οργάνωσε στο Δημοτικό Ωδείο η Αθηναϊκή Μαντολινάτα “Νικόλαος Λάβδας”, όσο και ως σολίστ στη συναυλία της εν λόγω ορχήστρας στο Κάστρο της μεσσηνιακής πρωτεύουσας.
Μαζί του, ο μουσικός Γιώργος Γουμενάκης, ιδρυτής της Αθηναϊκής Μαντολινάτας “Νικόλαος Λάβδας”, ο οποίος μίλησε στην “Ε” για την ορχήστρα, αλλά και για το σεμινάριο.
ΟΥΓΚΟ ΟΡΛΑΝΤΙ
Κύριε Ορλάντι, γιατί επιλέξατε το μαντολίνο κι όχι ένα πιο... “μέινστριμ” μουσικό όργανο;
“Στην πραγματικότητα δεν διάλεξα εγώ το μαντολίνο. Απλώς έτυχε να είναι το μοναδικό διαθέσιμο μουσικό όργανο σε ένα μουσικό σχολείο για παιδιά. Γι’ αυτό αργότερα, όταν πήγα στο Ωδείο, σπούδασα τρομπέτα”.
Παρ’ όλ’ αυτά, ωστόσο, αγαπήσατε το μαντολίνο, ένα όργανο που το αναδείξατε και σας ανέδειξε ταυτόχρονα...
“Σίγουρα συνέβη όπως λέτε. Οταν γράφτηκα στο Ωδείο σπούδασα τρομπέτα, επειδή δεν υπήρχε τάξη μαντολίνου -η πρώτη τέτοια τάξη δημιουργήθηκε στο Ωδείο της Πάδοβας το 1974 και φυσικά γράφτηκα και σε αυτή την τάξη. Κι αφού πήρα το δίπλωμά μου στην τρομπέτα, άκουσα ένα cd με ένα κοντσέρτο του Βιβάλντι από έναν Γιαπωνέζο μαντολινίστα και σκέφτηκα πως δεν είναι δυνατόν, ένα όργανο όπως αυτό, που ανήκει στην ιταλική παράδοση, να γράφεται η ιστορία του από έναν Ιάπωνα.
Δυστυχώς, όμως, αυτό εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα, κατά κάποιον τρόπο στην Ιταλία, ενώ το ίδιο μπορώ να πω ότι ισχύει και για την Ελλάδα -γιατί είναι πραγματικά παράξενο πώς δεν υπάρχει ακόμα μια αναγνωρισμένη τάξη μαντολίνου σε κρατικό Ωδείο, στη χώρα σας. Αντίθετα, σε όλα τα κρατικά λύκεια και τα πανεπιστήμια της Ιαπωνίας, υπάρχει από μια τάξη για μαντολίνο όπου διδάσκεται αυτό το όργανο”.
Πώς αποφασίσατε να έλθετε στην Ελλάδα, ως καθηγητής σε αυτό το σεμινάριο, αλλά και ως σολίστ στη συναυλία στο Κάστρο της Καλαμάτας;
“Το... φταίξιμο είναι το Γιώργου Γουμενάκη, που τον είχα μαθητή στην Ιταλία. Σοβαρά τώρα, όμως, ήρθα γιατί η φιλοσοφία μου ως δάσκαλος δεν είναι να διαφημίσω τη σχολή μου -ιδίως όταν σκέπτομαι ότι επί 25 χρόνια ήμουν ο μοναδικός καθηγητής στη χώρα μου σε αναγνωρισμένη από το ιταλικό κράτος σχολή μαντολίνου. Η πρόθεσή μου, για όλους τους ξένους μαθητές που είχα, ήταν να μάθουν καλύτερα το όργανο αφ’ ενός για να μπορέσουν να εκφράσουν το μουσικό τους αίσθημα, αλλά κυρίως για να δουλέψουν ώστε να διατηρήσουν και να επαναφέρουν την παράδοση που υπήρχε στην πατρίδα του καθενός”.
Για ποιες χώρες μιλάμε, υπάρχουν κάποιες χώρες που έχουν μια ξεχωριστή παράδοση στο μαντολίνο;
“Είναι η Ιαπωνία, η Κορέα, η Ελλάδα, το Ισραήλ, η Γαλλία, η Βρετανία, η Γερμανία, η Βραζιλία, η Κροατία... Στην Ιταλία το μαντολίνο εντοπίζεται σε συγκεκριμένες περιοχές. Βλέπετε, οι Ιταλοί -όπως και οι Ελληνες- έμειναν στάσιμοι από την εποχή... του Μεσαίωνα. Η πολιτιστική κουλτούρα υπάρχει αλλά είναι ιδιαίτερη σε κάθε περιοχή της Ιταλίας, είναι τοπικού χαρακτήρα δηλαδή, όχι εθνική. Ενδεικτικά να αναφέρω ότι όλοι θεωρούν πως το μαντολίνο προέρχεται από τη Νάπολη, όμως στην πραγματικότητα, υπήρχαν πολύ νωρίτερα στον βορρά της Ιταλίας πολύ περισσότερες ορχήστρες με μαντολίνο απ’ όσες στο νότο.
Αντίστοιχα, στην Ελλάδα, θα σκεφτόταν κάποιος το ίδιο και για τα Επτάνησα, ότι έχουν την περισσότερη επιρροή λόγω των Ενετών, όμως και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις υπήρξε εξ ίσου ισχυρή παράδοση σε σχέση με το μαντολίνο”.
Είναι το μαντολίνο ένα σύγχρονο όργανο ή αποτελεί κομμάτι μιας παράδοσης -που πρέπει φυσικά να διατηρηθεί- και πλέον δεν γράφονται έργα γι’ αυτό;
“Σίγουρα είναι ένα όργανο σύγχρονο, σημερινό, και υπάρχουν πολλοί σύγχρονοι συνθέτες που γράφουν ενδιαφέροντα πράγματα γι’ αυτό. Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που θα έπρεπε και στην Ελλάδα να δημιουργηθεί μια αναγνωρισμένη από την πολιτεία τάξη για το όργανο αυτό, ώστε να σπουδάσουν το κλασικό μαντολίνο αυτοί που ενδιαφέρονται.
Για παράδειγμα, στην Ελλάδα έχετε τον συνθέτη Βίκτωρα Κιουλαφίδη, έναν από τους πιο ενδιαφέροντες Ελληνες συνθέτες που γράφει σήμερα, τόσο για ορχήστρα - μαντολινάτα όσο και για μικρότερα μουσικά σύνολα. Και παρ’ όλο που τα έργα του παίζονται σε όλη την Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο, στην Ελλάδα λείπει -όσον αφορά το μαντολίνο πάντα- αυτή η κλασική οπτική της ορχήστρας και του οργάνου και γι’ αυτό τον λόγο κάπου τα έργα του καταδικάζονται σε σχετική αφάνεια.
Φυσικά, η αναφορά μου αυτή δεν σημαίνει κατά κανέναν τρόπο ότι πρέπει να διαγράψουμε την παράδοση στη λαϊκή μουσική της μαντολινάτας. Ισα – ίσα, το αντίθετο. Για παράδειγμα, κανείς δεν απαγορεύει σε ένα σπουδαστή σαξοφώνου σήμερα σε ένα Ωδείο να παίξει είτε τζαζ, είτε κλασική μουσική -αυτός θα διαλέξει με ποιο είδος θα ασχοληθεί περισσότερο.
Σήμερα, ενώ υπάρχουν δάσκαλοι μαντολίνου σε ιδιωτικά ωδεία, δύσκολα βρίσκουμε κάποιον που θα διδάξει την κλασική πλευρά αυτού του οργάνου. Οι περισσότεροι θα προσανατολιστούν στην λαϊκή πλευρά του και μόνο. Κι όμως, ο Μπετόβεν, λόγου χάριν, έχει γράψει έργα για μαντολίνο.
Θεωρώ ότι, όσον αφορά την κλασική σπουδή, θα ήταν καλύτερα να σπουδάζει κάποιος σήμερα κλασικό μαντολίνο στα Ωδεία, έτσι ώστε με την κουλτούρα και τις σπουδές που θα είχε να μπορεί να προσανατολίζεται και σε όλα τα όργανα της λαϊκής παράδοσης που έχουν πένα, όπως το μπουζούκι για παράδειγμα ή άλλα εθνικά όργανα άλλων χωρών -όπως η μπαλαλάικα στη Ρωσία ας πούμε”.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΟΥΜΕΝΑΚΗΣ
Κύριε Γουμενάκη, πότε δημιουργήθηκε η Αθηναϊκή Μαντολινάτα “Νίκος Λάβδας”;
“Αφορμή δόθηκε από το πρώτο σεμινάριο που κάναμε στην Αθήνα το 2011, στο οποίο μαζεύτηκε μια μικρή ομάδα ανθρώπων που ήδη παίζαμε μαζί, αλλά στο σεμινάριο βρεθήκαμε περισσότεροι, φθάνοντας περίπου τα 18 άτομα. Βεβαίως, η ιστορική Αθηναϊκή Μαντολινάτα ιδρύθηκε από τον Νίκο Λάβδα στις αρχές του 20ού αιώνα και παρέμεινε μέχρι τον πόλεμο του 1940 περίπου. Γνωρίζοντας εμείς την ιστορία της, το ρεπερτόριό της -καθώς είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε και έναν εγγονό του ιδρυτή της- αποφασίσαμε λοιπόν να αναγεννήσουμε αυτή την ορχήστρα.
Η βάση μας είναι η Αθήνα, κέντρο ήταν ο Φιλολογικός Σύλλογος “Παρνασσός” από όπου ξεκινήσαμε -μας έδινε τον χώρο για τις πρόβες μας- και εδώ και 5 χρόνια κάνουμε πια συναυλίες σε διάφορα μέρη.
Το 2013, με τη συνεργασία της Orchestra di mandolini e chitarre “Citta di Brescia” κάναμε μια περιοδεία, παίξαμε στο Γρυπάρειο Πολιτιστικό Κέντρο της Μυκόνου, στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά και στο Φιλολογικό Σύλλογο “Παρνασσός”, ενώ υπό τη διεύθυνση του Claudio Mandonico, οι δυο ορχήστρες ηχογραφήσαμε ένα διπλό cd με τίτλο “Ελληνική Ραψωδία”, ως ένα αφιέρωμα - φόρο τιμής στην “Αθηναϊκή Μανδολινάτα” και το μαέστρο της Ν. Λάβδα, περιλαμβάνοντας επιλεγμένα έργα Ελλήνων και ξένων συνθετών εμπνευσμένα από ελληνικά θέματα. Το ένα είναι ο Επιτάφιος του Σείκιλου, ένα από τα αρχαιότερα μουσικά θέματα στην ιστορία, καθώς και μία θαλασσινή σουίτα που αναφέρεται στις θεότητες της θάλασσας”.
Από τι αποτελείται μια μαντολινάτα;
“Η οικογένεια του μαντολίνου έχει μαντολίνο, μαντόλα, μαντολοντσέλο και μαντολόνε. Η μαντολινάτα απαρτίζεται από όλα αυτά τα όργανα, μαζί με τις κιθάρες”.
Ποιος είναι ο σκοπός των σεμιναρίων, σε ποιο πλαίσιο βασίζονται;
“Τα θερινά σεμινάρια γίνονται φέτος για πέμπτη συνεχή χρονιά. Τα τρία πρώτα χρόνια έγιναν στην Αθήνα, πέρυσι στη Σύρο και φέτος στην Καλαμάτα. Ο σκοπός είναι να γνωρίσουμε καλύτερα το ρεπερτόριο αυτής της ορχήστρας, της μαντολινάτας -ή αλλιώς ορχήστρας νηκτών εγχόρδων-, στα κλασικά πλαίσια, γιατί υπάρχει μια πολύ ισχυρή παράδοση του μαντολίνου και στα Ιόνια νησιά και στις Κυκλάδες και στη Μικρά Ασία -παλιότερα βέβαια- και στην Κρήτη. Κι ενώ υπάρχει στην Ελλάδα μεγάλος -θα έλεγα- αριθμός ανθρώπων που ασχολείται με το μαντολίνο ως παραδοσιακό όργανο, λίγοι γνωρίζουν την κλασική του ιστορία και διάσταση.
Ο καταλληλότερος για να πετύχουμε κάτι τέτοιο, νομίζω ότι είναι ο δάσκαλος που είχα κι εγώ στην Ιταλία, όπου σπούδασα”.
Το σεμινάριο απευθύνεται στο ευρύ κοινό, σε επαγγελματίες μουσικούς ή αποκλειστικά σε γνώστες του οργάνου;
“Απευθύνεται σε όλους οι οποίοι έχουν έστω και μια μέτρια -αν θέλετε- επαφή με το συγκεκριμένο όργανο και βεβαίως σε αυτούς που έχουν μια καλή δυνατότητα ανάγνωσης παρτιτούρας. Βέβαια, θα μπορούσε να επωφεληθεί και κάποιος αρχάριος, καθώς το πρωί γίνονται ατομικά μαθήματα, ενώ τα απογεύματα γίνονται οι πρόβες της ορχήστρας μας. Κι αυτό για να προσαρμοστούν οι επιμορφούμενοι, ανάλογα με το βαθμό και το επίπεδο της γνώσης του ο καθένας”.