Σάββατο, 23 Ιουλίου 2016 11:06

Φεστιβάλ Βιντεοτέχνης Μηδέν: Ευέλικτη μορφή και μεγαλύτερη διεθνοποίηση οι στόχοι του μέλλοντος 

Φεστιβάλ Βιντεοτέχνης Μηδέν: Ευέλικτη μορφή και μεγαλύτερη διεθνοποίηση οι στόχοι του μέλλοντος 

 

Εναν ακόμη πιο διεθνή χαρακτήρα, καθώς και μια πιο ευέλικτη μορφή έχει σκοπό να αποκτήσει στο μέλλον το Φεστιβάλ Βιντεοτέχνης Μηδέν, το οποίο "γεννήθηκε" στην Καλαμάτα και πλέον την κάνει πιο γνωστή και για αυτό της το χαρακτηριστικό. Το φετινό Μηδέν ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες και περισσότερα για αυτό εξήγησαν στην "Ε" οι εικαστικοί Μαργαρίτα Σταυράκη και Γιούλα Παπαδοπούλου.

Πού φτάνουν τα όρια αυτής της τέχνης; Ποιες οι δυνατότητές της και πόσο εξοικειωμένος είναι ο θεατής με αυτήν; Σε αυτά και ακόμη περισσότερα απαντούν οι ίδιες, για αυτό το κομμάτι της τέχνης που για πολλούς παραμένει ανεξερεύνητο. 

- Τι οδήγησε στην αλλαγή της μορφής του Φεστιβάλ; 

Μαργαρίτα Σταυράκη: "Τα δέκα συναπτά έτη φεστιβαλικής παρουσίας στην πόλη της Καλαμάτας είναι αρκετά για να καλύψουν έναν πρώτο κύκλο στόχων του Μηδέν. Πιστεύουμε ότι αυτός ο φεστιβαλικός κύκλος δημιούργησε ένα ικανό κοινό (και σε αριθμούς και σε ποιότητα πρόσληψης της βίντεο-τέχνης), έκανε τη βιντεοτέχνη αναγνωρίσιμη σε ένα μεγάλο φάσμα του τοπικού κοινού, δημιούργησε δίκτυα και συνεργασίες με πολλά φεστιβάλ και οργανισμούς της χώρας και του εξωτερικού, οπότε βοήθησε τη διάδοση και σε ένα ευρύτερο κοινό, ενώ ταυτόχρονα μας έδωσε την δυνατότητα να δημιουργήσουμε ένα μεγάλο αρχείο με βίντεο ανερχόμενων και αναγνωρισμένων καλλιτεχνών από όλο τον κόσμο. Οταν λοιπόν το κοινό σου έχει σχήμα, ενώ παράλληλα ωριμάζει και διευρύνεται, όταν τα έργα που έχεις στα χέρια σου βελτιώνονται συνεχώς και η ποιότητα των ενοτήτων που δημιουργείς είναι και υψηλή και εξειδικευμένη (θεματικά, στιλιστικά κ.α.), όταν με τα δίκτυα που συνεργάζεσαι είναι ήδη αξιολογημένα τα ποιοτικά σου χαρακτηριστικά, νιώθεις την ανάγκη να πας παραπέρα. Και το παραπέρα, σημαίνει πολλά, αλλά κυρίως σημαίνει να βρεις τρόπους να γίνεις πιο ουσιαστικός". 

Γιούλα Παπαδοπούλου: "Γενικά νιώσαμε πως υπήρχε η ανάγκη να αντικαταστήσουμε το τριήμερο φεστιβάλ (το οποίο παρουσίαζε πάρα πολύ υλικό, αλλά με έναν όγκο έργων και παράλληλων προβολών που ήταν αδύνατο να παρακολουθήσει στο σύνολο τους ένας θεατής) με ένα πιο ευέλικτο πρόγραμμα προβολών που θα «απλώνεται» μέσα στη χρονιά έτσι ώστε οι θεατές να έχουν περισσότερο χρόνο να απορροφήσουν και να αξιολογήσουν την πληροφορία. Υπάρχουν πάντως και πρακτικοί λόγοι που οδήγησαν σε κάποιες αλλαγές στρατηγικής στο σχεδιασμό των εκδηλώσεων. Οπως για παράδειγμα η δυσκολία χρηματοδότησης και χορηγιών μέσα στην κρίση. Ο Δήμος Καλαμάτας έχει βοηθήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια σε αυτό το πεδίο, χωρίς όμως να καλύπτει όλα τα έξοδα, ενώ η έλλειψη έγκαιρου (και στην ιδανική περίπτωση μακροχρόνιου) προγραμματισμού δημιουργεί μέχρι την τελευταία στιγμή ασάφεια και ανασφάλεια. Πολλά «μικρότερα» events μέσα στο χρόνο είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμα και μπορούν να πραγματοποιηθούν με μικρότερο κόστος παραγωγής. Ταυτόχρονα, αυξάνουμε τις συνεργασίες σε άλλες πόλεις, αλλά και στο εξωτερικό, όπου οι φορείς που μας φιλοξενούν αναλαμβάνουν εξολοκλήρου την παραγωγή και το στήσιμο, ενώ εμείς αναλαμβάνουμε το κομμάτι της επιμέλειας, που είναι εξάλλου το πιο δημιουργικό και ενδιαφέρον για εμάς".

- Σε ποιο επίπεδο βρίσκεται η βιντεοτέχνη στην Ελλάδα, σε σχέση με άλλες χώρες; 

Γ.Π.: "Υπάρχει αρκετά μεγάλη ανταπόκριση στις προσκλήσεις του Μηδέν κάθε χρόνο από Ελληνες καλλιτέχνες και κυρίως νεότερους ή ακόμη και φοιτητές Σχολών Καλών Τεχνών. Δυστυχώς όμως στην Ελλάδα δεν έχουμε πολλούς καλλιτέχνες που να ασχολούνται αποκλειστικά και με συνέπεια με τη βιντεοτέχνη (με τη λέξη συνέπεια εννοούμε να παράγουν συστηματικά έργα βιντεοτέχνης, έτσι ώστε να υπάρχει μια πορεία και μια συνέχεια). Η πλειοψηφία των Ελλήνων καλλιτεχνών πειραματίζονται σποραδικά με το μέσο. Πιστεύω ότι αυτό έχει να κάνει κατά πολύ και με την έλλειψη θεσμών, φορέων ή ιδρυμάτων που να εξειδικεύονται στη βιντεοτέχνη και κυρίως, να χρηματοδοτούν την παραγωγή της. Αντίθετα, βλέπουμε ότι σε πολλές χώρες της Ευρώπης, υπάρχει πιο συστηματική θεσμική υποστήριξη μέσα από υποτροφίες και βραβεία για καλλιτέχνες του βίντεο και των Νέων Μέσων, καθώς και χρηματοδοτήσεις ή παραγγελίες (commissions) από Μουσεία και άλλα ιδρύματα".  

Μ.Σ.: "Αν κάτι θα έπρεπε να προστεθεί εδώ είναι ένα νέο κύμα Ελλήνων δημιουργών που ζουν και εργάζονται έξω από τα σύνορα της Ελλάδας, απολαμβάνουν τα μέσα των χωρών που κατοικούν, αλλά δημιουργούν με το ελληνικό ταμπεραμέντο τα δικά τους έργα. Στις φετινές προβολές αυτό ήταν πιο έντονο παρά ποτέ, Ελληνες δημιουργοί με βάση δημιουργίας ένα ευρύ φάσμα χωρών, όπως η Νορβηγία, η Ιταλία, η Μ. Βρετανία, η Λιθουανία και η Ουρουγουάη".

- Με ποιον τρόπο το Φεστιβάλ καταφέρνει να ενώσει καλλιτέχνες από διαφορετικές πολιτισμικές κουλτούρες και προσεγγίσεις; 

Μ.Σ.: "Το Μηδέν είναι ανοιχτό σε όλες τις πολιτισμικές κουλτούρες και προσεγγίσεις, όσο και αυτές είναι ανοιχτές στο μοίρασμα και την επικοινωνία... Το Μηδέν δεν νιώθει να έχει κάποια ιδιαίτερη πολιτιστική ταυτότητα, ούτε κάποιο τοπικό χρώμα που μπορεί να έρθει σε ρήξη με το διαφορετικό. Τελικά αυτό κάνει η τέχνη και αυτό αρέσει και σε μας να κάνουμε, να απολαμβάνουμε το διαφορετικό και να ερχόμαστε σε επαφή μαζί του, προκειμένου να διευρύνουμε τους ορίζοντες μας και του κοινού μας. Αν κάτι λατρεύουμε είναι οι ανοιχτές κοινωνίες, γεμάτες διαφορετικά χρώματα και αρώματα".

Γ.Π.: "Επίσης, έχει πολύ ενδιαφέρον να βλέπει κανείς κάθε χρόνο μέσα από τις συμμετοχές των καλλιτεχνών (τα έργα που μας στέλνουν δηλαδή) να διαμορφώνονται παγκόσμιοι «κοινοί τόποι». Οσο και αν προέρχονται από διαφορετικές χώρες και κουλτούρες, οι καλλιτέχνες αποδεικνύουν πως κάποια ζητήματα (υπαρξιακά, κοινωνικά, πολιτικά, αισθητικά) μας ενώνουν και αφορούν εξίσου τους ανθρώπους από κάθε γωνιά του πλανήτη. Ακόμα κι αν έχουν «πινελιές» εθνικής ταυτότητας ή τοπικές αναφορές, η βάση αυτών των προβληματισμών είναι τελικά βαθιά ανθρωπιστική, γι’ αυτό και οι αναφορές αυτές μπορούν να αγγίξουν οποιοδήποτε κοινό. Ακόμη και τα πιο αφηρημένα ή μινιμαλιστικά έργα έχουν μια ποιητικότητα και θέτουν αισθητικούς προβληματισμούς που είναι παγκόσμιοι".

- Πολύ έντονο ήταν φέτος στο Φεστιβάλ το κομμάτι των εννοιών της μετανάστευσης. Πώς προσέγγισε η βιντεοτέχνη το ζήτημα αυτό; 

Γ.Π.: "Ο κάθε καλλιτέχνης αντιμετώπισε το ζήτημα με διαφορετικό τρόπο από άποψη αφήγησης και αισθητικής ή φόρμας, αλλά το κοινό στοιχείο όλων των έργων ήταν η ευαισθησία και η ταύτιση με το δράμα των προσφύγων και του κάθε εκτοπισμένου ανθρώπου. Η αντίστοιχη ενότητα που επιμελήθηκε η Μάρθα Ζούπα έχει τον τίτλο “Home sweet home?” με ερωτηματικό. Το ίδιο το ερώτημα σε βάζει να αναλογιστείς πώς θα ένιωθες αν ήσουν αναγκασμένος να εγκαταλείψεις το δικό σου σπίτι, και πόσο μπορείς να οικοδομήσεις (κυριολεκτικά και μεταφορικά) ένα νέο σπίτι αλλού. Οπως θέτει το ερώτημα και η Μάρθα στο κείμενό της «Είναι το "σπίτι" ένας τόπος ευχάριστων αναμνήσεων ή ένας τόπος γεμάτος πληγές;»". 

- Τι να περιμένουν οι θεατές από το Φεστιβάλ, το επόμενο διάστημα;

Μ.Σ.: "Να περιμένουν καινούργιες παρουσιάσεις, με νέα βίντεο στα πλαίσια εκθέσεων, παραστάσεων και φεστιβάλ με τους συνεργαζόμενους φορείς που ήδη έχουμε ανακοινώσει, αλλά και με άλλους που βρισκόμαστε σε πρώιμα στάδια σχεδιασμού. Να περιμένουν, διαφορετικούς τρόπους έκθεσης της βίντεο-τέχνης (είμαστε σε σκέψεις…) σε μη συμβατικούς χώρους. Επιπλέον, σχεδιάζουμε να κάνουμε παρουσιάσεις μικρής διάρκειας με συζήτηση μετά, καλώντας καλλιτέχνες και επιμελητές, αλλά και το ίδιο το κοινό. Και τέλος, θα μας ενδιέφερε πολύ να θέσουμε το έργο μας προς μελέτη και να το καλύψουμε θεωρητικά, διαδίδοντας παράλληλα με το έργο και υποστηρικτικά κείμενα". 

Γ.Π.: "Στα πιο άμεσα σχέδια μας είναι η παρουσίαση δυο νέων ενοτήτων βιντεοτέχνης στο Φεστιβάλ Δρόμου Καλαμάτας, στα τέλη Ιουλίου. Τον Αύγουστο, το Μηδέν θα ταξιδέψει στην Τήνο. Το φθινόπωρο θα ταξιδέψει στη Θεσσαλονίκη, σε μια από τις πιο γνωστές και ενδιαφέρουσες εικαστικές διοργανώσεις της χώρας, το Action Field Kodra και λίγο αργότερα σε ένα ενδιαφέρον νέο φεστιβάλ performance στην Ιταλία. Πολλές ακόμα συνεργασίες έχουν συμφωνηθεί ή βρίσκονται στα σκαριά, τις οποίες θα ανακοινώνουμε αναλυτικά σταδιακά. Τέλος, μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα φέτος να αναπτύξουμε ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που θα απευθύνεται σε παιδιά και εφήβους, με ειδικές ενότητες προβολών και ίσως εργαστήρια".

Συνεργαζόμενοι φορείς ήταν: η Νέα Κινηματογραφική Λέσχη, Καλλιτεχνικό Στέκι, Κέντρο Νέων, Δημοτική Πινακοθήκη, "Φάρις", "Baba Yaga".