Κυριακή, 25 Ιουνίου 2017 08:40

Ο γλύπτης Νίκος Ι. Γεωργίου στην "Ε": «Ο ελεύθερος άνθρωπος είναι αισιόδοξος, δημιουργικός και σέβεται τον συνάνθρωπο»

Ο γλύπτης Νίκος Ι. Γεωργίου στην "Ε": «Ο ελεύθερος άνθρωπος είναι αισιόδοξος, δημιουργικός και σέβεται τον συνάνθρωπο»

 

Ο Νίκος Ι. Γεωργίου ακολουθεί μέχρι σήμερα τον όχι και τόσο πολυσύχναστο δρόμο της παραδοσιακής γλυπτικής. Δημιουργεί κλασικά αγάλματα, ηρώα, ανάγλυφα, συνθέσεις, κρήνες, προτομές, εκκλησιαστικά και ταφικά μνημεία, από μάρμαρο, μπρούντζο και διάφορα άλλα υλικά, με τα οποία πειραματίζεται επιδιώκοντας μια πληρέστερη έκφραση.

Στη Μεσσηνία έχει φιλοτεχνήσει αρκετά έργα, όπως το Ηρώο Πεσόντων Μεθωναίων με το όνομα του υποσμηναγού Κ.Ν. Ψιλόλιγνου, αλλά και προτομές μητροπολιτών στην πλατεία της Υπαπαντής. Τα δύο μεγάλα έργα του που τοποθετήθηκαν τα τελευταία χρόνια σε κεντρικά σημεία της Καλαμάτας συζητήθηκαν αρκετά... προσφέροντας μια ακόμα αφορμή για να τον γνωρίσουμε καλύτερα. 

 

- Η Καλαμάτα διαθέτει πλέον και δύο μεγάλα έργα σας: «H Ελλάδα και ο Αγωνιστής» αποκαλύφθηκε πρόσφατα, ενώ η «Ελευθερία» το 2013. Ποιο είναι για εσάς το σύγχρονο πρόσωπο της Ελευθερίας, της Ελλάδας, αλλά και του Αγωνιστή; Τι σημαίνουν αυτές οι λέξεις σήμερα; 

«Ελευθερία - υπέρτατο αγαθό στη ζωή του ανθρώπου. Ο ελεύθερος άνθρωπος είναι αισιόδοξος, είναι δημιουργικός, σέβεται τον συνάνθρωπό του και αγωνίζεται για το δικαίωμα κάθε ανθρώπου στη γνώση, στην πλουραλιστική πληροφόρηση και στη δυνατότητα να εκφραστεί απρόσκοπτα, μέσω του πηγαίου δημιουργικού του ενστίκτου.

Ελλάδα - ο τόπος που κατ' εξοχήν καλλιέργησε την αρχέγονη τάση του ανθρώπου στην εξερεύνηση της ουσίας της ύπαρξής του και τις σχέσεις του με το χώρο και το χρόνο που τον περιβάλλει. Η Ελλάδα τού σήμερα βρίσκεται σε μία χαώδη αναζήτηση επαναπροσδιορισμού του στίγματός της στη σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα. Πιστεύω ότι η διαλεκτική σχέση της διεθνούς πρωτοπορίας με τις διαχρονικές φιλοσοφικές και καλλιτεχνικές αξίες που γέννησε ο ελληνικός πολιτισμός είναι ένας δρόμος γόνιμος για την επανατοποθέτηση, τον επαναπροσδιορισμό και τελικά την αυτοσυνειδησία που αξίζει ο σημερινός Ελληνας.

Οσο για τον σύγχρονο αγωνιστή, είναι ο άνθρωπος που σε αντιδιαστολή με τη ζοφερή πραγματικότητα που βιώνει, κατακλύζεται από την επιθυμία να αναζητεί αξίες διαχρονικές και ανθρώπινες, γεγονός που του δίνει δύναμη, αισιοδοξία, ελπίδα. Παίρνει τη ζωή του στα χέρια του. Δεν την αφήνει ακαλλιέργητο και άγονο χωράφι, τη στιγμή που έχει τη δυνατότητα να του δώσει υπέροχους καρπούς». 

- Διαβάζουμε ότι εμπνέεστε από τις αξίες του ελληνισμού, της παράδοσης και της ορθοδοξίας: έννοιες ευάλωτες στην πατριδοκαπηλία και τον εθνικολαϊκισμό. Πώς προστατεύεστε;

«Προσπαθώ να είμαι αληθινός. Αλλωστε, αν δεις την ουσία όλων αυτών των αξιών, στη βάση τους εμπεριέχουν την ανεκτικότητα και τη ροπή στην ελεύθερη σκέψη και αναζήτηση».

- Υπηρετείτε με μεράκι την παραδοσιακή γλυπτική. Είναι μια τέχνη που χάνεται ή μια τέχνη που επιμένει; 

«Η παραδοσιακή γλυπτική για μένα δεν είναι μια τέχνη που χάνεται. Ούτε είναι μια τέχνη που επιμένει. Και ο λόγος είναι απλούστατος. Είναι μια τέχνη που συνδιαλέγεται με το σήμερα. Με το εκάστοτε σήμερα. Με βάση αξίες και κώδικες οι οποίοι έχουν ζυμωθεί σε μία αργή και επίμονη διαδικασία στο πέρασμα του χρόνου. Μεταλλάσσεται και εμπλουτίζεται από τις εμπειρίες και τους τρόπους της εποχής την οποία ο δημιουργός ζει και βιώνει. Είναι μια τέχνη που εξελίσσεται, σε μία συνεχή σχέση με την κοινωνία, από την οποία και για την οποία δημιουργείται».

- Ποια είναι η σχέση σας με τη Μεσσηνία;

«Εχω μια σχέση αγάπης με τον τόπο σας. Είμαι λάτρης της περιοχής και την επισκέπτομαι εδώ και χρόνια».

- Ανάμεσα στους δασκάλους σας ήταν και ο πατέρας σας. Ποιες είναι οι πρώτες σας μνήμες από το εργαστήριό του, τις σμίλες και τις πέτρες;

«Από μικρό παιδί παρακολουθούσα τη δημιουργική διαδικασία της επεξεργασίας της ύλης και τη μεταμόρφωσή της από άμορφη μάζα σε ζωντανό έργο. Οι πρώτες μου μνήμες είναι γεμάτες απορία, πώς είναι δυνατή μια τέτοια μεταμόρφωση. Παιχνίδια μου ήταν οι σμίλες, τα καλέμια, οι μαντρακάδες, τα κουμπάσα και οι διαβήτες. Σταδιακά έγινα μέρος αυτής της διαδικασίας και άρχισα κι εγώ να μεταμορφώνομαι από άμορφη μάζα σε δημιουργό».

- Εκτός από το μάρμαρο εργάζεστε επίσης με τον μπρούντζο και άλλα υλικά. Ποιες διαφορετικές καλλιτεχνικές ανάγκες σας καλύπτουν; 

«Τα χαρακτηριστικά και οι δυνατότητες του κάθε υλικού με οδηγούν, ανάλογα με το τι θέλω να εκφράσω μέσω του έργου μου, στην επιλογή του κατάλληλου υλικού. Το μάρμαρο αποδίδει με διαφορετικό τρόπο τη φόρμα, την υφή και τη ματιέρα, από το χαλκό, το ξύλο και οποιοδήποτε άλλο υλικό». 

- Τι συναισθήματα εναλλάσσονται μέσα σας καθώς δουλεύετε ένα έργο, από το στάδιο του άμορφου υλικού ως τη φροντίδα της τελευταίας λεπτομέρειας πριν από την παράδοσή του; 

«Το πρώτο που αισθάνομαι είναι ενθουσιασμός, αλλά και αγωνία μέχρι να βρω την κατάλληλη μορφή που θα εκφράσει αυτό που νιώθω.  Ξέρετε ότι στη γλυπτική το χαρακτηριστικό είναι η πάλη με δύσκολα, σκληρά, βαριά υλικά. Κατά τη διαδικασία λοιπόν της επεξεργασίας του έργου, το υλικό γίνεται συνεργάτης μου, φίλος μου, και ίσως κάποιες φορές εχθρός μου, μέχρι τη στιγμή που θα συμφιλιωθούμε φτάνοντας μέσα από επίπονες διαδικασίες στην ολοκλήρωση. 

Φροντίδα, επιμέλεια, αφοσίωση και τελικά αγάπη, ίσως είναι οι λέξεις που χαρακτηρίζουν τη σχέση μου με τη διαδικασία δημιουργίας του κάθε έργου μου». 

- Ποια είναι τα χαρακτηριστικότερα γνωρίσματα των έργων σας – ή, έστω, ποια επιθυμείτε να είναι τα πιο αναγνωρίσιμα στοιχεία της τεχνοτροπίας σας;

«Ενδιαφέρομαι πολύ για την εσωτερική δομή του έργου, την οποία μελετώ διεξοδικά δίνοντας έμφαση στη σύνθεση, στην ισορροπία των όγκων και των αναλογιών - ώστε να αποδώσω την κίνηση που εκφράζει ενέργεια και τελικά ζωή, δοσμένη μέσω υλικών όπως είναι το μάρμαρο και το μέταλλο.   

Αναγνωρίσιμα στοιχεία των έργων μου προσπαθώ να είναι η αρτιότητα της επεξεργασίας της φόρμας και της υφής, μέσα από την προσωπική μου ματιά στην απόδοση ενός ρεαλισμού, ο οποίος με χαρακτηρίζει».

 

• Ο Νίκος Ι. Γεωργίου είναι ένας από τους λίγους Ελληνες γλύπτες που ακολουθούν σήμερα το δρόμο της παραδοσιακής γλυπτικής. 

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1961. Σε νεαρή ηλικία, το 1976, ξεκίνησε το ταξίδι του στο χώρο της μαρμαρογλυπτικής μαθητευόμενος στο εργαστήρι του πατέρα του, βραβευμένου γλύπτη και πορτρετίστα Ιωάννη Γεωργίου. Από το 1980, μαθήτευσε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, δίπλα στον διακεκριμένο Δημήτρη Καλαμαρά, δάσκαλο και μέντορά του. Παράλληλα, συνέχισε την μαθητεία του και στο οικογενειακό εργαστήριο στο Μετς. Η εντατική του ενασχόληση με τη γλυπτική και τη μαρμαροτεχνία τού προσέφερε το 1983 βράβευση με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών. 

Από το 1992 και για 5 συνεχή χρόνια, διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Γλυπτών Ελλάδος και έγινε μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, όπου ανήκει μέχρι σήμερα.  Παράλληλα, το 1993 και για 9 χρόνια, ξεκίνησε να διδάσκει μαρμαρογλυπτική στη Σχολή Καλών Τεχνών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. 

Ελαβε μέρος σε πληθώρα ομαδικών εκθέσεων στο Σύλλογο Γλυπτών Ελλάδος, στην Ολυμπία, στον Εθνικό Κήπο υπό την αιγίδα του Πολιτισμικού Οργανισμού του Δήμου Αθηναίων, στο Νοσοκομείο «Υγεία», στην Τρίπολη κ.α. 

Λάτρης της κλασικής τέχνης, ακολούθησε πιστά τις μεθόδους της παραδοσιακής γλυπτικής επεκτείνοντας την τεχνική του στον μπρούντζο και σε άλλα υλικά. Στο βιογραφικό του προστίθενται συνεχώς εικαστικές δημιουργίες υψηλής κλασικής γλυπτικής που στολίζουν δημόσιους χώρους σε όλη την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αγγλία, τις ΗΠΑ, αλλά και ιδιωτικές συλλογές στη χώρα μας και παγκοσμίως.