Το βιβλίο βγήκε από τις Εκδόσεις “Κοράλι” και παρουσιάστηκε με επιτυχία στην Αθήνα, τον περασμένο μήνα. Ο ίδιος ο Π. Βούρος εξήγησε περισσότερα στην “Ε” για το νέο του συγγραφικό εγχείρημα, μέσα σε μια εποχή ... δύσκολη για συγγραφείς και διάβασμα.
- Εχει σκληρό πρόσωπο τελικά ο "Κόσμος του Κοσμάκη";
“Εχει το δικό μας πρόσωπο. Ενα πρόσωπο, όμως, που εμείς οι ίδιοι, εκούσια ή ακούσια, «φορέσαμε» στον εαυτό μας και οπωσδήποτε περιλαμβάνει κομμάτια, επιλογές ζωής, που τελικώς δεν μας αρέσουν. Τι μένει λοιπόν; Να συνειδητοποιήσουμε τα αδιέξοδά μας, αυτά τα «άσχημα» κομμάτια, και να κάνουμε το επόμενο βήμα. Να ξεφορτωθούμε, δηλαδή, ό,τι μας περιορίζει και να κοιταχτούμε τότε στον καθρέφτη. Το ερώτημα «όμορφοι ή άσχημοι;» δεν είναι σημαντικό. Το ικανοποιημένοι μ’ εμάς είναι το ζητούμενο. Ο Σωτήρης Κοσμάκης ήρωας του βιβλίου, θα έχει σκληρό πρόσωπο για όσους τον δουν με συμπάθεια που μόνο καταλαβαίνει όσα τον πνίγουν και πρόσωπο υπέροχο για όσους αντιληφθούν πως δεν αρκεί απλά να συνειδητοποιήσεις το πρόβλημα για να το λύσεις”.
- Μέσα από τις διηγήσεις σου γίνεται κριτική σε κάποιες συνήθειες, αλλά και παγιωμένες αντιλήψεις του Ελληνα διαχρονικά. Τι σε θυμώνει περισσότερο;
“Ο Ελληνας, κατά τη γνώμη μου, νιώθει «ασφαλέστερος» όταν αποτελεί μέρος του προβλήματος παρά όταν χρειάζεται να σηκωθεί από τον καναπέ και να γίνει μέρος της λύσης. Το μέρος εκείνο του συνόλου που μένει άπραγο και περιμένει από ένα άλλο μέρος του ίδιου, ή και άλλου πολλές φορές, συνόλου να το οδηγήσει σε γαλήνια θάλασσα είναι καταδικασμένο να πνίγεται σε ασταμάτητη φουρτούνα. Με λίγα λόγια. Η ακίνητη ελπίδα σ’ αφήνει δεδομένα αταξίδευτο στην ταραχή σου. Η επιδίωξη της λύσης - της προόδου - από την άλλη, από κάθε έναν ξεχωριστά κι από όλους μαζί, θα φέρει είτε τη λύση είτε το λάθος που πάντως είναι μια κάποια εμπειρία σε σχέση με το τίποτα”.
- Περιέγραψε μας το προφίλ της "τηλεκατευθυνόμενης χώρας" και των πολιτών της.
Φρονώ, με μια μικρή επιφύλαξη, πως ζούμε ήδη τους καιρούς που η πληροφορία έχει καταργήσει την αντίληψη και η εντύπωση επικρατεί του γεγονότος. Η είδηση χρωματίζεται, κατευθύνεται, επιδιώκει. Ο κόσμος αδυνατεί ή κουράζεται να ερμηνεύσει και προτιμά τη ροή της μάζας. Επικίνδυνα πράγματα, μα και πετυχημένα για κάποιους, το δίχως άλλο. Ο λαός που γίνεται όχλος ποδοπατά την πολυφωνία και κυλά προς την εξαφάνιση του. Οποιος «τηλεκατευθυνόμενος» νιώθει τώρα καλά στον καναπέ του, όταν σύντομα θα διαφωνεί δεν θα ακούγεται παρά η σιωπή του ανάμεσα σε αμέτρητες ετερόφωτες ολόιδιες γνώμες”.
- Η δική σου "Πηνελόπη" τι περιλαμβάνει; Σε τι αφορά;
“Οι Πηνελόπες, όπως διευκρινίζεται στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, είναι στόχοι. Μικροί, μεγάλοι, μακρινοί, κοντινοί. Σε παλιότερη συνέντευξή μας σας μίλησα, θυμάμαι, για εκείνη την ίδια βεράντα με την αλλιώτικη, όμως, για δικηγορία και συγγραφή θέα. Μέσα στο οικοδόμημα/σπίτι που «φιλοξενεί» αυτή τη βεράντα ζουν βέβαια ακόμα η σύζυγος, η κόρη μου και όλοι οι δικοί μου άνθρωποι – γονείς, συγγενείς και φίλοι - που με αγαπούν και με ανέχονται. Το οικοδόμημα αυτό αναμένεται να μεγαλώσει με τον ερχομό και του γιου μου σε λίγους μήνες κι αυτό με κάνει ασύγκριτα ευτυχισμένο. Πηνελόπη μου λοιπόν; Να συντηρώ το οικοδόμημα με υγεία και όνειρα και όσο τα καταφέρνω να προσθέτω τετραγωνικά στη βεράντα”.
- Τι συμβουλεύεις νέους ανθρώπους που θέλουν να φύγουν από τη χώρα μας, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή;
“Θα σας απαντήσω με ένα απόσπασμα από το βιβλίο: «...Εγώ θα πεθάνω στον τόπο που διάλεξα να με πεθάνει ανάμεσα σε κοπρίτες και χαραμοφάηδες. Ο τόπος μου, όμως, θα με θάψει γιατί του χάρισα τον πόλεμό μου ...». Ας χαρίσουν οι νέοι άνθρωποι, συνεπώς, τον «πόλεμό» τους στην πατρίδα κι ας τους δώσει, επιτέλους, η πατρίδα τις δομές – όπλα που θα τους κρατούν «στρατιώτες» της και όχι αιχμαλώτους”.