Η οικογένεια Κυριακών είναι από αυτές που χαρακτηρίζονται ως ιστορικές για την πόλη της Καλαμάτας. Με το επώνυμο αυτό εμφανίζονται πρόσωπα που έπαιξαν σημαντικότατο -αν και αμφιλεγόμενο σε ορισμένες περιπτώσεις- ρόλο στην Επανάσταση του 1821, αλλά και κατά τη μεταπελευθερωτική περίοδο. Στην πόλη σήμερα διασώζεται το αρχοντικό Κυριακού που στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο του Συλλόγου προς Διάδοσιν των Γραμμάτων, ενώ ακριβώς απέναντι στο παρκάκι υπάρχει το μνημείο της οικογένειας με τους διαφορετικούς κλάδους. Το αρχοντικό δωρήθηκε στο Σύλλογο στα τέλη της δεκαετίας του 1930 από Γεώργιο Κυριακό, ακαδημαϊκό και υπουργό Γεωργίας της κυβέρνησης Μεταξά. Την ίδια περίοδο (1938) ο σύλλογος εξέδωσε τον τόμο "Μεσσηνιακό έτος" με περισσότερες από 300 σελίδες και στον οποίο περιλαμβάνεται ένα αφιέρωμα στην οικογένεια Κυριακών. Από αυτό αναδημοσιεύουμε σήμερα την επιστολή του Π. Χαρίτου προς τον Γ. Κυριακό σχετικά με τη γενεαλογία των Κυριακών και την παρουσία τους στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου.
Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Εκπληρών την υπόσχεσίν μου την δοθείσαν σοι διά της επιστολής μου της 16 τρέχοντος μηνός, επιχειρώ την εξιοστόρησιν του γενάρχου των τριών οικογενειών των Κυριακών ως εξής:
Ο προεστώς Κωνσταντίνος εξ ου οι Κωνσταντινιάνοι Κυριακοί, είχε μίαν αδελφήν ην έλαβεν σύζυγον ο Ιωάννης Στραβοσκιάδης, είχε δε και τρεις υιούς τους Αθανάσιον, Καμαρινόν και Ιωάννην. Εκ τούτων ο πρώτος λαβών ως σύζυγον την θυγατέρα Λογιωτάτου τινός επονομαζομένου, αδελφού δε του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου και έχοντος τον οίκον του αμέσως προς δυσμάς του οίκου του μακαρίτου γαμβρού σου Γεωργίου Βολανοπούλου, τον οποίον οίκον εγνώρισα ερείπιον όντα, απέκτησε τρία τέκνα: τον Νικόλαον, (Μπόγρην επονομαζόμενον) φονευθέντα την νύκτα της Μεγάλης Τρίτης εν έτει 1841 ολίγον άνωθεν της οικίας σας, παρά την εξώθυραν της οικίας του Πέτρου Ψάλτη, τον Κωνσταντίνον, χρηματίσαντα τελευταίον Κεντρικόν Ταμίαν και εγκαταλείψαντα υιόν ονομαζόμενον Ιωάννην, εργαζόμενον ήδη εις το Υπουργείον της Δικαιοσύνης, και θυγατέρα μίαν, την Ελένην, λαβούσαν σύζυγον τον Δημήτριον Πλατανόπουλον. Απέθανε δε ούτος, ο Αθανάσιος, κατά την μεγάλην Ελληνικήν Επανάστασιν, φονευθείς εν πολέμω, αν δεν με απατά η μνήμη.
Ο δε Καμαρινός απεστάλη υπό του Αρχηγού των Μανιατών Πετρόμπεη εν έτει 1819 ή 1820 προς ανεύρεσιν του Ιωάννου Καποδιστρίου, ίνα συνεννοηθή μετ’ αυτού διά τα της Επαναστάσεως, κυρίως όμως διά να δυνηθή να κατορθώση να δοθώσι χρήματα εις τα πειναλέα και ρακένδυτα στίφη του αρχηγού των. Κατώρθωσεν ο αείμνηστος Καμαρινός να ίδη τον Καποδίστριαν εν Οδησώ ή Πετρουπόλει και να έλθη εις εξηγήσεις μετ’ αυτού. Οταν όμως ούτος ευθύς τω είπεν ότι η Ρωσσική Κυβέρνησις όχι μόνον δεν ενεργεί διά την μελετωμένην επανάστασιν, ούτε έχει γνώσιν αυτής, αλλ’ είναι και εναντία, καθ’ όσον διαρκούσης της Ιεράς Συμμαχίας δεν θα αφήσωσι κανένα λαόν να εξεγερθή και εάν παρά την θέλησίν των πράξη ούτως, θα τον συντρίψωσι, διά τούτο δε οι Ελληνες θα κάμωσι καλόν να μένωσι ήσυχοι, έμεινεν κατάπληκτος, διότι οι πάντες επίστευον τότε, ότι τα ενεργούμενα εγένοντο εν γνώσει, τη θελήσει και μάλιστα τη ενεργεία της Ρωσσίας. Καίτοι οι ενεργούντες Φιλικοί δεν ανεμείγνυον αυτήν, άφιναν όμως να υπονοήται. Τότε ο Καποδίστριας είπεν εις τον Καμαρινόν: «Οι Ελληνες συμφέρον έχουσι να περιμένωσι ακόμη διακόσια έτη ή εκατόν πεντήκοντα ή τουλάχιστον εκατόν, κατά δε το χρονικόν τούτο διάστημα να επιδοθώσι εις τα γράμματα και επειδή είναι έξυπνοι, εργατικοί και οικονόμοι θα πλουτήσωσι και θα αυξηθώσιν κατά αριθμόν, ενώ οι Τούρκοι, νωθροί όντες, θα ολιγοστεύσουν και θα πτωχεύσουν. Τότε εν μια καταλλήλω ώρα εξεγειρόμενοι καταλαμβάνουσι την Κωνσταντινούπολιν και εγκαθιστώντες εν αυτή τον αυτοκράτορά των, αποκαθιστώσιν αμέσως την αρχαίαν πεσούσαν αυτοκρατορίαν.
Κατάπληκτος και απελπισμένος ο ταλαίπωρος Καμαρινός, απεχώρησε προς ανεύρεσιν των Φιλικών αφού προηγουμένως έγραψε εις την ενταύθα οικογένειάν του, εξιστορών όσα ήκουσε εκ στόματος αυτού. Φθάσας δε εις τας ηγεμονίας εύρεν εκεί μέλη τινά των Φιλικών εις α ανεκοίνωσεν όσα ήκουσεν εκ στόματος του Καποδιστρίου συστήσας την εγκατάλειψιν της περί επαναστάσεως ιδέας των, τα μέλη δε αυτά φοβηθέντα ματαίωσιν του έργου των εδηλητηρίασαν τον Καμαρινόν όπως έκαμαν και εις άλλους και έπραξαν και εις τον συμπολίτην μας προεστώτα μακαρίτην Πανάγον Τζάνεν, θυσιάσαντα αθώους και αρίστους πατριώτας. Ταύτα πάντα ήκουσα πολλάκις εκ στόματος του αειμνήστου Ιωάννου Κ. Κυριακού Κωνσταντινάκη.
Ο τρίτος υιός, Ιωάννης Κ. Κυριακός Κωνσταντινάκης, μετά την πρώτην από της αποκαταστάσεως Δημαρχίαν του Παναγιώτου Μπενάκη εγένετο Δήμαρχος Καλαμών ων τοιούτος μέχρι του θανάτου του, προελθόντος εξ αποπληξίας την Μεγάλην Τεσσαρακοστήν του 1857 έτους, ότε έπεσεν έξωθεν του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου του παλαιού ένεκα ταραχής ην υπέστη εις τον οίκον του επί θυγατρί γαμβρού του Γεωργίου Εμμανουήλ Παπαδοπούλου διά την συμπεριφοράν του προς την θυγατέρα του Καλλιρρόην και μάλιστα κατά το πρώτον έτος των γάμων των. Η αδελφή δε του Κωνσταντίνου Κυριακού,… λαβούσα ως άνω λέγω σύζυγον τον Ιωάννην Στραβοσκιάδην εγέννησε τον Παναγιώτην πατέρα της μητρός μου και τον Νικόλαον πατέρα του μακαρίτου θείου Κωνσταντίνου, ον θα ενθυμήσαι βεβαίως κύπτοντα σχεδόν μέχρι εδάφους και δύο θυγατέρας εκ των οποίων την μίαν έλαβεν ως σύζυγον ο προεστώς Πανάγος Χατζηγιαννούλης Κυριακός γεννήσας εξ αυτής τους Γιαννάκην, Γεωργάκην, Αθανασούλην, Κωνσταντίνον και έναν άλλον όστις Ζορμπάς ων, ως μοι έλεγεν η μήτηρ μου, απεστάλη υπό του πατρός του διά να μη πάθη καμμίαν συμφοράν ο οίκος του από τους Τούρκους εις την ξενιτείαν από όπου δεν έδωσε ποτέ ειδήσεις του, και δύο θυγατέρας εκ της μιας των οποίων, Βενέτας ονομαζομένης, εγεννήθη η μήτηρ μου. Η ετέρα, Μενεγούλα ονομαζομένη, ενυμφεύθη τον μακαρίτην Πούλον Δουκάκην πεσόντα εν τω πολέμω κατά των τυράννων. Η δε ετέρα θυγάτηρ του Ιωάννου Στραβοσκιάδη εγένετο σύζυγος του Νικολάου Κορφιωτάκη γεννήσασα τον Γιάννον ο οποίος εγέννησε τον ήρωα Νικόλαον, τον οποίον τον Ιούλιον του έτους 1850 εδολοφόνησαν τα ίδια πρόσωπα τα οποία είναι παραίτια αναριθμήτων εθνικών δυστυχημάτων και μολαταύτα τολμώσι να παρουσιάζωνται και να κομπάζουσι…
Ο αείμνηστος Ιωάννης Κ. Κυριακός Κωνσταντινάκης, Δήμαρχος, ηγάπα εξαιρετικώς την μητέρα μου καθ’ ο εγγονήν της αδελφής του πατρός του και διότι ήτο εκτάκτου αξίας και ικανότητος. Τούτου ένεκα ημέραν τινά περί το έτος 1845 ενώ έπαιζον απέναντι του Πύργου του (ήτο Πύργος η ήδη οικία Μανωλέα - Μπαρδοπούλου ακριβώς όπου ήδη υπάρχουν αι οικίαι Μανωλάκη, Λίγγρη, αίτινες δεν υπήρχον) με εκάλεσεν επάνω, έκτοτε δε και εκλήθην και μόνος προσήλθον χιλιάκις.
Εις τας πολλάς αυτάς επισκέψεις μου ο αείμνηστος αυτός Μπαρμπαγιάννης μοι έκαμεν αναριθμήτους παρατηρήσεις, μοι έδωκεν αναριθμήτους συμβουλάς, μοι είπεν αναριθμήτους ιστορίας και μοι εξηγήθη τι αφεώρα εν δένδρον το οποίον είχε ζωγραφήσει διά των ιδίων του χειρών. Το δένδρον τούτο το οποίον είδον κατά πρώτον και κατόπιν πάντοτε έβλεπον ανηρτημένον εν τη αιθούση αφεώρα τους τρεις κλάδους της οικογενείας Κυριακών ήτοι τους Χατζηγιαννούληδες, τους Κυριακοπούλους και τους Κωνσταντινιάνους. Εις την ρίζαν του κορμού του δένδρου αυτού ήτο εζωγραφισμένον εν είδος προσώπου εν ω εσημειούτο το όνομα «Κυριακός» εις τους τρεις δε κλάδους των κορμών εφαίνοντο όμοια του εν τη ρίζη υπάρχοντος, πρόσωπα εις έκαστον των οποίων εγράφετο και εν όνομα ανδρός. Πέριξ δε των κλάδων αυτών εφαίνοντο ως φυόμενα φύλλα πολλά, τοιαύτα εις τα οποία εσημειούντο ονόματα γυναικών και οι σύζυγοι αυτών ους είχον νυμφευθή.
Κάτωθεν δε του κορμού του δένδρου υπήρχον γεγραμμένα τα εξής περίπου: «Ο εις την ρίζαν του δένδρου τούτου φαινόμενος Κυριακός είναι ο ιερεύς εκ Καρυταίνης, όστις ελθών αποκατεστάθη εδώ προ διακοσίων ετών και εκ του οποίου εγεννήθησαν όσοι αναφέρονται εις τας βάσεις των τριών κλάδων και άνωθεν αυτών των βάσεων των κλάδων. Οστις βλέπει το δένδρον τούτο ας συγχωρή τους εν αυτώ γραφομένους και τον γράφοντα Ιωάννην Κ. Κυριακόν».
Το ανωτέρω δένδρον είδον μυριάκις αλλά δυστυχώς μετά τον θάνατον του αειμνήστου Ιωάννου Κ. Κυριακού η σύζυγός του και θυγατέρες του μη δυνάμεναι να εκτιμήσωσι την αξίαν του το έρριψαν μετά καιρόν ως άχρηστον εις μίαν γωνίαν. Οταν είδον το τοιούτον εταράχθην και έκαμα εις αυτάς πικράς παρατηρήσεις. Ωσαύτως παρετήρησα και τον αείμνηστον Σωτήριον Μανωλέαν, όταν ούτος ενυμφεύθη την Ελισάβετ και ως νοήμων αναγνωρίσας το δίκαιον της παρατηρήσεώς μου έθεσεν το δένδρον εις ην ήτο θέσιν, αλλά μετά τον θάνατόν του συμβάντα ακριβώς προ τριακονταετίας δεν επανείδον πλέον το ανεκτίμητον δένδρον, έμαθον όμως πολλάς και διαφόρους εκδόσεις περί αυτού, τας οποίας παραλείπω διά να δώσω πέρας εις το ψαλτήριόν μου τούτο.*
Εκ του δένδρου λοιπόν αυτού, φίλτατέ μοι Γεωργάκη, αποδεικνύεται ηλίου φαεινότερον ότι το μονύδριον Καρβούνη μετά της περιοχής του ήτο κτήμα του εκ Καρυταίνης ιερέως Κυριακού και συνεπώς είναι κτήμα των διαδόχων και κληρονόμων αυτού, ούτοι δε είναι οι τρεις κλάδοι Κυριακού, ήτοι Χατζηγιαννούληδες, Κυριακόπουλοι και Κωνσταντινιάνοι και το τοιούτον ώφειλεν να γνωρίζη ο υιός του μακαρίτου Φιλοστράτου Στρούμπου όταν έγραφε την διατριβήν. Ουδείς δε δύναται να αντείπη εις ταύτα, καθ’ ότι η χρονολογίαν του δένδρου (προ διακοσίων ετών) είναι η αυτή με την χρονολογίαν 1646 ην αναφέρει η διατριβή και ην αγνοώ πού εύρεν ο Πανοσιολογιώτατος αρχιμανδρίτης κ. Ιεζ. Βελανιδιώτης (νυν Μητροπολίτης Φαναριοφαρσάλων. Σ.Σ.).
Εκτός δε τούτου δεν ήτο δυνατόν να συμπέση ώστε κατά την χρονολογίαν εκείνην να έλθωσιν ενταύθα εκ Καρυταίνης δύο ιερείς και να φέρωσι μάλιστα και το ίδιον όνομα. Αλλά και το όνομα Ιωάννης το οποίον και μέχρι σήμερον ευρίσκεται υπάρχον εν τοις απογόνοις του οίκου Κυριακού μαρτυρεί ότι ο Κυριακός ιερεύς θα είχεν υιόν ονόματι Ιωάννην και χάριν τούτου έκαμε το μονύδριον εκείνο, ίνα εκεί κατά τας μαύρας της δουλείας ημέρας μεταβαίνων μετά της οικογενείας του εορτάζη ανέτως και μακράν των οφθαλμών των δεσποτών του την εορτήν του τέκνου του μετά των άλλων συγγενών και φίλων του εν τη καλυτέρα εποχή του έτους, 8 Μαΐου, μένων βεβαίως εκεί πολλάς ημέρας, καθόσον το τοιούτον μαρτυρούσιν τα υπάρχοντα ερείπια οικοδομής, εις τα οποία ως πρώτης δυνάμεως νους, καθ’ ο Γορτύνιος, ίσως να εγκατέστησεν και μοναχούς όπως και ούτοι ζώσιν εκ των κτημάτων της περιφερείας και αυτός μετά των οικείων του δύναται να μένη όσον θέλει. Θεοσεβής δε και ενάρετος ων ο Κυριάκος ιερεύς θα απέστειλεν ο ίδιος τον υιόν του Ιωάννην ή εκ των εγγονών του τινα Γιαννούλην ονομαζόμενον εις τον Πανάγιον Τάφον διά να προσκυνήση τους Αγίους Τόπους και εκείθεν το όνομα Χατζηγιαννούλης. Οτι δε τούτο ούτως έχει εξάγεται εκ του ότι ο Πανάγος Χατζηγιαννούλης Κυριακός, προεστώς, παραδοθείς ως όμηρος εις Τρίπολιν έφερε το επώνυμον Χατζηγιαννούλης και θα είχεν ηλικίαν ανωτέραν των 75 ετών καθότι ήτο γέρων, ως εκ παραδόσεως γνωρίζω, είχεν δε ομώνυμόν του έγγονον, ον εγνωρίσαμεν, τον Πανάγον Ιωάννου Κυριακόν Χατζηγιαννούλην, όστις θα εγεννήθη περί το έτος 1800 διότι η μήτηρ μου μοι είπεν ότι ούτος ότε εν έτει 1832 ήλθεν εις γάμον μετά της Μπενακοπούλας είχεν ηλικίαν ανωτέραν κατά τι των 30 ετών. Ωστε ο εις Τρίπολιν αποβιώσας θα εγεννήθη περί το έτος 1740 η δε σύζυγός του απεβίωσεν εκ γήρατος καθ’ οδόν, είτε εν Βελανιδιά είτε εν Αλαγονία, ως μοι έλεγεν η μήτηρ μου, φεύγουσα τον Ιμβραήμ.
Ακόμη δε, αγαπητέ μου Γεωργάκη, και το εν Σπηλαίω υπάρχον ναΰδριον τιμώμενον επ’ ονόματι του Αγίου Χαραλάμπους, όπερ ουχί άπαξ επεσκέφθην, κείμενον ολίγον προς βορράν των Αγίων Αναργύρων, ως βεβαίως θα γνωρίζης, είναι κτήμα των Κυριακών και μάλιστα του ιδικού σας κλάδου, ως πολλάκις μοι είπεν η αείμνηστος θεία Κωστάκαινα Χατζηγιαννούλαινα, έχουσα στενήν συγγένειαν μετά του κλάδου σας, διότι την αδελφήν της είχε σύζυγον ο αείμνηστος Γιαννάκος αδελφός του αειμνήστου πάππου σου Αθανασίου, μετέβαινε δε πολλάκις εκεί προς εορτασμόν μετά της ιδικής σας οικογενείας…
Σε χαιρετώ
Π. Χαριτόπουλος
* Το οικογενειακόν τούτο δένδρον των Κυριακών σώζεται νυν εν Καλάμαις, εν τη οικία της εγγονής του Ιωάννου Κ. Κυριακού κυρίας Λέλας Μανωλέα-Σκουζέ (Σ.Σ.).
ΕπιμέλειαΗλίας Μπιτσάνης