- Θυμώνεις ή απογοητεύεσαι με αυτά που βλέπεις να συμβαίνουν γύρω σου;
«Τώρα πια μου αρκεί και μου περισσεύει η απογοήτευση, αλλά επειδή είναι κι ένα καθαρά προσωπικό συναίσθημα που το παλεύω μέσα μου θα σου πω ότι αντιτάσσω μία πεισματική αισιοδοξία, που δεν ονειρεύεται μεν ένα happy end τύπου χολιγουντιανού αλλά πιστεύει πως κάπου, κάποτε, θα βρούμε τον σωστό, δικό μας δρόμο πάντοτε μέσα βέβαια σε μία αδιαμφισβήτητη παγκοσμιότητα δε. Η προϋπόθεση φυσικά είναι να αφήσουμε τις αυτάρεσκες εμμονές μανίας εθνικής καταδίωξης και ο τόπος να αποκτήσει τον νέο του κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Δύσκολα πράγματα αυτά εν τω παρόντι. Ο θυμός μου επίσης διακρίνεται από μία σύντομη διάρκεια κι αυτό γιατί μου εμποδίζει την σκέψη, την καθαρή, μου φρενάρει τον ορθό λόγο και πάει να με κάνει κανίβαλο - ιδιότητα στην οποία έχω χαμηλές επιδόσεις. Είναι πολύ δύσκολο να διατηρείς την ψυχραιμία σου μέσα σε έναν περίγυρο όπου άλλος δίκαια κι άλλος άδικα είναι θυμωμένος».
- Ημασταν τελικά τυφλοί τα τελευταία χρόνια και τώρα η αλήθεια μάς φαίνεται σκληρή, όπως λες στο "Από το μηδέν";
«Πολλές φορές η τύφλωση συμβαίνει όταν νομίζεις πως τα ξέρεις όλα, τα έχεις όλα, και ανακαλύπτεις δήθεν άξαφνα πως πλέον δεν τα ξέρεις όλα και δεν έχεις τίποτα από όλα όσα είχες ή νόμιζες πως είχες. Η στάχτη έπεσε στα μάτια, αλλά κι εμείς τη φορούσαμε σαν πούδρα για να κρύβονται τα όσα στραβά μας. Ξεγελούσαμε τον χρόνο όπως κάνουν όσοι έχουν την αφέλεια να πιστεύουν πως μπορούν να τον εξαπατήσουν. Αρα μηδέν στον έλεγχο και πίσω στα θρανία πάλι, μπας και γίνουμε καλύτεροι».
- Υπάρχει μια τάση να ρίχνουμε τις ευθύνες για το χάλι μας σε άλλους ή σε... ψεκασμούς. Η προσωπική ευθύνη του καθενός τι ρόλο παίζει;
«Στις σύγχρονες κοινωνίες -αν υποθέσουμε όσο καλοπροαίρετα γίνεται πως η ελληνική είναι μία τέτοια-, πόσω μάλλον σε δημοκρατικές κοινωνίες, αν θυμάμαι καλά ψηφίζουμε ελεύθερα αυτούς που μας κυβερνούν. Το θέμα βέβαια είναι όλα αυτά τα χρόνια με ποιο κριτήριο τους ψηφίζαμε. Μα φυσικά, με το κριτήριο... του πελάτου! Το κριτήριο της εξυπηρέτησης. Χαρακτηριστικό γνώρισμα επαρχιώτικης μικρομέγαλης κοινωνίας, με καταβολές εξυπηρετήσεων από Τουρκοκρατία και ένθεν. Σε έναν τόπο, σε ένα κράτος που είναι αυτή ακριβώς η σύνθεση όλων αυτών των πολυδαίδαλων σχέσεων δούναι και λαβείν, όταν προκύψει η κρίση θα πούμε "αυτός φταίει"... Που δηλαδή... πταίει κι αυτός, αλλά εμείς δεν φταίμε καθόλου; Το ποσοστό ευθύνης μας μάρανε; Από τότε που γεννήθηκα δεν θυμάμαι σε όλη μου τη ζωή παρά ελάχιστους ανθρώπους να αναλαμβάνουν τα ποσοστά ευθύνης ή συνευθύνης τους. Για όλους πάντα έφταιγαν οι έξω, οι κακοί, οι δαίμονες που μας έβαζαν να τρωγόμαστε. Ερωτώ λοιπόν: Κι εμείς γιατί τρώγαμε τις σάρκες μας; Αν δεν θέλαμε, δεν θα το κάναμε. Και πάμε να το ξανακάνουμε, πολύ φοβάμαι.
Στην πολύ δύσκολη περίοδο που περνάμε, μέσα σε όλη αυτή την σύγχυση, την κρίση αξιών, εμπιστοσύνης και χαρακτήρα εν τέλει, είναι πολύ εύκολο κι ανέξοδο να προτάσσεις ατζέντες που στην ουσία από πίσω τους κρύβεται όλο αυτό το Σύστημα που περιέγραψα παραπάνω. Γιατί περί Συστήματος πρόκειται, που μιλά για κοινωνία αλλά κάθε άλλο παρά κοινωνικό είναι - για να μην πω κάθε άλλο παρά ουμανιστικό».
- Η επανεκκίνηση που λες στο δελτίο Τύπου της καινούργιας σου δουλειάς ότι χρειάζεται ο τόπος δεν εμπεριέχει τον κίνδυνο να "φορτωθούν" ξανά και τα... προβληματικά δεδομένα;
«Θα γίνω πραγματιστής και θα πω ότι η επανεκκίνηση αυτή θα πάρει πολύ χρόνο, γιατί -καλώς και κακώς- αυτή την κοινωνική διαστρωμάτωση είχαμε φτιάξει και δεν γίνεται να κρατήσει λίγο ο τοκετός του καινούργιου, χωρίς ταλαιπωρίες και ταλανισμούς, ίσως ακόμα και οδυνηρά ευτράπελα... τα οποία απεύχομαι. Δεν έχω απολύτως καμία αυταπάτη πως μέσα στο καινούργιο λειτουργικό, το οποίο βέβαια ακόμα δεν βλέπω, με το παλιό πάμε στα πέλαγα, με τρύπια βάρκα. Πάντα θα υπάρχουν τα λεγόμενα "ιογόνα" δεδομένα, αυτά του αλισβερισιού, της λαμογιάς και του βολέματος. Το θέμα είναι τουλάχιστον η συνείδηση μέσα στην κοινωνία να αρχίζει να αλλάζει - και ήδη το βλέπω αυτό».
- Εμεινε χώρος για ιδεολογίες, οράματα, αρχές;
«Ο παλιός χώρος γέμισε αράχνες, έχει πεθάνει και δεν θέλει να το καταλάβει.
Οι ελπίδες μας για μία -όσο γίνεται στα όρια της ανθρώπινης φύσης, αλλά και της ελληνικής ιδιοσυγκρασίας- δίκαιης κοινωνικής ζωής χρειάζονται απελπιστικά νέες ιδέες και τρόπους, που δυστυχώς δεν έχουμε ακόμα. Εχουμε ανάγκη τη σύνθεση, μία κατάσταση στην οποία πρέπει να περάσουμε θέλουμε δεν θέλουμε. Μία σύνθεση που θα αφήνει μία κοινωνία ανοιχτή σε όλα τα επίπεδα, αλλά και που θα φροντίζει και θα δίνει ευκαιρίες στους αδύναμους - και κυρίως στους ικανούς. Αυτό δεν είναι όραμα δηλαδή; Αυτό δεν έχει αρχές; Τα βιβλία του 1848 αν δεν ξέρεις να τα διαβάσεις σωστά σκουριάζουν στο μυαλό. Καιρός για νέα βιβλία.
Προσωπικά βέβαια έχω μια απέχθεια στα "οράματα". Τα οράματα έχουν οδηγήσει την ανθρωπότητα πολλές φορές στο αιματοκύλισμα».
- Βλέπω ότι στο προφίλ σου στο Facebook ανεβάζεις συχνά τραγούδια από "Thin White Rope", "Byrds", "Jam", "Stooges", "Stranglers", "Who", μέχρι Django Reinhardt, Frank Sinatra, Jacques Brel... Η μουσική που ακούς καθορίζει τη διάθεσή σου ή το ανάποδο;
«Επιτέλους μια μουσική ερώτηση! Εννοείς αν καθορίζω εγώ τη διάθεση της μουσικής; Χμμμ… Η τεχνολογική εξέλιξη είναι τεράστια βέβαια, αλλά ακόμα δεν φτάσαμε ως εκεί… Αστειεύομαι! Οταν είμαι πολύ στενοχωρημένος δεν ακούω τίποτα, γιατί ακριβώς η μουσική επηρεάζει πάρα πολύ τη διάθεσή μου και όταν είμαι σε τέτοια ψυχολογική κατάσταση ούτε εμένα τον ίδιο δεν μπορώ να ακούω - εννοώ να μιλάω. Μουσική ακούω πάρα πολύ -και παίζω βέβαια- όταν είμαι σε μια σχετική κατάσταση μελαγχολικής ηρεμίας ας πούμε... που σχεδόν πάντα έτσι είμαι. Ξέρεις έχω καταλάβει τελικά πως αυτά που ακούω τα ακούω γιατί τα θέλει αυτό που είμαι, ο ψυχισμός μου, της ψυχής μου τα γινόμενα… Ακόμα και οι μουσικές που γράφω τείνουν πάντα να έχουν μια χαραμάδα ή ένα παράθυρο ανοιχτό που βλέπει έναν γαλάζιο ουρανό ή ένα όμορφο δειλινό. Ισως γιατί τελικά εγώ είμαι πιο καταθλιπτικός από άλλους που γράφουν συνέχεια τραγούδια θλίψης και μερικές φορές μιζέριας...».
- Στο παρελθόν μια μουσική δημιουργία ήταν πιο περίπλοκη. Το εξώφυλλο του δίσκου για παράδειγμα ήταν καθοριστικό γιατί είχε ήδη φτιάξει εικόνες στο μυαλό σου πριν ακόμα ξεκινήσεις να ακούς τις πρώτες νότες στο πικάπ. Σήμερα που απλά κατεβάζεις το τραγούδι από το Internet και το βάζεις να παίξει σε μια τηλεφωνική συσκευή;...
«Αγαπητέ μου Κώστα, πάντα όταν κερδίζεις κάτι, χάνεις και κάτι άλλο. Σήμερα π.χ. κερδίσαμε την ταχύτητα συγκομιδής πάσης φύσεως πληροφοριών, που συνεπάγεται και την τεράστια ποσότητά τους, αλλά χάσαμε τη δυνατότητα της επεξεργασίας τους και αφομοίωσής τους. Επιπλέον η έννοια του μουσικού προϊόντος ως απτής οντότητας δεν υπάρχει πια. Δεν το πιάνεις στα χέρια σου, δεν το κρατάς σαν ένα μουσικό βιβλίο. Αυτή η μετάβαση έπληξε κυρίως εμάς τους παλιότερους μουσικόφιλους. Τα νέα παιδιά επειδή δεν έχουν το βίωμα, δεν ενδιαφέρονται. Απλά ζουν την εποχή τους όπως είναι, βιώνουν αυτά τα δεδομένα. Ζουν σε μια εποχή που όλα έρχονται και παρέρχονται, πολύ γρήγορη. Δεν δένονται πλέον με τα αντικείμενα γιατί απλώς αυτά χαλάνε γρήγορα και αντικαθίστανται αμέσως. Με ένα άλμπουμ δενόσουν, το εξώφυλλό του, οι φωτογραφίες μέσα... Εξάλλου ήταν ένα δικό σου απόκτημα, που το είχες αγοράσει πολλές φορές και με στερήσεις από το δισκάδικο της περιοχής σου. Ηταν μια ολόκληρη διαδικασία. Τώρα μπορείς να έχεις χιλιάδες μουσικές αποθηκευμένες στα γκατζετάκια σου κι από όλα αυτά ίσως να έχεις ακούσει ελάχιστα».
- Σήμερα ένας νέος μουσικός μπορεί να ζήσει από αυτό το επάγγελμα ή χρειάζεται και πλούσιο μπαμπά;
«Το είχα πει σε μια κουβέντα πως, έτσι που πάνε τα πράγματα, μουσική πια θα κάνουν κυρίως τα παιδιά που είναι γόνοι οικογενειών με καλή οικονομική επιφάνεια - πόσω δε μάλλον με παραπάνω από καλή. Από την στιγμή που τώρα πια για να κάνεις μία δουλειά, έναν δίσκο, πρέπει να πληρώσεις από την τσέπη σου, δεν ξέρω πώς ένας νέος μουσικός μπορεί να τα κάνει όλα αυτά αν δεν έχει την υποστήριξη ενός γερού οικονομικά πατρός. Μιλάμε για τεράστια αδικία. Δεν ενοχοποιώ βέβαια άρδην παιδιά που έχουν την τύχη να μπορούν να κάνουν μουσική επειδή έχουν οικονομική επιφάνεια· αλλά με προκαλεί η περίπτωση κακομαθημένων σκατόπαιδων που επειδή έχουν λεφτά κάνουν την τρέλα τους και μάλιστα το επιδεικνύουν… Πίσσα και πούπουλα!».
- Το YouTube τελικά είναι ευλογία ή κατάρα για τους μουσικούς;
«Δεν είναι ακριβώς έτσι... Είναι μια νέα διάσταση, ένας νέος τρόπος, ένας νέος άπλετος χώρος για τη διάδοση της μουσικής και την προώθηση της μουσικής μας. Εχει βέβαια πλήξει αρκετά πολλούς καλλιτέχνες στο οικονομικό κομμάτι. Αν όμως βρεθεί μία πλατφόρμα, που πιστεύω πως μπορεί να βρεθεί, που και ο καλλιτέχνης αλλά και ο χρήστης να μην ζημιώνονται ο καθείς από τη μεριά του, δεν θα υπάρχει πλέον αυτό το ερώτημα».
- Το ροκ σήμερα μπορεί να είναι και επαναστατικός τρόπος ζωής ή μια τέτοια άποψη θα γεννούσε γραφικές καρικατούρες;
«Ποιος είναι άραγε ο επαναστατικός τρόπος ζωής; Αυτό το φετίχ με κυρίως αυτές τις τρεις λέξεις δεν το αντέχω! Μάλλον θα έλεγα "επαναστατικός τρόπος σκέψης" γιατί το άλλο πλέον εδώ και πολλά χρόνια δεν έχει κανένα νόημα και έχει καταντήσει το ίδιο μια καρικατούρα. Τα στοιχήματα της γενιάς του ’60 σε πολλά επίπεδα κατακτήθηκαν σε όλο τον δυτικό κόσμο βασικά - και με τη σειρά τους γέννησαν άλλα προβλήματα στην ενηλικίωσή τους μέσα σε έναν κόσμο που συνεχώς άλλαζε κι αλλάζει. Γι’ αυτό δεν μπορώ να δω ο όρος που χρησιμοποίησες με ποια επαναστατικότητα σχετίζεται. Για μένα αυτή η μουσική ήταν περισσότερο ένα καθαρά προσωπικό θέμα ολοκλήρωσης, και βασικά έκφρασης. Να είσαι ο εαυτός σου. Αν αυτό σε χαρακτηρίζει σαν αντισυμβατικό μέσα σε μία κοινωνία "επαναστατικής" συμβατικότητας -γιατί πολύ παραμύθι έχω φάει από πολλούς- τότε ακόμα καλύτερα».
- Στην αμερικανική ροκ σκηνή δεν έλειψε ποτέ το πολιτικό τραγούδι, στην Ελλάδα γιατί όταν λέμε πολιτικό τραγούδι το μυαλό μας πάει μόνο στον Θεοδωράκη του '60 ή τον Σαββόπουλο;
«Ο Σαββόπουλος αλλά και ο Θεοδωράκης πάνω από όλα έκαναν μουσική μέσα σε ταραγμένες εποχές, εποχές μεγάλων ιδεολογιών, Ψυχρού Πολέμου, εποχές μεγάλων προσδοκιών, εποχές δύσκολες πολύ, εντελώς διαφορετικές, όταν τα πράγματα φαίνονταν ή και ήταν ξεκάθαρα. Πίσω από αυτόν τον προσδιορισμό όμως κρύφτηκαν και πολλές μετριότητες που έτσι εξαργύρωναν την επιτυχία τους οικονομικά και ηθικά με το παραπάνω. Συνεχίζω να μην καταλαβαίνω αυτή την εμμονή στη διαρκή επαναστατικότητα, με την έννοια που μάθαμε να της δίνουμε εδώ και πολλές δεκαετίες. Επειτα, πολιτικό είναι σχεδόν το καθετί. Αν μιλάμε για ένα τραγούδι που θα δίνει ντιρεκτίβα τι να κάνουμε, δεν με ενδιαφέρει κι ούτε μ’ αρέσει. Αν μιλάμε για ένα τραγούδι, μια μουσική που εκφράζει ευαισθησία, αυθεντικότητα, καταγραφή, παρατήρηση και αληθινό συναίσθημα, αυτό με ενδιαφέρει και μ’ αρέσει».
- Οι καλλιτέχνες χάρη στα social media και το Internet έχουν ένα βήμα να εκφραστούν δημόσια και η φωνή τους να φτάσει άμεσα σε χιλιάδες ανθρώπους. Πιστεύεις πως αξίζει να ρισκάρουν την εικόνα τους δημοσιοποιώντας την άποψή τους για αυτά που συμβαίνουν γύρω τους;
«Φυσικά... "αξίζει" -και μάλιστα πολύ-, όταν βγαίνουν -και βγαίνουν πολλοί- και λένε αυτά που αρέσουν στ’ αυτιά του κόσμου, χωρίς το παραμικρό κόστος. Το θέμα είναι τι γίνεται με την άλλη άποψη, αυτή που δεν ισοπεδώνει έννοιες, καταστάσεις... Αυτή που θέλει να βλέπει τα πράγματα με ένα πιο ψύχραιμο μάτι και σκέψη. Εκεί, ναι, υπάρχει κόστος, γιατί μπορεί να πεις πράγματα που να μην αρέσουν σε πολλούς. Αυτό το θεωρώ γενναίο και άξιο.
Αν δεν θέλεις να καταλάβεις καλά τι σε έφερε εδώ που σε έφερε, τότε ποτέ δεν θα βρεις το σωστό δρόμο μπροστά. Ο νοών νοείτω. Καλό και πρέπον είναι να μιλάς αν θεωρείς πως κάτι έχεις να πεις που αξίζει ο άλλος να το διαβάσει. Αλλά επειδή έχει πέσει πολύ σπέκουλα από τον καθένα που νομίζει πως μπορεί να λέει ό,τι του κατέβει -η "δημοκρατία" του Διαδικτύου γαρ-, διατηρώ και πολλές επιφυλάξεις για την σκοπιμότητα της πυκνής παρουσίας με δηλώσεις. Κάτι εξαγοράζεις έτσι: αποδοχή, ακροατήριο κ.λπ.».
- Βία και ξεχασμένες ακραίες ρατσιστικές ιδεολογίες έχουν πια τεράστια επιρροή στην ελληνική κοινωνία. Σε φοβίζει αυτό;
«Με απωθεί, αλλά δεν με τρομάζει, με την έννοια πως δεν θέλω να νιώσω αυτό το πράμα γιατί τότε αυτή η βία, με τα διάφορα χαρακτηριστικά της από διάφορες πλευρές, θα έχει νικήσει γιατί θα με κάνει να φοβάμαι. Οχι δεν φοβάμαι. Με τον φόβο δεν σκέφτεσαι, παρά μόνον κοιτάς να επιζήσεις. Δεν το θέλω αυτό ούτε για μένα κι ούτε για κανέναν.
Το αυγό του φιδιού εκκολαπτόταν εδώ και πολλά χρόνια. Γι’ αυτό δεν με εκπλήσσει. Το περίμενα. Το έβλεπα μέσα από τις μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας, που εκεί ανακατεύεται ο πολτός της σύνθετης πραγματικότητας και γεννά άλλοτε αριστουργήματα κι άλλοτε τέρατα.
Η έξαρση της βίας και ειδικά των νεοναζιστικών και ρατσιστικών αντιλήψεων και ψήφων φυσικά έχει τις πηγές της μέσα στα χρόνια της απαξίας, του τίποτα, του φραπέ, του "ξέρεις ρε ποιος είμαι εγώ", της οξυζενέ απολιτίκ κενής ευτυχίας. Η βία όμως να θυμίσω πως έχει πολλές μορφές και τρόπους που εκδηλώνεται - και λίγο με ενδιαφέρει πλέον αν επικαλείται το καλό, γιατί έχει γίνει κάτι σαν συνήθεια, σαν σύγχρονο ήθος και τρόπος πίσω από άλλοθι ιδεολογικά. Ο τρόπος δείχνει και το κίνητρο, τον απώτερο σκοπό. Ο δρόμος για την Κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις».
- Πολύ συχνά στις συνεντεύξεις σου μιλάς για την αηδία που νιώθεις κάθε φορά που ανοίγεις την τηλεόραση. Το σκουπιδαριό κατέκλυσε και τα νέα ιντερνετικά μέσα;
«Γενικά δεν είμαι της τιβί. Δεν παρακολουθώ πολύ γιατί έχω γεμάτη τη ζωή μου με πολύ σημαντικότερα πράγματα. Μονάχα πολύ επιλεκτικά εκπομπές που έχουν ουσιαστικό ενδιαφέρον. Κατά τα άλλα ναι, απευθύνεται σε αυτό που λέμε "ο μέσος όρος". Αλλά εδώ που τα λέμε αντανακλά ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας μας που αποδέχεται αυτόν τον τίτλο τιμής, αλλιώς δεν θα υπήρχε τέτοια αποδοχή σε τόση τεράστια ανοησία, άρα και ανύπαρκτη ουσιαστικά σωστή ενημέρωση και πληροφόρηση».
- Αν ήσουν 20 χρονών και ξεκινούσες τώρα, θα έμενες να το παλέψεις στην Ελλάδα ή θα επέλεγες το δρόμο να πας σε κάποια χώρα του εξωτερικού;
«Δεν ξέρω… δεν μπορώ να απαντήσω… Είναι μεταφυσικό το ερώτημα. Μπορεί να έμενα και μετά να έφευγα ή να έφευγα και μετά να γύριζα ή σκέτα να έφευγα ή σκέτα να έμενα. Ξέρω αυτό που νιώθω τώρα, σε αυτή τη φάση της ζωής μου. Εδώ θα μείνω - κι όχι τόσο λόγω ηλικίας, αλλά επιλογής. Αγαπώ τον τόπο μου. Είναι και δικός μου ο τόπος αυτός. Εχω την δικιά μου πατρίδα μέσα στην ψυχή μου».
- Δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό και θα ρωτήσω αυτό που σε ρωτάνε σε όλες σχεδόν τις συνεντεύξεις: Πώς αισθάνεσαι όταν το "Σαν να μην πέρασε μια μέρα" ξεσηκώνει όλο τον κόσμο σε μια σκυλοπόπ πίστα;
«Στην αρχή με ενοχλούσε. Μετά κατάλαβα πως ένα τραγούδι μπορεί να πάρει μόνο του τη δική του τροχιά, και ηρέμησα. Δεν λέω πως μ’ αρέσει, αλλά πλέον δεν με απασχολεί. Στην εποχή του "όλα μέσα, όλα παίζουν", στη σχετικοποίηση των πάντων και άρα την ισοπέδωση, στις μέρες της μεταμοντέρνας νεοελληνικής μπουλντόζας, άνοιξε ένα στόμα μεγάλο και τα κατάπιε όλα: από το δικό μου τραγούδι μέχρι το "Λιωμένο Παγωτό", την "Πριγκιπέσσα", το "Δε Χωράς Πουθενά" και βάλε...».
Κώστας Σταθόπουλος
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ ‘ΑΠ’ΤΟ ΜΗΔΕΝ’ (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ)
Δεκέμβρης του 2012.Κυκλοφορεί το 13ο album του Γιώργου Δημητριάδη με γενικό τίτλο ‘’Απ’Το Μηδέν’.
Σε μια εποχη πού όλα αλλάζουν δραματικά ο αγαπημένος τραγουδοποιός μηδενίζει το κοντέρ και μαζί με όλους εμάς επιχειρεί να πιάσει το νήμα από την αρχή.
Ο ίδιος σημειώνει’’Επανεκκίνηση ενός τόπου ολόκληρου βουτηγμένου στο τέλμα και την απαξία. Ενα στοίχημα συλλογικό αλλά και προσωπικό που εδώ καταγράφεται σαν ένα σύνολο ήχων,εικόνων,συναισθημάτων,βιωμάτων με παρούσα πάντα την ανάγκη μου να ανανεώνομαι σε έναν τόπο πού εχθρεύεται την ανανέωση, σ’έναν τόπο αγαπημένο όσο κι αν με πληγώνει. ‘’
Τραγούδια που μιλάνε για το σήμερα ,που τολμούν παρεμβάσεις,αλλά και ερωτικά με τον ιδιαίτερο τρόπο που ο Γιώργος Δημητριάδης ξέρει να γράφει. Το τραγούδι ‘Απ’Το Μηδέν’’ παίζει ήδη στα ραδιόφωνα,αλλά και το "Όσα Είν'Αληθινά", ‘’Κλειδώσαμε’’,’’Βήματα Βαριά’’,
”Γαλάζιος Ουρανός’’,"’Οδός Ιταλίας","Αν Δεν Αξίζει" είναι τα κλασικά τραγούδια του αύριο.
Τραγούδια πού συνεχίζουν την πορεία του τραγουδοποιού και στέκονται δίπλα στις παλιότερες επιτυχίες του. Γιατί ,στα χρόνια που πέρασαν,ο Γιώργος Δημητριάδης έχει αποδείξει ότι ξέρει να γράφει τραγούδια πού μένουν και γίνονται κλασικά.
Άπ’Το Μηδέν’,λοιπόν,καινούργιος δίσκος,13 καινούργια τραγούδια,που θα κερδίσουν το στοίχημα.‘Απ’το Μηδέν’ γιατί όπως λέει και το ομότιτλο τραγούδι που ανοίγει το album:
"Κακά τα ψέμματα,ήμασταν τυφλοί
Και τώρα η αλήθεια μας φαίνεται σκληρή
Γυρνάει η σελίδα και κλείνει το βιβλίο
Πέφτει η γέφυρα και λέμε αντίο’’.