Κυριακή, 19 Σεπτεμβρίου 2021 08:06

Ο Γιάννης Θωμόπουλος στην «Ε»: «Οταν ο Μίκης άνοιγε τα χέρια του να διευθύνει, σε ανέβαζε στους 7 ουρανούς»

Γράφτηκε από την
Ο Γιάννης Θωμόπουλος στην «Ε»: «Οταν ο Μίκης άνοιγε τα χέρια του να διευθύνει, σε ανέβαζε στους 7 ουρανούς»

 

Συνέντευξη στη Γιούλα Σαρδέλη

“Οταν ο Μίκης άνοιγε τα χέρια του να διευθύνει, σε ανέβαζε στους 7 ουρανούς” δηλώνει ο Μεσσήνιος ερμηνευτής Γιάννης Θωμόπουλος, ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του μεγάλου μας συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, που πρόσφατα έφυγε από τη ζωή. Ο Γ. Θωμόπουλος μοιράζεται αυτό το Σαββατοκύριακο με την “Ε” αναμνήσεις, εμπειρίες και περιστατικά που του έμειναν αξέχαστα, μέσα από μια πλούσια συνύπαρξη ετών. Ακόμη, μιλά για τη ζωή και τις δραστηριότητές του στο σήμερα, που τόσο αλλιώτικο και δύσκολο πρόσωπο έχει δείξει στους καλλιτέχνες.

 

 - Εχει περάσει καιρός από τότε που δώσατε συναυλία στην Καλαμάτα…

Το καλοκαίρι έκανα δύο συναυλίες στη Μεσσήνη. Μέσα στην Καλαμάτα ναι, έχω αρκετό καιρό. Ηταν να κάνουμε μια συναυλία - αφιέρωμα στον Λόρκα, στο Μέγαρο, αλλά μετατέθηκε για αργότερα λόγω των προβλημάτων που υπάρχουν με την πανδημία.

 

 - Δημιουργικά, καλλιτεχνικά, σε τι φάση σας πετυχαίνουμε;

Κάνουμε κάποιες πρόβες με τα παιδιά της Καλαμάτας για να δώσουμε αυτή τη συναυλία, το αφιέρωμα στον Λόρκα. Η Καλαμάτα είναι τυχερή που έχει αυτόν τον επικεφαλής της Φιλαρμονικής, τον Κώστα Νικολέα. Εχει επίπεδο, είναι πολύ καλός μουσικός, έχει υψηλό επίπεδο αισθητικής και κάνει πράγματα που εγώ δεν έχω ξανασυναντήσει στη Φιλαρμονική.

 

 - Οπότε δεν διακόπτετε τους δεσμούς με την περιοχή μας…

Οχι, καθόλου. Παράλληλα, βγήκε και ένας δίσκος πριν από μια εβδομάδα, με την “Αποκάλυψη” του Ιωάννη. Είναι κείμενα από την “Αποκάλυψη” τα οποία έχουν μελοποιηθεί από τον Τάσο Καρακατσάνη, ένα σύνθετη πολύ σπουδαίο, συνεργάτη των Χατζηδάκι - Θεοδωράκη. Είχαμε συνεργαστεί πολλά χρόνια πριν, είναι φίλος μου. Η δουλειά αυτή είχε πρωτοπαιχτεί μέσα στον μητροπολιτικό ναό της Ρόδου, πριν από 25 χρόνια, κατόπιν αδείας του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Εγινε μια εκπληκτική συναυλία, πραγματικά.

 

 - Είναι το έργο που παίξατε και στο Ανδρομονάστηρο;

Ναι, και βγήκε και σε δίσκο, από τις “Οδός Πανός” του Γιώργου Χρονά.

 

 - Πώς αισθανθήκατε με το πρόσφατο γεγονός του χαμού του μεγάλου μας εθνικού συνθέτη;

Για μένα ήταν ένα σοκ. Αν και όλοι το περιμέναμε λόγω της ηλικίας του, εγώ στεναχωρήθηκα γιατί ήμουν συνεργάτης του για 17 χρόνια. Ξεκίνησα τη συνεργασία μας το 1975 από την Ορεστιάδα. Η τελευταία συναυλία που έκανα μαζί του ήταν το 1992 στην Αγκυρα, στην Τουρκία. Σε όλο αυτό το διάστημα πέρασα 17 εκπληκτικά, συγκλονιστικά χρόνια”.

 

 - Πρέπει να γυρίσατε πολλές πόλεις της Ελλάδας ή και χώρες στο εξωτερικό μαζί.

Εκανα πάνω από 1.000 συναυλίες σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, Ισπανία, Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Λουξεμβούργο, Αυστρία, Ιταλία, Πορτογαλία... ούτε θυμάμαι. Επίσης σε Αμερική, Αφρική, Μέση Ανατολή, Λίβανο, Ισραήλ, Τουρκία. Τι να πρωτοθυμηθώ.

 

 - Αυτό το κομμάτι, το οποίο θα σας λείψει περισσότερο από τον Θεοδωράκη, ποιο είναι;

Η παρουσία του Μίκη. Η τελευταία μας επικοινωνία ήταν πριν 2 χρόνια όταν κάναμε με την μπάντα της Καλαμάτας το “Εμβατήριο” του Αγγελου Σικελιανού και τα “Επιφάνια”. Τα “Επιφάνια” τα παίξαμε πρώτη φορά στο Πνευματικό Κέντρο. Μετά παίξαμε και τα δύο έργα μαζί στην Αρχαία Μεσσήνη, σε μια εκπληκτική, φοβερή βραδιά. Ηταν η τελευταία φορά που του μίλησα, γιατί δεν πολυέβγαινε στο τηλέφωνο, και μου έστειλε και μια επιστολή τότε, θυμάμαι, που ανακοινώθηκε πριν από την συναυλία. Ευχαριστούσε τον Κώστα Νικολέα και τα παιδιά της ορχήστρας, της χορωδίας κτλ. Ευχαριστούσε κι εμένα γιατί διακονώ το έργο του εδώ και πάρα πολλά χρόνια.

 

 - Αρα δεν ήταν κάτι το απόμακρο, ένας μύθος…

Ηταν μεγαλόψυχος, δοτικός, πολύ απλός άνθρωπος. Εβγαινε έξω και μίλαγε με τον κάθε άνθρωπο που θα συναντούσε. Σπουδαίος. Κρίμα για τη χώρα να φεύγουν τέτοιοι άνθρωποι.

 

 - Για σας τι τον ξεχωρίζει από τους άλλους συνθέτες;

Η σπουδαιότητα του Μίκη έγκειται στο γεγονός, πέρα από τη μουσική ιδιοφυΐα που ο ίδιος είχε, ότι έφερε στα χείλη των Ελλήνων τους μεγάλους ποιητές. Αυτή ήταν και η σπουδαία προσφορά που άφησε και η παρακαταθήκη στον τόπο μας. Τότε ήταν άγνωστη παντελώς η ποίηση, δεν ήξερε κανείς ούτε τον Σεφέρη, ούτε τον Ελύτη, κανένας.

 

 - Πόσο εύκολο είναι για τα τραγούδια του Θεοδωράκη να μπορούν να ακουστούν στο σήμερα;

Είναι γεγονός ότι η νεολαία σήμερα βομβαρδίζεται όλο το εικοσιτετράωρο, από τα μέσα ενημέρωσης και από το διαδίκτυο, με τελείως διαφορετικά τραγούδια, τα οποία βέβαια έχουν μια πορεία ενός μήνα, μετά ξεχνιούνται παντελώς. Δεν νομίζω ότι θα θυμάται μετά από κάποια χρόνια κανένας τίποτα.

 

 - Πώς βλέπετε εσείς τους δημιουργούς τους σημερινούς;

Δεν είμαι απογοητευμένος, υπάρχουν δημιουργοί σήμερα που γράφουν ωραία πράγματα, τα οποία όμως δεν βγαίνουν πλέον γιατί δεν υπάρχει δισκογραφία, δεν υπάρχουν τα μέσα που να τα στηρίξουν. Γι’ αυτό και γίνονται συνήθως με ηλεκτρονικά όργανα. Δεν χρησιμοποιούν πλέον κλασικά όργανα, φυσικά όργανα. Εχουν ήχους “έτοιμους” και βάζουν αυτούς τους ήχους πάνω σε στίχους και κάνουν ένα τραγούδι.

 

 - Για εσάς υπάρχει κάποιος δημιουργός που να μην έτυχε να συνεργαστείτε, ενώ θα θέλατε;

Θα ήθελα πολύ να έχω συνεργαστεί με τον Μάνο Χατζιδάκι. Δεν έτυχε. Με τον Μάνο  Λοΐζο τραγουδήσαμε σε συναυλίες, με τον Λεοντή τραγούδησα, με τον Μαρκόπουλο τραγούδησα. Δεν έχω απωθημένα καλλιτεχνικά.

 

 - Νιώθετε πλήρης.

Ναι, και είχα την τύχη να γνωρίσω όλους τους μεγάλους ποιητές, τον Σεφέρη, τον Ελύτη, προσωπικά. Το ‘75 τραγούδησα το “Αξιον εστί” για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση στη Λυρική, παρουσία του Ελύτη, του Μάνου Κατράκη... Είχα την τύχη να γνωρίσω το Ρίτσο, το Λειβαδίτη, τον Αναγνωστάκη.

 

 - Φανταζόσασταν όταν ήσασταν σε παιδική ηλικία ότι η ζωή θα σας φέρει σε τέτοια μονοπάτια;

Ούτε στα όνειρά μου.

 

 - Ησασταν καλός μαθητής στο σχολείο;

Θα έλεγα όχι. Τα χρόνια ήταν δύσκολα για μας τότε, ήταν τα μεταπολεμικά χρόνια. Γεννήθηκα το ’46, έζησα στη Μεσσήνη. Δεν σπούδασα τίποτα. Δούλευα, πήγα στην Αθήνα στα 17, δούλευα σε κάποια τεχνικά γραφεία και σε οικοδομές, γιατί ήταν δύσκολα χρόνια και έπρεπε να επιβιώσουμε.

 

 - Με τη μουσική πώς ξεκινήσατε;

Είχα έναν αγαπημένο φίλο και εκδότη, τον Αλέκο Μοάτσο, και εκτός αυτού, εκείνη που μου έδωσε τα πρώτα ερεθίσματα και το χώρο να εκφραστώ ήταν η Πόπη Αστεριάδη. Μιλάμε τώρα για το 1969. Ηταν φίλη μιας ανιψιάς μου, και ένα βράδυ στην Πλάκα κάποιο παιδί που είχε μαζί της δεν μπορούσε να τραγουδήσει και μου λέει “Δεν έρχεσαι να πεις δύο - τρία τραγούδια;”.

 

 - Ποιος σας άκουσε μετά στις μπουάτ;

Μετά τον πρώτο - δεύτερο χρόνο που τραγούδαγα με την Πόπη, ήρθε ο Νίκος Μαμαγκάκης μια μέρα και μου λέει “θέλω να πεις κάτι στο δίσκο που κάνουμε με το Γιάννη Πουλόπουλο”. Ετσι “μπλέχτηκα”, συνεργάστηκα μετά με τον Γιώργο Ζωγράφο, το Βιολάρη, πολλά χρόνια με την Πόπη.

 

 - Αρα εσείς δεν ξέρατε νότες, μουσική.

Τίποτα. Ο,τι ήξερα από τον συγχωρεμένο τον πατέρα μου, ο οποίος είχε θαυμάσια φωνή και έψελνε και τραγούδαγε. Δεν μπόρεσα να μάθω ούτε μετά, ήταν πολύ δύσκολο. Ημουν συνέχεια στον αγώνα της ζωής. Ηταν ελάχιστοι οι λαϊκοί τραγουδιστές που ξέρανε να παίζουνε ένα μπουζούκι ή λίγο κιθάρα. Οι περισσότεροι λαϊκοί τραγουδιστές ήταν αυτοδίδακτοι.

 

- Ηταν αυστηρός δάσκαλος ο Θεοδωράκης;

Δεν θα το έλεγα. Ποτέ δεν μου έκανε παρατήρηση, αλλά όταν σήκωνε τα χέρια του, σε ανέβαζε στους εφτά ουρανούς. Ηταν μια μαγική στιγμή, κάτι εξωπραγματικό. Ηταν φοβερή εμπειρία, φοβερές στιγμές. 

 

- Ποιες στιγμές θα σας μείνουν αξέχαστες από τις συναυλίες;

Την πρώτη χρονιά φύγαμε από την Ορεστιάδα και καταλήξαμε στην Κύπρο σε στάδιο όπου 15.000 κόσμος παραληρούσε, έκλαιγε. Ηταν ο Μακάριος παρών, εκεί είχα την τύχη να γνωρίσω τον Αλέκο τον Παναγούλη, έναν πολύ σπουδαίο και γλυκύτατο άνθρωπο, χωρίς έπαρση, που μου έκανε πολλή εντύπωση. Ηταν σύμβολο αντίστασης στη Χούντα. Μετά κάναμε πολλές συναυλίες στη Γαλλία, προεκλογικές του Μιτεράν. Μόλις έγινε Πρόεδρος, μας κάλεσε και παίξαμε στο Προεδρικό Μέγαρο της Γαλλίας, στα Ηλύσια Πεδία. Εκεί είδα την ταπεινότητα του ανθρώπου. Είχαμε πάει με τον Πανδή κάνα-δυο ώρες πριν μέσα στο παλάτι, για να δούμε πού θα παίξουμε, και ανοίγει μια πόρτα και βγαίνει ο Μιτεράν μόνος του. Ερχεται, μας χαιρετάει και μας ρωτάει τι να μας προσφέρει! Η ταπεινότητα είναι το μεγαλείο του ανθρώπου, η έπαρση από την άλλη είναι σιχαμένο πράγμα. Μετά από αυτή τη συναυλία, ακολούθησαν κάποιες άλλες. Θυμάμαι πηγαίναμε κάπου στη Γερμανία και στη διαδρομή χάλασε το πούλμαν και καθυστερήσαμε. Ητανε να πάμε να κάνουμε τη συναυλία σε ένα πανεπιστήμιο στις 3 η ώρα και φτάσαμε μετά από 4 ώρες – και ήταν κάτω στο Πανεπιστήμιο 3.000 φοιτητές και περίμεναν, δεν είχε φύγει κανείς!

 

 - Εχετε ζήσει όμως και επικίνδυνες καταστάσεις…

Πήγαμε στο Λίβανο προσκεκλημένοι του Αραφάτ, να κάνουμε μια συναυλία στη Βηρυτό, όπου εμείς δεν ξέραμε τι γινόταν εκεί πέρα. Την προηγούμενη χρονιά, τη Βηρυτό την είχαν καταλάβει οι Ισραηλινοί. Ολοι οι σταθμοί έλεγαν να μην πάει κανένας στην συναυλία του Θεοδωράκη, γιατί όλο το τετράγωνο θα ανατιναχθεί! Και εμείς δεν ξέραμε τίποτα φυσικά. Μας τα είπαν εκ των υστέρων, γιατί πηγαίναμε από το αντίθετο ρεύμα με 150 χιλιόμετρα, κορνάροντας συνέχεια, και μας πήγαιναν από άλλη διαδρομή κάθε φορά. Την επόμενη χρονιά κάνουμε μια περιοδεία στο Ισραήλ που, λόγω του γεγονότος ότι είχαμε πάει στη Βηρυτό, ήταν το ίδιο ακραία. Θυμάμαι είχα βγει να τραγουδήσω εγώ στην αρχή και ήρθε ένας και πέταξε κάτι με ένα μεγάλο φιτίλι! Ευτυχώς το πιάσαμε και το πετάξαμε μακριά κι έσκασε έξω. Ηταν φοβερές στιγμές. Στο Κονγκό, πήγαμε για συναυλία και βλέπουμε στην είσοδο του θεάτρου δύο τανκς και από ένα λόχο σε κάθε πόρτα. Η τελευταία ήταν στην Αγκυρα το ’92 όπου μας υποδέχτηκε ο γιος του Ινονού, Ερντάλ. Χιλιάδες κόσμος κατέκλυσε τον Ιππόδρομο της Αγκυρας και έγινε ένα πανηγύρι. Ο λαός ο τούρκικος είναι πολύ συνδεδεμένος με τον ελληνικό. Εχει μεγάλη εκτίμηση. Κάποτε μια κυρία μου είπε “Τα σπίτια μας είναι μικρά, οι ψυχές μας όμως είναι μεγάλες”.

 

 - Να πάμε πάλι στο σήμερα…

Μετά τις συναυλίες με το Μίκη, συνέχισα δίνοντας δικές μου συναυλίες με το γνωστό ρεπερτόριο, το “παραδοσιακό” καλό λαϊκό και τις δημιουργίες των μεγάλων γνωστών και νεότερων συνθετών μας και με τη δισκογραφία. Την τελευταία εικοσαετία επίσης, με την τιμητική για μένα ψήφο των συναδέλφων μου τραγουδιστών, εκλέγομαι ταμίας του Οργανισμού “Ερατώ” που διαχειρίζεται την είσπραξη και την απόδοση στους δικαιούχους, των συγγενικών δικαιωμάτων από τη χρήση των τραγουδιών μας. Ο τελευταίος μέχρι σήμερα και εν ενεργεία πρόεδρος του Οργανισμού είναι ο Μανόλης Φάμελος, ενώ ως ταμίας θήτευσα με προέδρους τον Γιώργο Νταλάρα, τη Δήμητρα Γαλάνη, τον Κώστα Τουρνά και τη Χαρούλα Αλεξίου.

 

 - Οταν ζούσατε αυτές τις ιστορικές στιγμές με τη μεταπολίτευση, με τη Χούντα, φανταζόσασταν ότι θα υπάρξει μια χρονική περίοδος όπως η τωρινή, που θα υπάρχει μια ασθένεια που θα αλλάξει τη ζωή μας; Οτι θα ζήσουμε τέτοιες δυσκολίες;

Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα περνάγαμε αυτή τη λαίλαπα. Γιατί πραγματικά πρόκειται για μεγάλο δυστύχημα για τους ανθρώπους και την κοινωνία γενικά. Εχει χαθεί κόσμος.


NEWSLETTER