Για δεύτερη μέρα, σήμερα Σάββατο στις 9 μ.μ., παρουσιάζεται στο αμφιθέατρο του Κάστρου Καλαμάτας σε παραγωγή του Πολιτιστικού Οργανισμού «Λυκόφως» και συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου.
Περισσότεροι από 17.000 θεατές κατέκλυσαν το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου και χειροκρότησαν όρθιοι τον σπουδαίο ηθοποιό Δημήτρη Καταλειφό και την εκλεκτή ομάδα πρωταγωνιστών -Χρήστο Χατζηπαναγιώτη, Αγγελική Παπαθεμελή, Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Μάξιμο Μουμούρη, Χρήστο Σαπουντζή, Γιώργο Νούση- ένα σύνολο δεκατεσσάρων ηθοποιών, επιβραβεύοντας την ερμηνεία τους στον «Οιδίποδα επί Κολωνώ». Με την κατάσταση να είναι ίδια και στην Καλαμάτα, την Παρασκευή 18 Αυγούστου -πρώτη μέρα της παράστασης- κέρδισε το χειροκρότημα, με τους θεατές όλων των ηλικιών να φεύγουν συγκινημένοι και με τα καλύτερα σχόλια. Για την παράσταση, την Επίδαυρο, την συνεργασία τους με τον Δημήτρη Καταλειφό αλλά και τα σχέδιά τους για το μέλλον μιλούν στην «Ε» ο Μάξιμος Μουμούρης και η Αλεξάνδρα Αϊδίνη.
Συνέντευξη – παρουσίαση: Κωνσταντίνα Δρακουλάκου
Περιοδεύετε με μεγάλη επιτυχία με την παράσταση "Οιδίπους επί Κολωνώ" του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σκεύα, και την οποία παρουσιάζετε και στην Καλαμάτα. Θα θέλαμε ένα δικό σας σχόλιο για την Επίδαυρο αλλά και το πώς νιώθετε που ένα μήνα πριν την παράσταση στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού εξαντλήθηκαν με ταχύτατους ρυθμούς τα εισιτήρια.
Α.Α.: Κάθε φορά η Επίδαυρος είναι μια πολύ ξεχωριστή εμπειρία για όλους μας. Είναι θέμα ιστορίας, είναι θέμα του τοπίου στο οποίο είναι πολύ σοφά τοποθετημένο, αυτή η τεράστια αγκαλιά που σε αυτή την περίσταση, με αφορμή την παράσταση γέμισε και μας συγκίνησε όλους πάρα πολύ. Ηταν ένα πολύ προσηλωμένο και συγκεντρωμένο κοινό, αθόρυβο, πολύ μαζί μας, έτσι το νιώσαμε σε ένα έργο που ενδεχομένως μοιάζει να μην φέρει πολλή δράση αλλά είναι γεμάτο νοήματα και μεγάλες αναζητήσεις. Το χειροκρότημα που αναφερόταν σε όλους αλλά κυρίως στην ερμηνεία του κ. Καταλειφού η οποία έγινε με μεγάλο σθένος και πάθος, ήταν ένα συναίσθημα που θα το κουβαλάμε όλοι και χαρήκαμε ιδιαιτέρως που άγγιξε τον κόσμο και ανταποκρίθηκε και στο κάλεσμα της παράστασης και κατά τη διάρκεια και σε αυτή τη συνδημιουργία που γίνεται στο θέατρο όταν συμβαίνει αυτή η μαγική συνάντηση.
Η παράσταση στο Ηρώδειο είναι μια παράσταση που έχει ανακοινωθεί πολύ πρόσφατα. Είναι τρομερά συγκινητικό, είναι μια παράσταση που όλοι οι συνάδελφοι την αγαπάμε και είμαστε πολύ αγαπημένοι. Ομως τη σηκώνει στις πλάτες του ο Δημήτρης Καταλειφός που είναι ένας άνθρωπος που δουλεύει σαράντα χρόνια ακούραστα και αγόγγυστα και όχι μέσα από πολύ εμπορικούς δρόμους. Ουσιαστικά αυτή τη στιγμή ο κόσμος φτιάχνει ένα sold out σε όποιον τόπο και να παρουσιαστεί και τον αγκαλιάζει θερμά. Και μαζί του όλους εμάς. Είναι τρομερά ελπιδοφόρο για το θέατρο. Οπότε το να έρχονται να δουν τον Οιδίποδα του Καταλειφού είναι μια νίκη για το θέατρο και για τον ίδιο φυσικά και για όλους μας.
Μ.Μ.: Είναι πολύ ωραίο να παίζεις με κόσμο, δηλαδή γι' αυτό κάνουμε θέατρο, αυτό είναι η ουσία και ο λόγος που κάνουμε θέατρο, για το κοινό, οπότε όσο το κοινό έρχεται και βλέπει τις δουλειές μας αναπτύσσεται και αυτή η μορφή επικοινωνίας που είναι πολύ όμορφη. Και όταν συμβαίνει στην Επίδαυρο, αλλά και γενικότερα και σε αρχαία θέατρα, συμβαίνει κάτι πολύ ωραίο, είναι μοναδικές οι εμπειρίες. Εχουμε μια ιδιαιτερότητα ως χώρα να παίζουμε σ' αυτά τα θέατρα και είναι μεγάλη ευλογία. Για το Ηρώδειο το έμαθα πρόσφατα και έχω μείνει έκπληκτος για να είμαι ειλικρινής.
Πείτε μας λίγα λόγια για τη γνωριμία και τη συνεργασία σας με τον Δημήτρη Καταλειφό.
Α.Α.: Για μένα είναι ιδιαίτερη τιμή, για όλους μας φαντάζομαι. Για μένα είναι αρκετά ξεχωριστό μέσα μου από την άποψη ότι τον είχα δάσκαλο στη σχολή του Γιώργου Αρμένη και ήταν από τους πιο αγαπημένους δασκάλους που με πάρα πολύ μεγάλη λαχτάρα υπήρχαν στο μάθημα και μας μετέδωσε τη γνώση του, το σύστημά του και μας φώτισε πάρα πολύ με νέους τρόπους και διαδρομές. Οπότε βρέθηκα ξανά πλάι του ως συνεργάτης του και ως κόρη του πάνω στη σκηνή. Είναι πολύτιμο για εμάς να βλέπουμε τον τρόπο που δουλεύει, τον τρόπο που δίνεται σε αυτό που κάνει που υπάρχει πάνω σκηνή, που φέρει μια ποίηση και μια πολύ γειωμένη ενέργεια. Πολύ μεγάλη χαρά, πολύ μεγάλη τιμή.
Μ.Μ.: Ο Δημήτρης είναι ένας ουσιαστικός καλλιτέχνης, είναι ένας καλλιτέχνης με την βαθιά έννοια της λέξης. Γιατί όχι μόνο είναι ηθοποιός. Η σχέση του με την μορφή της τέχνης που έχει επιλέξει, ο τρόπος που γράφει ο ίδιος, ο τρόπος που τον παρακολουθούμε κάθε φορά να αντιμετωπίζει το κείμενο στη σκηνή, η ηρεμία, η ετοιμότητα, η δουλειά που κάνει μόνος του πριν έρθει στην πρόβα, είναι όλα αυτά στοιχεία μεγάλου καλλιτέχνη. Είναι πολύ όμορφο να παίζεις μαζί του. Είναι από τους πρώτους ανθρώπους που γνώρισα στο χώρο, μάλλον πριν καν βγω στη σχολή, Είναι η πρώτη φορά που παίζουμε μαζί, είναι ιδιαίτερα συγκινητικό για μένα.
Κυρία Αϊδίνη ερμηνεύετε την Ισμήνη και εσείς κ. Μουμούρη τον Πολυνείκη. Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια για τους ρόλους σας;
Α.Α.: Η Ισμήνη στον «Οιδίποδα επί Κολωνό» έρχεται ουσιαστικά σε αυτόν τον τόπο, τον ιερό της Αθήνας, όπου καταφεύγει ο Οιδίποδας και η Αντιγόνη -η κόρη που τον στηρίζει όλα αυτά τα χρόνια της περιπλάνησης- για να φέρει αυτό το κομμάτι της Θήβας που έχει αφήσει πίσω του. Ενα κομμάτι επίκαιρο που εκείνη τη στιγμή συμβαίνει στη Θήβα και πρέπει να μεταδοθεί και ως πληροφορία, ως προειδοποίηση στον πατέρα της. Δηλαδή είναι ένας αγγελιοφόρος ουσιαστικά για το τι συμβαίνει στην πόλη όπου υπήρξε βασιλιάς και από την οποία έχει εκδιωχθεί. Του δίνει το όπλο -βάσει των πληροφοριών και του χρησμού που έχει δοθεί από το Μαντείο των Δελφών- για να προχωρήσει και να αντισταθεί σε όλους τους ανθρώπους που θα έρθουν απλώς να τον εργαλειοποιήσουν με έναν τρόπο και να τον φέρουν πίσω χωρίς να έχει υπάρξει ουσιαστική συγχώρηση ή κατανόησή του. Οπότε είναι ένας άνθρωπος που έρχεται με πολλή αγάπη, με κίνδυνο της ακεραιότητάς της, κρυφά, για να συναντήσει τον πατέρα της, να τον ενημερώσει, να τον σώσει και ουσιαστικά να ενωθεί με την αδελφή και τον πατέρα σε αυτό το τρίγωνο που θα είναι και ο τελικός πυρήνας της οικογένειας που εμπερικλείει όλη την αγάπη. Ο Οιδίποδας έχει αφορίσει τους γιους του, τους έχει καταραστεί. Οι κόρες του εκπροσωπούν όλη του την τρυφερότητα και την αγάπη, την προστασία, αυτό που θέλει να αφήσει πίσω του. Οπότε ενώ έρχεται η Ισμήνη να τον σώσει χωρίς να το γνωρίζει, έρχεται για να τον συνοδέψει στο τέλος του και στην τελευταία του μυστήρια κατοικία. Γιατί ποτέ δεν καταλαβαίνουμε πώς ο Οιδίποδας πεθαίνει. Είναι ένα είδος ανάληψης, ένα είδος μεγάλου μυστήριου ο θάνατός του. Αντιστοιχεί στην τραγική του μοίρα και στη θεϊκή του υπόσταση πλέον στο τέλος. Αυτά τα εργαλεία χρησιμοποίησα στην ερμηνεία μου, τη μεγάλη λαχτάρα το να βρεθεί ανάμεσα στην αδελφή και στον πατέρα, και στο να υπάρχει με όλο της το είναι κάθε στιγμή και να προσπαθεί να καταλάβει τι είναι το καλύτερο. Απλά σκέφτηκα δύο μεγάλα μάτια και μια μεγάλη αγκαλιά, έτσι όπως μου έλεγε και ο σκηνοθέτης κ. Σκεύας.
Μ.Μ.: Ο Πολυνείκης είναι ένα εξίσου καταραμένος γιος, χωρίς δικιά του ευθύνη. Είναι μέσα σε έναν κύκλο αίματος και εκδίκησης που πρέπει να προχωρήσει. Εχει την ατυχία και την κατάρα να είναι γιος ενός καταραμένου πατέρα, οπότε το μερίδιο της κατάρας που του αναλογεί δεν είναι καθόλου μικρό. Είναι πολύ ιδιαίτερος. Είναι τραγικό πρόσωπο γιατί ξέρει πως αν δεν πάρει την ευλογία και την συγκατάθεση του πατέρα του, ο ίδιος δεν μπορεί να κάνει πίσω, πρέπει και να πάει να πολεμήσει κατά της πατρίδας του με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Ξέρει πολύ καλά ότι αν αποτύχει δεν θα θαφτεί ως προδότης οπότε κινδυνεύει να μην ηρεμήσει ποτέ η ψυχή του, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Ελληνες. Είναι ένας στρατηγός, δεν μπορεί να κάνει πίσω, πρέπει να κάνει μόνο μπροστά με ό,τι σημαίνει αυτό και αυτό είναι το τραγικό του κομμάτι. Υπάρχει επίσης ένα συγκινητικό του κομμάτι, είναι η πρώτη φορά στη σκηνή που γράφει ο Σοφοκλής με τον Πολυνείκη και τον Οιδίποδα. Επί σκηνής συνειδητοποιεί με το που τον βλέπει πόσο τον έχει παρατήσει, πόσο λάθος έχει κάνει να τον ξεχάσει τόσα χρόνια και αυτό είναι η συγκινητική και ανθρώπινη πλευρά του. Ο Πολυνείκης είναι ένας πολύ ιδιαίτερος χαρακτήρας, είναι και αυτός ο οποίος θα συνεχίσει μαζί με την Αντιγόνη τον κύκλο του αίματος και της εκδίκησης.
Με αφορμή τη θεατρική παράσταση "Σφήκες" της Λένας Κιτσοπούλου και τη θύελλα αντιδράσεων που προκάλεσε, θα ήθελα τη γνώμη σας. Αυτή η οξεία αντιπαράθεση και η έντονη κριτική κάτω από την ανωνυμία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αποτελεί ταυτόχρονα ένα θετικό κομμάτι ότι υπάρχει ακόμη έγνοια για την τέχνη και την επιρροή της στο κοινωνικό σύνολο;
Α.Α.: Το μόνο που θα κρατήσω από αυτό -πολύ φιλτραρισμένο όμως- είναι ότι είναι πολύ ενδιαφέρον όταν μια κατάθεση καλλιτεχνική δημιουργεί μια γόνιμη συζήτηση για το πού είμαστε, τι θέλουμε, τι κάνουμε, πώς επιβιώνει το αρχαίο δράμα, η κωμωδία, η τραγωδία ανά τους αιώνες και τι είναι δόκιμο ή όχι. Οταν είμαι στην Επίδαυρο και βλέπω μέσα σε δύο μέρες 17.000 θεατές να έχουν οι περισσότεροι μετακινηθεί από άλλες πόλεις για να έρθουν, το θεωρώ τρομερά ελπιδοφόρο και συγκινητικό ταυτόχρονα. Αυτό σημαίνει ότι κάτι ψάχνουμε, ότι αυτά τα κείμενα δίνουν αφορμές για παραλλαγές, για συζητήσεις, πόσω μάλλον ο Αριστοφάνης που έχει πολύ όμορφα ποιητικά στοιχεία αλλά ήταν ένα είδος πολιτικής επιθεώρησης, κοινωνικό και πολιτικό μαζί. Αυτό δεν μπορούμε εμείς να το επαναφέρουμε με το ίδιο κείμενο. Επειδή έχω παίξει σε πολλές παραστάσεις του Αριστοφάνη, έχω κάνει κυρίως κωμωδία στην Επίδαυρο -έτσι έτυχε- όταν πιάνεις αυτά τα κομμάτια βλέπεις εξαιρετικά κομμάτια στους «Όρνιθες» που εξυψώνουνε και άλλα με τίποτα που δεν θα μπορέσουν σήμερα να δημιουργήσουν γέλιο γιατί είμαστε σε άλλη διάσταση, σε άλλη νοητική κατάσταση. Οπότε η συζήτηση, η προσωπική οπτική που έχει μέσα και το μου αρέσει και δεν μου αρέσει, να μην επικοινωνήσεις με μια παράσταση ακόμη και να φύγεις ενδεχομένως. Να θεωρήσεις ότι μπορείς να περάσεις την ώρα σου αλλού. Αλλά δεν δέχομαι στον αφορισμό και τη χυδαιολογία. Αλλο το μέσα στη σκηνή να υπάρξει μια πρόκληση, είναι μέρος του έργου, και ο Αριστοφάνης ήταν πολύ προκλητικός. Νομίζω ότι χρειάζεται πολύ σεβασμός και προσοχή. Διαφορετικά καταντάει κουραστικό και κατώτερο του νοήματος που εμπεριέχεται στην τέχνη. Κρατάω μόνο την ωραία συζήτηση και την αφορμή για συζήτηση και μακάρι να έρχονται παραστάσεις και αναγνώσεις και πιο κλασικές και πιο πρωτοποριακές ή πειραματικές που να δημιουργούν αυτόν τον διάλογο ώστε να βρεθεί κάποτε ενδεχομένως σε κάποια άλλη παράσταση μια χρυσή τομή. Αυτό είναι που μας ενδιαφέρει που να τα εμπεριέχει όλα. Προς τα εκεί πάμε.
Μ.Μ.: Οχι δεν θα το έλεγα αυτό ιδιαίτερα. Δεν έχω δει την παράσταση και δεν μπορώ να εκφέρω καμία γνώμη για την παράσταση. Η προσωπική άποψη του καθενός είναι σεβαστή, αλλά σεβαστή είναι και η δικιά μου η στάση του να καταλαβαίνω ποιος γράφει, τι γράφει και γιατί το γράφει. Αν αυτό που γράφει είναι τεκμηριωμένο, αν έχει μια εμπάθεια, αν έχει μια μνησικακία. Γιατί υπάρχουν πολλές κριτικές οι οποίες, είτε θετικές είτε αρνητικές για οποιοδήποτε καλλιτεχνικό έργο είναι τεκμηριωμένες και συγκεκριμένες. Και υπάρχουν κριτικές για οποιοδήποτε καλλιτεχνικό έργο, που ούτε καν το έχουν δει και απλά μπαίνουν σε ένα πεδίο μάχης για να εκσφενδονίσουν ατάκες και βρισιές που δεν καταλαβαίνω ποιος είναι ο λόγος. Είναι μια τεράστια δεξαμενή απόψεων τα social media. Καλό θα είναι οποιοσδήποτε μπαίνει και διαβάζει να καταλαβαίνει αν αυτό που διαβάζει πριν το ασπαστεί, που κατά την γνώμη μου δεν πρέπει να ασπαστεί τίποτα, αλλά αφού το διαβάσει να καταλαβαίνει αν αυτή η κριτική είναι σοβαρή, είναι εμπεριστατωμένη και αν είναι με καλή πρόθεση. Πάνω απ' όλα η κριτική για να έχει έναν λόγο να υπάρξει, να δημιουργήσει και να έχει κάποιο αποτέλεσμα δημιουργικό, είναι να έχει καλή πρόθεση.
Εχετε ξαναπαίξει στο αμφιθέατρο του Κάστρου της Καλαμάτας; Ο κόσμος ανυπομονεί να σας δει.
Α.Α.: Εχω ξαναπαίξει στο Κάστρο, είναι ένας μαγικός χώρος. Εχω αγαπημένους φίλους που κατάγονται από την Καλαμάτα και την έχω επισκεφθεί και εκτός δουλειάς. Είναι μια πόλη τρομερά φιλική, τρομερά καλαίσθητη, πολύ φιλόξενη και ανυπομονούμε γιατί ερχόμαστε και δύο μέρες.
Μ.Μ.: Εχω δει παραστάσεις, έχω δει φεστιβάλ, δεν έχω παίξει ποτέ όμως στην Μεσσηνία. Οπότε είναι η πρώτη φορά και είναι πολύ ωραίο. Είναι μεγάλη μας χαρά. Κάθε φορά που είσαι σε έναν θίασο ξέρεις ότι θα παίξεις σε ένα γεμάτο θέατρο, ένα μεγάλο βάρος φεύγει και πλέον απολαμβάνεις αυτό που κάνεις.
Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;
Α.Α.: Υπάρχει κάτι νέο. Είναι μια νέα συνεργασία που την περιμένω με πολλή χαρά και λαχτάρα. Ενα πολύ ενδιαφέρον εγχείρημα που ξεκινά τον Οκτώβρη μέχρι τέλος της σεζόν αλλά δεν είναι ακόμα ανακοινώσιμο.
Μ.Μ.: Ξεκινάω πρόβες για το χειμώνα. Θα κάνω τον Πλατόνωφ του Τσέχωφ, στο "Τόπος Αλλού" σε σκηνοθεσία Νίκου Καμτσή και μετά απ' αυτό θα σκηνοθετήσω ένα νεοελληνικό έργο που δεν έχει ξαναπαιχτεί. Πρόκειται για το έργο του Μιχάλη Μαλανδράκη «Όνειρα γλυκά», στο ίδιο θέατρο. Ξεκινάνε τα γυρίσματα για τη "Γη της ελιάς" τον Σεπτέμβριο και βέβαια υπάρχει και η Δραματική Σχολή της Αγίας Βαρβάρας "Ιάκωβος Καμπανέλλης" που ξεκινάνε τα μαθήματα σιγά σιγά.
Το έργο
Η τραγωδία «Οιδίπους επί Κολωνώ» είναι το τελευταίο έργο του Σοφοκλή. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά πέντε χρόνια μετά το θάνατο του ποιητή και πραγματεύεται το τέλος του Οιδίποδα, άλλοτε κραταιού βασιλιά της Θήβας.
Ο Οιδίποδας, γέροντας πια, τυφλός και εξόριστος, φτάνει μετά από μακρά περιπλάνηση στον Αθηναϊκό δήμο του Ίππιου Κολωνού, οδηγούμενος από τη μια του κόρη, την Αντιγόνη. Κάθεται σ' ένα βράχο μέσα στο ιερό άλσος των Ευμενίδων, αλλά κάποιος κάτοικος του Κολωνού τον ανακαλύπτει και του ζητά να φύγει γιατί ο χώρος όπου κάθεται είναι ιερός και άβατος. Ο Οιδίποδας αρνείται γιατί σύμφωνα με τον χρησμό, αυτό το μέρος θα είναι ο τόπος της τελικής του ανάπαυσης.
Ο κάτοικος του Κολωνού καλεί τους γέροντες του τόπου να αποφασίσουν. Εκείνοι συμπονούν τον γέροντα ικέτη, αλλά μόλις μαθαίνουν το όνομά του, τρομοκρατούνται και τον διατάζουν να φύγει αμέσως απ' τη χώρα τους. Ο Οιδίποδας επικαλείται την Αθηναϊκή φιλοξενία και ζητά να δει τον Θησέα, τον βασιλιά της Αθήνας, διότι έχει να του προσφέρει μεγάλο δώρο για την πόλη του. Στο μεταξύ, έρχεται αναπάντεχα η Ισμήνη, η άλλη κόρη του Οιδίποδα, μεταφέροντας τα νέα απ' τη Θήβα: Οι γιοί του Οιδίποδα ο Πολυνείκης και ο Ετεοκλής, βρίσκονται στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου, διεκδικώντας ο καθένας για τον εαυτό του, τον θρόνο και την εξουσία. Επιπλέον, ένας νέος χρησμός ορίζει πως όποιος έχει με το μέρος του τον Οιδίποδα, νεκρό ή ζωντανό, αυτός κερδίζει. Καταφτάνει ο Θησέας και ο Οιδίποδας του ζητά προστασία για όσο ζει καθώς και να ταφεί στο χώμα της Αθήνας όταν έρθει το τέλος της ζωής του. Ο Θησέας τιμώντας τον Οιδίποδα, δεσμεύεται και για τα δύο και τον διαβεβαιώνει ότι είναι ασφαλής.
Στη σκηνή εισβάλλει ο Κρέοντας, ανακοινώνοντας ότι έρχεται εκ μέρους όλων των Θηβαίων, για να πείσει τον Οιδίποδα να γυρίσει πίσω στην πατρίδα του, τη Θήβα. Όταν βλέπει πως τα λόγια του δεν πείθουν αλλά αντίθετα εξοργίζουν τον Οιδίποδα, ο Κρέοντας, για να πετύχει το σκοπό του, καταφεύγει στη βία...
Σημείωμα σκηνοθέτη
Ἀγγελικὸ καὶ μαῦρο, φῶς,
γέλιο τῶν κυμάτων στὶς δημοσιὲς τοῦ πόντου,
δακρυσμένο γέλιο,
σὲ βλέπει ὁ γέροντας ἱκέτης
πηγαίνοντας νὰ δρασκελίσει τὶς ἀόρατες πλάκες
καθρεφτισμένο στὸ αἷμα του
ποὺ γέννησε τὸν Ἐτεοκλῆ καὶ τὸν Πολυνείκη.
Το αγγελικό και μαύρο φως, όπως γράφει στο τελευταίο μέρος της «Κίχλης» ο Σεφέρης, είναι αυτό που «βλέπει» ο τυφλός Οιδίποδας, ο γέροντας ικέτης. Είναι η συντριβή και η δικαίωσή του μαζί, το μετέωρο πέρασμά του στον άλλο τόπο, τις αόρατες πλάκες του άλσους των Ευμενίδων, που θα τον υποδεχτούν και θα τον καταπιούν. Η παράσταση φέρνει στο προσκήνιο τη διφορούμενη εκκρεμότητα του τέλους ενός ήρωα σημαδεμένου από τη μοίρα. Πώς μπορεί να μεταφραστεί σκηνικά αυτός ο μετεωρισμός ανάμεσα στο δίκαιο και στο άδικο, ανάμεσα στην αποδοχή της μοίρας και στην άρνησή της; Ο λόγος του Σοφοκλή, ο λόγος στα χείλη των ηρώων του, του Οιδίποδα, του Θησέα, της Αντιγόνης, της Ισμήνης, του Πολυνείκη, του Κρέοντα, δεν επιδέχεται κανέναν οριστικό διαχωρισμό του καλού απ' το κακό, του ιερού απ' το βλάσφημο. Αυτός ο λόγος, μέσα από τη μουσική των σωμάτων, γίνεται ένας τόπος αιώνιος, ο αιώνιος χρησμός. Αυτόν τον λόγο και τη βαθιά ποιητική, χρησμική του δύναμη, ζητά να απελευθερώσει αυτή η παράσταση.