Κυριακή, 25 Φεβρουαρίου 2024 08:26

Θανάσης Πολυκανδριώτης, «Οι Επόμενοι» και η Ακαδημία

Θανάσης Πολυκανδριώτης, «Οι Επόμενοι» και η Ακαδημία

 

Συνέντευξη στην Κωνσταντίνα Δρακουλάκου

Ο Θανάσης Πολυκανδριώτης, γιος του λαϊκού δασκάλου Θόδωρου Πολυκανδριώτη, σπουδαίος συνθέτης, εξαιρετικός σολίστ μπουζουκιού και αφοσιωμένος εκπαιδευτικός, έχει αφήσει το αποτύπωμά του σε κάθε γωνιά του πλανήτη με πάνω από 1.000 συνθέσεις στο ενεργητικό του.

Έχει εμφανιστεί στα μεγαλύτερα θέατρα και στις πιο γνωστές αίθουσες συναυλιών της Ευρώπης, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Αυστραλίας. Ο Ελληνας δεξιοτέχνης του μπουζουκιού δημιούργησε το μουσικό σύνολο μπουζουκιών "Οι Επόμενοι" για να εκπληρώσει μια διά βίου ανάγκη να μεταδώσει την αγάπη του για τα παραδοσιακά μουσικά όργανα στις νεότερες γενιές και να συγκεντρώσει όσους εκτιμούν τη δύναμη της ελληνικής λαϊκής μουσικής. Τα σημαντικότερα στοιχεία της ιστορίας της ομάδας περιλαμβάνουν τη συνεργασία τους με τους Paco Pena και Dulce Pontes στο Ηρώδειο στην Αθήνα το 2009 και την μοναδική εμφάνισή τους κατά την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, η οποία κέρδισε την παγκόσμια καταξίωση. Οι μουσικές αναζητήσεις του δεν περιορίστηκαν μόνο στα λαϊκά μονοπάτια αλλά και στην γενναία πρόθεσή του να εντάξει το μπουζούκι στη συμφωνική ορχήστρα και να δώσει τη δυνατότητα στο ευρύ κοινό να αντιληφθεί το όργανο και πέρα από τη λαϊκή παράδοση. Εμβληματική στιγμή αυτού του εγχειρήματος η σύνθεση κονσέρτου για μπουζούκι.

Ο Θανάσης Πολυκανδριώτης βρέθηκε πρόσφατα στην Καλαμάτα ως επισκέπτης και μας μίλησε για το πώς ξεκίνησε το ταξίδι του στον κόσμο της μουσικής και το πώς ανακάλυψε το μπουζούκι. Επίσης, αναφέρθηκε σε σημαντικές συνεργασίες που έχει κάνει στην καλλιτεχνική του πορεία, καθώς και στους επόμενους στόχους του. Ο άνθρωπος που πρωτοστάτησε ώστε το μπουζούκι να ενταχθεί στον κατάλογο της UNESCO ως άυλη πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας συνεχίζει να γράφει τραγούδια και βιβλία ενώ παράλληλα αγωνίζεται με σθένος για την ίδρυση της Ακαδημίας Τεχνών.

 

Πώς ξεκινήσατε το ταξίδι σας στον κόσμο της μουσικής και πώς ανακαλύψατε το μπουζούκι;

Τον Αύγουστο του 1963 ένας τραγουδιστής φίλος του πατέρα μου ζήτησε τον αδελφό μου τον Γιάννη για κάποιες εμφανίσεις στον Πύργο της Ηλείας.

Ο Γιάννης δούλευε και δεν μπορούσε. Έτσι πήγα εγώ που δεν είχα πιάσει μπουζούκι στα χέρια μου ποτέ και αφού μου εξήγησαν ότι το χαρτζιλίκι ήταν πολύ καλό. Έγινε η αρχή. Και τον χειμώνα του 1963 ήμουν διπλά στον Απόστολο Καλδάρα τη Σεβάς Χανούμ, τον Γεράσιμο Κλουβάτο, τον Μιχάλη Μενιδιάτη και άλλους στου Κεφάλα στη Κοκκινιά.

 

Ο Θόδωρος Πολυκανδριώτης, υπήρξε συνθέτης δεκάδων επιτυχημένων λαϊκών τραγουδιών τα οποία ερμήνευσαν σπουδαίοι καλλιτέχνες. Από όλη αυτή τη μεγάλη πορεία του, τι σας έχει κάνει εντύπωση; Πώς ήταν σαν πατέρας; Θυμάστε κάτι χαρακτηριστικό από τα παιδικά σας χρόνια;

Ο Θόδωρος ήταν πολύ αυστηρός. Είχα την τύχη όλοι οι συνεργάτες του μεγάλοι καλλιτέχνες να μπαινοβγαίνουν στο σπίτι μου και κάποιους να τους λέω θείους όπως τον (θεό του μπουζουκιού) Δημήτρη Στεργίου (Μπέμπη). Δε θα ξεχάσω ποτέ τα ταξίμια του πατέρα μου γιατί μέσα από αυτά τα ακούσματα έμαθα. 

 

Ο Θανάσης Πολυκανδριώτης ποιες συνεργασίες έχει ξεχωρίσει στην καλλιτεχνική του καριέρα;

Πολλές… αλλά θα σταθώ στο Μάνο Χατζιδάκι, το Γιάννη Πάριο το Στράτο Διονυσίου και το Στέλιο Καζαντζίδη. 

 

Το σπουδαίο τραγούδι σας «Τα πήρες όλα και έφυγες» σε στίχους Γιάννη Πάριου έγινε ιδιαίτερα αγαπητό στο κοινό ενώ ήταν και το αγαπημένο του Στράτου Διονυσίου που το ερμήνευσε. Οι γιοι του το χαρακτηρίζουν ύμνο. Μπορείτε να μας πείτε την ιστορία αυτού του τραγουδιού;

Το 1981 πήγαμε περιοδεία στην Αμερική με τον Πάριο και άλλους. Τελευταίος σταθμός το Σαν Φραντζίσκο οπού παίξαμε στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλευ. Μετά την παράσταση όλοι γύρισαν στην Ελλαδα κι εγώ πήγα στο Βανκούβερ στο Καναδά να συναντήσω ένα γιατρό με ειδικότητα στις μυοσκελιτικές παθήσεις. Αφού με εξέτασε μου είπε ότι είμαι κλινικά υγιέστατος αλλά για να ξαναπαίξω μπουζούκι πρέπει να κάνω αποχή από το όργανο για τρεις μήνες. Τα έβαψα μαύρα και αναγκάστηκα να φέρω την οικογένεια εκεί για να μη τρελαθώ.

Το μπουζούκι το είχα κάτω στο κρεβάτι μου με ανοικτή τη θήκη το έπαιρνα στα χέρια μου και έπαιζα με τα δάχτυλα ως κλασικός κιθαρίστας (η πρώτη μεγάλη μου αγάπη) έτσι να ξεχαρμανιάζω. Σε αυτό το διάστημα που έμεινα εκεί και μέσα στην απελπισία μου για το χέρι μου έγραψα 16 τραγούδια μαζί και το «Τα πήρες όλα» που μου είχε δώσει το στίχο ο Πάριος στο αεροπλάνο ερχόμενοι από την Ελλάδα. Ο Στράτος δεν ήθελε να το πει άλλα επέμενε ο Μάκης ο Μάτσας και έτσι το είπε.

 

Πώς πιστεύετε ότι επηρεάζει η συχνότητα κυκλοφορίας νέων τραγουδιών τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη μουσική στη σύγχρονη εποχή;

Έχω την εντύπωση ότι δεν κυκλοφορούν πολλά νέα τραγούδια. Ακούγονται κάποια αλλά όχι όπως παλιά. Εδώ θα πρέπει να πω ότι οι παραγωγές είναι πολύ λίγες γιατί δεν υπάρχει παραγωγή όπως την εννοούμε εμείς που τη ζήσαμε για δεκαετίες δηλαδή …εταιρίες δίσκων, συνθέτες, στιχουργοί, κ.λ.π. Με λίγα λόγια αυτά που ακούγονται σήμερα αν υπήρχε η παραγωγός εταιρεία π.χ.  ΜΙΝΩΣ ΕΜΙ θα είχαμε επιτυχίες διαχρονικές. Αυτό μας λείπει.

 

Το μπουζούκι, μαζί με τον ζεϊμπέκικο χορό, εντάχθηκαν στον κατάλογο της UNESCO ως άυλη πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας. Αισθάνεστε δικαιωμένος από αυτή την σπουδαία κατάκτηση;

Πιστεύω ότι δικαιωθήκαν όλοι οι μουσικοί που ασχολούνται με τα λαϊκά και παραδοσιακά όργανα και εγώ βέβαια που αγωνίστηκα γι’ αυτό με τους συνεργάτες μου. Μα πάνω απ’ όλα ευχαριστούμε το Υπουργείου Πολιτισμού. Είμαστε παγκόσμιοι και δε το γνωρίζουμε.

 

Η χώρα που δημιούργησε όλες τις τέχνες, δεν έχει Ακαδημία Τεχνών. Γιατί;

Γιατί; Είναι ένα ερώτημα όλων μας που θέλει απάντηση εδώ και τώρα. Αγωνίζομαι γι’ αυτή την Ακαδημία γιατί έτσι θα μαζέψουμε και θα διαφυλάξουμε τη μουσική μας και τους ανθρώπους της από τον Έβρο μέχρι την Κρήτη. Οι άλλοι λαοί τα έχουν τακτοποιημένα αυτά τα θέματα. Ίσως αγαπούν περισσότερο τον λαϊκό πολιτισμό τους.

 

Ποιος είναι ο επόμενος στόχος του Θανάση Πολυκανδριώτη;

Να γράφω τραγούδια για νέους ανθρώπους και να ευχηθώ να πάρει σάρκα και οστά η Ακαδημία. «Οι Επόμενοι» έχουν κάνει θαύματα και θα εξακολουθούν γιατί αγαπούν το μπουζούκι μας.