Ξεχωριστή θέση στην περιγραφή αυτή καταλαμβάνει ο Παναγιώτης Λουκαρέας, με την πορεία του στο χώρο της τέχνης να θεωρείται άξια θαυμασμού, δίχως όμως να έχει τύχει της αναγνώρισης που θα έπρεπε σε τοπικό επίπεδο.
Συνέντευξη στον Τάσο Ανδρικόπουλο
Εχοντας γεννηθεί στη Δυτική Μάνη (Ρίγκλια Λεύκτρου), σπούδασε μουσική και ψυχολογία. Εχει εκδώσει πάνω από 70 μουσικά και λογοτεχνικά βιβλία, έχοντας συνεργαστεί με κορυφαίους καλλιτέχνες όπως ο Βασίλης Τσιτσάνης, η Σωτηρία Μπέλλου, ο Γιώργος Ζαμπέτας, η Βίκυ Μοσχολιού, η Μαίρη Λίντα, η Γιώτα Λύδια, ο Μπαγιαντέρας, ο Ρούκουνας και άλλοι.
Μάλιστα, η συναυλία που είχε μεσολαβήσει για να γίνει, με κεντρικό πρόσωπο τον Βασίλη Τσιτσάνη στην Καλαμάτα πριν 42 χρόνια είχε 15.000 κόσμο, κατέχοντας αποδεδειγμένα τον τίτλο της πιο πετυχημένης συναυλίας στα χρονικά στη Μεσσηνιακή πρωτεύουσα από πλευράς προσέλευσης.
Ο ίδιος, παραχώρησε συνέντευξη στην “Ε” στον προσωπικό του χώρο στον οικισμό Καλάμι, θυμίζοντας θα έλεγε κανείς ένα μουσικό χρονοντούλαπο μέσα από τις χιλιάδες φωτογραφίες της πληθωρικής διαδρομής του. Κάνοντας μια αναδρομή, ο Παναγιώτης Λουκαρέας ανέφερε πως το “μικρόβιο” ώστε να εισχωρήσει στον κόσμο της μουσικής αποτέλεσε ένα ακορντεόν σε ηλικία 6 ετών, όταν είδε έναν ακορντεονίστα επί το έργο σε ένα πανηγύρι. Η συνέχεια τον βρήκε στην Καλαμάτα όταν τελείωσε το δημοτικό να αναζητά δάσκαλο για να εμβαθύνει στο συγκεκριμένο μουσικό όργανο, διαβάζοντας παράλληλα ώστε να φτάσει σε ένα καλό επίπεδο. «Μετά από δύο χρόνια, βρέθηκε στο δρόμο μου ο μαέστρος Γιώργος Θεοφιλόπουλος και με πήρε στην Αθήνα, βάζοντας με θα έλεγα στα βαθιά. Αποτέλεσμα αυτού ήταν σε ηλικία 17 ετών να παίζω με τον Ζαμπέτα και τη Μοσχολιού σε ηχογραφήσεις» σημείωσε, λέγοντας πως ακολούθησαν για μια δεκαετία ταξίδια σε όλο τον πλανήτη και ειδικότερα 270 συναυλίες στο εξωτερικό.
H ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΚΑΛΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙ “ΝΕΑΝΕΣ”
«Το όνειρό μου ήταν να γυρίσω στην Καλαμάτα, να δημιουργήσω μια σχολή εκμάθησης οργάνων και κατ’ επέκταση μια παιδική χορωδία αλλά και ορχήστρες» πρόσθεσε, κάνοντας λόγο για μια εις βάρος του εξέλιξη, καθώς μια επαρχιακή πόλη τότε δεν παρουσίαζε τις ευκαιρίες της πρωτεύουσας. Για την παρουσία του στην Καλαμάτα, ο ίδιος ανέτρεξε αρχικά στον Ιούλιο του 1982 όταν έφερε τον Τσιτσάνη, τη Μπέλλου και άλλους 60 καλλιτέχνες, σε μια βραδιά όπου μπήκε στο στόχαστρο γιατί κατά κάποιους… αλλοίωσε το πολιτιστικό καλοκαίρι της πόλης. Ακολούθησαν βραδιές με το Γιάννη Σπανό και άλλα αφιερώματα σε σπουδαίες προσωπικότητες, όπως στον Καβάφη, με αφηγητή τον Χρήστο Τσάγκα, όπου λίγο αργότερα απεβίωσε. Αναφερόμενος στη σχολή που ίδρυσε όταν επέστρεψε στην Καλαμάτα το 1982, ο Παναγιώτης Λουκαρέας υπενθύμισε πως βρισκόταν σε ένα παραδοσιακό κτήριο απέναντι από το Ιστορικό Δημαρχείο Καλαμάτας, στην Αρτέμιδος. «Για πολλούς τότε ήταν το στολίδι της πόλης» είπε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας πως μέχρι να γίνει ο σεισμός το 1986, απαριθμούσε 330 μαθητές. Η επόμενη μέρα βρήκε δυστυχώς τη σχολή του ερείπιο και τον ίδιο κάτω από ένα γραφείο, το οποίο αποτέλεσε την ασπίδα του κατά τα δραματικά εκείνα λεπτά. «Όταν συνήλθα, το πρώτο που έκανα ήταν να διαπιστώσω αν τα δάχτυλα μου ήταν ανέγγιχτα, καθώς σε διαφορετική περίπτωση το κεφάλαιο διδασκαλία θα τελείωνε για μένα» περιέγραψε, σχολιάζοντας πως η συνέχεια της ζωής του μετά από αυτή την εξέλιξη τον βρήκε να διδάσκει μουσική σε συλλόγους της Μεσσηνίας, κάτι που κάνει μέχρι και σήμερα αφιλοκερδώς, φέρνοντας ως παράδειγμα τον Πολιτιστικό Σύλλογο της Θουρίας.
Ως προς τη σχολή του που φέρει το όνομα “Νεανές”, υπογράμμισε πως κάποιοι νομίζουν πως προέρχεται από τον όρο “νεανίδες”. «Στην πραγματικότητα, είναι απήχημα του δευτέρου ήχου της Βυζαντινής μουσικής» ενημέρωσε, εστιάζοντας στην αγάπη προς τους μαθητές του και των μαθητών του προς τον ίδιο. «Εχω διδάξει περίπου 7.500 παιδιά, βλέποντας τώρα να έχουν κάνει τις οικογένειες τους και να με θυμούνται. Κάθε παιδί δε που ερχόταν στο σχολή, του έβγαζα μια φωτογραφία με το όργανο που έπαιζε και την πρωτοχρονιά έστελνα ένα ημερολόγιο με τη φωτογραφία για το καινούργιο έτος ως δώρο» πρόσθεσε, εκτιμώντας πως η κίνηση αυτή μπορεί να μην έσβησε εύκολα τη σχολή από τη μνήμη τους. «Είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που έχω πάρει ποτέ στη ζωή μου, βλέποντας να έχουν προοδεύσει, όντας μεταξύ άλλων αρχιμουσικοί σε μπάντες» πρόσθεσε, νιώθοντας και ο ίδιος παιδί όπως δήλωσε, μέσα από το μουσικό του αυτό ταξίδι. Ως προς τη συνέχεια της σχολής του, αυτή είχε παρουσία στην Παραλία και μετέπειτα στο κέντρο, ενώ ταυτόχρονα, αναπλήρωνε αφιλοκερδώς καθηγητές Μουσικής στη Μεσσηνία όταν δεν μπορούσαν να δώσουν το παρών.
«ΤΟ ΜΟΛΥΒΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΥΣΤΕΡΙ»
Παράλληλα, ένα ακόμα ταλέντο που διακρίνει τον κ. Λουκαρέα είναι η συγγραφή στίχων και ποιημάτων, έχοντας προκύψει 52 βραβεία από αυτή τη διαδικασία σε Ελλάδα και εξωτερικό. Αλλωστε, έχει συνθέσει τον Υμνο της Αεροπορικής Ιδέας, τον Υμνο της Μανιάτισσας, 250 τραγούδια, έργα Ελλήνων συνθετών για συμφωνική ορχήστρα, για παιδική χορωδία, για εκκλησιαστική χορωδία, δημοτικά τραγούδια για χορωδία και ορχήστρα. Ο ίδιος, στάθηκε στο δυσκολότερο εγχείρημα του με τίτλο “ακροστιχίδες και καλλιτεχνών ψηφίδες”, μια σειρά 10 τόμων που περιλαμβάνουν 80-100 πρόσωπα και τις βιογραφίες τους με αλφαβητική σειρά. «Ακολουθούν άλλοι 17 τόμοι με ποιήματα και στίχους» ενημέρωσε, διευκρινίζοντας πως αναμένει το ενδιαφέρον κάποιας εκδοτικής ή χορηγού ώστε αυτοί να πάρουν σάρκα και οστά. Σχετικά με τη θεματική που καταπιάνεται, ο ίδιος εξήγησε πως δεν ακολουθεί την πεπατημένη του έρωτα, αλλά ασχολείται και με την επικαιρότητα, φέρνοντας ως παράδειγμα τον αεροπόρο Επαμεινώνδα Κωστέα, το δυστύχημα στα Τέμπη αλλά και τον Αντώνη Καργιώτη που προσπάθησε να επιβιβαστεί σε πλοίο αλλά απωθήθηκε βίαια.
«Δεν θεωρώ πως ο ποιητής-στιχουργός πρέπει να γράφει μόνο για χαμένους έρωτες κ.τ.λ.. Το μολύβι του πρέπει να γίνεται νυστέρι, χτυπώντας τα κακώς κείμενα μέχρι το κόκκαλο» υποστήριξε, εκτιμώντας πως ο ποιητής είναι παράλληλα και προφήτης. «Πιστεύω πως είναι ένα χάρισμα από το Θεό, μια καθοδήγηση από μια θεία δύναμη. Διαβάζοντας δε κάποια ποιήματά μου, αναρωτιέμαι αν τα έχω γράψει πράγματι εγώ» σημείωσε, πληροφορώντας πως έχει δημιουργήσει τον τελευταίο καιρό ένα νέο Καλαματιανό τραγούδι με τίτλο “Αγαπημένη Καλαμάτα”, μια ωδή στη Μανιάτισσα που είναι αφιερωμένη στις κακοποιημένες γυναίκες, καθώς και τον ύμνο της ομάδας της Μάνης. Ο ίδιος, παρατήρησε πως για την ολοκλήρωση των όποιων δημιουργιών χρειάζονται πόροι αλλά και πολλές φορές κρούσεις σε πρόσωπα της αυτοδιοίκησης και της πολιτικής σκηνής, κάτι που δεν τον εκφράζει όπως δήλωσε.
ΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Κληθείς να σχολιάσει το επίπεδο της μουσικής σήμερα, ανέφερε πως το τραγούδι και ο πολιτισμός οδεύει σε άσχημους δρόμους. «Η Καλαμάτα αντίθετα πάει πολύ καλά σε σχέση με άλλες πόλεις, μεταξύ άλλων μέσα από τις δράσεις του Δημοτικού Ωδείου και του Μουσικού Σχολείου τα οποία βοήθησα στο πρώτα τους βήματα αλλά και της μπάντας της Φιλαρμονικής. Ωστόσο, εικόνες σαν αυτές που παρατηρήθηκαν πρόσφατα έξω από το Μέγαρο με αφορμή τα εγκαίνια του Ανοιχτού Θεάτρου μόνο πολιτισμός δεν ήταν» σχολίασε, κάνοντας λόγο για τριτοκοσμική κατάσταση. Ως προς τις εκδηλώσεις που γίνονται στην πόλη, εκτίμησε πως πρέπει να δοθεί έμφαση στα τοπικά σχήματα, μέσα από έναν πολιτισμό που θα συνδέεται με την ψυχαγωγία και όχι τις περιστασιακές διασκεδάσεις, όντας ένα καλό παράδειγμα για τις νεότερες γενιές. Ο ίδιος, εστίασε στα τραγούδια που ακούει πλέον σημαντικός αριθμός παιδιών και ο οποίος δεν συνάδει με το νεαρό της ηλικίας τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα περιστατικά βίας που αυξάνονται συνεχώς. Στο ίδιο πεδίο συζήτησης, ο Παναγιώτης Λουκαρέας ανέφερε πως η Ελλάδα είναι από τα λίγα κράτη στον πλανήτη που κάθε διαμέρισμά της έχει δικιά του μουσική φυσιογνωμία, με την παιδεία ωστόσο αντί να πατάει πάνω σε αυτές τις ρίζες να λοξοδρομεί σε πολλές περιπτώσεις. «Πλέον, είναι πανεύκολο να μπει κάποιος στα χωράφια της μουσικής, όμως είναι τόσες πολλές οι πληροφορίες που δεν είναι εύκολο να κωδικοποιηθούν όλες, τη στιγμή που ένα παιδί έχει να ασχοληθεί με παράλληλες δραστηριότητες» πρόσθεσε, λέγοντας χαρακτηριστικά πως για να μάθει κανείς ένα όργανο, δεν φτάνουν ούτε τρεις ζωές για να τελειοποιηθεί. Ο ίδιος, υπενθύμισε πως το Μουσικό Σχολείο λειτούργησε για πρώτη φορά το 1993 με 12 μαθητές στην Α΄ Γυμνασίου, δίνοντας μουσικά όργανα για να στηθεί σε συνεργασία με τον τότε διευθυντή Αλέξανδρο Μπουφέα, για να φτάσει σήμερα όπως είπε να αποτελεί ένα θαύμα για την περιοχή.
Σε άλλο σημείο της συζήτησης μας με τον κ. Λουκαρέα, γνωστοποίησε πως είχε κάνει προτάσεις το ΔΩΚ να δημιουργήσει παραρτήματα σε διάφορες περιοχές της Μεσσηνίας και να γίνονται μαθήματα σε παιδιά που δεν έχουν τη δυνατότητα να μετακινηθούν στην Καλαμάτα. Μάλιστα, η πρόταση περιελάμβανε την πληρωμή των μεταφορικών των μαθητών στη Μεσσηνιακή πρωτεύουσα, αν ήθελαν να αποκτήσουν πτυχίο, ωστόσο δεν εισακούστηκε ποτέ. Για τις χορωδίες που απαριθμεί η πόλη, ο ίδιος εκτίμησε πως πρέπει να ανανεωθούν σε ένα βαθμό, καθώς ο κορμός τους αποτελείται από τα ίδια μέλη. Σε ερώτηση της “Ε” γιατί αυτές δεν αποκτούν νέο αίμα μέσα από τα ταλέντα της πόλης, σχολίασε πως συνήθως επιλέγουν να φύγουν από την Καλαμάτα μετά τις σπουδές τους, εφόσον επιθυμούν να εργαστούν παράλληλα πάνω στη μουσική.
3.500 ΡΕΜΠΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΛΑΪΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Ο Παναγιώτης Λουκαρέας, έχει τιμηθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού, το Πολεμικό Ναυτικό, το Δήμο Θεσσαλονίκης, το Δήμο Αργυρουπόλεως, το Σύλλογο Μανιατών, το Σύλλογο "Ευκλή", το περιοδικό "Πνευματική Ζωή", κ.α. Υπήρξε καλλιτεχνικός διευθυντής στο "Σχολείο Παραδοσιακής Μουσικής "Αριστείδη Μόσχου". Έχει γράψει μουσική και στίχους για θεατρικά έργα και έχει συμμετοχή σε πάρα πολλές ηχογραφήσεις. Είναι τακτικό μέλος στην Αεροπορική Ακαδημία Ελλάδος, στην Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών, στην Ένωση Μεσσήνιων Συγγραφέων, στο Σύλλογο Μανιατών και στην Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών, ενώ έχει παρακολουθήσει μαθήματα λαϊκής μουσικής στο Κάιρο, στο Ισραήλ, στην Τουρκία, στη Περσία στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, κ.α. Ακόμα ασχολείται με την ψαλτική, περνώντας δημιουργικά τις περισσότερες ώρες της ημέρας στο χώρο του ή αλλιώς στο “μοναστήρι” του όπως το περιέγραψε.
Αξια αναφοράς, είναι και η συνεισφορά του στο βιβλίο της Υπαπαντής με βυζαντινά στοιχεία όταν ήρθε ο μακαριστός Χριστόδουλος στην Καλαμάτα, έχοντας γράψει τον εσπερινό Όρθρο και τη Θεία Λειτουργία. Όπως είπε, ήταν ένα δώρο σε όλους εις μνήμην του πατέρα του ο οποίος έψελνε και τραγουδούσε, αναλαμβάνοντας τότε τα έξοδα. Στο βιβλίο αυτό μάλιστα, υπάρχει και αφιέρωση από τον ίδιο τον μακαριστό. Και για όσους λένε πως οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια, στην περίπτωση του κ. Λουκαρέα η πραγματικότητα… μιλάει από μόνη της.
Έχει γράψει 3.500 ρεμπέτικα και λαϊκά τραγούδια με νότες (πριν την καταγραφή τους τα μάθαιναν οι μουσικοί ακουστικώς). Σχετικά με τη σημαντική παραγωγή τέτοιου τύπου τραγουδιών τις παλιότερες δεκαετίες εν αντιθέσει με τώρα, ο ίδιος στάθηκε στην τότε εποχή, στον τρόπο ζωής και στα βιώματα των ανθρώπων, τη στιγμή που αρκετές δουλειές πλέον είναι αναλώσιμες, μπαίνοντας πολλές φορές μπροστά πρώτα ο καλλιτέχνης από μια εταιρεία και έπειτα το κομμάτι. «Πιστεύω πως από τα όσα έχω μέσα στην ψυχή και στην καρδιά μου, δεν έχω κάνει ούτε το ένα εκατοστό» πρόσθεσε, κάνοντας μια σύνοψη της μέχρι τώρα πορείας του. Οσο για τα μελλοντικά του σχέδια, πληροφόρησε πως ετοιμάζει την «Ακαδημία Μπουζουκιού», την παγκόσμια σύναξη «Λαϊκών Οργάνων» (Φεστιβάλ), όπως επίσης και το σύλλογο "Όλγα Φέγγου - Σ.Α.Μ.ΑΝΑ" (Σύλλογος ατόμων με ειδικές ανάγκες), με βάση την Καλαμάτα.
Τέλος, στάθηκε στη βοήθεια που είχε από τον εκδότη της “Ε” Nτίνο Πλεμμένο όταν επέστρεψε στην Καλαμάτα, τονίζοντας πως τον στήριξε όσο λίγοι.