Ούτε φοιτητής ήμουν, ούτε άλλη ιδιότητα είχα ώστε να είμαι μέσα στο Πολυτεχνείο. Ημουν ένας από τους χιλιάδες πολίτες που κρατούσαν τον ρυθμό της εξέγερσης απ’ έξω. Μαζί με την τότε σύζυγό μου. Και με πολλούς φίλους, ανεξαρτήτως κομματικών προτιμήσεων. Ακόμη και δεδηλωμένους δεξιούς. Οπως για παράδειγμα ο μετέπειτα υπουργός της Νέας Δημοκρατίας Θοδωρής Κασίμης, που τον ήξερα ως φιλοβασιλικό. Μαζί με την επίσης δεδηλωμένων δεξιών φρονημάτων Φωτεινή Πιπιλή.
Αυτή η ώσμωση διατηρήθηκε και στην πρώτη επέτειο. Και ύστερα άρχισαν πια να κυριαρχούν τα συμπαγή κομματικά στρατεύματα. Με προεξάρχουσα την ΚΝΕ. Να λιγοστεύουν οι «ανέντακτοι». Οι μη καπελωμένοι. Εκείνοι που πήγαιναν να προσκυνήσουν επειδή το αισθάνονταν ως ανάγκη ψυχής. Αλλά αυτή η ψυχή δεν άντεξε να μετέχει, τα επόμενα χρόνια, στην θορυβώδη διελκυστίνδα, με τους κομματικούς στρατούς να τραβούν ο καθένας τα απομεινάρια της ιστορικής μνήμης, επιμένοντας ότι το Πολυτεχνείο τους ανήκει. Οτι είναι, κάθε παράταξη, ο μοναδικός εκφραστής και συνεχιστής του «πνεύματος του Πολυτεχνείου».
Μοιάζουμε, στις εκδηλώσεις μας, ως λαός, σαν να είμαστε «γραφείο τελετών και μνημοσύνων». Ειδικότερα όσοι μεγαλώσαμε ως απόγονοι των ηττημένων του Εμφυλίου. Απέναντι στις «γιορτές μίσους» των νικητών, τις οποίες μονίμως κατήγγειλε, η ελληνική Αριστερά ήταν η ίδια βυθισμένη στα δικά της μνημόσυνα.
Μα δεν πρέπει να θυμόμαστε; Ασφαλώς. Αρκεί να το κάνουμε με τρόπο νηφάλιο, ώστε να μπορούμε να διδασκόμαστε. Αλλά δεν βλέπω τι ακριβώς «διδάσκουν» οι σημερινές πορείες, έτσι όπως εξελίχθηκαν. Ιδίως από τότε που περισσεύουν οι «επαναστάτες» του γλυκού νερού, αυτοί που μπορούν με άνεση να μιλούν για σημερινή «χούντα» και «κατοχή», χωρίς να έχουν ζήσει στο πετσί τους ούτε την μια ούτε την άλλη κατάσταση. Αυτοί που βρίσκουν τις πορείες ως μια ευκαιρία για να επιδοθούν σε καταστροφές.
Η ιστορική μνήμη χρειάζεται περισσότερη περισυλλογή και λιγότερη οχλαγωγία.
Υ.Γ.: Το κείμενο είναι παλιότερο. Αλλά, φευ, ουδέν άλλαξε έκτοτε.
Γ.Π. Μασσαβέτας
giorgis@massavetas.gr