Υπάρχουν, και εδώ, τα χειρότερα. Την χειρότερη εμφάνιση την έκανε η κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον υπουργό Δικαιοσύνης Σταύρο Κοντονή.
Από στόματος Καμμένου δεν περίμενε κανείς τίποτε καλύτερο. Διότι ισχύει η πανάρχαια ρήση «από στόματος κοράκου, κρα». Ο πιστότερος πολιτικός «σύντροφος» του Αλέξη Τσίπρα είναι διαχρονικώς καταγεγραμμένος για την ανευθυνότητα του πολιτικού του λόγου. Διεκδικεί το παράσημο της ανοικτής παλάμης για την επίδοσή του σε συνωμοσιολογίες και «αποκαλύψεις» που έχουν πολύ κοντά ποδάρια. Οπως όλα τα ψέματα. Με πιο χαρακτηριστική την… συνταρακτική αποκάλυψη που είχε κάνει, με βιβλίο που κυκλοφόρησε, με το όνομά του, -αν και μετά ταύτα εμφανίστηκε ως συγγραφέας του ο υπουργός προπαγάνδας της χούντας, ο Γεώργιος Γεωργαλάς, διεκδικώντας την αμοιβή του. Οπου κατονόμαζε ως αρχηγό της «17 Νοέμβρη» τον Ανδρέα Παπανδρέου. Με πιο πρόσφατη επίδοσή του την… παγκόσμιας σημασίας αποκάλυψή του ότι «μας ψεκάζουν», ξένα, δόλια και σκοτεινά, κέντρα, για να μας υποτάξουν ως έθνος.
Από στόματος όμως ενός υπουργού της «για πρώτη φορά Αριστεράς», θα περίμενε κανείς, να ακούσει ότι και ο ίδιος προσωπικώς, και ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση συνολικώς, όχι μόνον δεν αποδέχονται, αλλά και αποδοκιμάζουν οποιαδήποτε πολιτική παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης. Αντ’ αυτού παρακολουθήσαμε μια παράσταση πλήρους καλύψεως των εκνόμων, αντιδικονομικών και αντισυνταγματικών ενεργειών του υπουργού Αμύνης. Οι οποίες, κατά τον ίδιο, έγιναν στα πλαίσια της… αποστολής του, καθώς συντρέχει λόγος… εξωτερικής απειλής, …λόγω αναμείξεως και Τούρκων λαθρεμπόρων.
Και σε αυτή την υπόθεση η κυβέρνηση εμφανίζεται παραζαλισμένη, να είναι «και με τον Θεό και με τον Μαμμωνά». Με τον Καμμένο να εκστρατεύει κατά του εφοπλιστή και νέου ισχυρού μιντιάρχη Ευάγγελου Μαρινάκη. Του ίδιου προσώπου που είναι γνωστές οι στενές σχέσεις του με τον φερόμενο ως δεξί χέρι του Τσίπρα, του αρχιτέκτονα της κυβερνητικής προπαγάνδας Νίκου Παππά.
Το «άνοιγμα» Τσίπρα προς το ΠΑΣΟΚ δείχνει το άγχος του να απαλλαγεί μελλοντικώς από το βαρίδι Καμμένο. Αλλά είναι πια πολύ αργά.
Γ. Π. Μασσαβέτας