«Για να εκσυγχρονίσουμε την παραλιακή ζώνη, με κατεδάφιση των αποθηκών στο λιμάνι, με ανάπλαση του βορείου πεζοδρομίου της Ναυαρίνου, με κατασκευή του παραθαλάσσιου πάρκου, με εκτεταμένες αναπλάσεις από τη Μικρή Μαντίνεια μέχρι τον Πάμισο.
Για να συνεχίσουμε τις αναπλάσεις με προτεραιότητα ανατολικά και δυτικά της κεντρικής πλατείας, στην Ηρώων και την Αύρας, στα "Ουζάκια".
Για να γίνει η μεταφορά στο νέο Δημαρχείο και να διατεθούν τα δημοτικά κτήρια σε φορείς.
Για να επεκταθούν παντού οι αγωγοί λυμάτων και να αντικατασταθούν ολοκληρωτικά οι αγωγοί αμιάντου.
Για να αξιοποιηθούν τα κτήρια Παναγιώταρου, ιδιοκτησίας του Δήμου πλέον.
Για να εκσυγχρονισθεί το Στάδιο και να γίνουν νέες αθλητικές εγκαταστάσεις στην πόλη και τα Διαμερίσματα.
Για να κατασκευασθούν οι αγωγοί ομβρίων από τη Θουρία μέχρι το Νέδοντα και νότια της Ευριπίδου.
Για να κάνουμε το όνειρο πραγματικότητα: Καλαμάτα – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης το 2021».
Οι παραπάνω θα μπορούσαν να είναι διακηρύξεις ενός νεοεκλεγμένου δημόσιου άρχοντα. Κι όμως, είναι οι δεσμεύσεις του επανεκλεγέντος -για τρίτη θητεία- δημάρχου Καλαμάτας το 2014. Τέσσερα χρόνια μετά, κι ενώ το τέλος της δωδεκαετούς θητείας του πλησιάζει, έχουν ολοκληρωθεί μόνο η ανάπλαση στα "Ουζάκια" και το νέο Δημαρχείο, έργα χωρίς αναπτυξιακή διάσταση. Λίγα ακόμα έχουν ξεκινήσει, είναι όμως αμφίβολο αν θα έχουν τελειώσει ως τον ερχόμενο Μάιο. Σίγουρα, μια κατώτερη των περιστάσεων επίδοση.
Από το 2007 έως σήμερα, σε αντίθεση με τις δραστικές περικοπές στα οικονομικά των Ελλήνων, εισέρρευσαν στο Δήμο Καλαμάτας δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Ευνοϊκές πολιτικές συγκυρίες, με συμπατριώτες μας σε καίριες θέσεις της κρατικής μηχανής (Πρόεδρος Δημοκρατίας, πρωθυπουργός, κορυφαίοι υπουργοί), συνέβαλαν καθοριστικά στην προώθηση σημαντικών έργων υποδομής (περιμετρικός, αντιπλημμυρικά) αλλά και έργων αστικής ανάπλασης, κυρίως στο κέντρο της πόλης. Η εικόνα της Καλαμάτας προς τα έξω βελτιώθηκε.
Κι όμως: Οι πολίτες σε γειτονιές και χωριά ασφυκτιούν, νιώθοντας εγκατάλειψη. Το χάσμα μεταξύ κέντρου και περιφέρειας του Δήμου διευρύνεται.
Η ανεργία και η φτώχεια βρίσκονται σε έξαρση, ενώ η φυγή των νέων και μορφωμένων Καλαματιανών συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, οδηγώντας τον τοπικό πληθυσμό στη γήρανση. Η γνώση, η καινοτομία και η δημιουργικότητα έχουν τεθεί στο περιθώριο.
Ολα τα προηγούμενα χρόνια δεν πραγματοποιήθηκε κάποια αξιόλογη παραγωγική επένδυση. Κυριαρχεί η «οικονομία της καφετέριας».
Το παραλιακό μέτωπο της πόλης, ανατολικά και δυτικά, παραμένει αναξιοποίητο. Ο τουρισμός καρκινοβατεί, με τη ζήτηση να ξεπερνά, κατά πολύ, την προσφορά κλινών. Το λιμάνι εξακολουθεί να λειτουργεί ως «νεκροταφείο πλοίων» και το αεροδρόμιο αδυνατεί να εξυπηρετήσει το αυξανόμενο ρεύμα ξένων επισκεπτών, που παρακάμπτουν, όμως, την Καλαμάτα, ξοδεύοντας αλλού τα χρήματά τους.
Ο πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός παραμένει κινούμενη άμμος, με τα κενά να αποθαρρύνουν τις επενδύσεις.
Η πόλη αποποιείται την κληρονομιά της πολυέξοδης διεκδίκησης της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, με το Μέγαρο Χορού ν’ ανοίγει 20 μέρες το χρόνο.
Δεν υφίσταται ολοκληρωμένος σχεδιασμός πολιτικής προστασίας, ούτε αντεγκληματική πολιτική - και η διαχείριση των απορριμμάτων γίνεται με ημίμετρα, αναμένοντας πρωτοβουλίες τρίτων.
Υπερσυγκεντρωτισμός και μικρόνοια οδηγούν την εφαρμοσμένη πολιτική.
Είναι γεγονός ότι η απερχόμενη δημοτική αρχή προσπάθησε, με εργατικότητα και τεκμαιρόμενη εντιμότητα, να νοικοκυρέψει το δήμο και να βελτιώσει τη «βιτρίνα» της πόλης. Γι’ αυτό της πρέπει τιμή. Εξάντλησε όμως ήδη τις δυνατότητές της. Ο,τι είχε να δώσει, το έδωσε. Δεν κατόρθωσε να εμπνεύσει και απέτυχε στο να προηγείται των εξελίξεων, διαμορφώνοντάς τες προς όφελος των δημοτών.
Σε μια εποχή που το μεταπολιτευτικό μοντέλο εξουσίας έχει γίνει πια -κυριολεκτικά και μεταφορικά- στάχτη, η Καλαμάτα, πρώτη απ’ όλη την Ελλάδα, πρέπει να κερδίσει το μέλλον της και να εισέλθει σε μια νέα «επόκ» με ορόσημο το 2021 και την επέτειο των 200 χρόνων ελευθερίας της, αλλά και πέρα από αυτό. Μακριά από τις παθογένειες και τις εξαρτήσεις του παρελθόντος. Και γι’ αυτό χρειάζεται ένα νέο στρατηγικό όραμα, μια νέα προγραμματική πρόταση για την παραγωγική ανασυγκρότηση και την ευημερία, με συστράτευση των δημιουργικών δυνάμεων της τοπικής κοινωνίας, με ευρεία αντίληψη και νέα δημοτική διακυβέρνηση.
Ηρθε η ώρα η σιωπηλή πλειοψηφία της πόλης να βγει μπροστά. Ο καιρός συγκατατίθεται. Αρκεί ν’ ακολουθήσει και ο λαός.
* Ο Νίκος Θεοδώρου είναι Δικηγόρος και Διδάκτωρ Δημοσίου και Ευρωπαϊκού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ludwig-Maximilians του Μονάχου.