Ετσι συμβαίνει συχνάκις και με τους λαούς και με τους ηγέτες τους. Ετσι συνέβη και με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου έχασαν τη ζωή τους εκατομμύρια άνθρωποι, αλλά και με την άνοδο του φασισμού που οδήγησε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τώρα δεν έχουμε να κάνουμε με πολεμική κρίση, αλλά με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, που ξέσπασε με την κατάρρευση της Lehman Brothers και παρέσυρε όχι μόνο τράπεζες στην Ευρώπη, από την Ισλανδία ως την Κύπρο, αλλά και εθνικές οικονομίες στο χείλος της χρεοκοπίας (Ιρλανδία, Ελλάδα, Πορτογαλία και Κύπρος). Και πολλοί διερωτώνται αν με τα «προγράμματα διάσωσης» που εφαρμόσθηκαν, η Ευρώπη οχυρώθηκε επαρκώς.
Οσοι ασκούν εξουσία σπεύδουν να διαβεβαιώσουν ότι «όλα είναι υπό έλεγχο» και ότι οι κακές ημέρες παρήλθον ανεπιστρεπτί. Και πρώτοι μεταξύ αυτών εκείνοι που κυβερνούν ακόμη τη χώρα μας. Που πορεύονται ως χαρούμενοι πανηγυριώτες, έτοιμοι να εφαρμόσουν το δικό τους προεκλογικό «Τσοβόλα δώστα όλα». Είναι όμως έτσι;
Ο Γκόρντον Μπράουν πρωθυπουργός της Βρετανίας όταν ξέσπασε η κρίση, έχει τελείως διαφορετική άποψη. Και σε ρόλο σύγχρονης Κασσάνδρας, σε συνέντευξή του στον “Guardian” προειδοποιεί: «Υπνοβατούμε προς την επόμενη κρίση. Θα υπάρξει σοβαρή αύξηση της κλιμάκωσης των κινδύνων, αλλά βρισκόμαστε σε έναν κόσμο χωρίς ηγεσία… Είναι δύσκολο να πεις τι θα προκαλέσει τη νέα κρίση, αλλά βρισκόμαστε προς το σημείο του οικονομικού κύκλου όπου ο κόσμος παίρνει περισσότερα ρίσκα. Και τώρα υπάρχουν προβλήματα στις αναδυόμενες αγορές».
Προέβλεψε μάλιστα ότι πολλές τράπεζες αναμένεται να χρειαστεί να διασωθούν και πάλι σε μία μελλοντική κρίση. Διότι οι τραπεζίτες έχουν μείνει ατιμώρητοι για όσα διέπραξαν, ενώ το κόστος των δικών τους χειρισμών έχει μετακυληθεί στις πλάτες των φορολογούμενων πολιτών.
Είναι πράγματι φωνή Κασσάνδρας και θα ηχήσει σε ώτα μη ακουόντων. Στη δική μας περίπτωση σε ώτα εκείνων που ενδιαφέρονται για το πώς θα ξεγελάσουν με πρόσκαιρες παροχές τους ψηφοφόρους, ώστε να μειώσουν κατά το δυνατόν το εύρος της ήττας τους. Και από κει και πέρα «φούρνος να μην καπνίσει».
Γ. Π. Μασσαβέτας