«Tι θέλετε κάμη Σεις ω Έλληνες, προς τους οποίους η Πατρίς γυμνή δεικνύει μεν τας πληγάς της και με διακεκομμένην φωνήν επικαλείται την βοήθειαν των τέκνων της;»
Το Φεβρουάριο του 1821, κι ενώ στον υπό οθωμανική κυριαρχία ελλαδικό χώρο οι φήμες για επανάσταση οργιάζουν, μια είδηση από τη Μολδαβία, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, έρχεται να ταράξει τα «ήρεμα» νερά της Ευρώπης. Στις 22 του μήνα ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, αξιωματικός του ρωσικού στρατού και από το περασμένο έτος αρχηγός της Φιλικής Εταιρίας, της «μυστικής» οργάνωσης που επεδίωκε τον ξεσηκωμό των Ελλήνων κατά των Τούρκων, διαβαίνει τον ποταμό Προύθο επικεφαλής σώματος ενόπλων και μπαίνει στο έδαφος του Πριγκηπάτου, κηρύσσοντας την έναρξη του αγώνα.
Εκεί, δύο μέρες αργότερα θα δημοσιεύσει από την πόλη του Ιασίου μια επαναστατική προκήρυξη με τίτλο «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος». Η κίνησή του μοιάζει με τα σημερινά δεδομένα εξαιρετικά παράτολμη. Όμως, για όσους μπορούν να κατανοήσουν το κλίμα της εποχής, μόνο τυχαία δεν ήταν.
Οι «παραδουνάβιες Ηγεμονίες»
Τη λεγόμενη Μολδοβλαχία συγκροτούσαν στην πραγματικότητα δύο αυτόνομα Πριγκηπάτα στα εδάφη των σημερινών χωρών Ρουμανίας (Βλαχίας) και Μολδαβίας, που αποτελούσαν συχνά αντικείμενο εμπόλεμης διεκδίκησης μεταξύ Ρωσικής και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεδομένης της στρατηγικής θέσης τους, η Υψηλή Πύλη είχε αναθέσει τη διοίκησή τους από το 1715 σε διακεκριμένα μέλη οικογενειών Φαναριωτών, δηλαδή Οθωμανών χριστιανών υπηκόων με ευρεία οικονομική επιφάνεια και ελληνορθόδοξη κουλτούρα, που διέθεταν όμως αυτονομία κινήσεων, υπό τον όρο ότι θα εξασφάλιζαν βέβαια την κυριαρχία και τους φόρους του Σουλτάνου. Στην περιοχή υπήρχε, ειδικά από το 1812 και μετά, ελάχιστη παρουσία Τούρκων, ενώ αυτή κατοικούνταν κυρίως από Ρουμάνους αγρότες και ευγενείς γαιοκτήμονες. Ταυτόχρονα όμως, αξιοσημείωτη ήταν και η παρουσία Ελλήνων εμπόρων και λογίων, ειδικά στα αστικά κέντρα. Εκεί επίσης, άκμαζαν από ετών η ελληνική παιδεία και η ορθόδοξη λατρεία, στοιχεία που διέθεταν όχι μόνο οι Έλληνες αλλά και επιφανή μέλη της τοπικής άρχουσας τάξης.
Η προκήρυξη και η ιστορία
Μέσα στο περιβάλλον αυτό, ο φαναριώτικης καταγωγής Υψηλάντης απευθύνεται στους Έλληνες με φλογερό ενθουσιασμό αλλά και επίκληση στη λογική:
«Στρέψατε τους οφθαλμούς σας, ω Συμπατριώται, και ίδετε την ελεεινήν μας κατάστασιν! ίδετε εδώ τους Ναούς καταπατημένους! εκεί τα τέκνα μας αρπαζόμενα διά χρήσιν αναιδεστάτην της αναιδούς φιληδονίας των βαρβάρων τυράννων μας! τους οίκους μας γεγυμνωμένους, τον αγρούς μας λεηλατισμένους και ημάς αυτούς ελεεινά ανδράποδα!», τους καλεί, αναφερόμενος σε όσα πράγματι βίωνε η μεγάλη πλειοψηφία των χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αντίθετα σε όσα επιχειρούν να μας πείσουν κάποιοι σύγχρονοι «ακαδημαϊκοί» και λοιποί αναθεωρητές της ιστορίας.
Όμως, μεγαλύτερη ιστορική αξία έχει ίσως το κλείσιμο της προκήρυξης αυτής:
«Ας καλέσωμεν λοιπόν εκ νέου, ω Ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες, την ελευθερίαν εις την κλασικήν γην της Ελλάδος! Ας συγκροτήσωμεν μάχην μεταξύ του Μαραθώνος και των Θερμοπυλών! Ας πολεμήσωμεν εις τους τάφους των Πατέρων μας, οι οποίοι, διά να μάς αφήσωσιν ελευθέρους, επολέμησαν και απέθανον εκεί! Το αίμα των τυράννων είναι δεκτόν εις την σκιάν τον Επαμεινώνδου Θηβαίου, και του Αθηναίου Θρασυβούλου, οίτινες κατετρόπωσαν τους τριάκοντα τυράννους, εις εκείνας του Αρμοδίου και Αριστογείτωνος, οι οποίοι συνέτριψαν τον Πεισιστρατικόν ζυγόν, εις εκείνην του Τιμολέοντος, όστις απεκατέστησε την ελευθερίαν εις την Κόρινθον και τας Συρακούσας, μάλιστα εις εκείνας τον Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους, του Λεωνίδου και των τριακοσίων, οίτινες κατέκοψαν τοσάκις τους αναριθμήτους στρατούς των βαρβάρων Περσών, των οποίων τους βαρβαροτέρους και ανανδροτέρους απογόνους πρόκειται εις ημάς σήμερον, με πολλά μικρόν κόπον, να εξαφανίσωμεν εξ ολοκλήρου.»
Με αυτά τα συγκλονιστικά λόγια, ο Υψηλάντης αποδεικνύει την αδιάσπαστη ιστορική εθνική συνείδηση των Ελλήνων ορθοδόξων της προεπαναστατικής περιόδου. Δεν επρόκειτο λοιπόν περί «γέννησης ενός Έθνους», όπως δολίως προβάλλουν στις μέρες μας κάποιοι εθνομηδενιστές, αλλά περί αναγέννησης του ιδίου έθνους που γεννήθηκε προ χιλιάδων ετών και αναζητούσε την έμπνευση για την Επανάσταση στο θρίαμβο των Περσικών Πολέμων και στο ιδανικό της κλασσικής αρχαιότητας, που αναβίωσαν εν μέσω της οθωμανικής βαρβαρότητας.
Το μήνυμα της εξέγερσης: παρελθόν, παρόν και μέλλον
Παρά τον αρχικό ενθουσιασμό, η κατάληξη της Επανάστασης στη Μολδοβλαχία υπήρξε ατυχής. Οι παρασκηνιακές επεμβάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, η σύγκρουση του Υψηλάντη με το ντόπιο αγροτικό στοιχείο και η ρωσική έγκριση σε τουρκική στρατιωτική επέμβαση, σε συνδυασμό με κάποιες εσφαλμένες στρατιωτικές και πολιτικές επιλογές, οδήγησαν σε οδυνηρή ήττα των επαναστατών έως τον Ιούνιο του 1821. Η κληρονομιά της πάντως υπήρξε αναμφίβολα θετική: λειτούργησε ως ο τέλειος αντιπερισπασμός για τους Τούρκους, που είχαν «μυριστεί» και περίμεναν την εξέγερση στην Πελοπόννησο. Ανέδειξε διεθνώς το ελληνικό ζήτημα και εξέθεσε τις σκοπιμότητες των Μεγάλων της Εποχής. Κυρίως όμως, άφησε την ηρωική αυτοθυσία του Ιερού Λόχου στο Δραγατσάνι και των οπλαρχηγών Ολύμπιου και Φαρμάκη ως πολύτιμη παρακαταθήκη για τον Αγώνα του ’21, που επακολούθησε το Μάρτιο του ίδιου χρόνου στην Ελλάδα.
Σήμερα, διακόσια χρόνια μετά, η πατρίδα μας βρίσκεται ξανά σε κοινωνική και οικονομική περιδίνηση, αναζητώντας έμπνευση μπροστά στις προκλήσεις και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε. Είμαστε όμως τυχεροί, καθώς μπορούμε να αντλήσουμε απεριόριστη δύναμη από τις ιστορικές μας παρακαταθήκες, μια από τις οποίες είναι αναμφίβολα και η Επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Αρκεί να σταθούμε αντάξιοι των ενδόξων αυτών αγώνων, προασπίζοντας αποτελεσματικά την εθνική μας ανεξαρτησία και ακεραιότητα με τις αξίες που εμπνέουν την εθνική μας ταυτότητα και όχι δίνοντας συγχωροχάρτι και ζωτικό χώρο στο νεοοθωμανισμό και την επεκτατικότητα των γειτόνων. Και όπως έγραψε ο Υψηλάντης: «Εις τα όπλα λοιπόν φίλοι, η Πατρίς Μάς Προσκαλεί!»
*Ο Νίκος Θεοδώρου είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω και Διδάκτωρ Δημοσίου και Ευρωπαϊκού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ludwig-Maximilians του Μονάχου (www.ntheodorou.gr)