...ο ίδιος ηλίθιος που έβαλε αυτόματο άναμμα στις λάμπες. Ρωτάς την ευγενική κυρία στο ταμείο: «παρακαλώ που είναι η τουαλέτα;». Σε κόβει, σε εγκρίνει – εμένα τουλάχιστον πάντα με εγκρίνουν – και σου λέει: «εμπρός δεξιά»! Πηθείνιος εσύ, πας εμπρός δεξιά, σπρώχνεις την πόρτα, αλλά ντουβάρι απροσπέλαστο η πόρτα, δεν ανοίγει. Ά, ξέχασα, ακούγεται η πάντα ευγενική ταμίας, πρέπει να πάρετε κωδικό, όμως για να πάρετε κωδικό πρέπει να πρώτα να παραγγείλετε. Μά..., λες εσύ, είτε επειδή πρέπει να πας ΤΩΡΑ στην τουαλέτα, είτε επειδή δεν έχεις την πρόθεση, ή ούτε και τα χρήματα για να παραγγείλεις κάτι. Αν σε πάρει με καλό μάτι σου ψυθιρίζει, 1327.
Αν δεν σε πάρει με καλό μάτι, σε παίρνει και σε σηκώνει. Αλλά ας μείνουμε στην πρώτη περίπτωση. Το 1327 λοιπόν είναι ο κωδικός για ν’ ανοίξεις την πόρτα .Πατάς τον κωδικό και μπαίνεις φουριόζος – μετά από τόση καθυστέρηση - στην τουαλέτα του ταχυφαγίου, του καφέ, του καφενείου, του καφενέ, του μπαρ κι όπου και να μπεις το ίδιο κάνει. Μπήκες στην τουαλέτα! Ε, και; Ψάχνεις έντρομος, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι, να βρεις τον διακόπτη για το φως. Δεν τον βρίσκεις, συνειδητοποιείς ότι πιθανόν το φως να ανάβει με αισθητήρα , κουνάς σαν τρελός τα χέρια σου πάνω-κάτω δεξιά κι αριστερά , μπάς και σε συμπαθήσει ο αισθητήρ και σου κάνει την χάρη ν’ανάψει το ρημάδι το φωτάκι και την ώρα που είσαι έτοιμος να...απαλλαγείς , έστω και στα τυφλά , ανάβει το φως . Γεμάτος αγαλλίαση – και αυτοπεποίθηση , γιατί ξέρεις πλέον που πατάς, ή έστω ξέρεις που σημαδεύεις - αφήνεσαι στην ηδονή του...ξεφορτώματος. Όμως ο χρόνος τελειώνει, σβήνει το λαμπάκι και ανακρούεις πρύμναν, προσπαθώντας – όχι πάντα επιτυχώς - να συγκρατήσεις τα...ασυγκράτητα, μπάς και δεν πετύχεις τη λεκάνη και γίνεις το περίγελο του επομένου και της παρέας του. Άσε που αν ο επόμενος, είναι επόμενη, το ρεζιλίκι δεν σβήνει ούτε στον αιώνα τον άπαντα. Συγκρατήσε λοιπόν και ώ του θαύματος ξανα-ανάβει το λαμπάκι – δεν φτάνει το χάλι μας , κάνουμε και οικονομία - κι αν είσαι τυχερός τελειώνεις και βγαίνεις.
Άν εν τω μεταξύ έχει μπει κάποιος άλλος στον προθάλαμο, του έχεις ήδη προσφέρεις δωρεάν θέαμα μέσα από την γυάλινη και ημιδιάφανη πόρτα. Άντε και βγήκες. Νιπτήρας; Νιπτήρας υπάρχει σχεδόν παντού και πάντα. Άλλος μικρός, άλλος μεγάλος, άλλος φαρδύς, άλλος στενός , άλλος κοντός κι άλλος μακρύς, αλλά τουλάχιστον υπάρχει. Όμως εδώ το σαπούνι, εκεί το σαπούνι, που νά' ναι το σαπούνι ; Μα υπάρχει φυαλίδιο για σαπούνι – συνήθως άδειο – ή κρεμασμένο στον τοίχο, συνήθως άδειο κι αυτό , ή κάπου υπάρχει τέλος πάντων. Μπράβο σου, βρήκες και το σαπούνι και ψάχνεις για νερό, αλλά πως ανοίγει η ρημάδα η βρύση; Εδώ επανέρχεται ο ίδιος πάντα αρχικός ηλίθιος, ο οποίος – στο όνομα του μοντερνισμού – αντί για ρουμπινέ ή έστω για μια σύμμικτη μπαταρία νιπτήρα – που κάναμε 50 χρόνια να την συνηθίσουμε - έχει βρύση με αισθητήρα κι αν δεν έχει αισθητήρα πάνω στην βρύση , πιθανόν νάχει πεντάλ κάτω απ’τον νιπτήρα κι αν δεν έχει πεντάλ , ίσως πρέπει να πιέσεις την κεφαλή της βρύσης , για να αναβλύσει το πολυπόθητο ύδωρ . Πατάς λοιπόν το πεντάλ , άμα το βρείς , ή το κεφάλι της βρύσης, άμα το εντοπίσεις κι άμα το πατήσεις, άντε να μη σε κάνει μούσκεμα η ποσότητα του νερού που εξακοντίζετα . Έχω πετύχει αισθητήρα και στον τοίχο, πίσω από τη βρύση. Αυτός ήτανε πανηλίθιος! Η βρύση λοιπόν σου δίνει πολύ νερό όταν δεν το χρειάζεσαι και λίγο , όταν χρειάζεσαι πολύ για να ξεβγάλεις τα χέρια σου . Όλα μα όλα είναι μελετημένα για να βγείς, αν τελικά βγείς από την τουαλέτα με σπασμένα νεύρα. Άντε τυχερέ δεν φτάνει που κατούρησες, δεν φτάνει που έπλυνες και τα χέρια σου. Τι άλλο μπορεί να θέλεις απ’ την ζωή; Να τα σκουπίσω! Σε βρίσκω απελπιστικά απαιτητικό κι όπως θα διαπιστώσεις πετσέτα γιόκ , χαρτοπετσέτα γιόκ, όμως υπάρχει ηλεκτρονική μηχανή τελευταίας τεχνολογίας στον τοίχο , η οποία κι αυτή λειτουργεί με αισθητήρα μέν , αλλά δουλευει ; Γιόκ ! Άσε που άμα δουλέψει, ο ασθενικός αέρας που βγάζει σε καίει μεν, αλλά δεν σου στεγνώνει τα χέρια.
Σταματάει δε σχεδόν μόλις ξεκινήσει και πρέπει να πηγαινοφέρνεις τα χέρια σου, μπάς και ευαρεστηθεί το μηχανάκι να ξαναξεκινήσει, και φτού κι απ’την αρχή και μία από τα ίδια. Τελικά τα φυσάς τα χέρια σου, τα ξεφυσάς και πρίν πάθεις υπεροξυγόνωση, ανοίγεις εξουθενωμένος την πόρτα και πάς στην παρέα σου. Όμως μόλις έχει περάσει η καθαρίστρια, έχει σφουγγαρίσει και σού' χει κάτσει στη μούρη μια κίτρινη ταμπέλα η οποία σε προειδοποιεί σε άπταιστα ελληνικά, «caution/achtung/attention/cuidado», να προσέξεις για να μην γλιστρήσεις στο βρεμένο πάτωμα. Έλεος… Ο δε έξυπνος της παρέας – πάντα υπάρχει ένας έξυπνος – σε ρωτάει με πονηρό και ειρωνικό ύφος, «τι έκανες εκεί μέσα ρε μεγάλε , τόση ώρα μόνος σου;;!!» Δίνεις τόπο στην οργή –εξωτερικά – τραβάς 10υς τριβόλους –εσωτερικά – τα μαζεύεις και φεύγεις. Βγαίνοντας σου λέει ο μαγαζάτορας , με υπόκλιση μέχρι τα πάτωμα. «Πώς περάσατε; Να μας ξανάρθετε». Πέρασα υπέροχα μισή ώρα μέσα στην ηλίθια τουαλέτα σου ρέ μπαγλαμά, την οποία πλήρωσες και χρυσάφι, γελοίε. Αντ’αυτού ανταποδίδεις τον ευγενικό χαιρετισμό και την κάνεις. Εσύ, όχι εγώ ! Εγώ ρωτάω: «Κύριε μαγαζάτορα, γιατί βάλατε γυάλινες πόρτες στις τουαλέτες;» . Επειδή δε έχω ρωτήσει μέχρι τώρα περισσότερους από 15, έχω άποψη. Ο «μάγκας-ηλίθιος» λοιπόν σου λέει : «για να παρακολουθάω τις γκόμενες κι εγώ και ‘σύ ρέ μεγάλε». Ο «φοβιτσιάρης-ηλίθιος» σου λέει: « για να ξέρω τι γίνεται πίσω από τις κλειστές πόρτες».
Ο «ηλίθιος -ηλίθιος» σου λέει: «έτσι τίς κάνουν όλοι». Και ο μόνος που δεν είναι ηλίθιος, σου λέει «κύριέ μου έψαξα να βρώ κανονικές πόρτες, βρύσες και διακόπτες για το φώς, αλλά δεν υπάρχουν πλέον στην αγορά, τους έφαγε ο συρμός», δηλαδή η μόδα, για όποιον ψάχνει για...τραίνο. Ξέχασα το καλλίτερο, μπαίνοντας και βγαίνοντας από τις ημιδιαφανείς πόρτες της τουαλέτας, ενημερώνεσε από τις ταμπέλες οι οποίες είς άπταιστον Ελληνικήν σε ενημερώνουν «man” , “woman” κλπ Ελληνικότατα. Αν υπάρχει έστω και ένας αναγνώστης, που δεν έχει υποστεί τα παραπάνω, έστω και για μία φορά την τελευταία 20ετία, παρακαλώ να επικοινωνήσει με τον υπογράφοντα. Χαίρομαι που ακόμη υπάρχουν πολλά καταστήματα «in» μεν , κατά την νέο-Ελληνικότατη έκφραση, τα οποία δεν έχουν παρασυρθεί σ’ αυτές τις ηλιθιότητες. Τέλος ένας λαός, που δεν μπορεί ούτε να κατουρήσει με την ησυχία του, είναι αδύνατον να ορθοποδήσει. Ερωτώ και κλείνω, πόσα χιλιόμετρα μ….κας πρέπει νά' σαι για να επιλέξεις τα προαναφερθέντα, να τα πληρώσεις και να νοιώθεις και ο καλλίτερος του χωριού;
[Φωτογραφία: Pixabay]