Είναι γεγονός πως η ανάπτυξη των ορεινών και ημιορεινών περιοχών αποτελεί ένα δυσεπίλυτο γρίφο για όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις καθώς είναι ποικίλοι οι παράγοντες που παρεμποδίζουν την όποια προαίρεση. Καθοριστικό ρόλο βέβαια παίζει η πολιτική βούληση των εκάστοτε κυβερνώντων, από την κεντρική διοίκηση έως και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Αρχικά οι περιορισμένοι πόροι που διατίθενται γι’ αυτές τις περιοχές αλλά και τα περιορισμένα εισοδήματα των κατοίκων τους- βασισμένα κυρίως στη γεωργία και την κτηνοτροφία- σε συνδυασμό με την αστυφιλία που τις μαστίζει αλλά και τη γήρανση των πληθυσμών τους, δε μας επιτρέπουν αισιόδοξες προβλέψεις.
Ωστόσο θα σκύψουμε μοιρολατρικά το κεφάλι αποδεχόμενοι το μαρασμό και την εγκατάλειψη ή θα αποφασίσουμε να αναλάβουμε ενεργό δράση προκειμένου να τις ενισχύσουμε και να αναδείξουμε τη σπουδαιότητά τους για τη χώρα;
Η παραίτηση δε μας αρμόζει και γι’ αυτό θα θέλαμε να παρουσιάσουμε τονωτικές λύσεις για τις πολύπαθες αυτές περιοχές. Ο ορεινός τουρισμός είναι μια από αυτές. Και βέβαια δεν αναφερόμαστε σε μια αλόγιστη τουριστική ανάπτυξη που θα προκαλέσει τις σοβαρές συνέπειες του υπερτουρισμού που διακρίνουμε στις παράκτιες περιοχές αλλά σε μια ήπια μορφή ανάπτυξης που δεν επιβαρύνει τη φύση ούτε προκαλεί περαιτέρω αρνητικές επιπτώσεις. Μιλώντας για ορεινό τουρισμό έρχονται στο μυαλό όλων τα πολυτελή χιονοδρομικά με τεχνητό ή μη χιόνι που αλλοιώνουν το φυσικό τοπίο λόγω της κατασκευής εγκαταστάσεων, διαταράσσουν τη χλωρίδα και την πανίδα, απαιτούν την κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων νερού αλλά και την αποβολή όγκου λυμάτων. Επίσης τέτοιου είδους λύσεις οδηγούν και σε υπέρμετρη δόμηση των γύρω περιοχών οι οποίες τελικά εξελίσσονται σε τουριστικά θέρετρα. Δεν είναι όμως αυτές οι λύσεις που εμείς έχουμε κατά νου…
Αυτό που προτείνουμε είναι ιδέες που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την εικόνα των ορεινών περιοχών χωρίς όμως να τις αλλοιώσουν. Ο λόγος αφορά τον οικοτουρισμό δηλ. μιας φυσικής μορφής τουρισμό με μηδενικές επιπτώσεις στο περιβάλλον που παράλληλα θα μπορούσε να ενισχύσει τις τοπικές κοινωνίες. Μερικές από τις δράσεις που έχουμε κατά νου μιλώντας για οικοτουρισμό είναι: περιηγήσεις με ποδήλατο, τουρισμός ποταμών, πεζοπορία, ορειβασία, επισκέψεις σε θεματικά πάρκα, παρατήρηση της άγριας χλωρίδας και πανίδας, ιππασία κι εκδρομές με άλογα, συμμετοχή και παρακολούθηση τοπικών εθίμων, τουρισμός οίνου, αγροτουρισμός, περιηγήσεις σε παραδοσιακούς οικισμούς, επισκέψεις σε τοπικά μουσεία, διαμόρφωση αθλητικών και παιδικών κατασκηνώσεων, συναυλίες και φεστιβάλ υπαίθρια, αστροπαρατήρηση κ.α.
Περιττό να επισημάνουμε πως η Άνω Μεσσηνία θα μπορούσε να αποτελέσει ιδανικό προορισμό για τέτοιου τύπου αποδράσεις, αν λάβουμε υπόψη πως διαθέτει το ποτάμι της Νέδας, μια προστατευόμενη περιοχή Natura με ένα ιδιαίτερο φυσικό κάλλος αλλά κι ένα σπουδαίο οικολογικό πλούτο. Είναι άλλωστε ήδη ξακουστή η Νέδα για τη χλωρίδα της, τα υδροχαρή φυτά, τα ποικίλα δέντρα αλλά και τα σπάνια λουλούδια της. Επιπλέον η πλούσια ορνιθοπανίδα, η ερπετοπανίδα, τα θηλαστικά αλλά και τα σπάνια είδη πεταλούδας που ενδημούν στην περιοχή την καθιστούν πόλο έλξης για όλους τους φυσιολάτρες.
Και ας μην ξεχνάμε τον πολιτιστικό πλούτο που διαθέτουν οι περιοχές αυτές και που σίγουρα θα μπορούσε να προσελκύσει οποιονδήποτε επιθυμεί να περιηγηθεί στην ιστορική μας παράδοση . Νιώσαμε την ανάγκη να κάνουμε ιδιαίτερη μνεία σε αυτή την πτυχή των περιοχών καθώς κάναμε μια θλιβερή διαπίστωση: σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, η Ελλάδα βρίσκεται εκτός δεκάδας των δημοφιλέστερων προορισμών πολιτιστικού τουρισμού.
Το γεγονός αυτό μας εξέπληξε αρνητικά και παράλληλα μας γέννησε εύλογες απορίες. Πώς είναι δυνατό να ζούμε σε μια από τις χώρες με το πιο πλούσιο και μακραίωνο ιστορικό παρελθόν και οι τουρίστες να μη μας επιλέγουν ως προορισμό πολιτιστικού ενδιαφέροντος; Και η απογοήτευσή μας εντάθηκε όταν διαπιστώσαμε πως οι τουρίστες δε μας βαθμολογούν καθόλου ευνοϊκά συγκριτικά με άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης όταν αναφέρονται στην κατάσταση των αρχαιολογικών χώρων, την καθαριότητα, τις ηλεκτρονικές εφαρμογές για τουρίστες και φυσικά τις ιδιαίτερα αυξημένες τιμές των εισιτηρίων.
Ο στόχος δεν είναι απλώς να αναδείξουμε τα κακώς κείμενα ούτε να επικρίνουμε υπεύθυνους για αυτά τα δεδομένα. Ωστόσο, επειδή οι έρευνες θα πρέπει να λειτουργούν πάντα αφυπνιστικά, είναι χρέος μας να τις λάβουμε σοβαρά υπόψη διαμορφώνοντας ένα νέο μοντέλο πολιτιστικού τουρισμού σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές οι οποίες μάλιστα βρίθουν πολιτιστικών εκθεμάτων αλλά και είναι σε θέση να αναδείξουν τη φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής των προγόνων μας.
Η περιοχή μας είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα του αρχαιοελληνικού παρελθόντος αλλά και της συνέχειας μας στο νεοελληνικό κόσμο. Ο Επικούριος Απόλλων, έργο του Ικτίνου, αναδεικνύει τη συνέχεια της πατρίδας μας στους κλασσικούς χρόνους κι αποτελεί τον καλύτερα σωζόμενο ναό κλασσικής αρχαιότητας και το πρώτο αναγνωρισμένο μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς από την UNESCO.
Δύο σημαντικά μας μνημεία έρχονται να συνδέσουν τον περιηγητή και με το μυκηναϊκό παρελθόν. Συγκεκριμένα η Ανδανία, που αποτέλεσε και την πρώτη μεσσηνιακή πρωτεύουσα, χρονολογείται από τα μυκηναϊκά χρόνια ενώ τα τείχη της ξαναεπισκευάστηκαν από τους Ρωμαίους πολύ αργότερα. Στην ίδια χρονική περίοδο ανήκουν και οι Θολωτοί Τάφοι στο Ψάρι που, ενώ θα έπρεπε να μας θυμίζουν πως η Μεσσηνία υπήρξε σπουδαίο μυκηναϊκό κέντρο, στέκουν κακοσυντηρημένοι.
Προχωρώντας ιστορικά λίγο παρακάτω το γεφύρι της Μαυροζούμαινας, που κατασκευάστηκε το 396 π.Χ.. και διαθέτει απαράμιλλη αρχιτεκτονική ομορφιά, είναι το παλιότερο σε λειτουργία γεφύρι στην Ευρώπη. Η παρουσία της Μεσσηνίας δε σταματά εδώ. Το Κάστρο Μίλα στέκει για να επιβεβαιώνει το πέρασμα των Φράγκων Φεουδαρχών από την περιοχή. Τέλος το εκκλησάκι της Αγίας Θεοδώρας, κατασκευασμένο τον 11ο αιώνα, συνδέει την αρχαιοελληνική με τη νεοελληνική και χριστιανική παράδοση μιλώντας για την εξέλιξη του έθνους αυτού. Μένουμε έκθαμβοι όλοι μπροστά στις τόσες ομορφιές που η πατρίδα μας διαθέτει και παράλληλα απορούμε γιατί δεν αναδεικνύονται.
Σύμφωνα με το Ειδικό Πλαίσιο οι ορεινές και ημιορεινές περιοχές εντάσσονται στις αναπτυσσόμενες τουριστικά, πράγμα που σημαίνει πως διαθέτουν εκείνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να συντελέσουν στη σύννομη τουριστική τους ανάπτυξη. Ας μην αδιαφορήσουμε για αυτό το δεδομένο, ας το αντιμετωπίσουμε χωρίς διάθεση εκμετάλλευσης αλλά και χωρίς δαιμονοποίηση. Με την ομαδική εργασία μπορούμε να δημιουργήσουμε μια -εντός λογικών ορίων-ανάπτυξη ορεινών και ημιορεινών περιοχών βελτιώνοντας έτσι το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού τους.