Σε κρίσιμες περιοχές υψηλής γεωστρατηγικής αξίας, όπως Ουκρανία, Ανατολική Μεσόγειος και Ισραήλ–Γάζα, καταγράφει έλλειμμα στρατηγικού σχεδίου και επιρροής.
Η ελληνική πολιτική στο Ουκρανικό ισορροπεί ανάμεσα στη συμμαχική αλληλεγγύη (Ε.Ε.-ΝΑΤΟ-ΗΠΑ) και την ανάγκη προάσπισης των εθνικών συμφερόντων, ενώ η Ε.Ε. επιχειρεί να αποδείξει ότι μπορεί να σταθεί αυτόνομα στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό χωρίς την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Δεν διαφαίνεται σύντομα τέλος στον πόλεμο της Ουκρανίας. Οι εχθροπραξίες συνεχίζονται με αμείωτη ένταση, ενώ οι διαπραγματεύσεις για ειρηνική διευθέτηση παραμένουν «παγωμένες». Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναλαμβάνει ολοένα πιο ενεργό ρόλο στη στρατιωτική υποστήριξη του Κιέβου, με νέες αποστολές σύγχρονων οπλικών συστημάτων, όπως, αντιαεροπορικών, τεθωρακισμένων και πυραυλικών μέσων , κυρίως από τη Γαλλία και τη Γερμανία. Οι ευρωπαίοι υπουργοί Άμυνας, σε συνεργασία με τους αρχηγούς των στρατιωτικών επιτελείων, αναζητούν την καταλληλότερη στρατιωτική στρατηγική για να αποτρέψουν την κλιμάκωση των ρωσικών επιθέσεων, που πλέον πλήττουν συστηματικά στρατιωτικές εγκαταστάσεις ακόμη και στην καρδιά του Κιέβου. Στην πράξη, πρόκειται για μια έμμεση στρατιωτική αντιπαράθεση Ε.Ε.–Ρωσίας μέσω Ουκρανίας, με την Ουάσιγκτον και τον πρόεδρο Τραμπ να τηρούν αποστασιοποιημένη στάση, επιμένοντας σε ένα μοντέλο «ειρήνη έναντι νομιμοποίησης των κατεχομένων εδαφών». Η Ουκρανία μετατρέπεται σταδιακά σε πεδίο δοκιμών των αμερικανικών οπλικών βιομηχανιών, με την Ευρώπη να λειτουργεί ως χρηματοδότης. Η έγκριση πώλησης 3.350 πυραύλων επιφανείας–αέρος SM-6 αξίας 825 εκατ. δολαρίων, με χρήματα, κυρίως της Δανίας, Ολλανδίας, Νορβηγίας, δείχνει ότι ο πόλεμος δεν είναι μόνο στρατιωτική σύγκρουση, αλλά και μια χρυσοφόρα αγορά. Το πρόβλημα; Οι λαοί της Ευρώπης πληρώνουν, η Ουκρανία αιμορραγεί, η Ρωσία παγιώνει τα κέρδη της στο πεδίο και η Ουάσιγκτον μετράει κέρδη σε δολάρια και γεωπολιτική επιρροή.
Η Ελλάδα έχει ενεργό συμμετοχή, σε πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο, στα σχέδια της Ε.Ε. σε βάρος της Ρωσίας. Και λόγω ρευστού γεωπολιτικού περιβάλλοντος, είναι υπό πλήρη διαμόρφωση και επανακαθορισμό, οι σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία, το Ισραήλ, τη Λιβύη και την Αίγυπτο.
Να προσθέσουμε στα παραπάνω και το νέο «βραχυκύκλωμα» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που προκάλεσαν οι δηλώσεις του Τούρκου ΥΠΕΞ Χακάν Φιντάν, που κατηγόρησε την Αθήνα ότι χρησιμοποιεί την Τουρκία ως «πολιτική ασπιρίνη», δημιουργώντας «εξαρτημένη αντίδραση» στην εσωτερική πολιτική και «γεωστρατηγικό κόστος» για τη χώρα. Κάλεσε δε την Ελλάδα να «σταματήσει το αντιτουρκικό αίσθημα» και να ωριμάσει πολιτικά. Η απάντηση του Έλληνα ΥΠΕΞ Γιώργου Γεραπετρίτη: «Η Ελλάδα ούτε φοβικά σύνδρομα έχει ούτε προσδιορίζεται σε αναφορά με την Τουρκία. Δεν δεχόμαστε υποδείξεις. Η ενεργητική μας εξωτερική πολιτική είναι δεδομένη και η αμηχανία της άλλης πλευράς δεν μπορεί να μετατρέπεται σε εχθροπάθεια».
Στο Ισραήλ, η επίθεση στο νοσοκομείο Νάσερ στη Γάζα, που κόστισε τη ζωή σε 20 αμάχους, μεταξύ τους 5 δημοσιογράφους, δεν καταδικάστηκε από την ελληνική Κυβέρνηση, παρότι, αποτελεί έγκλημα πολέμου. Το Άρθρο 18 της Δ’ Συμβάσεως της Γενεύης και το Άρθρο 8 του Καταστατικού της Ρώμης προστατεύουν ρητά τα νοσοκομεία και τους αμάχους. Ο ΟΗΕ, δια του Γ. Γ. Αντόνιο Γκουτέρες, καταδικάζει απερίφραστα την δολοφονική επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα, η Ελλάδα όμως στηρίζει στρατιωτικά το Ισραήλ μέσω της στρατιωτικής ελληνο-ισραηλινής συμφωνίας και αποφεύγει να αναλάβει ουσιαστική δράση για την ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα, επιβεβαιώνοντας τη διπλωματική αμηχανία της. Η Ελληνική Κυβέρνηση , παρότι μη μόνιμο μέλος του Σ.Α. του ΟΗΕ δεν έχει καταδικάσει ακόμη την δολοφονική πολιτική του Ισραήλ στη ΓΑΖΑ, που εξελίσσεται σε όνειδος για τον ανθρώπινο πολιτισμό.
Στη Λιβύη, η ελληνική διπλωματία έχει χάσει έδαφος. Μετά τη ρήξη με τον Χάφταρ, η Άγκυρα ενισχύει σχέσεις με Τρίπολη και Βεγγάζη, κατοχυρώνοντας το τουρκο-λιβυκό σύμφωνο για θαλάσσιες ζώνες και υπονομεύοντας τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Η συνάντηση Χαφτάρ–Καλίν επιβεβαιώνει την τουρκική στρατηγική επέκταση και τις ενεργειακές φιλοδοξίες της στην Ανατολική Μεσόγειο.
Αντίστοιχα, οι σχέσεις της Ελλάδας με την Αίγυπτο δεν αξιοποιήθηκαν πλήρως. Το ελληνικό σύμφωνο μερικής οριοθέτησης παραμένει ανενεργό, ενώ η Τουρκία θριαμβεύει στρατιωτικά και διπλωματικά, το ενεργειακό «ναυάγιο» στην Κάσο είναι ενδεικτικό παράδειγμα, διεκδικώντας ΑΟΖ γύρω από Κύπρο, Ρόδο και Καστελόριζο, μέσω συμφωνιών με Λιβύη, Κατάρ και Τυνησία. Η Αίγυπτος περιορίζεται σε διπλωματική και νομική προσέγγιση, υποστηριζόμενη από ΕΕ και διεθνείς οργανισμούς. Η προσέγγιση Αλ Σίσι είναι κυρίως διπλωματική και νομική, υποστηριζόμενη από ΕΕ και διεθνείς οργανισμούς. Ωστόσο, η τουρκική διπλωματία πασχίζει να αποκαταστήσει διαύλους επικοινωνίας σε ενεργειακά ζητήματα και με την Αίγυπτο. Η συμπαραγωγή στρατιωτικού υλικού στα drones μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου σηματοδοτεί ανατροπή στο γεωπολιτικό τρίγωνο Ελλάδας–Αιγύπτου–Τουρκίας. Η Άγκυρα ενισχύει τα UAV της με αιγυπτιακή τεχνογνωσία, ενώ η Ελλάδα βλέπει τη στρατηγική της συμμαχία με Καΐρο να αποδυναμώνεται. Στην Ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία παγιώνει ρόλο περιφερειακού ηγεμόνα, αμφισβητώντας κυριαρχικά δικαιώματα και ενεργειακές ζώνες, της Ελλάδας και της Κύπρου. Η Ελλάδα πρέπει να δει την Αίγυπτο λιγότερο ως «σταθερό σύμμαχο» και περισσότερο ως έναν παράγοντα που κινείται ανάμεσα σε ανταγωνιστικά στρατόπεδα, με την Τουρκία να έχει πλέον άμεση στρατιωτική παρουσία και συνεργασία.
Αξιολογικό συμπέρασμα με βάσει τα ανωτέρω δεδομένα: Η μεγάλη εικόνα είναι πως ο γεωπολιτικός χώρος που εκτείνεται από τη Βαλτική, την Κεντρική Ευρώπη και την Ευρασία μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα, τα Βαλκάνια, τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή βρίσκεται σε διαρκή αναβρασμό. Ενεργειακοί διάδρομοι, στρατηγικά συμφέροντα, στρατιωτικές συγκρούσεις, τρομοκρατικά δίκτυα, αλλά και η νέα τεχνολογική διάσταση του πολέμου με την Τεχνητή Νοημοσύνη στην αιχμή της στρατιωτικής τεχνολογίας, συνθέτουν ένα εκρηκτικό μωσαϊκό. Ο γεωπολιτικός χάρτης γύρω μας αναδιατάσσεται βίαια και ραγδαία. Το Διεθνές δίκαιο υποχωρεί, έναντι στη γεωπολιτική ισχύ και στρατιωτική πυγμή. ΗΠΑ-ΡΩΣΙΑ- ΚΙΝΑ διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για ένα τριπολικό σύστημα διεθνούς ισχύος και εξουσίας.
Η ελληνική διπλωματία σε κρίσιμες περιοχές υψηλής γεωστρατηγικής και γεωενεργειακής αξίας, όπως Ουκρανία, Ανατολική Μεσόγειος και Ισραήλ–Γάζα, καταγράφει έλλειμμα στρατηγικού σχεδίου και επιρροής. Η Αθήνα περιορίζεται σε δηλώσεις και συμβολικές κινήσεις, αδυνατώντας να κεφαλαιοποιήσει συμμαχίες ή να καθορίσει εξελίξεις. Αντίθετα, η Τουρκία και άλλοι περιφερειακοί παίκτες επεκτείνουν επιθετικά την επιρροή τους, αφήνοντας την Ελλάδα θεατή σε κρίσιμα γεωπολιτικά και ενεργειακά πεδία, με υψηλό κόστος σε ασφάλεια, κύρος και πραγματική στρατηγική αξιοπιστία.