Καταβεβλημένος από μηνιγγίτιδα, λίγο πριν πεθάνει, εξομολογήθηκε σε έναν από τους ελάχιστους εναπομείναντες φίλους του, τον Ρέτζιναλντ Τέρνερ, ότι ονειρεύτηκε πως είχε πεθάνει καθώς ήταν σε ένα δείπνο με νεκρούς. Ο Τέρνερ, επηρεασμένος στο μέγιστο από τον ίδιο, του απάντησε «Είμαι σίγουρος ότι θα ήσασταν η ψυχή του πάρτι». Με αυτά τα λίγα λόγια να ντύνουν το τέλος του, διακρίνεται η στάση του στην ζωή. Μια σκοπίμως ελαφριά επαφή με την πραγματικότητα λόγω της ματαιότητάς της, αστείρευτο χιούμορ και μια προσκόλληση στο συναίσθημα και στο είδωλο του, την τέχνη.
Ο Όσκαρ Ουάιλντ (1854-1900) ήταν ένας Ιρλανδός συγγραφέας θεατρικών έργων και ποιημάτων, κριτικός της τέχνης και όχι μόνο. Συγκεκριμένα το έργο του Όσκαρ Ουάιλντ αποτελείται από θεατρικά έργα, ποιήματα, παιδικές ιστορίες, δοκίμια και κριτικές, διαλέξεις και ένα μυθιστόρημα, «Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ». Σε σύγκριση με αντίστοιχης φήμης καλλιτέχνες θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το σύνολο του έργου του, από άποψη ποσότητας, είναι αρκετά περιορισμένο. Το μέγεθος του καλλιτέχνη δεν δικαιολογείται ούτε από το περιεχόμενο των έργων του. Αυτό καθ’ αυτό το έργο, αυστηρά από καλλιτεχνικής άποψης, αν και εξαιρετικό για αρκετούς, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον αντίκτυπο και το «δακτυλικό αποτύπωμα» του καλλιτέχνη στην ιστορία. Γνωστός για τα αποφθέγματα και τους αφορισμούς του, που παραμένουν διαχρονικές κάψουλες σοφίας ευρύτερα αποδεκτές, αλλά επίσης δεν μπορούν να εξηγήσουν την επίδραση του. Τι είναι τελικά αυτό που μας μαγεύει σε αυτόν τον καλλιτέχνη;
Είναι η ζωή του όλη. Αυτό είναι το μεγαλύτερό του έργο. Το σύνολό του βίου του. Όχι με διδακτικά χαρακτηριστικά ή με την διάθλαση ενός προτύπου προς μίμηση. Αλλά ως η ανθρώπινη απεικόνιση του σεβασμού και της λατρείας στην τέχνη. Αποτελεί την αποτύπωση όλων αυτών που, σε απόλυτη μορφή, χαρακτηρίζουν έναν καλλιτέχνη. Ένας μνημειώδης πρεσβευτής της. Ο ίδιος έλεγε: «ή να γίνεις ένα έργο τέχνης ή να φορέσεις ένα έργο τέχνης». Κατάφερε να μείνει στην ιστορία για το πρώτο. Έγινε ο ίδιος ένα έργο τέχνης.
Ήταν ο τρόπος που περπατούσε και στεκόταν ανάμεσα στο πλήθος. Ένας ψηλός, ογκώδης, περήφανος Ιρλανδός, με μακριά πυκνά μαύρα μαλλιά ξεχώριζε όπου και αν πήγαινε. Ο τρόπος που ντυνόταν. Τα ρούχα του, ο συνδυασμός τους και τα αξεσουάρ του. Βελούδο και μετάξι, καπέλα, μεταλλικές ταμπακιέρες που περιείχαν τσιγάρα τυλιγμένα σε λευκό χαρτί με χρυσή λουρίδα στο φίλτρο, περίτεχνα σκαλισμένα μπαστούνια από εξαιρετικής ποιότητας ξύλο, καρφίτσες και φουλάρια. Ένας δανδής, μποέμ χαρακτήρας, φιλόσοφος της τέχνης, ευφυής, κυνικός, αριστοκρατικός.
Μα πάνω από όλα ήταν η ομιλία του και αυτά που έλεγε. Κρέμονταν όλοι από τα χείλη του, σχεδόν υπνωτισμένοι τον άκουγαν. Ήταν η πιο καλοδεχούμενη προσωπικότητα στα τραπέζια της υψηλής κοινωνίας του Λονδίνου στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο ίδιος ο πρίγκιπας της Ουαλίας Έντουαρντ (1841-1910) ζήτησε να τον γνωρίσει λέγοντας χαρακτηριστικά: «Δεν ξέρω τον κο. Ουάιλντ, και να μην ξέρεις τον κο. Ουάιλντ είναι σαν να μην σε ξέρουν». Σε μία γκρίζα εποχή σαν αυτή των βικτοριανών χρόνων ο Ουάιλντ ήταν το χρώμα που ομόρφαινε κάθε εικόνα στην οποία συμμετείχε. Δεν άργησε να γίνει το πιο λαμπερό δημόσιο πρόσωπο της εποχής του, με διεθνή φήμη, έπειτα από την περιοδεία του στην Αμερική την οποία και αγάπησε πολύ.
Εκεί βρήκε μια πιο ελεύθερη κοινωνία σε σχέση με το «υποκριτικό» Λονδίνο, λιγότερο ταξική, οπού δινόταν η ευκαιρία στον καθένα να ανέβει όσο πιο ψηλά ήθελε, κάτι που ο ίδιος το εκτιμούσε ιδιαίτερα. Επισκέφτηκε πολλά μέρη κυρίως για να παραδώσει διαλέξεις για τον Αισθητισμό. Σύμφωνα με την βιογραφία του ο Ουάιλντ επιθυμούσε να μεταγγίσει την ομορφιά που έβλεπε στην τέχνη στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Ο Τύπος της εποχής δεν ήταν φιλικός μαζί του και δεχόταν ανελέητη αρνητική κριτική. Παρόλα αυτά είχε τεράστια εμπορική επιτυχία και δεχόταν προσκλήσεις σχεδόν από παντού. Όχι μόνο από καλλιτέχνες και αριστοκράτες αλλά ακόμα και από μεταλλωρύχους. Μάλιστα είχε δηλώσει ο ίδιος ότι: «οι μόνοι καλοντυμένοι άνθρωποι που έχω δει στις Η.Π.Α. είναι οι μεταλλωρύχοι των Βραχωδών Όρεων».
Επίσης, ο Ουάιλντ ήταν μεγάλος λάτρης του αρχαιοελληνικού πολιτισμού και υποστήριζε ότι «το αρχαιοελληνικό πνεύμα είναι κατ’ ουσίαν σύγχρονο». Επισκέφτηκε την Ελλάδα το 1877 πηγαίνοντας στην Κέρκυρα, την Ζάκυνθο, την Τριπολιτσά, το Ναύπλιο, της Μυκήνες, το Άργος και την Αθήνα. Μαγεύτηκε από τον Παρθενώνα και είπε ότι είναι «ο μόνος από τους ναούς που είναι τόσο πλήρης, τόσο προσωπικός, τόσο σαν άγαλμα».
Οι απόψεις του ήταν τόσο μπροστά από την εποχή εκείνη που εντυπωσιάζουν ακόμα και σήμερα. Αν μπορούσαμε να πάρουμε μια συνέντευξη στον ίδιο σήμερα δεν θα υπήρχε τίποτα στις απαντήσεις του που να πρόδιδε την ηλικία του. Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να τον ρωτήσουμε για τα συγχρόνους καλλιτέχνες και τον τρόπο που πρέπει να διαχειρίζονται μια αρνητική κριτική και θα μας απαντούσε: «Υπάρχει μόνο ένα χειρότερο πράγμα από το να σε σχολιάζουν αρνητικά και αυτό είναι να μην σε σχολιάζουν καθόλου». Θα τον ρωτούσαμε πώς διαχειρίζεται τον χρόνο του και πώς καταφέρνει να κάνει τόσα πολλά διαφορετικά πράγματα και θα απαντούσε: «Δεν μεταθέτω ποτέ για αύριο ό,τι μπορώ να κάνω μεθαύριο». Ακόμα και σήμερα αυτό θα μας εντυπωσίαζε όταν ζούμε σε μια εποχή όπου υπαγορεύεται η φιλοσοφία του να μην μεταθέτεις για αύριο πράγματα που μπορείς να κανείς σήμερα.
Πέρα από καλλιτέχνης και δημόσιο πρόσωπο, ήταν και πατέρας με δύο παιδιά. Η τρίτη και για αρκετά χρόνια μυστική του πλευρά ήταν αυτή της ομοφυλοφιλίας. Η γνωριμία του το 1891 με τον Λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας (οι φίλοι του τον φώναζαν «Bosie»), έναν δεκαέξι χρόνια νεότερο του, ήταν αυτή που θα έπαιζε καθοριστικό ρόλο για την υπόλοιπη ζωή του. Η σχέση τους ήταν καταστροφική από κάθε άποψη, όχι τόσο για τον Bosie, όσο για τον ίδιο τον Ουάιλντ. Απερίσκεπτη σπατάλη χρημάτων, υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και επαφή με την παράνομη πλευρά του βικτοριανού Λονδίνου και της ανδρικής πορνείας. Ένας μνησίκακος και παρανοϊκός άνθρωπος όπως ήταν ο πατέρας του Bosie, ο μαρκήσιος του Κουίνσμπερι, Τζον Ντάγκλας, δεν άργησε να εμπλακεί δικαστικά με τον Ουάιλντ, ο οποίος πρώτος τον κατηγόρησε για συκοφαντία. Μέσα από τις δίκες ο Τζόν Ντάγκλας τον κατηγόρησε για σοδομισμό (η ομοφυλοφιλία ήταν ποινικό αδίκημα τότε στην Βρετανία). Μια σειρά από στοιχεία και γραφικές λεπτομέρειες ήρθαν στην επιφάνεια για την κρυφή ζωή του Ουάιλντ που παρουσιάστηκαν στην δίκη και έγιναν δημόσια γνωστά. Κατέληξε στην καταδίκη του με δυο χρόνια κάθειρξη και στην δημόσια διαπόμπευση του.
Μετά την αποφυλάκισή του έφυγε αμέσως για το Παρίσι και δεν ξαναγύρισε στην Βρετανία. Τα δυο χρόνια στην φυλακή αλλά κυρίως η δημόσια διαπόμπευση του ρούφηξαν μέχρι και την τελευταία σταγόνα ζωής που διέθετε. Λέγεται ότι έκαναν εμετό στον δρόμο μόλις διάβαζαν ότι καταδικάστηκε για ομοφυλοφιλία. Τέτοια ήταν η εποχή και η υποκρισία της κοινωνίας αυτής. Λόγο της δημοσιότητας του, δεν μπορούμε καν να φανταστούμε τί πέρασε αυτός ο άνθρωπος.
Τα αποφθέγματά του είναι δεκάδες. Δεν μπορείς να συμφωνείς σε όλα. Ο κάθε ένας όμως βρίσκει σε κάποια διαχρονικές αλήθειες σε μοναδικές αποτυπώσεις. Βρείτε και εσείς αυτό με το οποίο συμφωνείτε απόλυτα. Σίγουρα υπάρχει.
Παρακάτω κάποια από τα αγαπημένα μου:
«Η ανώτερη μορφή ατομισμού είναι η δημιουργικότητα.»
«Πρέπει να παίζει κανείς πάντα τίμια, όταν έχει καλό φύλλο.»
«Η μοναδική γοητεία του παρελθόντος είναι ότι είναι παρελθόν.»
«Το θεατρικό έργο ήταν επιτυχία. Το κοινό του ήταν αποτυχία.»
«Όποτε οι άλλοι συμφωνούν μαζί μου, αισθάνομαι ότι δεν πρέπει να έχω δίκιο.»
ΥΓ. Για την φωνή του Όσκαρ Ουάιλντ: «Είχε μια από τις πιο δελεαστικές φωνές που έχω ακούσει ποτέ, στρογγυλή και μαλακή, γεμάτη από ποικιλία και έκφραση» (Lillie Langtry, ηθοποιός, 1853 – 1929). Υπάρχει μια εκπληκτική καταγραφή της φωνής του όπου απαγγέλλει από το ποίημα του «Η μπαλάντα της φυλακής του Ρήντινγκ» (The Ballad of Reading Gaol, 1898). Κατεγράφη στην Παγκόσμια Έκθεση του 1900 στο Παρίσι και υποστηρίζεται ότι είναι του Ουάιλντ. Όταν η ηχογράφηση παίχτηκε για πρώτη φορά στο γιο του Ουάιλντ στη δεκαετία του 1960 δήλωσε ότι ήταν σίγουρα ο πατέρας του. Ωστόσο, ο ίδιος αργότερα ανακάλεσε λέγοντας ότι έκανε λάθος. Το αφήνω πάνω σας να αποφασίσετε. Εμένα πάντως μου ακούγεται σαν τον Ουάιλντ.
Ροδιανός Αντωνακόπουλος
Αναδημοσίευση από το thefrog.gr