Επειδή οι φανφάρες περί «Αρχηγού», «Εθνοκεντρισμού», «οργανικού κράτους ως ενιαίου βιολογικού οργανισμού», δεν πείθουν παρά μόνο τους λιγοστούς ειλικρινείς φασίστες, οι χρυσαυγίτες επαναλαμβάνουν τους μύθους για την οικονομική και κοινωνική πολιτική του Μεταξά, που υποτίθεται ότι ευεργέτησε μεγάλο μέρος του λαού. Τα ψέματα αυτά έχουν καταρριφθεί πανηγυρικά από την ιστοριογραφία και κανείς δεν θα ασχολούνταν με αυτά μέχρι πριν λίγα χρόνια, όταν οι οπαδοί της 4ης Αυγούστου ήταν μερικές εκατοντάδες γραφικοί ακροδεξιοί. Σήμερα, όμως, που η Χρυσή Αυγή τα επαναφέρει απευθυνόμενη σε εκατομμύρια ψηφοφόρους, καθίσταται και πάλι αναγκαία η υπενθύμιση της ιστορικής αλήθειας.
Οικονομικός «πατριωτισμός» στην υπηρεσία της Αγγλίας
Για επίτευξη «οικονομικής αυτάρκειας» από τη δικτατορία Μεταξά κάνουν λόγο οι υμνητές της, με πρώτη τη Χρυσή Αυγή. Στην πραγματικότητα, το καθεστώς της 4ης Αυγούστου είχε παραλάβει μία πτωχευμένη χώρα, μετά τη στάση πληρωμών του 1932. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν συμφωνήσει με τους δανειστές για καταβολή του 30% των τόκων για το οικονομικό έτος ‘32-’33, του 27,5% για το έτος ’33-’34 και του 35% για το έτος ’34-’35. Κι ενώ η Ελλάδα δεν μπορούσε να αποπληρώσει ούτε αυτούς τους μειωμένους τόκους, μία από τις πρώτες κινήσεις της δικτατορίας ήταν να αυξήσει την αποπληρωμή στο 40% για τα έτη 1935-7!
Η κίνηση αυτή δεν ήταν τυχαία. Η πλειοψηφία των ομολογιούχων ήταν Βρετανοί και η Αγγλία έψαχνε τον πολιτικό που θα της εξασφάλιζε την επιστροφή όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρους των δανεικών. Ο Ιωάννης Μεταξάς κρίθηκε ο πλέον κατάλληλος να εξυπηρετήσει τα βρετανικά συμφέροντα. Είναι αλήθεια ότι το 1937 αρνήθηκε να αυξήσει περαιτέρω το ποσοστό των τόκων που πλήρωνε η Ελλάδα, στο 50%, ωστόσο, όπως σημείωνε ο τότε Άγγλος πρέσβης στην Αθήνα Waterlow, ο Μεταξάς προσέφερε περισσότερο απ’ όσο μπορούσε να προσφέρει «οποιοσδήποτε άλλος Ελληνας» και καλούσε τους ομολογιούχους να αντιληφθούν ότι «εάν και όταν επέστρεφαν οι [κοινοβουλευτικοί] πολιτικοί, δεν θα έπαιρναν ούτε δεκάρα παραπάνω, και το πιθανότερο, τίποτε απολύτως«.
Η «εθνική» οικονομική πολιτική του «Αρχηγού» εξυπηρετούσε τα βρετανικά συμφέροντα όχι μόνο στο ζήτημα του δημόσιου χρέους, αλλά και ευρύτερα. Αντί να κρατικοποιήσει το τηλεπικοινωνιακό δίκτυο, όπως είχε υποσχεθεί, το καθεστώς της 4ης Αυγούστου παραχώρησε τον αποκλειστικό έλεγχο των εξωτερικών τηλεπικοινωνιών στη βρετανική εταιρία CableWirelssLtd. για 16 χρόνια. Ακόμη, ανανεώθηκε η σύμβαση με την PowerandTraction, που είχε το αποκλειστικό δικαίωμα παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και εκμετάλλευσης των ηλεκτρικών συγκοινωνιακών μέσων (τραμ) στην Αττική. Η συμφωνία, έγραφε ο Waterlow, «είχε καταστεί δυνατή μόνο με την τελική εξαφάνιση των πολιτικών από το προσκήνιο της Ελλάδος». Εξάλλου, το 1940 και με αναγκαστικό νόμο παραχωρήθηκαν τα δικαιώματα εκμετάλλευσης των νερών του Αχελώου για την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας στην αμερικανική HughCooper.
Όσο για την «εξάλειψη» της ανεργίας, πράγματι ορισμένες επενδύσεις οδήγησαν αρχικά στη δημιουργία αρκετών θέσεων εργασίας. Από το 1938, ωστόσο, η ανεργία εκτοξεύθηκε. Ο ίδιος ο Μεταξάς παραδέχτηκε δημόσια ότι από τον Οκτώβριο του 1939 έως τον Φεβρουάριο του 1940 έγιναν 135.000 απολύσεις. Το 1939, μάλιστα, για να καταπολεμήσει την ανεργία το καθεστώς θεσπίζει το σύστημα της «εκ περιτροπής εργασίας», πολλά χρόνια πριν το Μνημόνιο που θα έκανε το ίδιο.
Γενικότερα, υπάρχει η αντίληψη ότι το βιοτικό επίπεδο βελτιώθηκε κατά την περίοδο της δικτατορίας. Η πραγματική δύναμη των μισθών, όμως, παρέμεινε πολύ κάτω από τα επίπεδα του 1929.
Ο μύθος του οκταώρου και του ΙΚΑ
Ένας μύθος που έχει γίνει ευρέως αποδεκτός αφορά την κοινωνική πολιτική της 4ης Αυγούστου. Το οκτάωρο, το ΙΚΑ, η άδεια μετ” αποδοχών, οι Συλλογικές Συμβάσεις και η αργία ης Κυριακής παρουσιάζονται ως έργα και πρωτοβουλίες του Ιωάννη Μεταξά. Τί ισχύει πραγματικά;
Η καθιέρωση του οκταώρου έγινε με το νόμο 2269 το 1920, με την κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας. Αργότερα, με Προεδρικό Διάταγμα στις 27/6/1932, έγινε η επέκταση και η κωδικοποίηση όλων των σχετικών διατάξεων. Η κυβέρνηση Μεταξά απλώς επέκτεινε την εφαρμογή του οκταώρου και σε άλλες κατηγορίες μισθωτών.
Αντίστοιχα, η Κυριακάτικη αργία είχε ψηφιστεί το 1909 και εφαρμόστηκε από την πρώτη Κυριακή του 1910. Επειδή, όμως, το ωράριο δεν είχε καθολική ισχύ, οι διάφορες συντεχνίες κέρδιζαν σταδιακά το δικαίωμα στην εξαήμερη εργασία. Όπως ήταν απολύτως φυσικό, κάποιοι κλάδοι κατέκτησαν το δικαίωμα της Κυριακάτικης αργίας κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.
ο ΙΚΑ ιδρύθηκε πράγματι το 1937. Ωστόσο, αυτό έγινε σε εφαρμογή του νόμου 6298 του 1934, που είχε ψηφιστεί από το Λαϊκό Κόμμα. Είχε προηγηθεί ο νόμος 5733 του 1932 «περί κοινωνικών ασφαλίσεων» του Ελευθέριου Βενιζέλου, που δεν εφαρμόστηκε καθώς η κυβέρνηση έπεσε το 1933. Εξάλλου, τα πρώτα κλαδικά ασφαλιστικά ταμεία είχαν ιδρυθεί τη δεκαετία του ’20, με βάση νόμο του 1922. Και σε αυτή την περίπτωση, το καθεστώς της 4ης Αυγούστου απλώς εφάρμοσε νόμους που είχαν ήδη ψηφιστεί μετά από χρόνια συνδικαλιστικών αγώνων. Το σημαντικότερο είναι ότι δύο χρόνια αργότερα, το 1939, με πρόσχημα τις ανάγκες της «Εθνικής Άμυνας» η δικτατορία «κούρεψε» όλα τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων με τη μορφή αναγκαστικού δανείου προς το κράτος. Συνολικά αρπάχτηκαν 850 εκατομμύρια δραχμές από τα ταμεία, εκ των οποίων τα 500 εκατομμύρια ανήκαν στο ΙΚΑ.
Όσο για τις Συλλογικές Συμβάσεις, πρόκειται για ανέκδοτο: οι εργοδότες διαπραγματεύονταν όντως με τους εκπροσώπους των εργαζομένων. Η «λεπτομέρεια» που κάνει τη διαφορά είναι ότι οι συνδικαλιστές ήταν διορισμένοι από το καθεστώς! Εξάλλου οι απεργίες και εν γένει οι συνδικαλιστικές ελευθερίες είχαν περισταλεί.
Μια φασιστική παρωδία
Όταν η 4η Αυγούστου ξεγυμνωθεί από τα ψέματα περί οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής πολιτικής, δεν απομένει παρά μία παρωδία των καθεστώτων-προτύπων του Μεταξά, δηλαδή αυτών του Χίτλερ και του Μουσολίνι. Οι δύο τελευταίοι, τουλάχιστον, είχαν καταφέρει να πάρουν την εξουσία με τη στήριξη μαζικών οργανωμένων κομμάτων. Αντίθετα, ο Έλληνας «Αρχηγός» ήταν ηγέτης ενός μικρού κόμματος της τάξης του 4%, που βρέθηκε στην εξουσία λόγω της συγκυρίας της κοινοβουλευτικής κρίσης του 1935-36, αλλά κυρίως λόγω του ότι θεωρήθηκε ο καλύτερος δυνατός υπηρέτης των Άγγλων, του παλατιού και των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων της εποχής.
Βεβαίως, η παρωδία δεν ήταν καθόλου αστεία για τους τουλάχιστον 15.000 Έλληνες που διώχτηκαν, εξορίστηκαν ή βασανίστηκαν επειδή ήταν κομμουνιστές. Όμως εκεί η Χρυσή Αυγή δεν νιώθει την ανάγκη να διαστρεβλώσει την αλήθεια: εκθειάζοντας την Ασφάλεια της εποχής, οι σύγχρονοι γκεμπελίσκοι μιλούν για την «εκπληκτική πολιτική του Υφυπουργού Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκη, εις την εξάρθρωση των δικτύων και την γελοιοποίηση των κομμουνιστών». Ξεχνούν βέβαια να αναφέρουν ότι η Ασφάλεια δημιουργήθηκε με πρότυπο την Γκεστάπο, καθώς ο Μανιαδάκης διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Χίμλερ, από τον οποίο μάλιστα αντέγραψε αρκετές μεθόδους…
Θέμος Ρίζος
Αναδημοσίευση από το 3pointmagazine.gr