Κυριακή, 31 Ιανουαρίου 2016 15:48

Οικουμενικό Πατριαρχείο και Ελλαδική Εκκλησία | Κωνσταντίνος Πυλαρινός

Οικουμενικό Πατριαρχείο και Ελλαδική Εκκλησία | Κωνσταντίνος Πυλαρινός

Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία προσδιορίζεται και αναγνωρίζεται διεθνώς ως μία σοβαρή εθνική Εκκλησία. Και εν αντιθέσει με άλλες, δεν επεδίωξε ποτέ να αναγορευθεί σε Πατριαρχείο, όπως η Ρωσική, η Σερβική, η Βουλγαρική, η Ρουμανική.

Δεν το επεδίωξε και δεν το θέλει, αναγνωρίζοντας το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ως τη μοναδική ιερή και σεβαστή Κεφαλή των απανταχού Ορθοδόξων. Η απόφαση αυτή, σταθερή και συνεπής, είναι πολυσήμαντη και εξόχως υποστηρικτική για το Πατριαρχείο. Υποδηλώνει την άνευ όρων στήριξη του Ιερού θεσμού του Γένους, του οποίου οι απίστευτες επί αιώνες δοκιμασίες αξίζουν το σεβασμό και την τιμή όλων μας.

Κατά την εκκλησιαστική τάξη, γνωστό και παραδεκτό είναι ότι οι επιμέρους αυτοκέφαλες (εθνικές) Εκκλησίες είναι ανεξάρτητες και αυτόνομες. Με δικές τους Συνόδους και με σύστημα διοίκησης δημοκρατικό και φιλελεύθερο. Τα δε όρια των Ορθοδόξων Εκκλησιών αντιστοιχούν με τα όρια του κράτους στο οποίο υπάρχουν και λειτουργούν.

Σε αυτή τη ρύθμιση συνέβαλε καθοριστικά η επί αιώνες τηρουμένη αρχή (υποχρεωτική, και υπερτέρα πάσης επιθυμίας, σκέψεως ή πράξεως), που αποδίδεται στο Μεγάλο Πατριάρχη Φώτιο, και ανάγεται στην κατά το έτος 861 (επ’’ ευκαιρία της εις τον πατριαρχικόν θρόνον Κωνσταντινουπόλεως αναρρήσεώς του), απάντησή του προς τον Πάπα της Ρώμης Νικόλαον Α΄. Ο Μέγας Πατριάρχης αναφέρει: «Τα εκκλησιαστικά και μάλιστα γε τα περί των ενοριών δίκαια ταις πολιτικαίς επικρατείαις και διοικήσεσι συμμεταβάλλεσθαι είωθεν», δηλαδή, τα εκκλησιαστικά όρια συμμεταβάλλονται με τις εδαφικές μεταβολές των κρατών. Η εν λόγω φράση απαντάται παραλλαγμένη και στους κανόνες Ιζ’ της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου και λη’ της Πενθέκτης. Δηλωτική του εύλογου και υποχρεωτικού καθεστώτος διοικήσεως στα ορθόδοξα εκκλησιαστικά πράγματα.

Στο όλο εκκλησιαστικό ορθόδοξο σύστημα, το μόνο παράδοξο αποτελεί -είναι αλήθεια- η Εκκλησία της Ελλάδος.

Μέσα στον ελλαδικό χώρο λειτουργούν σήμερα 3 Ορθόδοξες Εκκλησιαστικές Οντότητες! Η Εκκλησία της Ελλάδος (συμπεριλαμβανομένων των 36 Μητροπόλεων των Νέων Χωρών, οι οποίες πνευματικά υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, διοικητικά στην Εκκλησία της Ελλάδος), η Εκκλησία της Κρήτης και οι Μητροπόλεις της Δωδεκανήσου (ανήκουσες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο).

Πολλά λέγονται και πολύ περισσότερα έχουν γραφεί και γράφονται υπέρ και κατά αυτού του ιδιόμορφου εκκλησιαστικού καθεστώτος. Η εξήγηση-δικαιολόγηση του γεγονότος είναι: ο εξαναγκασμός από τα δρώμενα της εποχής (δεκαετία του 1920) και η ιερή σκοπιμότητα στήριξης του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ολα αυτά επέβαλαν στην Ελλάδα ένα εκκλησιαστικό καθεστώς που ασφαλώς θεωρείται από μακρού ξεπερασμένο και παράλογο. Καθεστώς, το οποίο κατά καιρούς δίνει την αφορμή και τη «δυνατότητα» για πρόκληση άχρηστων τριβών, προσφέροντας κατά περιόδους την «πολυτέλεια» πικρών και ζημιογόνων εισπηδήσεων, παρεμβάσεων και παρεξηγήσεων, μεταξύ του Οικουμενικού Θρόνου και της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Με πιο πρόσφατο περιστατικό στη μακρά δέσμη των τριβών, την απαίτηση κύκλων του Πατριαρχείου για την ανάδειξη εκλεκτού του Φαναρίου στη Μητρόπολη Ιωαννίνων.

Οι διάφορες μεθοδεύσεις και, ορισμένες φορές, οι άστοχες έμμεσες παρεμβάσεις στα της διοικήσεως των αποκαλουμένων «Νέων Χωρών» (δηλαδή, των 36 Μητροπόλεων της Βορείου Ελλάδος και των νήσων του Βορείου Αιγαίου) σκανδάλισαν και σκανδαλίζουν ζημιογόνα κατά καιρούς την κοινή γνώμη. 

Η ιστορία των 150 περίπου ετών της αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της Ελλάδος έχει καταγράψει -λόγω της μη θεσμοθετήσεως εξ υπαρχής καθαρών κανόνων- πολλά επεισόδια μίας ανώφελης και εξαιρετικά βλαπτικής αντιδικίας ή και διαγκωνισμών. Οπως στο πρόσφατο παρελθόν, π.χ. με αφορμή την ίδρυση του Γραφείου των Βρυξελλών της Εκκλησίας της Ελλάδος. Σε όλα αυτά τα θλιβερά περιστατικά έχουν κατά περιόδους εμπλακεί ακόμη και Αρχιεπίσκοποι, όπως οι μακαριστοί Σεραφείμ, Χριστόδουλος αλλά και ο νυν Αρχιεπίσκοπος, Ιερώνυμος Β’.

Η ανάσυρση απαιτήσεων, που οδηγεί σε μία διαρκή τροφοδότηση αντιμαχιών, βλάπτει. Και πολλές φορές οδηγεί σε αποκρουστικές καταστάσεις, όπως εκείνη, η ανεύθυνη, της επιβολής της ποινής της ακοινωνησίας (!) σε ηγέτη αυτοκεφάλου Εκκλησίας...

Η εξακολούθηση αυτού του προβληματικού καθεστώτος της τετραπλής εκκλησιαστικής διαίρεσης της Ελλάδος, καθεστώτος γενεσιουργού άλογων και ευτελών τριβών στις σχέσεις μεταξύ των δύο Εκκλησιών (μητρός και θυγατρός), προσφέρει κάκιστες υπηρεσίες στο κύρος, στην ισχύ και στην ενότητα των Ελληνορθοδόξων, στο πλαίσιο της παγκόσμιας Ορθοδοξίας. 

Προς αποφυγή παρανοήσεων και δόλιας υφής ενστάσεων στα αναφερόμενα, θα πρέπει κατά τρόπο κατηγορηματικό να τονισθεί, ότι κανείς, μα κανείς, δεν παραβλέπει, ούτε υποτιμά την πολυσήμαντη ιστορική και ουσιαστική παρουσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, του θεματοφύλακα της ενότητος των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Ούτε το σπουδαίο μελλοντικό του ρόλο. Ως εκ τούτου, η κάθε στήριξη από το γένος των Ελλήνων προς αυτό, είναι επιβεβλημένη και αναγκαία σήμερα όσο ποτέ. Ιδιαίτερα για τις όποιες προσπάθειές Του να αναβαθμισθεί παγκοσμίως σε διεθνή νομική προσωπικότητα*, αφήνοντας πίσω του την ταπεινωτική σημερινή του υπόσταση του «Σωματείου» (κατά τους ορισμούς της τουρκικής νομοθεσίας) του υπαγομένου στο Νομάρχη της Κωνσταντινουπόλεως.

Το αυτό όμως ισχύει αντίστοιχα και για το κύρος και την παρουσία μέσα στο σημερινό Ορθόδοξο κόσμο και της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Μία ενιαία και ισχυρή Ελλαδική Εκκλησία, που είναι το αιτούμενο της εποχής μας θα συσπειρώσει και θα εμπνεύσει. Θα πολλαπλασιάσει δυνάμεις ικανές να στηρίξουν αποτελεσματικά το πνευματικό και κοινωνικό της έργο, αλλά και όλα τα χειμαζόμενα σήμερα Ελληνορθόδοξα Πατριαρχεία. 

Το ισχυρό και αναβαθμισμένο «παρών» του Οικουμενικού Πατριαρχείου και εκείνο της ενιαίας Εκκλησίας της Ελλάδος θα προσφέρουν νέα αγαθοποιό προοπτική στην Ορθόδοξη Χριστιανοσύνη.

Τα γεγονότα που έρχονται από το μέλλον με γοργό ρυθμό δεν πρέπει να βρουν τις Ορθόδοξες Εκκλησίες απροετοίμαστες και διηρημένες. Η ενότητά τους είναι στοιχείο δύναμης για να αντιμετωπίσουν τις σοβαρές προκλήσεις και αντιξοότητες, που με βεβαιότητα θα εμφανισθούν.

Για όλους λοιπόν, οι καιροί «ου μενετοί»!

 

Κωνσταντίνος Δ. Πυλαρινός

 

* Σημ:. Ντε φάκτο είναι, ντε γιούρε δεν είναι. Και το θέμα αυτό πρέπει να ρυθμισθεί τώρα, με τη σύμπραξη και συνευθύνη των κυβερνήσεων Ελλάδος - Κύπρου, πρωτίστως, αλλά και Ρουμανίας - Βουλγαρίας, κατά τη διάρκεια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την Ε.Ε.