Πέμπτη, 26 Μαϊος 2016 15:09

Η Ελλάδα μόνιμη «αποικία χρέους», μέτρα δυσβάσταχτα και ταξικά: υπάρχει εναλλακτική λύση;

Γράφτηκε από την

Του Γεωργίου Παπασίμου, δικηγόρου, μέλους Πολιτικής Γραμματείας του «ΠΡΑΤΤΩ» (www.gpapasimos.gr/ Twitter: @PapasimosG)

Η ψήφιση των νομοσχεδίων για το Ασφαλιστικό και το Φορολογικό, της τροπολογίας για τον «κόφτη» και του πολυνομοσχεδίου -χθες βράδυ στη Βουλή- με τα τελευταία προαπαιτούμενα για το κλείσιμο της αξιολόγησης, διαμορφώνει ένα πλέγμα νόμων και μέτρων, που πιστοποιεί τη μετατροπή της χώρας σε αποικία χρέους, σε βάθος χρόνου, και που εξυπηρετεί συγκεκριμένα ευρωπαϊκά ή και ελληνικά συμφέροντα, αλλά όχι την Ελλάδα. Χωρίς κανένα αναπτυξιακό πρόσημο αποτελούν την «ταφόπλακα» της εφαρμογής μιας άλλης πολιτικής, που θα οδηγούσε στην έξοδο από την κρίση.

Δεν είναι απλά οι αυξήσεις των έμμεσων φόρων, η συνέχιση του ΕΝΦΙΑ παρά τις κατηγορηματικές διαψεύσεις, οι αρνητικές ρυθμίσεις για τα κόκκινα δάνεια ή ο αυτόματος μηχανισμός δημοσιονομικής προσαρμογής που παρακάμπτει τη Βουλή, έως τουλάχιστον το 2020, όσο η έλλειψη προοπτικής να βγει αυτή η χώρα από το αδιέξοδο των μνημονίων, να βαδίσει προς την οικονομική ανάπτυξη και άρα η έλλειψη ελπίδας για βελτίωση των συνθηκών ζωής εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων. 

Υπάρχει όμως και μια άλλη σημαντική πτυχή που αποσιωπάται ή δεν αγγίζεται από τον ΣΥΡΙΖΑ που πέρασε, δυστυχώς, στις μνημονικές δυνάμεις, με μέτρα που: 

•αποδεκατίζουν κι άλλο τον εναπομείναντα παραγωγικό μισθό 

•εντείνουν τις αντιθέσεις

•φτωχοποιούν ακόμη περισσότερο τα μικρά και μεσαία κοινωνικά στρώματα (και μόνο το «κόψιμο» και μάλιστα αναδρομικά του ΕΚΑΣ ισοδυναμεί με πράξη καθαρά ταξική) 

•δεν θίγουν την οικογενειοκρατία 

•δεν αντιμετωπίζουν το σύστημα κλεπτοκρατισμού που έχει επιβληθεί από τη μεταπολίτευση.

•αλλοιώνουν προκλητικά το πολίτευμα («κόφτης») καθώς περνούν «σαρωτικές» επιβαρύνσεις μέσω προεδρικών διαταγμάτων. 

Το γεγονός πως ως πρώτη προτεραιότητα δεν τίθεται ο τερματισμός της ξένης επιτροπείας και της Τρόικας αλλά και το τέλος της εξουσίας της Ολιγαρχίας του Πλούτου και της Διαπλοκής.

Γιατί, όπως, νομίζω θαυμάσια, είχαμε επισημάνει στην Ιδρυτική Διακήρυξη του Πράττω, υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στους εξωγενείς παράγοντες (τρόικα) και την τοπική Ολιγαρχία. Άρα και σύνδεση πατριωτικών με δημοκρατικά καθήκοντα. 

Αν δεν υπήρξε η ντόπια Ολιγαρχία, που μαζί με τη διαπλοκή αποτελούν την πηγή των ιδιαίτερων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα στη σημερινή κρίση, οι κυρίαρχοι ευρωπαϊκοί κύκλοι, υπό τον κ. Σόιμπλε, θα δυσκολεύονταν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε πειραματόζωο και αποικία. 

Κι αυτό επειδή, η συγκεκριμένη τάξη, ελλείψει εθνικής και κοινωνικής συνείδησης και προκειμένου να μην έχει απώλειες από τη κρίση, διόλου δεν νοιάζεται για την εκχώρηση της κυριαρχίας της χώρας ή την πλήρη φτωχοποίηση του ελληνικού λαού. 

Ο τρόπος λειτουργίας του καπιταλισμού στη χώρα μας έχει διαμορφώσει μια κοινωνία συνενοχής κι ένα κράτος στη βάση της λογικής της διαπλοκής, που δεν θίγονται από την επιβολή σωρείας μέτρων, ούτε από όσα έχει πράξει έως τώρα η κυβέρνηση. Απεναντίας βολεύονται, καθώς το «έκτρωμα» που έχει διαμορφωθεί με την πίεση του ΔΝΤ, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ε.Ε., τείνει να αποκτήσει μόνιμα χαρακτηριστικά. 

Η κρίση όμως παραμένει και η μνημονιακή λογική και πρακτική –με τα πρόσφατα, ακόμη πιο οδυνηρά μέτρα για μεγάλα κοινωνικά στρώματα–με τους «άπιαστους», γι’ αυτό παράλογους, δημοσιονομικούς στόχους δεν πρόκειται να αποφέρει καρπούς… ανάπτυξη και μείωση του χρέους που διογκώνεται! Η χώρα θα χρεώνεται και θα παραχωρεί.  

Πώς θα μπορούσαμε να ανακάμψουμε; Υπάρχει άλλος δρόμος;

Το σενάριο καταφυγής στη δραχμή «έπαιξε» προεκλογικά και μάλιστα χρησιμοποιήθηκε ως φόβητρο από την «αντίπερα όχθη», αναγκάζοντας ακόμη κι αυτούς, στον ΣΥΡΙΖΑ, που το πίστευαν, να ανακρούσουν πρύμναν (έστω κι αν αποδείχθηκε πως δεν υπήρχε ουσιαστική μελέτη, ανάλυση σε βάθος μιας τέτοιας προοπτικής).

Χρειάζεται, λοιπόν, να αναζητηθεί ένας εναλλακτικός οικονομικός δρόμος, που θα αντιμετωπίσει τη μνημονιακή λαίλαπα αλλά και το χρέος. Που θα έχει στοιχεία ρεαλισμού και θα δίνει προοπτική ανάπτυξης, με αναπροσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας.  

Όμως, είναι και θέμα κοινωνικής συμμετοχής, ανάπτυξης νέων «συλλογικοτήτων» και σοβαρής ερευνητικής δουλειάς. 

Η εναλλακτική λύση οφείλει να είναι ορθολογική, ρεαλιστική και επιστημονικά τεκμηριωμένη, ιδίως μετά την αποτυχία της «πρώτης Αριστερής κυβέρνησης» να επιβάλλει άλλους όρους και να κάνει πράξει τις δεσμεύσεις και προαναγγελίες της.