Η χρόνια ανεπάρκεια των κρατικών μηχανισμών (μηδέ εξαιρουμένων και των δήμων) στην εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης αντεγκληματικής πολιτικής οδήγησε σε ανεξέλεγκτα φαινόμενα βίας και αυτοδικίας. Και ως προς το τελευταίο, αυτό το οποίο θα πρέπει να δούμε ως κοινωνία είναι το εξής: Αν δεν συμφωνήσουμε ότι υπάρχει ένα όριο της συνευθύνης μας απέναντι στον διπλανό, αν δεν συμφωνήσουμε ότι η αυτοδικία δεν είναι δικαίωμα του πολίτη και πρέπει να τιμωρείται, τότε θα πληθαίνουν οι περιπτώσεις ακραίας βίας.
Η εγκληματικότητα έχει εξελιχθεί και, αν όχι ποσοτικά κατά τους ισχυρισμούς της Αστυνομίας, σίγουρα ποιοτικά: Γίνεται πιο βίαιη (και δεν αναφερόμαστε στα στενά όρια του νομού), με περισσότερες ληστείες... δρόμου, κλοπές και διαρρήξεις. Η ασφάλεια είναι δικαίωμα του πολίτη, αλλά πρέπει να την απαιτήσουμε από αυτούς που μας κυβερνούν, είτε σε τοπικό είτε σε κεντρικό επίπεδο. Ομως παρατηρούμε ότι δεν υπάρχει σχέδιο - και κάθε φορά, ανάλογα με την οργή του κόσμου και την χρονική απόσταση από τις εκλογές, παίρνονται αποσπασματικά μέτρα. Θυμούνται την στοχευμένη αστυνόμευση, απαιτούν μέτρα που μόνο προσωρινά και ευκαιριακά μπορεί να αποδώσουν, και κατόπιν τα πράγματα ατονούν γιατί δεν υπάρχει πολιτική βούληση, αλλά και υπομονή από πλευράς κοινωνίας ώστε να γίνει κάτι νοικοκυρεμένα και με λογική σειρά. Κι αυτή η ανοργανωσιά, τα αποσπασματικά μέτρα που δεν έχουν συνέχεια, η βραδύτητα μέχρι αρνησιδικίας στην απονομή της δικαιοσύνης, έχουν ως κατάληξη ο καθένας να παίρνει το νόμο στα χέρια του.
Δυστυχώς, δεν έχουμε δει μέχρι τώρα ούτε οργανωμένα ούτε συντεταγμένα μέτρα από την Πολιτεία (Πολιτεία είναι και οι δήμοι), που να δίνουν κατά περιόδους μικρότερες ή μεγαλύτερες δόσεις ασφάλειας. Το αποτέλεσμα είναι να βρισκόμαστε σε σύγχυση ως κοινωνία, για το πώς και με ποιους θα κατοχυρωθεί το αίσθημα ασφάλειας.