To «πανόραμα» των διώξεων που υφίστανται, κατά περίπτωση, σ' όλη την Ευρώπη οι δημοσιογράφοι, για να αποκαλύψουν τις «πηγές» της πληροφόρησής τους, παρουσιάζεται στην έκθεση της Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Ρητά επισημαίνεται ότι, παρά την παραδοχή ότι η προστασία των πηγών πληροφόρησης των δημοσιογράφων αποτελεί προϋπόθεση για την ελεύθερη άσκηση της δημοσιογραφίας και παρά τους σαφείς κανόνες που έθεσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε πολλές περιπτώσεις οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσπάθησαν να εξαναγκάσουν τους δημοσιογράφους να αποκαλύψουν τις πηγές τους.
Παραδείγματα δίωξης σε χώρες της ΕΕ
ΒΕΛΓΙΟ: Στις 19 Μαρτίου 2010 η αστυνομία έκανε έφοδο στο σπίτι του δημοσιογράφου του «Stern» Χανς - Μάρτιν Τίλακ, για να βρει ποιοι του είχαν δώσει εσωτερικά έγγραφα mc Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), με τα οποία αποδεικνύονταν μια μεγάλη υπόθεση δωροδοκίας σε στελέχη της Ε.Ε. Την ίδια χρονιά, οι αρχές παρακολουθούσαν επί δύο μήλες το κινητό τηλέφωνο του δημοσιογράφου της «Dc Morgen» Ανέ ντε Γκράαφ, μήπως και ανακαλύψουν ποιοι τον είχαν πληροφορήσει ότι «η αστυνομία φοβάται μια τρομοκρατική επίθεση στην Αμβέρσα».
ΔΑΝΙΑ: Το 2009 η αστυνομία ξυλοκόπησε τη δημοσιογράφο της «Jyllands-Poste», Στιγκ Μαθιέσεν, επειδή δημοσίευσε άρθρο σχετικό μ’ έναν κατάλογο, που κυκλοφορούσε μεταξύ των μουσουλμάνων φονταμενταλιστών και στον οποίο περιλαμβάνονταν ονόματα Εβραίων που έπρεπε να δολοφονηθούν, και αρνήθηκε να αποκαλύψει τις πηγές της. Το 2006, τρεις δημοσιογράφοι της «Becrlingske Tidende» διώχθηκαν ποινικά, διότι αποκάλυψαν, με βάση απόρρητα έγγραφα, ότι η δανική κυβέρνηση είχε υποστηρίζει την εισβολή στο Ιράκ, αλλά αθωώθηκαν.
ΓΑΛΛΙΑ: Στις 13 Ιανουαρίου 2009 η αστυνομία επέδραμε στα γραφεία των περιοδικών «Le Point» και «L'Equipe» και κατέσχεσε τους υπολογιστές, μετά τη δημοσίευση άρθρων για έρευνες σχετικά με το ντόπινγκ στην ποδηλασία. Το Δεκέμβριο του 2007 ένας δημοσιογράφος του «World Dasquic» κλείστηκε για δύο μέρες φυλακή και ανακρίθηκε από τις μυστικές υπηρεσίες, προκειμένου να αποκαλύψει ποιοι του εμπιστεύθηκαν τα απόρρητα έγγραφα, με βάση τα οποία αποκαλύπτονταν ότι η Γαλλία γνώριζε ότι η Αλ Κάιντα σχεδίαζε να καταλάβει αμερικανικά αεροπλάνα και είχε ενημερώσει γι’ αυτό τις ΗΠΑ από τον Ιανουάριο του 2001. Το Σεπτέμβριο του 2010 η εφημερίδα «Le Monde» κατέθεσε μήνυση κατά της γαλλικής κυβέρνησης για την παραβίαση του απορρήτου των δημοσιογραφικών πηγών, αποτέλεσμα της μυστικής έρευνας για το αρχείο σχετικά με τα άρθρα που σχετίζονταν με τις αποκαλύψεις της Λίλιαν Μπετανκούρ.
ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Αποκαλύφθηκε ότι το 2009 η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία «Πληροφοριών (BND) κατασκόπευε παράνομα δημοσιογράφους πάνω από δέκα χρόνια, για να βρει από πού προέρχονταν οι πληροφορίες για το Αφγανιστάν.
ΙΡΛΑΝΔΙΑ: Το Φεβρουάριο του 2009 ο ανεξάρτητος δημοσιογράφος Μικ Μακ Κάφρεϊ συνελήφθη και διώχθηκε ποινικά, επειδή σε άρθρο του κατήγγειλε την παραπομπή ενός αθώου ανθρώπου για φόνο. Αρνήθηκε να αποκαλύψει τις πηγές του και αφέθηκε ελεύθερος την επόμενη μέρα. Στις 23 Οκτωβρίου 2008, οι «Times» της Ιρλανδίας επρόκειτο να δημοσιεύσουν ρεπορτάζ για κρούσματα διαφθοράς στο πρωθυπουργικό περιβάλλον και διατάχθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο να αναβάλουν τη δημοσίευση. Τον Αύγουστο του 2010 η ιρλανδική αστυνομία κατέσχεσε το κινητό τηλέφωνο και την κάρτα SIM του ανεξάρτητου δημοσιογράφου Ιμον Μακ Ντέρμοτ, για να αποκτήσουν πρόσβαση στις πηγές του.
ΙΤΑΛΙΑ: Στις 4 Φεβρουαρίου 2009 η αστυνομία επέδραμε στα γραφεία δημοσιογράφων των εφημερίδων «II Messaggero» και «Corriere della Sera», για να βρουν τις πηγές πληροφόρησής τους σχετικά με έρευνα για παραγγελία σειράς δολοφονιών. Στις 11 Αυγούστου 2006 η αστυνομία επέδραμε στα γραφεία των εφημερίδων «La Repubblica» και «II Piccolo» και κατέσχεσε όλα τα αρχεία που αναφέρονταν στο ρόλο της Ιταλίας στην απαγωγή του ιμάμη Οσάμα Μουσταφέ Χασάν το 2003.
ΟΛΛΑΝΔΙΑ: Τα τηλέφωνα των δημοσιογράφων Μπαρτ Μος και Ζόοστ ντε Χάας τέθηκαν υπό παρακολούθηση και οι ίδιοι τέθηκαν υπό κράτηση, το Νοέμβριο του 2009, διότι δημοσίευσαν διαβαθμισμένες πληροφορίες, με τις οποίες αποκαλύπτονταν οι σχέσεις έγκλειστων εγκληματιών και μυστικών υπηρεσιών. Με δικαστική απόφαση δικαιώθηκαν στην άρνηση τους να αποκαλύψουν την πηγή τους.
ΒΡΕΤΑΝΙΑ: Ο παραγωγός του «ITV News», Νέιλ Γκάρετ, συνελήφθη τον Οκτώβριο του 2008 και το διαμέρισμα του ερευνήθηκε, όταν αποκάλυψε μια εσωτερική ενημέρωση της αστυνομίας, σχετικά με το πώς ο Τζον Σαρλ ντε Μενέζες πυροβολήθηκε κατά λάθος. Αθωώθηκε το Μάιο του 2009, έπειτα από πολλές φυλακίσεις. Το 2008 η αστυνομία κατέσχεσε τις εμπιστευτικές τηλεφωνικές κλήσεις που είχε κάνει από το τηλέφωνο του ο Μαρκ Μπούλστροντ, της «East Anglian Daily Timesς», για να ανακαλύψει τις πηγές του. Ο εκδότης της κυριακάτικης «Tribune» για τη Βόρεια Ιρλανδία έγραψε διάφορα άρθρα σχετικά για τον ΙΚΑ και το Μάιο του 2010 η αστυνομία της Βόρειας Ιρλανδίας έκανε έφοδο στο σπίτι του και τον διέταξε να παραδώσει όλες τις σημαντικές πληροφορίες που είχε χρησιμοποιήσει. Το Ανώτατο Δικαστήριο του Μπέλφαστ, τον Ιούνιο του 2009, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δικαστική απόφαση παραβίαζε την αρχή της εμπιστευτικότητας των δημοσιογραφικών πηγών και ότι η αποκάλυψη της πηγής του θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του και των συγγενών του.
Διώξεις και εκτός ΕΕ
ΡΩΣΙΑ: Στις 2 Αυγούστου 2006 η αστυνομία επέδραμε στα γραφεία της εφημερίδας «Permsky Obozrevatel» και στα σπίτια των δημοσιογράφων και κατέσχεσε υπολογιστές, CD-ROM, μέχρι και τις χειρόγραφες σημειώσεις των δημοσιογράφων, εξαιτίας της δημοσίευσης κρατικών πληροφοριών.
ΕΛΒΕΤΙΑ: Τρεις δημοσιογράφοι της «Sonntags Blick» διώχθηκαν, βάσει του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα, επειδή δημοσίευσαν ένα έγγραφο, στις 8 Ιανουαρίου 2006, για τα μυστικά κέντρα κράτησης υπόπτων για τρομοκρατία, που διατηρούσε η CIA στην Ευρώπη. Παρ' όλο που κατηγορήθηκαν για παραβίαση του στρατιωτικού απορρήτου, αθωώθηκαν από το ίδιο το στρατιωτικό δικαστήριο τον Απρίλιο του 2008.
ΤΟΥΡΚΙΑ: Το 2009 ο εκδότης της εβδομαδιαίας εφημερίδας «Nokta» δέχτηκε επίθεση, την ώρα που έδινε συνέντευξη, αποκαλύπτοντας ότι ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου του Στρατού είχε συντάξει «μαύρη λίστα» για δημοσιογράφους. Το περιοδικό έκλεισε, κάτω από την πίεση του στρατού.
Δύο δημοσιογράφοι την εβδομάδα το 2010
Δύο δημοσιογράφοι την εβδομάδα (κατά μέσο όρο) έχαναν πέρσι τη ζωή τους ολόκληρο τον κόσμο, ενώ εκτελούσαν τα καθήκοντά τους, ωστόσο ο συνολικός αριθμός (97) το 2010 μειώθηκε οε σύγκριση με το 2009 όταν σκοτώθηκαν 133.
Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο για την Ασφάλεια των εργαζομένων στις Ειδήσεις (INSI), συνολικά 85 δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν, ενώ οι υπόλοιποι έχασαν τη ζωή τους σε ανταλλαγές πυρών ή σε δυστυχήματα. Στην πρώτη κατηγορία αναφορά γίνεται και στη δολοφονία του Σωκράτη Γκιόλια στην Ελλάδα, ενώ στη δεύτερη ανήκει και ένας εικονολήπτης στη Γουατεμάλα, που σκοτώθηκε από την εκτόξευση λάβας και βράχων κατά την κάλυψη της έκρηξης ενός ηφαιστείου. «Είναι τρομερό το τίμημα που πληρώνουμε για τις ειδήσεις μας», δήλωσε ο διευθυντής της του INSI, Ρόντνεϊ Πόιντερ. «Τα περισσότερα από τα θύματα δεν ήταν ξένοι ανταποκριτές που βρίσκονταν σε εμπόλεμες ζώνες, αλλά δημοσιογράφοι που βρίσκονταν στις χώρες τους, επιζητώντας να εκθέσουν την εγκληματικότητα και τη διαφθορά», σημείωσε.
Στις 30 χώρες που εξετάστηκαν, το Πακιστάν αναδείχθηκε στην πιο επικίνδυνη, καθώς 16 δημοσιογράφοι έχασαν εκεί τη ζωή τους. Ακολουθούν το Μεξικό και η Ονδούρα, με 10 νεκρούς σε κάθε μία χώρα και το Ιράκ με 6. Το Πακιστάν χαρακτηρίστηκε η πιο επικίνδυνη χώρα για τους δημοσιογράφους το 2010 και από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα και την Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων, που είναι μέλη του INSI, αλλά χρησιμοποιούν διαφορετικά κριτήρια για την καταμέτρηση των Θανάτων.