Δευτέρα, 22 Αυγούστου 2022 19:45

Αρχαιολογικά των Φαρών πριν 120 χρόνια...

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

 

Σε αναμονή των αποτελεσμάτων για τα ευρήματα της ανασκαφής στην περιοχή της Υπαπαντής, θα ήταν χρήσιμο να γνωρίζουμε τι είχε προηγηθεί.

Το κείμενο που δημοσιεύεται σήμερα είναι ηλικίας 120 χρόνων. Το έχει γράψει ο Καθηγητής Πανεπιστημίου Ανδρέας Σκιάς και δημοσιεύτηκε στην έκδοση “Μεσσηνιακή Επετηρίς” του 1902. Και είναι χρήσιμο να καταγράψουμε εξ αρχής την ακροτελεύτια παράγραφο καθώς και σήμερα αναμένει τη δικαίωση:

“Καθήκον και του κράτους και της πόλεως των Καλαμών κατ’ ιδίαν είναι, να μεριμνήσωσι περὶ της διασώσεως και του ευρεθέντος ἐν τω κτήματι Καριζοπούλου πύργου και παντὸς άλλου μέρους των αρχαίων τειχών, όπερ δύναται να ανακαλυφθή εν τω μέλλοντι, είτε εν τη σχηματισθησομένη μετὰ την κατεδάφισιν των οικιών Παγώνη και Μητσοπούλου πλατείᾳ, είτε και αλλαχού. Τοιαύτα λείψανα τειχών όχι μόνον την παλαιὰν ιστορίαν διαφωτίζουσιν ἐπικυρούντα και συμπληρούντα τας μαρτυρίας των αρχαίων συγγραφέων, αλλὰ και καταδεικνύουσιν εις τους οφθαλμοὺς των νύν ζώντων ανθρώπων, οποία υλικὴ ευπορία και οποία ακμὴ της τέχνης πολὺ ανωτέρα της σήμερον υπήρχεν άλλοτε εν τω τόπῳ τούτῳ, και διδάσκουσιν αυτοὺς εμφαντικώτερον πάσης άλλης διδασκαλίας εις ποίον βαθμὸν πολιτισμού οφείλουσι και δύνανται να προαγάγωσι την πατρίδα”.

Εγραφε τότε ο Ανδρέας Σκιάς για τις ανακαλύψεις του: “Ρηταί και αναμφισβήτητοι αρχαίαι μαρτυρίαι, η του Παυσανίου και η του Στράβωνος, ορίζουσαι την απόστασιν των εν Μεσσηνία Φαρών και της Αβίας, της Θουρίας και της θαλάσσης, ενδεικνύουσιν τοσούτον σαφώς, ότι η αρχαία αύτη πόλις έκειτο όπου αι σημεριναί Καλάμαι, ώστε και ελέχθη τούτο από πολλού και υπό διαφόρων νεωτέρων περιηγητών και τοπογράφων και παραδεκτόν κατέστη ευκόλως παρά πάσιν. Αλλ’ όμως έργα χειρών ανθρώπων εκ της αρχαιότητος προερχόμενα, δεν ήσαν μέχρι από μικρού γνωστά εν Καλάμαις πλην ολιγίστων τινών επιτυμβίων στηλών και πολλών τετραγώνων πωρίνων λίθων, απεσπασμένων εξ αρχαίων κτιρίων και ενωκοδομημένων εις πολλά μέρη των τειχών του υπερκειμένου της ημετέρας πόλεως μεσαιωνικού φρουρίου. Ταύτα δεν ήρκουν να αποδείξωσιν ότι αληθώς αύτοθι έκειτο η αρχαία πόλις, διότι τάφοι μεν συνηθέστατα ιδρύοντο και εις μακράν έτι απόστασιν από των αρχαίων πόλεων, αι δε πώριναι πλινθίδες κατά τους μεσαιωνικούς και τους νεώτερους χρόνους επίσης συνηθέστατα αποσπώμεναι από των αρχαίων κτηρίων υπό αμαθών ή ασεβούντων προς την αρχαίαν ιστορίαν ανθρώπων, μετακομίζοντο εις όχι μικράν απόστασιν, ίνα χρησιμοποιηθώσιν εις την οικοδομήν νεωτέρων κτισμάτων.Αρχαίον κτίριον μόνον εν, μήκους 10 μέτρων περίπου είχεν ευρεθή πρότερον εν Καλάμαις εν τω παρὰ τω Νεκροταφείον γηπέδῳ τῆς οικογενείας Εφεσίου ότε πρὸ πλέον ή τριάκοντα ετών ήδη, εξήχθησαν εκείθεν χώματα προς επίχωσιν του βόθρου της Φραγκολίμνης, αλλὰ δυστυχῶς δὲν ελήφθη τότε πρόνοια προς σωτηρίαν τῶν λειψάνων εκείνων, ώστε ουδὲν ίχνος αυτών είνε φανερὸν σήμερον ἐν τω γηπέδῳ εκείνω. Ευκόλως δε ηδύνατο νὰ εγερθή η υποψία ότι το ευρεθὲν κτίριον δὲν ήτο αρχαίον, αλλὰ μεσαιωνικὸν εξ αρχαίου υλικού εκτισμένον. Τούτων ένεκα η εν Καλάμαις θέσις των αρχαίων Φαρών ήτο παραδεδεγμένη μετὰ τινος ἐπιφυλάξεως καὶ δισταγμού, ηδύνατο δε πάντοτε νὰ μετατεθή εν ή δύο χιλιόμετρα ανατολικώτερον ή δυτικώτερον χωρὶς νὰ προσκρούσῃ τούτο εις τὰς αρχικὰς μαρτυρίας, διότι αι μεν αρχαίαι οδοί, καθ’ άς υπελογίσθῃ ή απόστασις άπὸ Αβίας καὶ Θουρίας, δεν σώζονται πλέον και η θάλασσα υπεχώρησε προσχωθείσα υπὸ του Νέδοντος, το δε πέριξ των Καλαμών έδαφος δεν παρέχει φυσικὰ εμπόδια μὴ επιτρέποντα τὴν ίδρυσιν πόλεως εν τη αρχαιότητι. Η έλλειψις αρχαιοτήτων εν Καλάμαις εφαίνετο πως παράδοξος καὶ όχι άπαξ παρετηρήθη υπ’ αὐτών των παραδεχομένων ότι ενταύθα έκειντο αι Φαραί.

Επεφυλάσσετο εις τὸν παρελθόντα μήνα Αύγουστον, η αποκάλυψις αρχαίου κτιρίου αναμφισβητήτως αποδεικνύοντος ότι εν Καλάμαις υπήρχεν αρχαία πόλις, ήτις δεν δύναται να είνε άλλη πλήν τῶν Φαρών, ών τὴν θέσιν ανδεικνύουσιν αι παλαιαὶ μαρτυρίαι. Ο δικηγόρος κ. Δ. Καριζόπουλος μοὶ ανεκοίνωσε προ τινων εβδομάδων, ότι εν τινι κτήματι αυτού κειμένῳ παρὰ τὸ Νεκροταφείον και την Φραγκόλιμναν ευρέθη αρχαίον κτίριον εκ μεγάλων πωρίνων λίθων εκτισμένον και με εκάλεσεν, ίνα ίδω αὐτό. Εξετάσας το ευρεθὲν κτίριον είδον ότι κατὰ τον τρόπον της τεκτονικής κατασκευής αυτού, ανήκει εις τοὺς χρόνους της ακμής της Ελλάδος και ότι ήτο άθικτον απὸ μεταγενεστέρων επισκευών, το σχήμα δὲ και αι διαστάσεις αυτού ως καὶ η προσαρμογὴ αυτού πρὸς τον τόπον, εν ώ είνε ωκοδομημένον, δεικνύουσι σαφώς ότι είνε πύργος του περιβάλλοντος τας αρχαίας Φαρὰς τείχους. Ο πύργος ούτος είνε τετράγωνος, ελλειπούσης της πρὸς βορράν πλευράς, ήτις ήτο περιττή, αφού κατά ταύτην την πλευρὰν ο πύργος έμελλε να είνε προσωκοδομημένος πρὸς τὸ τείχος. Η νοτία πλευρὰ αυτού, η αποτελούσα το μήκος του κτιρίου είνε μέτρων 3,35, αι δε άλλαι πλευραὶ αι αποτελούσαι το πλάτος 2,42 μέτρων, το δε πάχος των τοίχων 0,74. Απαν το σωζόμενον μέρος, ήτοι τέσσαρες δόμοι λίθων έχοντες εν όλῳ ύψος 2 μέτρων, ανήκει εις τὰ θεμέλια, διὸ ούτε καλώς κατεξεσμένοι είνε οι λίθοι, ούτε ακριβώς προσηρμοσμένοι προς αλλήλους, αλλ’ όμως η κατασκευὴ είνε τοιαύτη, ώστε ευκόλως εννοεί τις ότι τὸ τείχος ήτο κατεσκευασμένον ως τὰ άριστα οχυρωματικὰ έργα των χρόνων της ακμής της Ελλάδος. Το εσωτερικὸν αυτού ήτο ολόκληρον πεπληρωμένον διὰ μικρών ακατεργάστων λίθων τεχνηέντως συνηρμοσμένων πρὸς αλλήλους, όπως και εν άλλοις αρχαίοις πύργοις συμβαίνει, αλλὰ δυστυχώς ο κηπουρὸς του κ. Καριζοπούλου υπὸ ατόπου περιεργείας κινηθεὶς ἐξήγαγεν άπαντας τοὺς λίθους τούτους υποπτεύων ότι ἐκρύπτετό τι υπ’ αὐτούς. Ισως εσαεὶ άγνωστον θὰ μείνῃ αν τὸ τείχος ήτο καθ’ άπαν το ύψος αυτού δια λίθων εκτισμένον, ή άν μικρὸν μόνον υπὲρ τα θεμέλια ήτο λίθινον, το δὲ υπόλοιπον εξ ωμών πλίνθων, όπως ωκοδομούντο πάμπολλα τείχη εν τη αρχαιότητι χάριν οικονομίας.

Τείχος συνεχόμενον προς τον ευρεθέντα πύργον, δεν απεκαλύφθη δια της γενομένης σκαφής, άδηλον δε άν κρύπτεται τούτο αύτοθι υπὸ την γην ή αφηρέθησαν οι λίθοι εν παλαιοτέροις χρόνοις. Τὰ λείψανα όμως τὰ άλλοτε ευρεθέντα εν τω γηπέδῳ Εφεσίου τω ανήκοντι νυν εις τους κληρονόμους του Νικολάου Π. Στρούμπου καὶ έτερα λείψανα αποκαλυφθέντα, ως ήκουσα, εν τη μεταξὺ των γηπέδων Καριζοπούλου καὶ Εφεσίου οικίᾳ Φουντούκη, ακολουθούσιν ακριβώς την διεύθυνσιν, ήν θὰ είχεν αρχαίον τείχος διερχόμενον δια της θέσεως, εν η ευρέθη ο πύργος. Καὶ αν λοιπὸν εν νεωτέρᾳ ανασκαφῇ δεν ευρεθή αμέσως παρὰ τὸν ευρεθέντα πύργον τὸ συνεχόμενον προς αυτὸν τείχος, δεν δύναται να εγερθή αμφιβολία αν είνε πύργος τὸ ευρεθὲν κτίριον. Ευχής έργον θα ήτο αν κατεδαφιζομένης της οικίας Παγώνη παρὰ τὴν Υπαπαντὴν και της παρ’ αυτὴν οικίας της κυρίας Μητσοπούλου, ηρευνάτο τὸ έδαφος επὶ τη ἐλπίδι της ανευρέσεως της συνεχείας του τείχους αυτόθι, διότι προς τούτο το μέρος φαίνεται ότι διηυθύνετο, στρεφόμενον κατόπιν πρὸς τὸ μεσαιωνικὸν φρούριον παρὰ τὸ χείλος του κρημνού της αριστεράς όχθης του Νέδοντος. Ο χρόνος καθ’ όν ωκοδομήθῃ το τείχος τῶν Φαρῶν, δεν δύναται να ορισθή μετ’ ακριβείας εκ μόνης της τεκτονικής αυτού κατασκευής, διότι αι μεταβολαὶ αυτής αι δυνάμεναι να χρησιμεύσωσιν χρονολογικὰ τεκμήρια επέρχονται εντὸς μακρών χρονικών διαστημάτων. Πιθανὸν φαίνεται ότι αι Φαραὶ ωχυρώθησαν μετὰ την δια των νικών του Επαμεινώνδα επιτευχθείσαν ανεξαρτησίαν των μεσσηνιακών πόλεων απὸ της Σπάρτης, επομένως ότι το ευρεθὲν τείχος είνε σύγχρονον προς το της Μεσσήνης. Δυνατὸν όμως νὰ ήσαν ωχυρωμέναι αι Φαραὶ καὶ πρότερον υπὸ των Λακεδαιμονίων, ίνα χρησιμεύσωσιν ως φρούριον, οίον ήτο η Τρίνασος και τὸ Γύθειον.

Η σημασία της αποκαλύψεως του πύργου τούτου δεν είνε μικρά, και αν έτι δεν ληφθή υπ’ όψιν ότι σπουδαιότερον τούτου εύρημα ουδὲν εγένετο πρότερον εν Καλάμαις. Οχι μόνον τὸ ζήτημα της θέσεως των Φαρών λύεται οριστικώς δι’ αυτού, αλλ’ αποδεικνύεται προσέτι ότι η πόλις αύτη ήτο και ωχυρωμένη δια καλλίστου τείχους, όπερ αναβιβάζει την σπουδαιότητα αυτής εις βαθμὸν άγνωστον τέως, εξηγεί δε και την υπὸ των Αθηναίων λεηλασίαν του τόπου υπὸ την στρατηγίαν του Κόνωνος. Εὰν σώζωνται και αλλαχού λείψανα του τείχους ικανά, δύναται να προσδιορισθή και η περιοχὴ της πόλεως, κατὰ προσέγγισιν δε και ο αριθμὸς των κατοίκων αυτής. Και έτερον δε ζήτημα όχι άμοιρον ενδιαφέροντος λύεται οριστικώς δια της ανακαλύψεως ταύτης, ήτοι το της μέσης ετησίας προαυξήσεως της υπὸ του Νέδοντος προσχώσεως της θαλάσσης, γνωστού όντος ότι επὶ Στράβωνος η θάλασσα απείχε πέντε μόνον αρχαία στάδια απὸ των Φαρών. Και ανασκαφαὶ δε ἀρχαιολογικαὶ δύνανται μετὰ πολὺ μεγαλυτέρων προσδοκιών επιτυχίας να επιχειρηθῶσι μετὰ την ἀνακάλυψιν του εν τω κτήματι Καριζοπούλου αρχαίου πύργου διότι ούτος δύναται να χρησιμεύῃ ως αφετηρία προς αναζήτησιν όχι μόνον των εν τω εσωτερικώ της αρχαίας πόλεως των δημοσίων οικοδομημάτων, αλλὰ καὶ των έξω αυτής ιερών, όσα ἀναφέρουσιν ο Στράβων καὶ ὁ Παυσανίας.

Καθήκον λοιπὸν και του κράτους και της πόλεως των Καλαμών κατ’ ιδίαν είναι, να μεριμνήσωσι περὶ της διασώσεως και του ευρεθέντος ἐν τω κτήματι Καριζοπούλου πύργου και παντὸς άλλου μέρους των αρχαίων τειχών, όπερ δύναται να ανακαλυφθή εν τω μέλλοντι, είτε εν τη σχηματισθησομένη μετὰ την κατεδάφισιν των οικιών Παγώνη και Μητσοπούλου πλατείᾳ, είτε και αλλαχού. Τοιαύτα λείψανα τειχών όχι μόνον την παλαιὰν ιστορίαν διαφωτίζουσιν ἐπικυρούντα και συμπληρούντα τας μαρτυρίας των αρχαίων συγγραφέων, αλλὰ και καταδεικνύουσιν εις τους οφθαλμοὺς των νύν ζώντων ανθρώπων, οποία υλικὴ ευπορία και οποία ακμὴ της τέχνης πολὺ ανωτέρα της σήμερον υπήρχεν άλλοτε εν τω τόπῳ τούτῳ, και διδάσκουσιν αυτοὺς εμφαντικώτερον πάσης άλλης διδασκαλίας εις ποίον βαθμὸν πολιτισμού οφείλουσι και δύνανται να προαγάγωσι την πατρίδα”.