Τρίτη, 16 Αυγούστου 2022 19:50

“Ανεκαλύφθη το κέντρον των αρχαίων Φαρών”

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(1 Ψήφος)
“Ανεκαλύφθη το κέντρον των αρχαίων Φαρών”

 

Με τον τίτλο αυτό ο σπουδαίος πνευματικός εργάτης Μίλτης Παρασκευαΐδης, παρουσίαζε το καλοκαίρι του 1960 την ανασκαφή των αρχαίων της Υπαπαντής που θάφτηκαν και τώρα έρχονται στην επιφάνεια.

Στο σημερινό σημείωμα σκέφτηκα να αφήσουμε να μας τα πει ο ίδιος, συνιστώντας να προσέξουμε τις εύγλωττες επισημάνσεις του τόσο για τη σημασία των ευρημάτων, όσο και για την ανάγκη επέκτασης των ανασκαφών. Κάτι το οποίο είχε επισημάνει και ο ανασκαφέας Νικόλαος Γιαλούρης γράφοντας ότι “σκόπιμον είναι να ανασκαφώσιν εξ ολοκλήρου”. Κάτι που αρνήθηκαν πεισμόνως οι “άρχοντες” της πόλης, βάζοντας σε προτεραιότητα την (προβληματική) πλακόστρωση της πλατείας και αρνούμενοι τη συστηματική ανασκαφή. Η οποία κάποτε θα γίνει, όπως γίνεται και η σωστική ανασκαφή για τα ευρήματα του 1960, γιατί το επιτάσσει η ιστορία της πόλης και η ανάγκη έρευνας και τεκμηρίωσης. Ακολουθεί το κείμενο του αείμνηστου Παρασκευαΐδη από το οποίο έχουν περικοπεί οι ιστορικές – φιλολογικές αναφορές.

“Δια των ανασκαφών αι οποία ήρχισαν το δεύτερον δεκαήμερον του Ιουνίου προ του Μητροπολιτικού ναού της Καλαμάτας, ηρευνήθη έως τώρα έκτασις περίπου 60 Χ 10 μέτρων και απεκαλύφθησαν δια τάφρων, πρώτην φοράν εις την πρωτεύουσαν του νομού Μεσσηνίας και οικοδομικαί αρχαιότητες, ανήκουσαι εις μέγα συγκρότημα κτιρίων της μετακλασσικής εποχής. Η ανακάλυψίς των έχει εξαιρετικήν σημασίαν δια την Καλαμάταν διότι απεδείχθη οριστικώς πλέον ότι δεν ιδρύθη δια πρώτην φοράν όταν ο Γοδεφρείδος Α΄Βιλλαρδουΐνος ωχύρωσε τον προς βορράν της κατοικουμένης σήμερον εκτάσεως μικρόν λόφον, αλλά ότι είναι πόλις έχουσα ακμαίαν ζωήν και προ τη Φραγκοκρατίας. Εως τώρα καμία αρχαία οικοδομή παλαιοτέρα του 1204 μ. Χ δεν είχε ευρεθεί εις την θέσιν της συγχρόνου πόλεως και το γεγονός αυτό ετονίζετο επιμόνως υπό εκείνων, οι οποίοι υπεστήριζον την άποψιν ότι η Καλαμάτα δεν είναι δυνατόν να έχη σχέσιν με τας αρχαίας Φαράς και ότι η Ομηρική αύτη πόλις έπρεπε να ευρίσκετο περί τα πέντε χιλιόμετρα ανατολικώτερον, εις την θέσιν του συγχρόνου χωρίου Γιάννιτσα. Ο αρχαιολόγος Ανδρέας Σκιάς προ πολλών ετών κατέδειξε την σημασίαν που είχε η ανακάλυψις κατά το 1901 τμήματος τείχους πύργου αρχαιοτέρου των μέσων του 4ου π. Χ. αιώνος μεταξύ της πλατείας Φραγκολίμνης και του νεκροταφείου της πόλεως. Εξ αφορμής της ανευρέσεως του οχυρωματικού αυτού πύργου, ο Σκιάς είχε σημειώσει ότι εις την θέσιν της Καλαμάτας δεν είχεν ευρεθεί προηγουμένως αρχαίον οικοδόμημα και ότι η έλλειψις αρχαίων κτηρίων “όχι άπαξ ήδη παρατηρηθείσα, ίσως συνετέλεσεν ώστε και να αμφισβητηθή έτι η εν Καλάμαις θέσις των αρχαίων Φαρών”. Η αμφισβήτησις αύτη ίσχυε έως τώρα και μετά την ανακάλυψιν τμήματος οχυρωματικού τείχους κατά το 1901, σοβαρώς δε υπεστηρίζετο ότι η ύπαρξις εις την θέσιν της Καλαμάτας μόνον “συνοικισμού τινός κατά την αρχαιότητα” αποδεικνυομένη από ολίγας επιτυμβίους στήλας και πωρίνας πλινθίδας απεσπασμένας εξ αρχαίων κτηρίων και ενωκοδομημένας εις την μεσαιωνικήν ακρόπολιν της πόλεως. Από τας μαρτυρίας όμως του γεωγράφου Στράβωνος και του περιηγητού Παυσανία, η πλειονότης των συγχρόνων ερευνητών παρεδέχετο – χωρίς ουσιαστικά αποδείξεις -ότι η θέσις των αρχαίων Φαρών εις την Καλαμάταν ήτο ασφαλώς ωρισμένη όπως επιβεβαίωνε το 1938 ο Β. Μπράντενστάϊν εις το Λεξικόν των Πάουλυ – Βισόβα.

Με τα πρόσφατα ευρήματα της μεταξύ του Μητροπολιτικού ναού και του κτηρίου της Επισκοπής πλατείας της Υπαπαντής καθίσταται σαφές ότι εις την θέσιν αυτήν υπήρχε κεντρικόν τμήμα των αρχαίων Φαρών, πιθανώς δε και η αγορά της πόλεως. Τα αποκαλυφθέντα εφέτος ερείπια ανήκουν εις μεγαλοπρεπές συγκρότημα οικοδομών, αι οποίαι, σύμφωνα με τα όσα παρετήρησε προ ετών ο Σκιάς δια τον πλησίον αυτών οχυρωματικόν πύργον – δεν αποκλείεται, δια της μελέτης των ανασκαφικών ευρημάτων που ανέλαβεν ο προϊστάμενος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας Δυτικής Πελοποννήσου κ. Νικ. Γιαλούρης, να αποδειχθούν ότι είχαν κτισθεί μετά την υπό του Επαμεινώνδου απελευθέρωσιν των Μεσσηνιακών πόλεων εκ του ζυγού των Σπαρτιατών κατά το 369 π. Χ ότε εκτίσθη και η παρά την Ιθώμην Μεσσήνη.

Οπωσδήποτε επί τη βάσει προσωρινών ανακοινώσεων των αρμοδίων αρχαιολόγων, τα μέχρι σήμερον ανασκαφικά ευρήματα “οστράκων” (σπασμένων αγγείων) εις την πλατείαν της Υπαπαντής είναι των αρχών της 1ης χιλιετηρίδας π. Χ (Γεωμετρικών χρόνων) και κυρίως των Ελληνιστικών, Ρωμαϊκών και Βυζαντινών χρόνων. Γενικώς, με τας ανασκαφάς αποκαλύπτεται συγκρότημα οικοδομημάτων κειμένων προφανώς εις το κέντρον αρχαίας ακμαζούσης Αγοράς.

Την εξαιρετικήν σημασίαν των ευρημάτων της Καλαμάτας εξήραν και οι επιθεωρήσαντες τας ανασκαφικάς εργασίας Διευθυνταί Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεων του υπουργείου Παιδείας κ. κ. Ιω. Παπαδημητρίου και Ευστ. Στίκας. Ο κ. Παπαδημητρίου διεπίστωσε δια των νέων ευρημάτων την αλήθειαν των ομηρικών παραδόσεων περί αρχαίων Φαρών και έδωσεν εντολάς όπως συνεχισθούν αι ανασκαφικαί έρευναι δια την ανακάλυψιν και των μυκηναϊκών μνημείων που πρέπει να υπάρχουν εις την περιοχήν της πλατείας της Υπαπαντής και ιδίως εις τον πλησίον και προς βορράν αυτής λόφον του μεσαιωνικού φρουρίου. Κατά τον κ. Παπαδημητρίου, τα ευρήματα του λόφου τη Υπαπαντής ανήκουν “πιθανώτατα εις δημόσιον οικοδόμημα του κέντρου της πόλεως των μετακλασσικών χρόνων”.

Μεγάλην εντύπωσιν προκαλεί και το μέγεθος του αποκαλυπτομένου αρχαίου οικοδομικού συγκροτήματος πιθανώς των Ελληνιστικών χρόνων. Κατά τας τελευταίας ημέρας απεδείχθη ότι το συγκρότημα αυτό προχωρεί και κάτω από την θέσιν όπου οικοδομήθη το Ιεροδιδασκαλείον της Επισκοπής, τούτο δε επιβάλλει εις τον Δήμον Καλαμάτας να εξασφαλίση τα οικονομικά μέσα όχι μόνον δια την πλήρη αποκάλυψιν των μοναδικών αρχαίων μνημείων όπου θα έχη να επιδείξη η πόλις εις τους επισκέπτας της, εις δε τον εμπνευσμένον ιεράρχην της Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομον να εξασφαλίση τας δυνατότητας συστηματικών ανασκαφών και εντός της περιοχής του Ιεροδιδασκαλείου. Με την αποκάλυψιν της Αγοράς των αρχαίων Φαρών, εις την οποίαν ήδη ευρέθησαν και Γεωμετρικά “όστρακα” θα διαπιστωθή εις εν καίριον σημείον της αρχαίας Ελλάδος, η αδιάλειπτος συνέχεια που παρουσιάζει εις την χώρας μας ο Ελληνικός Μυκηναϊκός πολιτισμός από την 2αν χιλιετηρίδα προ Χριστού μέχρι σήμερον.

Αι παραδόσεις που έχουν διασωθεί περί των Φαρών υπόσχονται σπουδαιότατα αποτελέσματα δια συστηματικάς ανασκαφάς εις το επισημανθέν πλέον κέντρον της παναρχαίας πόλεως.

Αι παραδόσεις αύται πείθουν ότι πρέπει να αναζητηθή το σπουδαιότατον αυτό κέντρον με συστηματικάς ανασκαφάς εις την περιοχήν της πλατείας του Μητροπολιτικού ναού της Υπαπαντής, όπου εφάνη ότι θα υπήρχεν η Αγορά της πόλεως.

Αι ανασκαφαί που ήρχισαν τον Ιούνιον διεξάγονται υπό των Επιμελητών Αρχαιοτήτων κ. κ. Θεοδ. Σπυροπούλου και Παναγ. Κριμπά, επιθεωρούνται δε υπό του κ. Νικ. Γιαλούρη, ο οποίος θα διατυπώση τα τελικά πορίσματα των ανασκαφών της πλατείας Υπαπαντής όταν συμπληρώση την μελέτην όλων των ευρημάτων και των στοιχείων που θέτουν υπ’ όψιν του οι προαναφερθέντες δύο συνεργάται του.

Δέον να σημειωθή ότι ανάλογον κτηριακόν συγκρότημα πρέπει να υπάρχει και περί τα 150 μέτρα ανατολικώς της πλατείας Υπαπαντής εις τον περίβολον της Μονής Καλογραιών “Αγιος Κωνσταντίνος”, όπως προέκυψε ήδη από ωρισμένα ευρήματα του 1952, εις τα οποία δεν εδόθη τότε η επιβαλλόμενη σημασία. Το ίδιον φαίνεται ότι συνέβη και όταν προ ετών εκτίζετο το Ιεροδιδασκαλείον της Επισκοπής, από την περιοχήν του οποίου προήλθαν τότε ωρισμένα ευρήματα έχοντα εύγλωττον σημασίαν δια τους ειδικούς αρχαιολόγους.

Αι συλλογαί αρχαιοτήτων αι οποία έχουν καταρτισθή εις το υπό την προστασίαν του Μητροπολίτου Μεσσηνίας Χρυσοστόμου και του Δήμου Καλαμάτας ιδρυθέν το 1951 Μουσείον, αποδεικνύουν ότι υπάρχουν δυνατότητες αποκαλύψεως θησαυρών, έαν συστηματικοποιηθούν και ενισχυθούν οικονομικώς αι τοπικαί ανασκαφικαί έρευναι. Τα αρχαιολογικά ευρήματα του Δημοτικού Μουσείου Καλαμάτας εταξινόμησε τελευταίως η καθηγήτρια δις Ελένη Μπόμπου, επιδεικνύουν δε δι’ αυτά μέγα ενδιαφέρον οι Επιμεληταί Αρχαιοτήτων Καλαμάτας κ. κ. Σπυρόπουλος και Κριμπάς και ο αρχαιοφύλαξ του δήμου κ. Ιωάννης Ταβουλαρέας, ο οποίος έχει καταρτίσει και συλλογήν των δημοσιευμάτων που αφορούν τας αρχαιότητας της πατρίδας του.

Εις το Δημοτικόν Μουσείον έχουν συγκεντρωθεί προς μελέτην και όλα τα ευρήματα των ανασκαφών της Υπαπαντής, εις την οποίαν μεταξύ άλλων ευρέθησαν και τρεις τάφοι – ένας των ρωμαϊκών χρόνων και δύο βυζαντινοί. Τα τελευταία ευρήματα μαρτυρούν μεταξύ άλλων ότι η περιοχή της πλατείας ήτο κατωκημένη και κατά τους βυζαντινούς χρόνους.

Με τας νέας ανασκαφάς αποκτούν ιδιαιτέραν σημασίαν και υποθέσεις του Ανδρ. Σκιά τας οποίας διετύπωσεν εξ αφορμής της ανακαλύψεως πύργου οχυρωματικού τείχους. Το τείχος αυτό περιέβαλλε “το κάτωθι της μεσαιωνικής ακροπόλεως και προς νότον αυτής επίπεδον μέρος”. Εις το μέρος αυτό υπάρχουν μεταξύ των άλλων, ο μητροπολιτικός ναός της Υπαπαντής, το Ιεροδιδασκαλείον και το κτίριον της Επισκοπής. Ο Σκιάς αναφέρει ότι όμοιον τείχος είχες ευρεθεί προηγουμένως “εις εν τη παρακειμένη προς δυσμάς οικία Φουντούκη και εν τω έτι δυτικώτερον κειμένω οικοπέδω των αδελφών Ν. Π. Στρούμπου”. Ο ανακαλυφθείς το 1901 πύργος τείχους απείχε 250 μέτρα από της προς βορράν κειμένης ακροπόλεως, περίπου δε 50 βήματα βορειοανατολικώς του αγίου βήματος της μικράς εκκλησίας του Αγίου Νικολάου. Κατά τον Σκιάν, το τείχος που περιέβαλλε τας Φαράς ενδέχεται να ήτο παλαιότερον της εποχής του Επαμεινώνδα και να είχε κτισθεί ίσως κατά τον 5ον π. χ. αιώνα υπό των Λακεδαιμονίων προς φρούρησιν της μεσαιωνικής πόλεως. Η υπόθεσις αυτή του Σκιά προσδίδει μεγίστην σπουδαιότητα και εις τα αποκαλυφθέντα προσφάτως εντός του περιβόλου των αρχαίων τειχών μεγάλα κτήρια που είναι πιθανόν να ήσαν δημόσια. Ο Σκιάς υπέθετεν ότι το τείχος των Φαρών διήρχετο “δια της προς νότον της εκκλησίας μικράς πλατείας και κατόπιν εκάμπτετο προς βορράν ακολουθών την αριστεράν όχθην του Νέδοντος και διευθυνόμενον προς την ακρόπολιν.

Ο ίδιος Μεσσήνιος αρχαιολόγος καθώρισε παρά την ανατολικήν πλευράν της Φραγκολίμνης και την θέσιν “¨μακρών τειχών” που συνέδεον την πόλιν των Φαρών προς την παραλίαν.

Επί του παρόντος αι ανασκαφικαί έρευναι πρόκειται να επεκταθούν εκ της πλατείας Υπαπαντής εις την περιοχήν της Μεσαιωνικής ακροπόλεως, εις την βόρειαν πλευράν της οποίας είχεν επισημάνει το 1958 πελασγικά τείχη ο κ. Γιαλούρης. Δοκιμαστικαί τάφροι θα ανοιχθούν εις διάφορα σημεία του λόφου της ακροπόλεως

Η ανακάλυψις κατωκημένου κέντρου των προχριστιανικών αιώνων εις την προς του Μητροπολιτικού ναού πλατείαν Υπαπαντής λύει πάντως οπωσδήποτε το πρόβλημα της συγχρόνου πόλεως με τας αρχαίας Φαράς και καταρρίπτει οριστικώς την επικρατούσαν άλλοτε άποψιν ότι η σημερινή πρωτεύουσα του Νομού Μεσσηνίας ήτο αρχικώς πόλις των χρόνων της Φραγκοκρατίας”.


NEWSLETTER